Σε κοινές δηλώσεις προχώρησαν μετά τη συνάντησή που είχαν ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, με τον πρωθυπουργό να μιλά για πλαίσιο ιστορικής συμφωνίας, προσθέτοντας πως βασικός στόχος η κοινή βούληση, η κοινή θέληση είναι να αντιμετωπίσουμε ιστορικές εκκρεμότητες που εμποδίζουν την ορθή λειτουργία εκκλησίας και κράτους.
«Αναζητούμε τις συνθήκες να δώσουμε μια ώθηση προς τα μπρος. Είμαι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσω ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πλαίσιο συμφωνίας, ιστορικού χαρακτήρα. Το λέω αυτό γιατί επιλύει πολλές εκκρεμότητες δεκαετιών που έχουν προκύψει από τη δεκαετία του ’20», είπε ο πρωθυπουργός και διάβασε την κοινή ανακοίνωση στην οποία κατέληξαν με τον Αρχιεπίσκοπο.
Ο Αλέξης Τσίπρας σημείωσε ότι με τον Αρχιεπίσκοπο κατέληξαν σε ένα ιστορικού χαρακτήρα κοινό ανακοινωθέν, το οποίο και διάβασε κατά τη διάρκεια των κοινών δηλώσεων και περιλαμβάνει 15 σημεία. Ο πρωθυπουργός σημείωσε πως μετά από έναν πολυετή αλλά και ειλικρινή διάλογο με τον Αρχιεπίσκοπο και την Εκκλησία βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πλαίσιο συμφωνίας, ιστορικού χαρακτήρα και όχι μόνο γιατί επιλύει εκκρεμότητες πολλών ετών αλλά γιατί είναι προς όφελος και των δυο πλευρών.
“Εχουμε τη δυνατότητα να προχωρήσουμε σε αμοιβαία αποδεκτές πρωτοβουλίες που αφορούν τον εξορθολογισμό των θέσεών μας. Στόχος να ενισχύσουμε την αυτονομία της Ελληνικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους”, τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας.
“Διαβεβαίωσα τον Αρχιεπίσκοπο ότι η επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση έχει ως στόχο να αναβαθμίσουν τον διακριτό ρόλο της Εκκλησίας, αναγνωρίζοντας την προσφορά της στη διαμόρφωση της ταυτότητας του ελληνικού κράτους” ανέφερε ο πρωθυπουργός.
Στις προβλέψεις του Κοινού Ανακοινωθέντος Εκκλησίας-Πολιτείας, το οποίο διάβασε ο πρωθυπουργός, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας», «το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο. Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού. το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων, μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση».
«Σήμερα επιχειρούμε να κάνουμε ένα ιστορικό βήμα προς τα μπρος επ’ ωφελεία της Πολιτείας και της Εκκλησίας», τόνισε ο Αλ. Τσίπρας.
Αναλυτικά όλο το κοινό ανακοινωθέν Πολιτείας – Εκκλησίας της Ελλάδος
“Μετά από έναν πολυετή, αναλυτικό και ειλικρινή διάλογο μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας, διάλογο ο οποίος διεξήχθη σε κλίμα κατανόησης και σεβασμού, έχουμε σήμερα τη δυνατότητα να προχωρήσουμε σε συναινετικές και αμοιβαία αποδεκτές και επωφελείς πρωτοβουλίες που αφορούν τον εξορθολογισμό των σχέσεων μας.
Στόχος μας είναι να θέσουμε το πλαίσιο διευθέτησης και επίλυσης ιστορικών εκκρεμοτήτων, αλλά και να ενισχύσουμε την αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους, αναγνωρίζοντας την προσφορά και τον ιστορικό της ρόλο στη γέννηση και στη διαμόρφωση της ταυτότητάς του.
Για τον λόγο αυτό, εκφράζουμε σήμερα την πρόθεσή μας να καταλήξουμε σε μια ιστορική Συμφωνία μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας που θα πάρει τη μορφή νομοθετικής ρύθμισης και πιο συγκεκριμένα προτείνουμε τα εξής:
– Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι μέχρι το 1939 οπότε εκδόθηκε ο αναγκαστικός νόμος 1731/1939 απέκτησε εκκλησιαστική περιουσία έναντι ανταλλάγματος που υπολείπεται της αξίας της.
– Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου, ως με ευρεία έννοια, αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε.
– Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία αναγνωρίζουν ότι οι κληρικοί δεν θα νοούνται στο εξής ως δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου διαγράφονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.
– Το Ελληνικό Δημόσιο δεσμεύεται ότι θα καταβάλλει ετησίως στην Εκκλησία με μορφή επιδότησης ποσό αντίστοιχο με το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των εν ενεργεία ιερέων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις μισθολογικές μεταβολές του Ελληνικού Δημοσίου.
