Άρθρο του Ηλία Μπεριάτου
Αν κάποιος ρωτούσε τι είδους χωροταξία ασκείται στην Ελλάδα σ’ αυτή την εποχή της γενικευμένης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, ή ακριβέστερα ποια χωροταξική πολιτική προωθεί το αρμόδιο Υπουργείο η απάντηση θα ήταν δυστυχώς άκρως απογοητευτική: Είναι η πολιτική του ‘βλέποντας και κάνοντας’ ακολουθώντας τους άλλους και του ‘όπου φυσάει ο άνεμος’ και συγκεκριμένα ο άνεμος του laissez-faire στη θατσερική του εκδοχή.
Για πολλούς, η σύγχρονη χωροταξία και περιφερειακή ανάπτυξη – δηλαδή η συνολική επέμβαση στον χώρο- ‘γεννήθηκε’ τυπικά (γιατί άτυπα υπήρχε πάντα ) με τη δημιουργία της Tennessee Valley Authority στις ΗΠΑ- τον περασμένο αιώνα. Αυτός ο καινοτομικός για την εποχή του φορέας σχεδίασε και οργάνωσε σφαιρικά και ολοκληρωμένα το χώρο και την οικονομία μιας οργανικής γεωγραφικής ενότητας, προκειμένου να υπάρξει λειτουργικότητα και αποτελεσματικότητα για όλες τις παραγωγικές και επενδυτικές -με την στενή και ευρεία έννοια –δραστηριότητες. Να υπάρξει δηλαδή αυτό που λέμε (χωρική) ανάπτυξη! Και αυτό ακριβώς έγινε στην εποχή της μεγάλης κρίσης και ύφεσης των αρχών του 1930 !.
Τώρα, πως κάποιοι οικονομικοί εγκέφαλοι (σύμβουλοι υπουργών, και λοιποί παράγοντες ) ανακάλυψαν στη σημερινή συγκυρία ότι ο σχεδιασμός και η οργάνωση του χώρου, που συνιστά μια σημαντική παραγωγική δύναμη, ανάλογη με την επιστήμη και τεχνολογία, αποτελεί …εμπόδιο στην ανάπτυξη, πρέπει να μας το εξηγήσουν κάποια στιγμή. Διότι δυστυχώς αυτό είναι το συμπέρασμα από τις δηλώσεις ων αρμοδίων στα ραδιόφωνα, τηλεοπτικά κανάλια και ημερίδες που ρίχνουν στον καιάδα την χωροταξία ως το κατ εξοχήν πρόβλημα στις επενδύσεις! Πλάνη; Υποκρισία; Ή και τα δυο; Για παράδειγμα, φταίει άραγε η χωροταξία για τα σοβαρά προβλήματα των ΑΠΕ (αιολικών και ηλιακών πάρκων) όπως η ανεπαρκής χωρητικότητα των δικτύων της ΔΕΗ ή οι νέες τιμές αγοράς του ρεύματος;
Αν λοιπόν η ανάπτυξη έχει ανάγκη τον σχεδιασμό αλλά και τις επενδύσεις, τότε, κατά την αριστοτέλεια λογική και οι επενδύσεις έχουν ανάγκη το χωροταξικό σχεδιασμό, ως βασικό εργαλείο βιώσιμης υλοποίησης τους, μέσω και του συντονισμού με τις σχετιζόμενες τεχνικές και κοινωνικές υποδομές και κάθε άλλη χωρική παράμετρο. Γιατί η χωροταξία πατάει γερά στο έδαφος μεταφορικά και κυριολεκτικά..
Οι ιθύνοντες πρέπει να καταλάβουν ότι το πρόβλημα σήμερα δεν είναι ο χωρικός σχεδιασμός, ούτε η σχετική ισχύουσα νομοθεσία (νόμοι 2508 και 2742) που εξάλλου έχει υποστεί ήδη αλλεπάλληλα ‘χτυπήματα’ (τροποποιήσεις) «λόγω επείγοντος» και λόγω κρίσης, με μια σειρά νομοθετήματα -πολεοδομικού και οικονομικού χαρακτήρα- κυρίως της τελευταίας τριετίας.
Η χωροταξία δεν έχει ανάγκη από νέους νόμους διότι διαθέτει ένα αρκετά άρτιο και σχετικά πρόσφατο θεσμικό πλαίσιο. Πρέπει να αποφευχθεί η περιπέτεια μιας νέας εκ βάθρων αλλαγής χωρίς αποχρώντα λόγο. Δεν είναι απλώς περιττή, είναι παγίδα και νάρκη στα προγράμματα σχεδιασμού. Η χωροταξία έχει ανάγκη από μια δυναμική και ‘ανοιχτόμυαλη’ εφαρμογή του υπάρχοντος νομοθετικού ‘οπλοστασίου’. Και το ΥΠΕΚΑ πρέπει να επιβάλλει αυτή τη γραμμή στα οικονομικά επιτελεία, τα οποία, μέσω της δήθεν άρσης των «αγκυλώσεων», στην ουσία ζητούν εμμέσως πλην σαφώς την κατάργησή του! Όμως το υπουργείο αυτό είναι εκεί για να υπερασπίσει το αντικείμενο του: τον χωροταξικό, πολεοδομικό και περιβαλλοντικό σχεδιασμό. Διότι αν δεν το κάνει τότε θα αυτοκαταργηθεί από μόνο του.. Η σημερινή κρίση (σιωπηλή κατάργηση) του ‘πάλαι ποτέ’ ηγετικού υπουργείου χωροταξίας είναι ένα σύμπτωμα της γενικότερης κρίσης στρατηγικής για την χωρική ανάπτυξη της χώρας.
Ας σταματήσουμε λοιπόν τους -θρησκευτικού τύπου- αφορισμούς και αναθέματα εναντίον της χωροταξίας και ας προσπαθήσουμε να ρυθμίσουμε και να οργανώσουμε κάθε σπιθαμή της ελληνικής επικράτειας με στόχο την πραγματική ενδογενή ανάπτυξη (που όλοι επικαλούνται αλλά κανείς δεν προωθεί) και η οποία θα προέλθει από την πραγματοποίηση, στο κατάλληλα σχεδιασμένο χώρο, των χιλιάδων παραγωγικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (αγροτικών, μεταποιητικών, εμπορικών κ.ά.) και όχι αποκλειστικά και μόνον από την υλοποίηση των ξένων επενδύσεων. Ας θεωρηθεί αυτή η έκκληση σαν μια κραυγή αγωνίας που εκφράζει όλους όσους έχουν υπηρετήσει τον σχεδιασμό σ’ αυτόν τον τόπο- τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Και αυτοί είναι πολλοί…