Στην πρόσφατη κάθοδο των αγροτών στη πλατεία Συντάγματος, ανάμεσα στις πολλές και διαφορετικές σημαίες που έκαναν την εμφάνισή τους, τις εντυπώσεις έκλεψαν μερικές οι οποίες ήταν κίτρινες και στο κέντρο τους είχαν την εικόνα ενός άντρα.
Οι περισσότεροι αναρωτήθηκαν ποιος ήταν ο άντρας αυτός. Οι μυημένοι ήξεραν και έκλειναν το μάτι με νόημα. Για τους αγρότες η συγκεκριμένη φιγούρα στην κίτρινη σημαία, είναι κάτι ανάλογο με την μαύρη σκιά του προσώπου του… Ernesto Che Guevara στην κόκκινη σημαία.
Κάθε επαναστατική πράξη ή κάθε ξεσηκωμός, άλλωστε, έχουν τα δικά τους σύμβολα. Κάποιο πρόσωπο, ένα όπλο, ένα αστέρι, μια έκφραση η οτιδήποτε άλλο μπορεί να συνδεθεί με αγώνες και διεκδικήσεις. Οι αγρότες έχουν τον Μαρίνο Αντύπα. Τον άνθρωπο που έκανε σκοπό της ζωής του τον ξεσηκωμό των κολίγων απέναντι στην καταπίεση των μεγαλοτσιφλικάδων. Εκείνον που έριξε τον σπόρο αλλά δολοφονήθηκε λίγα χρόνια πριν έρθει η ώρα του θερισμού. Ο Μαρίνος Αντύπας δεν ήταν παρών στην εξέγερση του Κιλελέρ, ωστόσο, όλοι ήξεραν πως εκείνος ήταν ο βασικός υπεύθυνος για τον ξεσηκωμό των αγροτών.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής του Μαρίνου Αντύπα και η Κρητική Επανάσταση
Η σύντομη ζωή του ξεκινά το 1872 στη Κεφαλλονιά. Ο Μαρής, όπως τον φώναζαν στο νησί του, βλέπει το πρώτο φως της ημέρας στα Φερεντινάτα Πυλάρου. Ήταν ο μεγαλύτερος γιός του Σπύρου Αντύπα και της Αγγελίνας το γένος Κλαδά από το Αργοστόλι. Αδέλφια του ήταν ο Μπάμπης ή (Μπαούτας) και η Αδελαίς.
Ο Μαρίνος Αντύπας σπούδασε νομική αλλά όντας τελειόφοιτος και ενώ ήδη έχει δείξει το ανήσυχο πνεύμα του, το 1897 πηγαίνει εθελοντικά στη Κρήτη για να πολεμήσει στο πλευρό των εξεγερμένων Κρητών που ζητούσαν την απελευθέρωση από τον τούρκικο ζυγό και την ένωση της μεγαλονήσου με την Ελλάδα.
Σε κάποια από τις μάχες ο Μαρίνος Αντύπας τραυματίζεται βαριά, χτυπημένος από δυο σφαίρες στους πνεύμονες, και μεταφέρεται στην Αθήνα όπου επί ένα τρίμηνο νοσηλεύεται στο Δημοτικό Νοσοκομείο «Ελπίς» (το σημερινό πνευματικό κέντρο του Δήμου).
Το 1900 ο Αντύπας επιστρέφει στη Κεφαλονιά και εκδίδει την εφημερίδα «Ανάσταση». Εκεί έρχεται και η πρώτη μεγάλη σύγκρουση με το Κράτος και την άρχουσα τάξη. Διώκεται επανειλημμένα για τα άρθρα του με αποτέλεσμα να κλείσουν την εφημερίδα και ο ίδιος να φυλακιστεί και να βασανιστεί.
Οι διώξεις αυτές, ωστόσο, δεν τον κάμπτουν. Το 1903 φεύγει για το Βουκουρέστι και όταν επιστρέφει στη Κεφαλλονιά εκδίδει και πάλι την «Ανάσταση» με ακόμη μεγαλύτερο ορμή από την προηγούμενη φορά. Συλλαμβάνεται ξανά, αλλά στη δική αθωώνεται.
