Ι. «ΨΑΞΕ»: Η ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
Τις τελευταίες μέρες ανοίχτηκε ένας «διάλογος» για το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με αφορμή το Μήνυμα της ΕΛΜΕΚΙ προς του Μαθητές και τις Μαθήτριες του Νομού με αφορμή την επέτειο της 28ηςΟκτωβρίου.
Μελετώντας τα σχετικά κείμενα προκύπτουν και σπουδαίες διαπιστώσεις και ενδιαφέροντα ερωτήματα και αξιόλογα σχόλια και σημαντικά συμπεράσματα. Δεν είναι, όμως, εύκολο, να ασχοληθούμε με όλα, όσα γράφτηκαν ή και όσα υπονόησαν οι συγγραφείς των παραπάνω κειμένων. Θα καταπιαστούμε μόνο με κάποια σημεία από το απαντητικό κείμενο του βουλευτή μας κ. Π. Καππάτου, επειδή αυτά, κατά τη γνώμη μας, προκάλεσαν δικαιολογημένες αντιδράσεις τόσο στον εκπαιδευτικό χώρο όσο και γενικότερα στην τοπική κοινωνία. Διευκρινίζω ότι δεν έχω σκοπό να λειτουργήσω ως «δικηγόρος» της ΕΛΜΕΚΙ – άλλωστε η ίδια δεν έχει ανάγκη από κάτι τέτοιο. Απλά και μόνο ως εκπαιδευτικός, ως δάσκαλος, ως μελετητής της Ιστορίας θα ήθελα να καταθέσω την άποψή μου και να εκτεθώ στους συμπολίτες μου.
Με αυτό το πρώτο σημερινό μου κείμενο θα ξεκινήσω με τέσσερις παραδοχές. Θα ακολουθήσει δεύτερο κείμενο, που θα ασχοληθεί με ιστορικά γεγονότα και πολιτικο-ιδεολογικά ζητήματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
● Παραδοχή πρώτη:
— Όταν μιλάμε για Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οφείλουμε να έχουμε υπόψη μας ότι η ανισόμερη και ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού (δηλαδή οι εγγενείς αντιθέσεις ανάμεσα στις καπιταλιστικές χώρες) ιδίως μετά την οικονομική κρίση του 1929 (ξέσπασε το 1929, υποχώρησε το 1933, αλλά δεν είχε εκλείψει το 1939) δημιούργησε την ανάγκη για νέα αναδιανομή πηγών και αγορών, (διεκδίκηση αποικιών, εκμετάλλευση πρώτων υλών κ.λπ.), δηλαδή τη βάση για πολεμική σύγκρουση. Κάτι τέτοιο υπήρχε και στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
— Το νέο, τώρα, στοιχείο ήταν η ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία μέσα στην τελευταία δεκαετία έτεινε να καταστεί υπολογίσιμη βιομηχανική δύναμη, κατασυνέπεια και στρατιωτική – άρα παρουσιαζόταν ως ένας νέος ανταγωνιστής στην παγκόσμια αγορά. Ο πόλεμος αυτός προκλήθηκε από τη χιτλερική Γερμανία, η οποία όμως είχε την υποστήριξη και ενθάρρυνση των μεγάλων καπιταλιστικών κρατών της Δύσης, καθώς την έβλεπαν ως τον πολιορκητικό κριό για τον αγώνα τους κατά του σοσιαλισμού: οι χώρες αυτές υπολόγιζαν ότι θα λύσουν τα βασικά τους προβλήματα θυσιάζοντας μικρότερες χώρες, όπως η Αυστρία, η Τσεχοσλοβακία κ.ά., και στρέφοντας τη χιτλερική μηχανή κατά της Σοβιετικής Ένωσης.
● Παραδοχή δεύτερη:
— Εφόσον πρόκειται να ασχοληθούμε με ένα μεγάλο ιστορικό γεγονός, όπως αυτό του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εφόσον δηλαδή θα μπούμε στα «χωράφια» της Ιστορίας πρέπει να έχουμε υπόψη μας τα εξής:
— Η Ιστορία είναι μια ρεαλιστική, αντικειμενική και υποκειμενική κίνηση στα όρια της φυσικής και κοινωνικής πραγματικότητας με υποκείμενο δράσης τον άνθρωπο, τις ανθρώπινες ομάδες, τις κοινωνικές τάξεις. Η αντικειμενική αλήθεια στην Ιστορία είναι μια οριακή προσέγγιση της πραγματικότητας, η οποία αναγνωρίζεται μέσα από τη σύγχρονη πολιτική και ιδεολογική πάλη.
— Και για την αναζήτηση της αλήθειας χρησιμοποιούμε τρεις τρόπους: 1) εκθέτουμε τι ακριβώς συνέβη, ανασυνθέτουμε δηλαδή τα γεγονότα, 2) προσπαθούμε να κατανοήσουμε αυτό που συνέβη, διεισδύουμε δηλαδή στο νόημα που οι δράστες εκείνων των γεγονότων έδιναν στις πράξεις τους, αντιλαμβανόμαστε τα κίνητρά τους, τα συναισθήματά τους, τις κρίσεις τους κ.λπ., 3) προσπαθούμε να εξηγήσουμε εκείνο που συνέβη στο παρελθόν, εντοπίζουμε δηλαδή τις προτεραιότητες των ανθρώπων/ανθρώπινων συνόλων του παρελθόντος, τις πράξεις τους, συσχετίζουμε καταστάσεις που βίωναν, διακρίνουμε βαθύτερες διεργασίες ή τάσεις κ.λπ.
