Του Γεράσιμου Σωτ. Γαλανού
Ο Ιούνιος είναι ο πρώτος μήνας του καλοκαιριού, δεν έχει ιδιαίτερα μεγάλες γιορτές και οι αγρότες με τις φορτωμένες αγροτικές τους ασχολίες δεν έχουν το χρόνο για πανηγύρια και τελετές.
Με τον Ιούνιο συμπίπτει η ακμή του καλοκαιριού, οι θερινές τροπές του ηλίου, που θεωρούνταν σημαντικές και που η χρονική περίοδός τους είναι επικίνδυνη καμπή του χρόνου. Για το λόγο αυτό ζητούσαν να προφυλαχθούν με διάφορους τρόπους από κάθε κίνδυνο.
Από τα αρχαία χρόνια υπήρχαν διάφορα έθιμα που είχαν σχέση με τις θερινές τροπές του ηλίου και που αργότερα πέρασαν στο Χριστιανικό κόσμο και συνδέθηκαν με το Γενέθλιο του Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου). Σύμφωνα με τους μελετητές λαογράφους, η συσχέτιση αυτή δεν έγινε χωρίς λόγο. Κατά τον ευαγγελιστή Λουκά, ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, ήταν έξι μήνες μεγαλύτερος από τον Χριστό. Αφού λοιπόν η Εκκλησία όρισε τη γέννηση του Θεανθρώπου στις 25 του Δεκέμβρη, δηλαδή στις χειμερινές τροπές του ηλίου, επόμενο ήταν το Γενέθλιο του Ιωάννη του Προδρόμου να τοποθετηθεί, (να συμπέσει) στις 24 του Ιουνίου, δηλαδή στις θερινές τροπές του ηλίου. Έτσι διατηρήθηκαν ορισμένες συνήθειες που έχουν σχέση με το θερινό ηλιοτρόπιο και την αντίληψη ότι κάτι συμβαίνει στον ήλιο αυτή την ημέρα και μας επηρεάζει.
Διατηρούνται πλήθος από έθιμα σε όλο τον ελλαδικό χώρο, που έχουν σχέση με τις τροπές του ηλίου και λέγονται ηλιοτροπικά Σε πολλά μέρη δε, η γιορτή του αγίου Ιωάννη, λέγεται κοινώς του αϊ – Γιαννιού του Λαμπαδάρη ή τ’ αϊ- Γιαννιού του Λιοτρουπιού. Επικρατεί δε, η πίστη πως, την ημέρα αυτή, ο ήλιος «τρέμει ή γυρίζει και είναι θαμπερός».
Πολλά τα έθιμα αυτής της ημέρας και τα οποία ποικίλουν από τόπο σε τόπο. Βασικό όμως έθιμο που συναντάται παντού, είναι οι φωτιές τ’ αϊ- Γιαννιού και από εκεί πήρε το όνομά του, Λαμπαδάρης.
Στην Κεφαλονιά μας, τα ηλιοτροπικά έθιμα ήταν αρκετά, αλλά με την πάροδο του χρόνου δυστυχώς αγνοήθηκαν και παραμερίστηκαν. Ευτυχώς τώρα τελευταία χρόνια αναβιώνουν σε ορισμένα μέρη είτε από πρωτοβουλία κάποιων, είτε από προσπάθεια που κάνουν τα μέλη κάποιων πολιτιστικών Συλλόγων.
Όπως και παλιά έτσι και σήμερα ανάβουμε φωτιά και πηδάμε πάνω από αυτή λέγοντας τη φράση «αφήνω τον κακό χρόνο και πάω στον καλύτερον…». Σύμφωνα με τη λαϊκή πίστη, η δύναμη της φωτιάς, επιφέρει την κάθαρση και οι άνθρωποι απαλλαγμένοι από το κακό μπορούν να εισέλθουν καθαροί και ακμαίοι σε μια καλύτερη χρονική περίοδο. Κατά το άναμμα της φωτιά ρίχνουμε το στεφάνι της Πρωτομαγιάς, ενώ τη στάχτη τη χρησιμοποιούν για αποτρεπτικούς μαντικούς σκοπούς. Το αρχαίο έθιμο της φωτιάς πέρασε στον χριστιανικό κόσμο, παρ’ όλες τις απαγορεύσεις και τα «κυνήγια», επιβίωσε και διατηρείται ακόμη σε όλο τον ελλαδικό χώρο. Βέβαια, ο λαός όταν μιλάει για τις «φωτιές», σκέφτεται τον προστάτη του Άγιο και τον παρακαλεί να τον βοηθήσει για τον καθαρμό που ζητά η φύση και η ψυχή.
