Γράφει η Χαραλαμπία Καρούσου Τσελέντη
Οι κοινωνικές ψυχαγωγίες και εκτονώσεις του κεφαλληνιακού λαού, όπως εκδηλώνονται στα εθιμικά φαινόμενα, προκύπτουν
από ανάγκες που η κοινωνία προσπαθούσε να εκφράσει ή να θεραπεύσει. Οι ανάγκες αυτές όπως έχει καταγράψει η έρευνα
γύρω από την κεφαλληνιακή λαογραφία, χωρίζονται στις: ψυχικές που εκδηλώνονται με τη λατρεία και τις ιεροτελεστίες στην εκκλησία και στην ύπαιθρο, τις συναισθηματικές που μπορούν να εκφραστούν με τα τραγούδια και το χορό, τις πνευματικές που μπορούν να εκδηλωθούν μέσα από τα παραμύθια, τις παροιμίες και τους στίχους των χορών και τέλος, την ανάγκη της σεξουαλικής εκτόνωσης μέσα και από τη μεταμφίεση, το χορό και τα «γονιμικά» δρώμενα.
Τα λατρευτικά δρώμενα που αφορούν τους νεκρούς, είναι έντονα κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και εκφράζονται μέσα από μια κίνηση που έχει τελετουργικό και γονιμικό προορισμό : τα Ψυχοσάββατα.
Τα μεγάλα Ψυχοσάββατα τελούνται τις τρεις πρώτες εβδομάδες του Τριωδίου και χωρίζονται: στο ψυχοσάββατο της Αποκριάς, στο ψυχοσάββατο της Τυρινής και στο Σάββατο των Αγίων Θεοδώρων.
Τα Ψυχοσάββατα, είναι μια τελετή μνήμης και σεβασμού προς τους απανταχού νεκρούς, μνήμη θανάτου επίσης για τους ζωντανούς, διαβατήριο μεταφυσικής επικοινωνίας, κοινωνική συμπεριφορά εορτής, συνεστίασης και τιμής στους νεκρούς, αλλά και εθιμικό δρώμενο με διδακτικό και ιστορικό αποτύπωμα. Το Ψυχοσάββατο των Αγίων Θεοδώρων έχει δισυπόστατο ρόλο καθώς πέρα από το μνημόσυνο και τον διαμοιρασμό των κολλύβων, η εκκλησία θυμάται το πως καθιερώθηκε το πιάτο αυτό με το βραστό σιτάρι και τους καρπούς. Η απαγόρευση της νηστείας επί βασιλείας Ιουλιανού του επονομαζόμενου «παραβάτη» οδήγησαν τον λαό, όπως λέγεται μέσω θαύματος να καταναλώσουν αντί για τα ειδωλόθυτα, τα κόλλυβα.
Το γεγονός επίσης, ότι τα κόλλυβα λειτουργούν επικοινωνιακά μεταξύ ζωντανών και νεκρών με γνώμονα τη μετάδοση ζωικών δυνάμεων στους νεκρούς μέσω πρωτογενών τροφικών ειδών με συμβολικές αλληλοενισχύσεις και τελετουργικές πράξεις, ερμηνεύει τα δύο αντίθετα φαινόμενα της ζωής και του θανάτου, ως δύο μερών μιας ενότητας.
Τα κόλλυβα έχουν τόσο νεκρώσιμο όλο και πανηγυρικό λόγο στις εκκλησιαστικές εορτές τονίζοντας τη συνέχεια μεταξύ ζωής και θανάτου. Στα Ψυχοσάββατα, τα κόλλυβα συνοδεύονται από πρόσφορο και από κεριά όσοι και οι νεκροί που καίουν καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας.
Ο θάνατος, ως πηγή της ίδιας της ανθρώπινης αυτοσυνείδησης αλλά και ως το εμπόδιο που ξεπέρασε δια μέσω της Σταυρικής θυσίας του Θεανθρώπου Χριστού, ο άνθρωπος πλέον, στη σύγχρονη ιστορία, είναι η κατεξοχήν διαβατήρια μετάβαση μεταξύ φυσικού και υπερφυσικού. Επιπλέον είναι η σημαντικότερη μετάβαση που δεν οδηγεί στην ανυπαρξία αλλά στην παραγωγικότητα, και δημιουργεί στη φύση, ένα σταθερό κύκλο ανανέωσης. Ο καρπός πεθαίνει και σκοτώνει από τη μία τα πάθη και τις αδυναμίες και αναγγενάται από αυτές αλλά επίσης, ζει τη συνέχεια της γενιάς του μέσα από τη μνήμη ατομικά και συλλογικά μέσα από την αναβίωση του πολιτισμού του. Ο θάνατος λοιπόν, ως γεγονός αλλά και συμβολικά, είναι για όλο τον κόσμο, άνθρωπο και περιβάλλον, μια διαβατήρια τελετή. Τα κόλλυβα έρχονται να επισφραγίσουν αυτό τον ρόλο, αυτή την αρχαία αντίληψη. Η γη- Γαία που καρπίζει το στάρι και το προστατεύει, είναι μητέρα και τροφός όλων των φθαρτών ζωντανών πλασμάτων (ανθρώπων, ζώων, φυτών) που δένονται μαζί της με μια κοινή, αδήριτη μοίρα καθώς γεννιούνται, τρέφονται πάνω της και πεθαίνουν επιστρέφοντας σε αυτήν για να ξαναγεννηθούν μέσ’ από τα γόνιμα σπλάχνα της.
Όπως αναφέραμε στο προηγούμενο άρθρο, η μεγάλη Τεσσαρακοστή, ανοίγει με μια διαβατήρια ημέρα, την Καθαρά Δευτέρα. Η μέρα αυτή, κρίνει λοιπόν, τη μελλοντική διάβαση και καθορίζει την αλλαγή στο «λαογραφικό τρίχρονο», που αποδίδει σε όλα τα εθιμικά φαινόμενα αρχή, μέση και τέλος. Επομένως, τα ψυχοσάββατα έρχονται πριν την Καθαρά Δευτέρα, και επισφραγίζουν την διάβαση αυτή, με το τελευταίο ψυχοσάββατο των Αγίων Θεοδώρων. Η «εορτή των νεκρών» μαζί με το έθιμο των κολλύβων επισφραγίζουν και δίνουν την ομαλή μετάβαση στη φύση και στον άνθρωπο, ώστε να μπουν στον επόμενο κύκλο ζωής: στην καρποφορία και στην μνήμη και την πνευματική αναγέννηση αντίστοιχα.
Βιβλιογραφία:
1. Λουκάτος, Δημήτριος Σ. Εισαγωγή στην ελληνική λαογραφία. Αθήνα : Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης , 1991.
2. Λουκάτος, Δημήτριος Σ. Συμπληρωματικά του Χειμώνα και της Άνοιξης. Αθηνα : Φιλιππότη, 1985.
3. Κυριακή Χρυσού-Καρατζά, Διατροφικές συνήθειες και συμβολισμοί κατά το διαβατήριο στάδιο της τελευτής στις Κυκλάδες από τον 20ό αιώνα μέχρι σήμερα, University Department of Languages – Modern Greek: Adelaide, 565-580, Ιούνιος 2009.
4. Γ. Κ. Σπυριδάκης, Ο αριθμός τεσσαράκοντα παρά τοις Βυζαντινοίς και τοις νεωτέροις Έλλησι, Αθήνα. Στεφάνου, 1971
5. Φώτης Τερζάκης, Θάνατος και εσχατολογικά οράματα. Θρησκειοϊστορικές Προοπτικές. Επιμέλεια Εισαγωγή, Αθήνα.