Πως γίνεται μια κυβέρνηση που χαρακτηρίζει ακροδεξιούς και φασίστες τους πολιτικούς της αντιπάλους και συλλήβδην όσους αντιτίθενται στη συμφωνία των Πρεσπών, ταυτόγχρονα να αποδέχεται τη δίωξη ενός στρατιώτη που κατήγγειλε φασιστικό μήνυμα, γραμμένο σ’ ένα τοίχο;
Πως γίνεται μια κυβέρνηση, να καταγγέλλει στην Ευρώπη την άνοδο των ακροδεξιών και να προτείνει μέτωπο εναντίον τους ενώ ο υπουργός Άμυνας της, προσκαλεί ναζιστές βουλευτές -όπως εύστοχα μας θύμισε το ΚΚΕ -σε ασκήσεις και εκδηλώσεις των Ενόπλων Δυνάμεων;
Πως γίνεται τέσσερα χρόνια τώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας, που έχουν κάνει σημαία τους, το μέτωπο κατά της Ακροδεξιάς να καθυστερούν τη δίκη της Χρυσής Αυγής, με την αιτιολογία ότι δεν υπάρχει άλλη αίθουσα για να διεξαχθεί; Τι σχέση έχει αυτή η κωλυσιεργία, με την υπερψήφιση της κας Θάνου από τη Χρυσή Αυγή, για τη θέση του προέδρου της επιτροπής ανταγωνισμού, παρά τις διαμαρτυρίες των κομμάτων της αντιπολίτευσης;
Ποιά λογική συνδέει τα αντίθετα;
Σε πολλές κρίσιμες στιγμές των τελευταίων χρόνων ο ΣΥΡΙΖΑ συνεργάστηκε ανοικτά και κρυφά με τη Χρυσή Αυγή, σ αυτές τις στιγμές, συνέπεσαν τα πολιτικά συμφέροντα τους και οι στόχοι τους, από τις πλατείες των αγανακτισμένων έως και στις πιο καθοριστικές ψηφοφορίες στη Βουλή, όπως για την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας το 2014.
Η ύπαρξη της Ακροδεξιάς φαίνεται χρήσιμη για τον ΣΥΡΙΖΑ και ως «μπαμπούλας» και ως «συνέταιρος».
Τελευταία τη χρησιμοποίησε, για να υπονομεύσει τη δυναμική που είχαν οι καταλήψεις σχολείων στη Βόρεια Ελλάδα κατά της συμφωνίας των Πρεσπών. Γι’ αυτό, ακόμα και αν μπορούσε να την εξαφανίσει από τη χώρα δεν θα το έκανε.
Τι θα γινόταν, χωρίς τους… βαρβάρους;