«Είσαι το παιδί μου και είμαι ο γονιός σου.
Είσαι 5 χρονών και είμαι 35.
Θέλεις να παίξουμε;
Εσύ, θα με οδηγήσεις στα υπέροχα μέρη της φαντασίας σου, σε εκείνα τα παιδικά δωμάτια που τα παιχνίδια έχουν φωνή, άποψη και συναισθήματα.
Εγώ, θα σου μάθω πως παίζεται το καινούργιο σου επιτραπέζιο παιχνίδι και πώς να φτιάχνεις όμορφες κατασκευές. Θα σου μάθω τους κανόνες του ποδοσφαίρου, του μπάσκετ και αν θες θα διαβάσω τους κανόνες του μπέιζμπολ για να σου τους εξηγήσω.
Θα φτιάξουμε και μια σκηνούλα, θα μπούμε μέσα και εκεί θα είναι ο δικός μας κόσμος. Ένας κόσμος μαγικός γεμάτος αγάπη, ασφάλεια και τρυφερότητα.
Θα παίξουμε και κουκλοθέατρο. Οι κούκλες θα μας μιλήσουν για τις χαρές, τα άγχη και τους φόβους τους. Θα μας εκμυστηρευτούν τις επιθυμίες και τις σκανταλιές τους.
Έλα να παίξουμε, θα δεις, θα περάσουμε ωραία.
Είσαι 5 χρονών και το παιχνίδι είναι πολύ σημαντικό για εσένα.
Εγώ δουλεύω πολλές ώρες, φροντίζω το σπίτι, έχω πολλές υποχρεώσεις.
Ζω σε έναν κόσμο σκληρό και απαιτητικό, γι’ αυτό μη χάνουμε καιρό. Έλα παιδί μου να παίξουμε.»
Το κείμενο αυτό απευθύνεται στους γονείς και στους φροντιστές των παιδιών προσχολικής ηλικίας. Στόχο έχει να τονίσει το πόσο σημαντική είναι η εμπλοκή των γονέων στο παιχνίδι κατά την περίοδο αυτή, καθώς μέσα απ’ αυτό οι ενήλικές μπορούν:
• Να βοηθήσουν το παιδί να ενισχύσει την αυτοπεποίθηση του
• Να του διδάξουν τον αυτοέλεγχο
• Να τον βοηθήσουν να αποκτήσει πιο ώριμη συμπεριφορά μέσω της μίμησης
• Να του ενισχύσουν το αίσθημα της συνεργασίας και της αλληλεπίδρασης.
• Να το βοηθήσουν να κατανοήσει καλύτερα τους κανόνες παιχνιδιού
• Να το βοηθήσουν να εμπλουτίσει το λεξιλόγιο του
• Να νιώσουν ταυτόχρονα αισθήματα χαράς και αισιοδοξίας
Από την βρεφική κιόλας ηλικία ξεκινά η κοινωνικοποίηση του παιδιού μέσα από το παιχνίδι. Αυτό που διαφοροποιείται είναι η μορφή του παιχνιδιού και ο τρόπος που αυτό παίζει καθώς μεγαλώνει. Στην ηλικία των τριών κιόλας μηνών το παιδί παίζει με διάφορα αρκουδάκια και κουδουνίστρες ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο τις κινητικές και αισθητηριακές δεξιότητες του. Μεγαλώνοντας, περίπου στην ηλικία των δυο χρόνων, το παιδί αναζητά, επιθυμεί και επιδιώκει την άμεση επαφή με άλλα παιδιά ή ενήλικες καθώς η ανάγκη για κοινωνική αλληλεπίδραση αρχίζει να αυξάνεται. Σταδιακά η ανάγκη για αλληλεπίδραση γίνεται όλο και πιο έντονη.
Το παιχνίδι είναι σημαντικό τόσο για τους μικρούς που ψυχαγωγούνται με αυτό, όσο και για τους μεγάλους καθώς τους ξυπνά παιδικές αναμνήσεις. Τακτοποιώντας ένα πατάρι ή μια αποθήκη οι περισσότεροι από εμάς έχουμε βρει κάποιο παλιό κασόνι γεμάτο θύμησες. Η παλιά, ξεμαλλιασμένη κούκλα που της λείπει ένα παπούτσι, το μικρό κίτρινο αυτοκινητάκι που έχασε την ρόδα του, μας ξυπνούν όμορφες ή άσχημες αναμνήσεις, οι οποίες μας έχουν καθορίσει ως προσωπικότητες. Ένα μέρος των αναμνήσεων αυτών ξεπηδούν μέσα από το παιχνίδι με τα παιδιά μας και έρχονται στο νου μας εμπειρίες που έχουμε βιώσει με την μητέρα, τον πατέρα, τους συγγενείς και τους φίλους μας.