Σε αυτή τη σημαντική καμπή του χρόνου, ο άνθρωπος ενδιαφέρεται για τα μελλούμενα της ζωής του. Θέλει να υπερνικήσει τους φόβους του, να μάθει πως θα εξελιχτεί το μέλλον του. Γι’ αυτό βρήκε από παλιά διάφορους μαντικούς τρόπους δέσμευσης ενέργειας για να ικανοποιήσει τις αγωνίες του για τα μελλούμενα.
Μάλιστα, λένε πως ο Αϊ –Γιάννης φέρνει τύχες και γι’ αυτό έπρεπε από την παραμονή να έχουν τακτοποιήσει όλες τις οικιακές δουλειές. Αυτός είναι ο λόγος που τον Άγιο αυτόν τον λέμε και Ριζικάρη.
Ενδιαφέρον και πολύ εντυπωσιακό είναι το έθιμο του Κλήδονα. Η λέξη κλήδονας προέρχεται από την αρχαία λέξη «κληδόνα» (κλέω= φημίζω, αγγέλλω), που είχε την έννοια του οιωνού, του ψίθυρου, της θείας φωνής, του προμηνύματος.
Η – κληδόνα – ήταν για τους αρχαίους τρόπος κληρομαντείας. Στα αρχαία κείμενα συναντάμε αρκετές αναφορές για κληρομαντεία μέσων χρησμών. Υπήρχε δε και
«Κληδόνιος Ζευς», που κατέφευγαν οι άνθρωποι για να τους αποκαλύψει τα μελλούμενα.
Το έθιμο του κλήδονα είναι πανελλήνιο. Ποικίλει δε από τόπο σε τόπο Είναι μια συνήθεια αρχαιοελληνική, που είναι γιομάτη μάγια και μαντέματα, αμίλητο νερό και άλλα τέτοια που ξεσηκώνουν ιδιαίτερα τις γυναίκες που θέλουν να μάθουν για την τύχη τους.
Στο νησί μας έπαιρναν αμίλητο νερό και έχυναν μέσα λιωμένο μολύβι- μέταλλο. Όπως έπεφτε το λιωμένο μολύβι μέσα στη λεκάνη με το κρύο νερό, κρύωνε απότομα και έπαιρνε διάφορα σχήματα. Αυτό ήταν! Η παλιότερη, η γηραιότερη από την παρέα των κοριτσιών, η «εξηγήστρα», μελετούσε τα σχήματα και έδινε διάφορες εξηγήσεις, δηλαδή καταλάβαινε ποια θα είναι τα μελλούμενα του κοριτσιού, που του είχαν ονοματίσει «τη ριξιά» του μολυβιού. Η ριξιά, έπαιρνε και παίρνει διάφορα σχήματα που κατά την εξήγησή τους, συμβόλιζαν : καράβι (ταξίδι, ή γαμπρός ναυτικός) μουσικό όργανο (χαρές), σακίδιο (γράμμα ή ταχυδρόμος), σώμα γριάς (προξενήτρα) κλπ.
Βέβαια στην αρχή έπρεπε να σταυρώσουν το νερό και να πουν:
«Άγιε Γιάννη Λαμπαδάρη κάνε μου και με τη χάρη
όπου είναι να με πάρει έδεπα να ριζικάρει».
(Από τη μνήμη της Ευγενίας Μαρκάτου-Κάτοικος Ληξουρίου)
Ανοίξετε τον κλήδονα στ’ Αϊ– Γιαννιού τη χάρη
κι οπού ‘ ναι καλορίζικη, τον αγαπά, να πάρει.
