Οι βίαιες συγκρούσεις ανάμεσα στις αριστοκρατικές οικογένειες της Κεφαλλονιάς, αποτελούν ένα σχετικά άγνωστο κεφάλαιο της ιστορίας. Κατά την διάρκεια της Βενετοκρατίας, το νησί ελεγχόταν ουσιαστικά από διάφορους πανίσχυρους οίκους ευγενών, οι οποίοι βρίσκονταν μόνιμα σε εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ τους. Η κατώτερη αριστοκρατία, καθώς και οι απλός λαός, έπαιρναν το μέρος της μιας ή της άλλης παράταξης, κι έτσι οι συγκρούσεις γενικεύονταν.
Η κατάσταση αυτή επικρατούσε σε γενικές γραμμές από την έναρξη της Λατινοκρατίας, αλλά τον 17ο και 18ο αιώνα ξέφυγε από κάθε έλεγχο. Ένα ιδιαίτερα αιματηρό περιστατικό, ενδεικτικό της αγριότητας των συγκρούσεων ανάμεσα στους αριστοκράτες του νησιού, αναφέρεται και από τους Κεφαλλονίτες λαογράφους και ιστοριοδίφες Ηλία Τσιτσέλη και Σπύρο Σκηνιωτάτο.
Στην δυτική Κεφαλλονιά, στα υψώματα που βρίσκονται βορειοδυτικά του Ληξουρίου, είχαν χτιστεί δυο κοντινά μεγαλοχώρια: ο Σκινέας και τα Δελλαπορτάτα. Το πρώτο, ήταν η έδρα του ισχυρού αρχοντικού οίκου των Λοβέρδων. Το δεύτερο, αποτελούσε προπύργιο της εξίσου κραταιάς αριστοκρατικής οικογένειας Δελλαπόρτα. Οι Λοβέρδοι είχαν εγκατασταθεί στην Κεφαλλονιά μετά το 1262 και πριν το 1450.
Ο οίκος τους εντάχθηκε στην Χρυσή Βίβλο των ευγενών του νησιού μεταξύ 1593 και 1604, αποκτώντας τον τίτλο του κόμη. Η οικογένεια Δελλαπόρτα ήταν από τους παλαιότερες του νησιού. Τα πρώτα μέλη της είχαν εγκατασταθεί στην Κεφαλλονιά το 1050 ή, σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, κατά την περίοδο της Α΄ Σταυροφορίας (1096-1099). Στην Χρυσή Βίβλο εγγράφτηκαν μεταξύ 1592 και 1604.
Η αντιπαλότητα των δύο οίκων
Οι δύο οίκοι βρίσκονταν σε μόνιμη αντιπαλότητα, με συχνές αψιμαχίες και συγκρούσεις μεταξύ τους. Ακόμα και οι βενετικές αρχές του νησιού αποδεικνύονταν πολλές φορές ανίκανες να περιορίσουν αυτά τα περιστατικά βίας. Η παράδοση λέει ότι η έχθρα ξεκίνησε, επειδή τα αγόρια της οικογένειας Δελλαπόρτα παρενοχλούσαν τα κορίτσια των Λοβέρδων, όταν εκείνα έπαιρναν νερό από μια πηγή που χρησιμοποιούσαν και οι δύο οικογένειες.
Πραγματική αιτία όμως φαίνεται να ήταν μάλλον ο έλεγχος της περιοχής γύρω από το Ληξούρι, το οποίο αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της Κεφαλλονιάς μέχρι σήμερα. Εντελώς απροσδόκητα, γύρω στα 1650, φάνηκε ότι η αντιπαλότητα ανάμεσα στους δύο αριστοκρατικούς οίκους επιτέλους θα έληγε. Οι Λοβέρδοι προσκάλεσαν στην μεγάλη εκκλησία τους, στον Σκινέα, όλη την οικογένεια Δελλαπόρτα, για να παρακολουθήσουν μαζί τον Εσπερινό της Αγάπης, δηλαδή την λειτουργία που τελείται το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα.
Ο συνεορτασμός αυτός θα επισφράγιζε την συμφιλίωση ανάμεσα στους δύο οίκους, τερματίζοντας τις μεταξύ τους συγκρούσεις. Καλεσμένοι ήταν τα μέλη όλων των κλάδων της οικογένειας Δελλαπόρτα, ανεξάρτητα ηλικίας και φύλου. Οι άνδρες μάλιστα μπορούσαν να φέρουν μαζί τους και τα όπλα τους, για να ρίξουν στον αέρα άσφαιρους πανηγυρικούς πυροβολισμούς, σύμφωνα με το τότε έθιμο.
Ως γνωστόν, τα φορητά πυροβόλα όπλα εκείνης της περιόδου γέμιζαν με μπαρούτι και βόλια. Η δύναμη από την ανάφλεξη της πυρίτιδας ωθούσε το βλήμα έξω από την κάνη και το εκτόξευε προς τον στόχο. Αν ο χειριστής γέμιζε το όπλο μόνο με μπαρούτι, τότε ο πυροβολισμός ήταν μάλλον ακίνδυνος, καθώς παρήγαγε απλώς κρότο και λάμψη. Ο Εσπερινός της Αγάπης αποτελούσε μια πολύ σημαντική περίσταση για τους Χριστιανούς εκείνης της εποχής, πράγμα το οποίο προσέδιδε ακόμα μεγαλύτερη επισημότητα στην πρόσκληση των Λοβέρδων.
