Είναι τρομακτικό, εγκαταλελειμμένο και ετοιμόρροπο. Κατοικημένο από γλάρους, με τους μοναδικούς ημερήσιους επισκέπτες να είναι οι αυτοδύτες, το Σάντο Στεφάνο είναι ένα μικρό ηφαιστειογενές νησί μεταξύ Ρώμης και Νάπολης, όπου κυριαρχεί η σιωπή, αν και όχι για πολύ ακόμη. Αυτό ήταν κάποτε το Αλκατράζ της Ιταλίας.
Για αιώνες, εγκληματίες, ληστές, αναρχικοί και πολιτικοί αντιφρονούντες στέλνονταν εκεί για να… σαπίσουν. Από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αύγουστο, ο οποίος εξόρισε την κόρη του στο γειτονικό νησί του Βεντοτένε, και το φασιστικό καθεστώς, το οποίο εξόριζε εκεί όσους θεωρούσε εχθρούς του κράτους, οι ηγεμόνες σε όλη την ιταλική ιστορία έχουν χρησιμοποιήσει το Σάντο Στεφάνο ως ένα από τα πιο ζοφερά μέρη, όσων θεωρούνταν οι χειρότεροι των χειροτέρων.
Το 1965 η φυλακή έκλεισε και το νησί εγκαταλείφθηκε. Μέχρι σήμερα, όμως, καθώς θα επιστρέψει πάλι στη ζωή με ένα φιλόδοξο σχέδιο αναμόρφωσης. Το ιταλικό κράτος θα ξοδέψει 70 εκατομμύρια ευρώ για να δώσει πνοή στο Σάντο Στεφάνο, μετατρέποντάς το σε ένα υπαίθριο μουσείο και ένα τουριστικό hotspot στα πρότυπα του Αλκατράζ της Αμερικής. Οι εργασίες συντήρησης βρίσκονται σε εξέλιξη για τη διασφάλιση καίριων σημείων του νησιού και μέσα στον μήνα θα προκηρυχθεί πρόσκληση υποβολής προτάσεων σχετικά με τον τρόπο ανακαίνισης της φυλακής.
Η Σίλβια Κόστα, η κυβερνητική επίτροπος που είναι επιφορτισμένη με τις εργασίες, δήλωσε στο CNNi πως ο στόχος είναι να ανακτηθούν όλα τα μέρη της φυλακής –από τους στρατώνες μέχρι τις αρχικές δεξαμενές– με μια «φιλική προς το περιβάλλον προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη τη μοναδικότητα του φυσικού βιότοπου του νησιού».
Όμορφο παρόν, σκοτεινό παρελθόν
Το Σάντο Στεφάνο βρίσκεται εντός ενός προστατευόμενου θαλάσσιου πάρκου. Προς το παρόν, είναι προσβάσιμο από ψαράδες, περιπετειώδεις τουρίστες και αυτοδύτες που δελεάζονται από τα φιλικά μπαρακούντα που κολυμπούν στα ημιδιάφανα νερά. Ο βυθός είναι γεμάτος αρχαιολογικά θαύματα και ένα ναυάγιο από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το νησί δεν έχει αποβάθρα. Το μόνο σημείο αγκυροβόλησης για βάρκες που αναχωρούν από το κοντινό νησί Βεντοτένε, που απέχει 1,5 χιλιόμετρο, είναι ένα αρχαίο ρωμαϊκό λιμάνι, με σκαλοπάτια σκαλισμένα στους βράχους. Όταν η θάλασσα είναι φουρτουνιασμένη, ούτε κανό δεν μπορεί να πλησιάσει με ασφάλεια.
Επί του παρόντος, οι ξεναγοί οδηγούν τους επισκέπτες στη φυλακή –ένα πεταλοειδές, ροζ χρώματος φρούριο, που χτίστηκε από τους κυβερνήτες των Βουρβώνων τον 18ο αιώνα και που για να φτάσει κανείς πρέπει να κάνει μια πεζοπορία 40 λεπτών σε ένα απότομο μονοπάτι. Τρεις πινακίδες «καλωσορίζουν» τους περίεργους επισκέπτες: «Αυτό είναι το μέρος των δεινών», «αυτό είναι ένα μέρος εξιλέωσης» και «αυτός είναι ένας τόπος λύτρωσης».
Σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο, το Σάντο Στεφάνο θα φιλοξενήσει ένα υπαίθριο μουσείο πολυμέσων για την ιστορία της φυλακής και των κρατουμένων, καλλιτεχνικά ατελιέ, ακαδημαϊκά κέντρα και σεμινάρια για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η μόνιμη έκθεση θα ξεκινήσει από την μελλοντική αποβάθρα και θα ξεδιπλώνεται μέσα από τους πέτρινους τοίχους της φυλακής που κατασκευάστηκαν από τρόφιμους.
Όσο για το πρώην σπίτι του διευθυντή των φυλακών αλλά και τα αποδυτήρια του γηπέδου ποδοσφαίρου όπου οι κρατούμενοι πλένονταν μετά τους αγώνες, θα μετατραπούν σε hostels με περίπου 30 δωμάτια.
Το αρτοποιείο όπου οι κρατούμενοι έφτιαχναν καθημερινά ψωμί αναμένεται να γίνει καφέ – εστιατόριο με πανοραμική θέα στον κήπο, όπου οι επισκέπτες μπορούν να πιούν το ποτό τους θαυμάζοντας το ηλιοβασίλεμα. Τις ημέρες που η ατμόσφαιρα είναι καθαρή, η θέα εκτείνεται μέχρι το Βεζούβιο και το νησί Ίσκια.
«Θέλουμε το νησί να προσελκύει επισκέπτες όλο το χρόνο, όχι μόνο κατά τους πολυσύχναστους καλοκαιρινούς μήνες» λέει η Κόστα. «Ο τουρισμός πρέπει να είναι βιώσιμος, αλλά το Σάντο Στεφάνο είναι κάτι παραπάνω από αυτό. Θα είναι ένας κόσμος για τους παγκόσμιους ακαδημαϊκούς που θα ενωθούν σε βασικά θέματα όπως η πράσινη πολιτική, τα ανθρώπινα δικαιώματα και ο μεσογειακός διάλογος».
Ανακαινίζοντας το παρελθόν
Η ανακαίνιση αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το 2025. Μια ιδέα είναι να υπάρξουν «εικονικοί τρόφιμοι», με φωνές που θα αφηγούνται από τα κελιά. Οι πύργοι που περιβάλλουν την φυλακή, το9 κεντρικό παρεκκλήσι και το νεκροταφείο, επίσης θα ανακαινιστούν, ενώ παλιά αντικείμενα που βρέθηκαν μέσα στα κτίρια, θα παρουσιαστούν ξανά.
Υπάρχει επίσης η πιθανότητα η ημικυκλική αυλή της φυλακής να γίνει χώρος για παραστάσεις και εκδηλώσεις. Το περίφημο πεταλωτό σχήμα ονομάζεται panopticon: ένας τύπος φυλακής σχεδιασμένος για να επιτρέπει στους φρουρούς στο κέντρο να επιτηρούν τα κελιά γύρω τους. Στη μέση ήταν μια εκκλησία που συμβολίζει την πνευματική κυριαρχία πάνω στις ψυχές, και θυμίζει συνεχώς τους κρατούμενους για τα εγκλήματά τους και τη μετάνοια που πρέπει να κάνουν.
Μία θλιβερή ιστορία
Μαζί με το γειτονικό νησί του Βεντοτένε, το Σάντο Στεφάνο χρησίμευσε ως φυλακή από τις ημέρες της αρχαίας Ρώμης, όταν ήταν τόπος εγκλεισμού και όχι φρούριο. Στη μία πλευρά του νησιού βρίσκεται η λεγόμενη «μπανιέρα», ένα είδος φυσικού τζακούζι σκαλισμένο στον βράχο με σκαλοπάτια όπου οι Ρωμαίοι φρουροί πήγαιναν τους φυλακισμένους για μια δροσιστική βουτιά.
Με τα ψηλά βράχια και την άγρια βλάστηση, ήταν αδύνατον να δραπετεύσεις από το Σάντο Στεφάνο. Οι λίγοι που προσπάθησαν, πνίγηκαν.