Ενδεικτικό της… τρέλας που κουβαλούσε είναι το γεγονός πως εκείνη την δύσκολη και «αφιλόξενη» για ανθρώπους σαν και εκείνον εποχή βάφτισε ένα κορίτσι στο οποίο έδωσε το όνομα Αναρχία, και το φώναζαν Άννα, και κατόπιν ένα ακόμα που του έδωσε το όνομα Επανάσταση, και το φώναζαν Ανάσταση!
Ο Αντύπας έλαβε μέρος στις εκλογές του 1906 ως βουλευτής Κρανιάς, αλλά απέτυχε να εκλεγεί με δεδομένο πως οι άρχοντες της εποχής είχαν συσπειρωθεί εναντίον του!
Οι κολίγοι, οι τσιφλικάδες και η επαναστατική σπορά
Στη συνέχεια ο Μαρίνος Αντύπας θα έρθει σε επαφή με την αγροτιά. Φεύγει για τον Πυργετό της Θεσσαλίας που ο θείος του Γεώργιος Σκιαδαρέσης μαζί με τον συμπατριώτη του Αριστείδη Μεταξά είχαν αγοράσει ένα μεγάλο τσιφλίκι.
Για να δεχθεί, ωστόσο, τη θέση αυτή έθεσε όρους και έλαβε ρητή διαβεβαίωση ότι θα ασκούσε το έργο του με απόλυτη ελευθερία.
Άρχισε να ασχολείται με το αγροτικό ζήτημα και τα δικαιώματα των αγροτών που ζούσαν σε άθλιες συνθήκες στην ύπαιθρο. Άρχισε να διοργανώνει συγκεντρώσεις και συνάξεις στις οποίες μιλώντας στους αγρότες τους προέτρεπε να διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Μερικά από αυτά ήταν να αρνούνται την κυριακάτικη εργασία, να απαιτήσουν τη δημιουργία σχολείων για τα παιδιά τους και να διεκδικήσουν να έχουν ωράριο, ενώ παράλληλα γυρνούσε από καφενείο σε καφενείο διδάσκοντας ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο Μαρίνος Αντύπας, ωστόσο, δεν ήταν από τους ανθρώπους που έμενε στα λόγια. Αφού κατάφερε και έκανε και τον τσιφλικά θείο του να ασπαστεί αυτές τις επαναστατικές και ριζοσπαστικές (για εκείνη την εποχή) ιδέες βάζει «φωτιά» στον κάμπο!
Παραχωρεί στους κολίγους εκτάσεις για βοσκοτόπια, για να χτίσουν σπίτια στη θέση των καλυβιών που μένουν μέχρι τότε. Τους παραχωρεί το δικαίωμα να κρατούν το 75% της παραγωγής αντί για το 25% που ίσχυε μέχρι τότε. Παράλληλα εφαρμόζει τις αργίες, όπως αυτή της Κυριακής πριν ακόμη καθιερωθεί από το κράτος, χτίζει σχολεία και οργανώνει τους αγρότες σε αγροτικούς συνδέσμους!
Όλα αυτά, ωστόσο, δεν άρεσαν καθόλου στους μεγαλοτσιφλικάδες οι οποίοι δεν έβλεπαν με καθόλου καλό μάτι την δράση του Αντύπα και άρχισαν να δρομολογούν την φυσική εξόντωσή του…
Το χαστούκι στον Σλήμαν που «ακούστηκε» σε όλη την Ελλάδα
Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της οργής κατά του Αντύπα για τους μεγαλοτσιφλικάδες, ωστόσο, ήταν το χαστούκι του επαναστάτη στον Αγαμέμνονα Σλήμαν, βουλευτή και μεγαλοτσιφλικά της Θεσσαλίας αλλά και γιο του περίφημου αρχαιολόγου που ανακάλυψε την Τροία.
Ο Σλήμαν και η ελληνογερμανίδα γυναίκα του αποκαλούσαν, απαξιωτικά τον Αντύπα «λούμπεν» και τον χαρακτήριζαν «θρασύτατο» που τολμά να τους κοιτά στα μάτια!