Μετά το πέρας της λειτουργίας, γινόταν η καθιερωμένη λιτανεία, στην κεφαλή της οποίας πήγαινε ο ιερέας με το Ευαγγέλιο. Ακολουθούσαν οι συμμετέχοντες λαϊκοί, σχηματίζοντας παράλληλες σειρές πίσω του. Πριν την έναρξη της λιτανείας, αυτοί που λάμβαναν μέρος στην πομπή, πυροβολούσαν πανηγυρικά στον αέρα με τα μουσκέτα και τις πιστόλες τους. Φυσικά, για λόγους ασφαλείας, τα όπλα στην συγκεκριμένη περίσταση ήταν γεμάτα μόνο με μπαρούτι.
Παγίδα θανάτου
Οι Δελλαπόρτες δέχτηκαν με ευχαρίστηση την πρόσκληση των μέχρι πρότινος αντιπάλων τους και το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα πήγαν όλοι μαζί στον Σκινέα. Ο Αντώνιος Λοβέρδος, επικεφαλής του οίκου του, υποδεχόταν τους καλεσμένους με περισσή ευγένεια, όπως άρμοζε σε αριστοκράτες. Το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί στην μεγάλη εκκλησία του χωριού ήταν ιδιαίτερα πολυάριθμο, καθώς και οι δύο οικογένειες είχαν φέρει τα μέλη όλων των κλάδων τους, άνδρες και γυναίκες κάθε ηλικίας. Η απαρτία αυτή αποσκοπούσε στο να δοθεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη λαμπρότητα στο γεγονός.
Όταν τελείωσε ο Εσπερινός της Αγάπης, ήρθε η ώρα της λιτανείας και οι παρευρισκόμενοι βγήκαν έξω, στο προαύλιο της εκκλησίας. Ο ιερέας μπήκε μπροστά, με το Ευαγγέλιο στο χέρι και οι δύο οικογένειες σχημάτισαν πίσω του ισάριθμες παράλληλες σειρές: οι Λοβέρδοι στην αριστερή πλευρά και οι Δελλαπόρτες στην τιμητική δεξιά πλευρά, επειδή ήταν καλεσμένοι. Η πομπή θα ξεκινούσε μόλις ρίχνονταν οι πανηγυρικοί πυροβολισμοί. Οι καμπάνες χτυπούσαν χαρμόσυνα και η ατμόσφαιρα ήταν ευχάριστη και εορταστική.
Ως τιμώμενοι προσκεκλημένοι, τα μέλη της οικογένειας Δελλαπόρτα πυροβόλησαν πρώτα. Με μια γρήγορη κίνηση, έστρεψαν τα μουσκέτα και τις πιστόλες τους προς τα πάνω και έριξαν τις άσφαιρες βολές τους. Όταν όμως ήρθε η σειρά των Λοβέρδων να πυροβολήσουν, εκείνοι δεν σημάδεψαν τον αέρα αλλά τους Δελλαπόρτες, που βρίσκονταν απέναντί τους! Τα δε όπλα τους δεν ήταν γεμάτα μόνο με μπαρούτι, αλλά και με βόλια!
Ματωμένο Πάσχα
Οι Λοβέρδοι πυροβόλησαν εν ψυχρώ τους Δελλαπόρτες, σκοτώνοντας στην στιγμή δεκάδες από αυτούς. Οι προσκεκλημένοι συνειδητοποιούσαν με τον πιο οδυνηρό τρόπο ότι η τελετή συμφιλίωσης δεν ήταν παρά μια καλοστημένη παγίδα θανάτου. Η σφαγή συνεχίστηκε για αρκετή ώρα, ενώ οι Δελλαπόρτες προσπαθούσαν να γλιτώσουν με όποιον τρόπο μπορούσαν από τους Λοβέρδους και τους μισθοφόρους τους. Όταν όλα τέλειωσαν, ελάχιστοι είχαν μείνει ζωντανοί.
Η οικογένεια Δελλαπόρτα προσπάθησε να εκδικηθεί. Κάποια μέλη της, τα οποία είχαν επιζήσει της σφαγής, έστησαν ενέδρα στον δρόμο που οδηγούσε στο Ληξούρι και φόνευαν όποιον Λοβέρδο τύχαινε να περνάει από εκεί. Παρόλα αυτά, η ήττα του οίκου τους ήταν οριστική. Το χωριό που αποτελούσε την έδρα της οικογένειας Δελλαπόρτα ερήμωσε. Τα απομεινάρια της σκόρπισαν σε διάφορα σημεία της Κεφαλλονιάς, στην Ιθάκη και στην Λευκάδα.
Μέσα σε ένα απόγευμα, οι Δελλαπόρτες είχαν τεθεί εκτός μάχης από τα παιχνίδια εξουσίας του νησιού. Πολλά χρόνια μετά τα παραπάνω αιματηρά περιστατικά, το 1680, κυκλοφόρησε στην Κεφαλλονιά μια κακεντρεχής έμμετρη σάτιρα, γραμμένη στα Ιταλικά. Οι στίχοι της διακωμωδούσαν τα παθήματα της οικογένειας Δελλαπόρτα λέγοντας, σε ελεύθερη μετάφραση:
«Διώχτηκαν οι Δελλαπόρτες από τον Σκινέα,
γιατί κάποιοι από αυτούς δεν ήθελαν
να ακολουθήσουν τα με όπλα τους, μέσα στο κακό.
Κι έτσι, στο τέλος, φέρανε οι ίδιοι τον σκοτωμό τους».
Πηγή: sipress.gr