Η φυλακή του 18ου αιώνα εξασφάλιζε ένα αυστηρό, συγκεντρωτικό έλεγχο όλων των κελιών. Είχε το ίδιο σχήμα όπως το Inferno του Δάντη: χωριζόταν σε τρεις ορόφους με 33 κελιά ο καθένας.
Οι τυπικές τιμωρίες των κρατουμένων κυμαίνονταν από το ράπισμα μέχρι την πολύωρη στάση κάτω από τον καυτό ήλιο χωρίς νερό. Οι κρατούμενοι – οι οποίοι χωρίζονταν σε ομάδες, βάσει πολιτικής και γεωγραφικής θέσης – επευφημούσαν όταν οι εχθροί τους ούρλιαζαν από τον πόνο.
Οι κρατούμενοι δεν μπορούσαν να βρουν παρηγοριά ούτε καν στη φύση. Όλα τα κελιά ήταν χωρίς παράθυρα και κοίταζαν προς τα μέσα, όπου στέκονταν οι φρουροί. Το φαγητό ήταν λιγοστό. Τα γεύματα ήταν κυρίως σούπες με φασόλια ενώ κρέας σερβίρονταν μόνο μία φορά το μήνα.
Μια ιδιαίτερα σκοτεινή περίοδος στην ιστορία των νησιών ήταν κατά τη διάρκεια της φασιστικής κυριαρχίας. Οι αντίπαλοι του καθεστώτος – συμπεριλαμβανομένων των φοιτητών – στέλνονταν στο Βεντοτένε και το Σάντο Στεφάνο, όπου οι πιο «επικίνδυνοι» κρατούμενοι φυλακίζονταν, και συχνά βασανίζονταν, στα κελιά του Σάντο Στεφάνο. Πολλοί πέθαναν εκεί.
Ο άνδρας που άλλαξε τα πάντα
Μετά τον πόλεμο, το νησί έγινε ξανά κανονική φυλακή. Τα πράγματα καλυτέρευσαν με την άφιξη ενός φωτισμένου διευθυντή, του Εουτζένιο Περουκάτι, στη δεκαετία του 1950. Είχε μια πιο ανθρώπινη προσέγγιση, κάνοντας την φυλακή ζωντανή και μετατρέποντάς την σε μία μικρής κλίμακας αυτόνομη οικονομία.
Ο Περουκάτι έχτισε έναν κινηματογράφο και το γήπεδο του ποδοσφαίρου. Έστησε βιοτεχνικά καταστήματα στα οποία εργάζονταν οι κρατούμενοι αλλά και το αρτοποιείο για φρέσκο ψωμί και πίτσα. Οι κρατούμενοι βοηθούσαν στο καθάρισμα της φυλακής και τους δόθηκε ένα ειδικό νόμισμα για να αγοράζουν πράγματα μεταξύ τους. Υπήρχαν τσαγκάρηδες, ξυλουργοί, χτίστες και μάγειρες. Οι φυλακισμένοι μπορούσαν επίσης να βάψουν τα κελιά τους με παστέλ χρώματα για να κάνουν την διαμονή τους εκεί πιο ανεκτή.
«Ο παππούς μου πίστευε στη δύναμη της λύτρωσης μέσω της εργασίας και πως κάθε τρόφιμος άξιζε μια δεύτερη ευκαιρία. Τους έδωσε ελπίδα, βελτίωσε τις συνθήκες διαβίωσής τους. Η αποκατάσταση ήταν το κλειδί» λέει η Σιμόνε Περουκάτι, εγγονός του Εουτζένιο. Η ιστορία της οικογένειάς του θα αποτελέσει μέρος του μουσείου.
«Μετακόμισε για να ζήσει στο νησί με ολόκληρη την οικογένειά του. Ο μπαμπάς μου μεγάλωσε στη φυλακή και μου έλεγε για έναν εγκληματία με το όνομα Πασκουάλε που ήταν ο babysitter του, που τον πήγαινε για μπάνιο και πεζοπορίες».