Το παιχνίδι ακόμη έχει την δύναμη να ενισχύσει την σχέση γονέα και παιδιού. Πολύ συχνά οι γονείς παραπονιούνται ότι το παιδί τους απαντά μονολεκτικά στην ερώτηση «Πώς πέρασες σήμερα;». Αναφέρουν ότι το παιδί δεν μιλά για το τι έκανε στο σχολείο και δε μοιράζεται μαζί τους τις σχολικές και εξωσχολικές του εμπειρίες. Πόσο συχνά έχουμε ακούσει από τους γονείς να λένε «το παιδί μου δεν μου λέει τίποτα», «δεν με εμπιστεύεται», «το παιδί μου δεν ξέρω πώς περνάει στο σχολείο». Ίσως η λύση να βρίσκεται κάπου μέσα στο ΠΑΙΧΝΙΔΙ!
Αν οι γονείς παίξουν σήμερα μαζί με τα παιδιά τους, αν θελήσουν να αλληλεπιδράσουν στα παιδικά τους μέτρα, τότε θα δημιουργήσουν πιο ευνοϊκές συνθήκες, ώστε το παιδί να νιώσει άνετα να μιλήσει για τους προβληματισμούς και για τους φόβους του. Όταν οι κούκλες αρχίσουν να μιλάνε μπορούμε μέσα από τα «λόγια» τους να συλλέξουμε πληροφορίες για τις εμπειρίες που βιώνει το παιδί στο σχολείο, στο γήπεδο, στο κολυμβητήριο. Η συζήτηση δια μέσω του παιχνιδιού, ο διάλογος και η ανταλλαγή απόψεων σίγουρα συμβάλλουν, τόσο στο να γίνουν τα παιδιά πιο ανεξάρτητα, όσο και στο να μάθουν οι γονείς για τις εμπειρίες των παιδιών τους, ώστε να προβούν στις κατάλληλες παρεμβάσεις αν χρειαστεί.
Μέσα απ’ το κλίμα συνεργασίας και αλληλεπίδρασης που έχει δημιουργηθεί με την βοήθεια του παιχνιδιού το παιδί:
• Ενισχύει τους δεσμούς με τους γονείς ή φροντιστές του
• Μαθαίνει να υπακούει σε κανόνες για να συνεχιστεί η αλληλεπίδραση
• Μαθαίνει να διαχειρίζεται τα συναισθήματα του
• Παρατηρεί ώριμες αντιδράσεις
• Κάνει σύνθετες σκέψεις
• Βρίσκει λύσεις
• Ενισχύει την γνωστική και συναισθηματική του ανάπτυξη
Δυστυχώς όμως, διάφορες έρευνες που αφορούν την σύγχρονη ελληνική κοινωνία έχουν καταλήξει ότι οι ευκαιρίες για ομαδικό παιχνίδι ενηλίκων και παιδιών έχουν μειωθεί σημαντικά, με αποτέλεσμα το ομαδικό παιχνίδι στο σπίτι να αντικαθίσταται από το μοναχικό παιχνίδι ή την παρακολούθηση βίντεο και ταινιών. Ο γρήγορος ρυθμός της καθημερινής ζωής, αλλά και οι αυξανόμενες εξωσχολικές δραστηριότητες των παιδιών προσχολικής ηλικίας έχουν ως συνέπεια την μείωση των ευκαιριών για παιχνίδι στο σπίτι. Επιπρόσθετα, διάφοροι εξωγενείς παράγοντες, όπως οι οικονομικές δυσκολίες, το άγχος, οι αυξημένες επαγγελματικές υποχρεώσεις αλλά και η συναισθηματική αστάθεια μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την ψυχολογική κατάσταση των ενηλίκων και συνεπώς την διάθεση για παιχνίδι.
Παρόλα αυτά αγαπητοί γονείς και φροντιστές των παιδιών προσχολικής ηλικίας ας μην ξεχνάμε ότι η παιδική ψυχή χρειάζεται «το φως του ήλιου, τα παιχνίδια, το καλό παράδειγμα και λίγη αγάπη», όπως έχει γράψει ο κλασικός συγγραφέας Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι στο έργο του «Αδελφοί Καραμαζώφ».
Αδράξτε λοιπόν την ευκαιρία. Τώρα είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή. Τώρα έχετε μπροστά σας ένα παιδί που λαχταρά να παίξει μαζί σας. Σε λίγο θα κοιτάτε έναν έφηβο και αν του πείτε «Έλα να παίξουμε» θα σας απαντήσει:
«Τώρα δεν θέλω, θα πάω βόλτα με τους φίλους μου»
Δεκέμβριος 2022
Μαριλένα Μενεγάτου
Νηπιαγωγός ΚΕΔΑΣΥ Κεφαλληνίας
Πηγή εικόνων: Sooh, 2020, Ο μπαμπάς μου (παιδικό παραμύθι)