– Η Εκκλησία αναγνωρίζει ότι μετά τη Συμφωνία αυτή παραιτείται έναντι κάθε άλλης αξίωσης για την εν λόγω εκκλησιαστική περιουσία.
– Η ετήσια επιδότηση θα καταβάλλεται σε ειδικό ταμείο της Εκκλησίας και προορίζεται αποκλειστικά για τη μισθοδοσία των κληρικών, με αποκλειστική ευθύνη της Εκκλησίας της Ελλάδος και σχετική εποπτεία των αρμόδιων ελεγκτικών κρατικών αρχών.
– Με τη Συμφωνία διασφαλίζεται ο σημερινός αριθμός των οργανικών θέσεων κληρικών της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς και ο σημερινός αριθμός των λαϊκών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος.
– Πιθανή επιλογή της Εκκλησίας της Ελλάδος για αύξηση του αριθμού των κληρικών δεν δημιουργεί απαίτηση αύξησης του ποσού της ετήσιας επιδότησης.
– Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
– Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο. Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
– Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση.
– Τα έσοδα και οι υποχρεώσεις του ΤΑΕΠ επιμερίζονται κατά ίσο μέρος στο Ελληνικό Δημόσιο και την Εκκλησία της Ελλάδος.
– Τα ανάλογα ισχύουν και για τις περιουσίες των επιμέρους Μητροπόλεων, ήτοι των αμφισβητούμενων περιουσιών, αλλά και όσων οι Μητροπόλεις εθελοντικά παραχωρήσουν στο ΤΑΕΠ.
– Η ήδη συσταθείσα με τον Ν.4182/2013 Εταιρεία Αξιοποίησης Ακίνητης Εκκλησιαστικής Περιουσίας μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών εντάσσεται επίσης στο ΤΑΕΠ και διοικείται με το σημερινό κατά νόμο καθεστώς.
– Οι παραπάνω δεσμεύσεις των δύο μερών θα ισχύουν υπό την προϋπόθεση τήρησης της Συμφωνίας στο σύνολό της”.
Ιερώνυμος: Θα προχωρήσουμε σε ένα πνεύμα αυτοτέλειας και συνεργασίας
Σας ευχαριστώ για τις πρωτοβουλίες και τις θέσεις σας. Σας ευχαριστούμε διότι είστε συντελεστής σ’αυτή την ιστορική στιγμή σ’ αυτό το μεγάλο γεγονός που η Εκκλησία θα αισθάνεται όχι ότι γίνεται πιο πλούσια, δεν την ενδιαφέρει αυτό, αλλά ότι γίνεται πιο λειτουργική στην πραγματοποίηση των οραμάτων που έχει, δήλωσε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος αμέσως μετά τις δηλώσεις του πρωθυπουργού.
«Βρήκα ανταπόκριση στα ερωτηματικά μου και θέλω να σας ευχαριστήσω και στο συγκεκριμένο θέμα για το οποίο απόψε συναντηθήκαμε θα μας βρείτε στενούς συνεργάτες. Πιστεύω ότι όλοι κρινόμαστε από αυτό που εκπέμπουμε και αυτή η συμφωνία εκπέμπει την πρόθεσή μας να πάμε ένα βήμα πιο μπροστά σεβόμενοι ο ένας τον άλλο.
Θα προχωρήσουμε σε ένα πνεύμα αυτοτέλειας και συνεργασίας. Να γίνει η Εκκλησία περισσότερο διάκονος του θελήματος του λαού» ανέφερε ο Αρχιεπίσκοπος.
Στην τοποθέτηση του ο Αρχιεπίσκοπος απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό είπε «Σας ευχαριστώ που στην πρότασή σας για την συνταγματική αναθεώρηση αφήσατε άθικτο το προοίμιο του Συντάγματος»
«Θα προχωρήσουμε σε ένα πνεύμα αυτοτέλειας και συνεργασίας. Να γίνει η Εκκλησία περισσότερο διάκονος του θελήματος του λαού»
«Σας ευχαριστούμε διότι είστε συντελεστής σ’αυτή την ιστορική στιγμή σ’αυτό το μεγάλο γεγονός που η Εκκλησία θα αισθάνεται όχι ότι γίνεται πιο πλούσια, δεν την ενδιαφέρει αυτό, αλλά ότι γίνεται πιο λειτουργική στην πραγματοποίηση των οραμάτων που έχει»
«Σας ευχαριστώ για τις πρωτοβουλίες και τις θέσεις σας. Θα κληθεί όλη η ιεραρχία της Ελλάδος όλο αυτό το υλικό να το εγκρίνει πιθανόν και να το απορρίψει».