Φανταριλίκι και άγιος ο θεός. Γκρίνια , χαβαλές, καψόνια αξέχαστες στιγμές και μοναδικές εμπειρίες. Θαρρώ πως ο στρατός είναι σημείο σταθμός στην ζωή ενός άνδρα. Οριοθετεί τη μετάβαση από την αφέλεια και την ξεγνοιασιά του αγοριού, στην βεβιασμένη ωριμότητα και τις ευθύνες του άνδρα. Ωστόσο η ίδια η θητεία είναι ένα ταξίδι. Ένα ταξίδι όπου ο χρόνος σταματά προσωρινά και χάνεσαι στην δίνη …Αυτή, με το φιρμάνι των εντολών όπου εκτελείς χωρίς να σκέφτεσαι, με τις ανάγκες και την προσμονή που γιγαντώνει ο περιορισμός, το φευγιό, τις ελάχιστες εξορμήσεις, που αποκτούν άλλη αξία και τις μικρές απολαύσεις που μεγεθύνει απίστευτα η στέρηση του εγκλεισμού.
Φοβισμένοι, άγουροι νέοι, που απομακρύνονται απότομα, από την μητρική σκέπη, από την θαλπωρή της οικογενειακής στέγης, του σπιτικού φαγητού, από το άρωμα και την απαλότητα των φρεσκοπλυμένων ρούχων, την δεδομένη αγάπη που ανέχεται και συγχωρεί τα λάθη, τον ωχαδερφισμό που επάγεται από όσα μπορούν και να μην γίνονται, από όσα ηθελημένα αναβάλλονται, την ανακωχή, από τις αγγαρείες , τα πρέπει ακόμη και τα απλά θελήματα.
Περνάς το λούκι, παραπονιέσαι , κλαίγεσαι , νιώθεις ασήκωτο το βάρος της απώλειας, της ελευθερίας και της αυτοδιάθεσής σου. Στις ιδιαίτερες συνθήκες της στράτευσης, πολλές φορές καταρρέεις από το ανεκπλήρωτο πολλών επιθυμιών σου, από το άγχος και την σωματική κούραση της απρόσμενης αλλαγής από το βόλεμα του πρότερου βίου σου.
Αλτ Τις Ει! και ποιος είσαι συ ρε κύριε στρατέ, που θα κάνεις την ζωή μου ένα ρημαδιό καταναγκασμού; Μπάστα! Ξύπνα κακόμοιρο στραβάδι πριν σε ξυπνήσει βιαίως η επόμενη πρωινή αναφορά και η επακόλουθη στέρηση εξόδου!
Άιντε ακόμη; Εγερθείτε πλυθείτε , ντυθείτε σενιαριστείτε, στρώστε τα κλινoσκεπάσματα, παρουσιαστείτε, αναφερθείτε! Επ΄ ώμου!Προσοχή! Προσοχή και επ΄ώμου. Δώστε βαρύτητα σε αυτές τις δύο εκφράσεις και ότι συνεπάγονται. Διότι κοντοζυγώνει η ώρα που παλαίουρες γαρ, πλέον θα έρθει η ώρα του «απωλελέ και τρελαιλέ» και τότε αγαπητοί μου θα αρχίσουν τα δύσκολα.
Τα πλέον δύσκολα. Τότε θα αντιληφθείτε τι σημαίνει επωμίζομαι και τρελαίνομαι από τον κόλαφο των αληθινών υποχρεώσεων, του καθημερινού στρες, της πραγματικότητας που είναι πιο στυγνή από τον πλέον αντιπαθή και χροντοκέφαλο λοχαγό. Της πραγματικότητας, που ποτέ δεν θα σε χωνέψει, που θα σε καψονάρει αδιάκοπα, προσφέροντάς σου ψίχουλα, ψευδαισθήσεις χαράς, φρούδα ανεξαρτησία και μια πλασματική ελευθερία που δεν κατορθώνεις ποτέ να αξιοποιήσεις, να διαχειριστείς προς όφελός σου. Κι όταν τα χρόνια παρέρχονται, οι μνήμες του στρατού, μοιάζουν με παραμύθια , ρομάντζα ενός νεανικού ονείρου, γεμάτα νοσταλγικές εικόνες και έντονα συναισθήματα.
Πλημμυρισμένα από προσδοκίες και ελλείμματα Τότε ακόμη που ζούσες. Διότι τότε ζούσες! Ζούσες και δεν το είχες καταλάβει. Ξαγρυπνώντας την νύχτα από τους εφιάλτες των ευθυνών και των πολλαπλών απαιτήσεων της βίαιης ενηλικίωσής σου, προβάλλεται ξανά το φιλμ της πορείας σου στο χρόνο. Κοιτώντας την γυναίκα σου, που αποκαμωμένη κοιμάται βαριά στο πλάι σου, ακούγοντας το διακεκομμένο κλάμα του νεογέννητου μωρού από δίπλα, δεν μπορείς να μην διερωτάσαι με την μελαγχολία της επίγνωσης για την απάντηση: Δεν ήταν καλύτερα τότε; Τότε που το μόνο βαρύ ήταν το κράνος και το όπλο σου. Tότε που πίστευες ότι για όλα φταίνε οι γκόμενες, οι πρώην και οι επόμενες , οι επώνυμες και οι ανώνυμες… τότε που όταν ξέμενες από χρήματα, απλά περιόριζες τον καφέ για την βγάλεις, μέχρι να λάβεις το επόμενο έμβασμα, τότε που κυλιόσουν στα χώματα, μέσα στην λίγδα και την απλυσιά, αδιαφορώντας για την κατάστασή σου, απλούστατα διότι δεν υπήρχαν γυναίκες να σε ζαλίσουν και οι υπόλοιποι ήταν χειρότεροι από σένα. Τότε που ένα τσιγάρο ήταν το εισιτήριο της ολιγόλεπτης ευτυχίας, που ένα οκτάωρο ύπνος σε οδηγούσε σε ατελείωτο νιρβάνα και μια επίσκεψη στους οίκους της χαράς, αυτούς με το κόκκινο λαμπάκι , στην έκσταση μιας ψυχοσωματικής τελείωσης.. Το κόκκινο της ορμής, του πάθους, των νιάτων, αυτό που σκουραίνει θαμπώνει και χάνεται με τα χρόνια. Αυτό που γεράζει μέσα σου , μαζί με τους χυμούς από το σιντριβάνι που στερεύει , σιγά και σαδιστικά στο πόλεμο που έπεται της θητείας. Όσο και να υπηρετήσεις τελικά πότέ δεν είσαι προετοιμασμένος για την μάχη, την μάχη της επιβίωσης. Και εκεί δεν είναι παιχνίδι ή δοκιμή με άσφαιρα. Εκεί όποιος πυροβολεί σκοτώνει όποιος πυροβολείται πεθαίνει…Μήπως να στρατευτείτε ξανά;;;
Περνάς το λούκι, παραπονιέσαι , κλαίγεσαι , νιώθεις ασήκωτο το βάρος της απώλειας, της ελευθερίας και της αυτοδιάθεσής σου.
Ζωή ή Στρατός τι προτιμάμε άραγε;
Βανια Σαμολη
08/10/2015 | 14:06
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