Όταν ο Αντύπας, που στο μεταξύ είχε πληροφορηθεί τα όσα έλεγαν για εκείνο, τυχαία τους συνάντησε σ’ ένα καφενείο, ζήτησε εξηγήσεις.
– Γιατί με κατηγορείς; Ρώτησε ο Αντύπας τον Σλήμαν.
– Σε κατηγορώ με το δικαίωμα ενός ελεύθερου πολίτη, του απάντησε εκείνος.
Τότε ο Αντύπας τον χαστούκισε δυνατά σχολιάζοντας: «Τότε κι εγώ σε χαστουκίζω με το δικαίωμα ενός ελεύθερου πολίτη»!
Το επεισόδιο αυτό ήταν η αφορμή για να φυλακιστεί για δεύτερη φορά (για 20 ημέρες) ο Αντύπας ο οποίος στην απολογία του στη δίκη εξαπέλυσε δριμύ κατηγορώ ενάντια στο κράτος και τους τσιφλικάδες: «Εις τη Θεσσαλίαν η κατάστασις είναι αθλία και η εικών απαισία. Έλληνες αδελφοί μας, γυμνοί και κατίσχνοι, εφ’ ων τα οστά μόνον και η επιδερμίς προσκολλώνται, χρησιμεύουσιν ως φορτηγά ζώα των ημεδαπών τυράννων».
Η άγρια δολοφονία του Μαρίνου Αντύπα
Αυτό ήταν αρκετό για τους μεγαλοτσιφλικάδες οι οποίοι λίγο καιρό αργότερα οπλίζουν το χέρι –και ζεσταίνουν με μόλις 12.200 δραχμές τις τσέπες- του Ιωάννη Κυριακού, ενός εξαιρετικά άγριου και σκληρού επιστάτη. Η συνωμοσία στήνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να φανεί ως αυτοάμυνα.
Τη νύχτα της 8ης Μαρτίου του 1907 ο μόλις 35 ετών Μαρίνος Αντύπας δολοφονείται άνανδρα από τον Κυριακού, όταν δέχεται μια σφαίρα από δίκαννο «εκ των όπισθεν και εις την οσφυακήν χώραν» και εκπνέει στην αγκαλιά του ξαδέλφου του Παναγιώτη Σκιαδαρέση. Τα τελευταία του λόγια ήταν «Ισότης, Αδελφότης, Ελευθερία».
Οι Αρχές ωστόσο δεν είχαν καμία πρόθεση να αποδώσουν δικαιοσύνη αλλά το αντίθετο, αφού καλύπτουν πλήρως το δολοφόνο. Ο αστυνόμος στο τηλεγράφημα του προς το Υπουργείο Εσωτερικών αναφέρει: «Αντύπας ραπίσας Κυριακού εφονεύθη αμυνομένου» επειδή τον… ξύπνησε! Και το πόρισμα αυτό βγήκε προτού ακόμη αρχίσει η ανακριτική διαδικασία. Στη δίκη που ακολουθεί ο Κυριακού αθωώνεται πανηγυρικά.
Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατούσε είναι και το δημοσίευμα (10 Μαρτίου 1907) της προσκείμενης στην Κυβέρνηση και στο Παλάτι εφημερίδας «Η Εστία», που αναφέρεται στη δολοφονία του Αντύπα: «Η είδηση περί του φόνου του δικηγόρου Μ. Αντύπα εις το κτήμα Σκιαδαρέση εν Θεσσαλία προξένησεν εντύπωσιν εν Αθήναις, όπου ανεξαρτήτως των σοσιαλιστικών ιδεών του, ο Αντύπας απήλαυε συμπαθειών. Ο ατυχής δικηγόρος πίπτει θύμα ατυχώς αυτών των αρχών του, τας οποίας από έτους και πλέον εφήρμοζεν εις το μέγα κτήμα του θείου του το οποίον διηύθυνε. Τούτο αποδεικνύει, ότι ο σοσιαλισμός εν Ελλάδι μόνο εις ιδέας πρέπει να υπάρχη, και να τηρήται απόστασις από της εφαρμογής των αρχών του».
Πηγή: newsbeast.gr