Ο Πασκουάλε είχε δολοφονήσει την γυναίκα του, η οποία είχε σχέση με τον πατέρα του Πασκουάλε ενώ εκείνος πολεμούσε στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Την πέταξε από τις σκάλες και διαμέλισε το σώμα της, αλλά τελικά μετά παραδόθηκε στις αρχές, λέει ο Περουκάτι. «Ο μπαμπάς μου, τότε παιδί, δυσκολευόταν να πιστέψει ότι περνούσε τον χρόνο του με τόσο τρομερούς εγκληματίες που του έδειχναν τόσο μεγάλη αγάπη».
Ο παππούς του διευθυντή Περουκάτι, ο οποίος μετέτρεψε την ποινική κοινότητα σε μια μεγάλη οικογένεια, έκανε ακόμη και τη δεξίωση του γάμου της κόρης του στη φυλακή. «Έφτιαξε το αποχετευτικό σύστημα, έφερε νερό και φως, άνοιξε τα κελιά. Οι τρόφιμοι δούλεψαν σκληρά για να φτιάξουν τα μονοπάτια και τα καταλύματα. Φύτεψαν σιτηρά και έκαναν αγροτικές εργασίες. Υπήρχε κρεοπωλείο, αλλά και κατσίκες για φρέσκο γάλα. Ο πατέρας μου είχε για κατοικίδιο ένα αρνί» λέει η Σιμόν Περουκάτι.
Κάποιοι ντόπιοι στο γειτονικό νησί Βεντοτένε έχουν ακόμη αναμνήσεις από τη φυλακή – είχαν ταξιδέψει εκεί για να παίξουν εναντίον της ποδοσφαιρικής ομάδας των κρατουμένων. Μερικοί πρώην φύλαξες είναι ακόμη ζωντανοί.
Η φυλακή που οδήγησε σε μια πολιτική επανάσταση
Η ανανέωση του Σάντο Στεφάνο θα φέρει την τουριστική άνοιξη στο Βεντοτένε, ελπίζουν οι Αρχές.
Είναι βέβαια ήδη ένας τουριστικός προορισμός. Οι επισκέπτες του μπορούν να κοιμηθούν ακόμη και σε πρώην κελιά κρατουμένων, τα οποία είναι πλέον βαμμένα με κίτρινο και μοβ χρώμα και να φάνε στις καντίνες τους στην πλατεία του χωριού.
Η ιστορία του Βεντοτένε δεν είναι τόσο σκοτεινή. Η υπεροχή των πολιτικών κρατουμένων κατά τη διάρκεια του φασισμού μετέτρεψε το νησί σε μια αυτοσχέδια εκστρατεία πολιτικής και φιλοσοφίας. Ο Αλτιέρο Σπινέλι, ο οποίος επρόκειτο να γίνει ένας από τους ιδρυτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εστάλη εκεί το 1941 ως αντιφασιστικός κρατούμενος.
Όσο βρισκόταν στο νησί, συνέγραψε το «Μανιφέστο Βεντοτένε», ζητώντας μια ενωμένη Ευρώπη. Ξεκίνησε ως κείμενο για την Ιταλική Αντίσταση, αλλά στη συνέχεια άνοιξε το δρόμο για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Άλλοι πολιτικοί κρατούμενοι ήταν ο Σάντρο Περτίνι, ο οποίος φυλακίστηκε στο Σάντο Στεφάνο από το 1935 έως το 1943. Αργότερα, έγινε πρόεδρος της Ιταλίας το 1978.
Προς το παρόν, οι τουρίστες απολαμβάνουν τον ήλιο κάτω από τον γραφικό φάρο του Βεντοτένε. Η θέα της φυλακής του Σάντο Στεφάνο από εδώ, λέγεται ότι ενέπνευσε στο Σπινέλι τα ιδανικά μιας ελεύθερης και ενοποιημένης Ευρώπης.
Και με την ανακαίνιση του νησιού, οι αρχές ελπίζουν να αποτίσουν φόρο τιμής στους ανθρώπους που φυλακίστηκαν εκεί – αλλά και στην πολιτική που ενέπνευσε την ευρωπαϊκή πολιτική του 20ου αιώνα.
Πηγή: cnn.gr