Παραδοχή τρίτη:
— Καθώς ζούμε σε μια χώρα αστικοδημοκρατική, υπάρχει η δυνατότητα του διαλόγου, της ελεύθερης έκφρασης, της διακίνησης των ιδεών κ.λπ., όπως και υπάρχει η δυνατότητα της κριτικής, της ένστασης, της διαμαρτυρίας κ.λπ. Και πάντοτε μέσα στο πλαίσιο του σεβασμού της προσωπικότητας του «άλλου», με τον οποίο διαλέγομαι ή διαφωνώ.
— Αν έτσι, λοιπόν, έχουν τα πράγματα στον τόπο μας, δεν είναι καθόλου ορθό να χαρακτηρίζεται μια ανακοίνωση «ανιστόρητη», επειδή σε αυτή διατυπώνεται διαφορετική άποψη από τη δική μας, δεν μπορεί να εκλαμβάνεται «διχασμός της κοινωνίας στο βωμό κομματικών σκοπιμοτήτων» ο διαφορετικός συλλογιστικός τρόπος σκέψης, είναι τελείως απαράδεκτο να θεωρείται «προσβολή» στη μνήμη νεκρών πολεμιστών του Πολέμου η διαφορετική εκτίμηση και αξιολόγηση ιστορικών γεγονότων. Τότε … πάει περίπατο η ελευθερία σκέψης και λόγου, καθώς θα πρέπει όλοι να σκεφτόμαστε με τον ίδιο ή παρόμοιο τρόπο τα ίδια ή παρόμοια πράγματα, τότε … πάει περίπατο η επιστήμη της Ιστορίας με τη φιλοσοφία της και τις μεθόδους της για την έρευνα και εξήγηση των ιστορικών γεγονότων.
— Και ενώ παραδέχεται ο αγαπητός κ. Καππάτος την «πολιτική και ιδεολογική αντιπαράθεση σε μια δημοκρατική χώρα», όπως η δική μας, ενοχλείται όμως, όταν στο Μήνυμά της η ΕΛΜΕΚΙ κάνει λόγο για τις ελληνικές κατοχικές κυβερνήσεις. Μα, δεν υπήρξαν τέτοιες; Αυτές δεν επανδρώθηκαν με Έλληνες πολιτικούς; Δε στηρίχτηκαν από Έλληνες πολίτες; Τότε, επίσης, δεν έδρασαν οι ταγματασφαλίτες; Αυτοί δεν ήταν Έλληνες πολίτες και μάλιστα πολυάριθμοι, που στοιχήθηκαν πίσω από τους κατακτητές μας; Αυτοί, λοιπόν, πού κατατάσσονται; Αν απαντήσω ότι κατατάσσονται στους «κακούς», όπως η ιστορική πραγματικότητα το επιτάσσει, κινδυνεύω να κατηγορηθώ από τον κ. βουλευτή ότι εισάγω τον «τοξικό διχασμό της κοινωνίας» – έτσι όπως κατηγορεί και την ΕΛΜΕΚΙ – επειδή δεν υπερασπίζομαι το ομόθυμον και ομόψυχον του ελληνικού έθνους κ.λπ. κ.λπ.!!! Δε θέλω να πιστέψω ότι όλους τους παραπάνω ο κ. Καππάτος τους κατατάσσει στους «καλούς» Έλληνες.
Παραδοχή τέταρτη:
— Βρισκόμαστε στο χώρο της Εκπαίδευσης σε μια δημοκρατική χώρα και ανακοινώνεται ένα Μήνυμα προς τους Μαθητές και τις Μαθήτριες από ένα συνδικαλιστικό σωματείο, που χρόνια τώρα υπερασπίζεται την Εκπαίδευση και τους λειτουργούς της με σημαντικούς – κάποτε, θα έλεγα, πρωτοποριακούς – αγώνες, με καίριες παρεμβάσεις σε όλα τα επίπεδα της Πολιτείας.
— Και με αυτά επιπλέον τα «παράσημα» δικαιούται η ΕΛΜΕΚΙ να στέλνει μηνύματα στους Μαθητές και τις Μαθήτριες του Νομού, δικαιούται να διατυπώνει τη γνώμη της στα κείμενά της, δικαιούται να προτρέπει τους Μαθητές και τις Μαθήτριες να «ψάξουν», να διαβάσουν, να μελετήσουν, να προβληματιστούν, ακριβώς για να αναπτύξουν κριτική σκέψη και ιστορική συνείδηση. Άλλωστε, στην κατάκτηση αυτών των αρχών και αξιών αποβλέπει η παρεχόμενη εκπαίδευση, σύμφωνα πάντοτε με τον ιδρυτικό νόμο της Εκπαίδευσης της Ελληνικής Πολιτείας.
— Τι πιο ωραίο, τι πιο δημοκρατικό, τι πιο γόνιμο και δημιουργικό από το να ωθεί ο δάσκαλος τους μαθητές του στη γνώση, στον προβληματισμό και την κριτική σκέψη! Δυστυχώς, αυτήν τη διαδικασία, που είναι και η πεμπτουσία της σχολικής διδασκαλίας, ενοχοποίησε και κατάγγειλε ο βουλευτής μας. Ή κάνω λάθος;
Αργοστόλι, 3-11-2020