Του Γεώργιου Ν. Μοσχόπουλου*
Φάρος ανέσπερος για τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία σε χρόνους δύσκολους, από τα μέσα του 19ου αιώνα, και σε χώρο έντονων εθνικοθρησκευτικών κραδασμών, ιδρύθηκε το 1843 από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γερμανό Δ΄ κι έμενε φωτίζουσα η περίφημη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Απέναντι από τη βασιλίδα των πόλεων, στην ήρεμη νησίδα της Προποντίδας, όπου η παλαιότερη μονή της Αγίας Τριάδας, υπό τη σκέπη πάντοτε του Οικουμενικού Πατριαρχείου -και παράλληλα με τη Μεγάλη του Γένους Σχολή- με λαμπρούς σχολάρχες και δασκάλους πολυτάλαντους, επιβιώνει στον χρόνο, με θαυμαστή αποτελεσματικότητα, στοχεύουσα «ες αεί» στην παιδεία των πνευματικών ηγετών αυτού του Γένους και των στελεχών της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Στον ευρύτερο πολιτισμικό στόχο τους, πέραν της εκκλησιαστικής αποστολής τους, υπείκουσες οι διακεκριμένες προσωπικότητες της λειτουργίας της Σχολής, διευθυντές-σχολάρχες και διδάσκαλοι, παραπέμπουν με το έργο τους στο μήνυμα της σημασίας για την ευρωπαϊκή και, βέβαια, την παγκόσμια κοινότητα του παραγόμενου στις εξωελλαδικές εστίες έργου παιδείας και υψηλών αξιών.
Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης συγκατατάσσεται, οπωσδήποτε, ανάμεσα στους θυλάκους πολιτισμού και παιδείας σε δεσπόζοντες χώρους ακτινοβολίας, καθώς, μάλιστα, η Πόλη μένει ακτινοβολούσα, με διαθλάσεις μιας λογιοσύνης, που κάποτε κράτησε και διαφύλαξε, με δέος ιερό, τον πνευματικό θησαυρό της Αρχαιότητας και προσέφερε, στη συνέχεια, στον δυτικό κόσμο την υποδομική πνοή της Αναγέννησης.
Αναζητούμε τα τεκμήρια αξιολόγησης στην ιστορία αυτών των θυλάκων, που είναι πάντοτε εξαρτημένη από τη διάσωση και τη φύλαξη των αρχείων τους. Και η σημασία της Σχολής της Χάλκης αναδεικνύεται από την ιστορία της, καθώς ένα τμήμα της, το πλέον σημαντικότερο, της πρώτης εικοσαετίας (1844-1864), που καλύπτει την ίδρυση, τη θεμελίωση και τη βασική λειτουργία της Σχολής, σώθηκε, τύχη αγαθή, χάρη στον πρώτο σχολάρχη της, τον μητροπολίτη Σταυρουπόλεως και καθηγητή της Ιονίου Ακαδημίας στην Κέρκυρα, τον Κωνσταντίνο Τυπάλδο Ιακωβάτο.
Στην Ιακωβάτειο Βιβλιοθήκη
Ο «λίαν ευπαίδευτος» ιεράρχης, που προσέφερε «πάμπολλα υπέρ του Γένους, της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και της ελληνικής Παιδείας και της Ορθοδοξίας», επιστρέφοντας σε προχωρημένη ηλικία, καταβεβλημένος και τυφλός πια, στη γενέτειρά του, στο Ληξούρι, το 1864, μετέφερε μαζί του και ολόκληρο το ώς τότε αρχείο της Σχολής. Πράξη ενδεχομένως ασυμβίβαστη με την επιστημονική δεοντολογία, που είχε ως συνέπεια, αργότερα, έντονες αντιδράσεις της εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Η διάσωση, ωστόσο, του αρχειακού υλικού της Σχολής της Χάλκης και η με ιερή ευλάβεια διαφύλαξή του, στη συνέχεια, στην Ιακωβάτειο Βιβλιοθήκη Ληξουρίου -το κτίριο της οποίας υποφέρει μετά τους πρόσφατους σεισμούς του Ιανουαρίου και ας μεριμνήσει η αρμοδία υπουργική υπηρεσία- λαμβανομένων υπόψη των γεγονότων που συνέβησαν στη βασιλίδα των πόλεων, συνιστούν στοιχεία που δικαιώνουν την ιστορική πράξη του Κωνσταντίνου Τυπάλδου, καθώς υπογραμμίζουν τη συμβολή τού εν λόγω αρχείου στην Ιστορία του Γένους.
Οικουμενικός ρόλος
Ενας ρόλος οικουμενικός της Σχολής αναδεικνύεται μέσα από αυτήν την πρώτη εικοσαετία του αρχείου της. Πατριαρχικά γράμματα, επιστολές καθηγητών, διδασκάλων και μαθητών, αλληλογραφία με διακεκριμένες προσωπικότητες της εποχής, συλλογές επιγραμμάτων, μαθητικές (ενδιαφέρουσες) εργασίες, αλλά και επιστημονικά δοκίμια, ονόματα αποφοίτων, που αργότερα διαπρέπουν σε επιτελικές θέσεις της Παιδείας και της Εκκλησίας, τεκμηριώνουν τον φωτισμό των πνευματικών ταγών της Σχολής της Χάλκης και το πάθος τους για την υψηλή αποστολή τους.
Απλή «επίσκεψη» στο περιεχόμενο του εν λόγω αρχείου παραπέμπει στη διαπίστωση μιας συγκινητικής επικοινωνίας με λογίους και ιστορικά πρόσωπα των μέσων του 19ου αιώνα και αναδεικνύει μέρος της Ιστορίας του Γένους: ο γνωστός Ηλίας Τανταλίδης, ο τυφλός ποιητής, μαθητής και ταλαντούχος δάσκαλος της Σχολής, ο Νικόλαος Δούκας, ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων, ο Στέφανος Καραθεοδωρής, ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος Μουρούζης, ο Αλέξανδρος Στούρζας κ.ά. συνιστούν μία δεσπόζουσα ευρύτερη κοινότητα εμπλεκόμενη στις δραστηριότητες της Σχολής και, οπωσδήποτε, παρέχουσα το στίγμα της Ιστορίας του ευρύτερου χώρου.
Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, λοιπόν, όπως προκύπτει από το αρχείο της, άσκησε έργο παιδείας, με ευρύτερη διάσταση στον χώρο και στον χρόνο, και τηρουμένων των αναλογιών παραπέμπει στο έργο της πλησιέστατης Μεγάλης του Γένους Σχολής στο Φανάρι, στη Φλαγγίνειο Σχολή στη Βενετία, που σήμερα κρατεί τη συνέχειά της το Ελληνικό Ινστιτούτο στην πόλη αυτή, στα ελληνικά κολέγια στην Πάδοβα και στη Ρώμη. Η ιστορική διαδρομή της ορίζει οντότητα, δίχως αμφιβολία, υπερεθνική, συμβάλλουσα πολιτισμικά στην παγκόσμια κοινότητα έτσι, που, βεβαίως, δικαιούται τη δέουσα αναγνώριση της πολιτισμικής αυτής ταυτότητάς της.
* Ο κ. Γεώργιος Ν. Μοσχόπουλος δίδαξε Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Πατρών.