Της Αναστασίας Μήλιου*
Σύμφωνα με το αρθρο 1019 Κ.Πολ.Δ. η κατάσχεση, εφόσον δεν ακολούθησε πλειστηριασμός μέσα σε ένα έτος αφότου επιβλήθηκε ή αναπλειστηριασμός μέσα σε έξι μήνες από τον πλειστηριασμό, ανατρέπεται, αν το ζητήσει οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, (ο ίδιος ο οφειλέτης, οι κληρονόμοι του, κ.τ.λ.) με απόφαση του ειρηνοδικείου στην περιφέρεια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.
Δηλαδή αν σε ένα ακίνητο έχει επιβληθεί κατάσχεση η οποία δεν ολοκληρώθηκε με την διαδικασία του πλειστηριασμού μέσα σε ένα χρόνο απο τότε που επιβλήθηκε, τότε μπορεί να ανατραπεί, με αίτηση του οφειλέτη που κατατίθεται στο Ειρηνοδικείο του τόπου της κατάσχεσης.
Μετά την συζήτηση της αίτησης που γίνεται με την σύντομη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, το δικαστήριο γνωστοποιεί χωρίς υπαίτια καθυστέρηση την απόφαση στον υπάλληλο του πλειστηριασμού που οφείλει να σταματήσει κάθε παραπέρα ενέργεια και να ζητήσει να εγγραφεί σχετική σημείωση στο βιβλίο κατασχέσεων. Η ανατροπή λογίζεται ότι έχει επέλθει ως προς όλους αφότου δημοσιευθεί η απόφαση.
Στις προθεσμίες που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο δεν υπολογίζεται: α) το διάστημα από την έκδοση απόφασης “σύμφωνα με το άρθρο 966 παράγραφοι 3 και 4″ μέχρι την ημέρα του πλειστηριασμού που ορίσθηκε σύμφωνα με αυτήν, β) το διάστημα αναστολής της εκτέλεσης, η οποία χορηγήθηκε με δικαστική απόφαση ή με κοινή συναίνεση εκείνου που επισπεύδει και του οφειλέτη, η οποία βεβαιώνεται με συμβολαιογραφική πράξη, καθώς και γ) ο χρόνος από 1 έως 31 Αυγούστου”.
Η ανατροπή της κατάσχεσης αποτελεί οιονεί ποινή της αδράνειας του επισπεύδοντος, ο οποίος δεν μπόρεσε να αποπερατώσει εντός της ετήσιας ή εξάμηνης προθεσμίας τη διαδικασία του πλειστηριασμού ή αναπλειστηριασμού, ενώ συγχρόνως επιδιώκεται με αυτήν η απελευθέρωση του κατασχεθέντος από το βάρος της κατάσχεσης και της περαιτέρω διαδικασίας.
Έτσι, ο νομοθέτης, με το άρθρο 1019 § 1, θεώρησε ότι το χρονικό διάστημα των δώδεκα ή έξι μηνών παρέχει την ευχέρεια άνετης αποπεράτωσης της διαδικασίας από την κατάσχεση και μέχρι τον πλειστηριασμό ή αναπλειστηριασμό. Δεν αποκλείεται όμως και η κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εμφάνιση νεκρών χρονικών διαστημάτων, εκτός αυτών που αναφέρονται ρητά στην παράγραφο 2 του πιο πάνω άρθρου, κατά τη διάρκεια των οποίων εμποδίζεται η πρόοδος της εκτελεστικής διαδικασίας, χωρίς αυτό να οφείλεται σε αδράνεια του επισπεύδοντος αλλά σε λόγους νομικούς ή πραγματικούς, όπως στην περίπτωση όπου με νομοθετική παρέμβαση εμποδίζεται η διενέργεια του πλειστηριασμού.
Στη περίπτωση αυτή συντρέχει η ταυτότητα του νομικού λόγου, η οποία αποτελεί την μοναδική προϋπόθεση της αναλογίας. Η δε εξαιρετική φύση και η περιοριστική απαρίθμηση των περιπτώσεων του άρθρου 1019 § 2 δεν εμποδίζουν την αναλογία, καθόσον ο σκοπός της καθιέρωσης των εξαιρέσεων του άρθρου αυτού, δηλαδή η αφαίρεση του χρόνου της παρεμπόδισης της προόδου της εκτελεστικής διαδικασίας συντρέχει και σε άλλες περιπτώσεις.
*Η Αναστασία Χρ. Μήλιου είναι Δικηγόρος παρ’Εφέταις Αθηνών