Επίσης, την ημέρα του Αϊ- Γιαννιού, γύρω στις δώδεκα με μία, που ο ήλιος, «τρέμει», όπως λέει ο λαός, στο νησί μας μαζεύονταν οι κοπέλες πάνω από ένα πηγάδι ή μέρος που είχε σε κοίλωμα νερό, χωρίς να μιλήσουν. Την ώρα αυτή ο ήλιος έπεφτε μέσα στο πηγάδι, κρατούσαν και έναν καθρέπτη, γερμένος λίγο και αντανακλούσε τον ήλιο μέσα στο πηγάδι, σκέπαζαν το κεφάλι τους με ένα κόκκινο πανί. Κοιτούσαν μέσα στο πηγάδι και όπως έπεφτε ο ήλιος τους παρουσιαζόταν τα σημάδια που είχε η καθεμιά στην τύχη της.
Άλλο μαντικό έθιμο ήταν και αυτό της αυγομαντείας. Έριχναν μέσα σε ένα ποτήρι νερό (προσεκτικά πάνω στην επιφάνεια του νερού) αυτή την ημέρα, ασπράδι αυγού. Προηγουμένως είχαν σταυρώσει το νερό με το ξόρκι –προσευχή προς του Άγιο Ιωάννη για να τους δείξει τη τύχη τους. Καθώς έριχναν το ασπράδι του αυγού στην επιφάνεια του νερού που είχε το ποτήρι, αυτό κατέβαινε σιγά σιγά προς τον πάτο του ποτηριού. Το ασπράδι όντας πιο ελαφρό και κολλητικό, από το νερό, κατεβαίνοντας δημιουργούσε κάποιους σχηματισμούς. Αυτούς τους σχηματισμούς μελετούσαν, επί το πλείστον οι γριές γυναίκες, τους εξηγούσαν για να συμπεράνουν τα μελλούμενα.
Το έθιμο «Ο Γληγοράκης»
Σε πολλά μέρη του νησιού μας και ιδιαίτερα στην Παλική υπάρχει το ηλιοτροπικό έθιμο του «Γληγοράκη». Το έθιμο αυτό διατηρήθηκε για πολλά χρόνια στην περιοχή της συνοικίας των Λεγατάτων- Μαρτσελάτων στο Ληξούρι.
Ο «Γληγοράκης» είναι ένα ομοίωμα ανθρώπου με το όμορφο κουστούμι του και την τραγιάσκα του, καθισμένος σ’ ένα θρόνο με τα δώρα του και το τσιγάρο του.
Σκοπός αυτού του ομοιώματος , είναι η διακωμώδηση κάποιων κοινωνικών στοιχείων, η επικοινωνία και η έκφραση λόγου των δημιουργών του μέσα από ένα ποιητικό δρώμενο και πάνω από όλα το κάψιμο του ανδρείκελου για να παραχθεί η φωτιά του Αϊ –Γιάννη. Πάνω από αυτή τη φωτιά θα πηδήσουν μικροί και μεγάλοι, που με την ευλογία του Αγίου Γιαννιού θα έλθει ο καθαρμός στη φύση και στην ψυχή.
Πιθανόν το έθιμο με τον τρόπο που γίνεται, καθώς και το όνομα του, να έχει σχέση με την περιοχή της Βόνιτσας, μια και εκεί υπάρχει με το ίδιο όνομα κάτι αντίστοιχο ως έθιμο στο «κάψιμο του Ιούδα» κατά το τέλος της Μεγάλης Εβδομάδας.
Το έθιμο του «Γρηγοράκη» αναβίωσε δραματοποιημένο όπως γινόταν και παλιά από τον Γεράσιμο Σωτ. Γαλανό και τον τότε Δήμο Ληξουρίου, το 1995 στα Λεγατάτα- Μαρτσελάτα Ληξουρίου. Επίσης, γινόταν στη δεκαετία του 2010 με πολλή επιτυχία, στην περιοχή των Δεμπονεράδων στο Ληξούρι, Τώρα τελευταία αναβιώνει και σε άλλα μέρη του νησιού με επιτυχία
Τα μαντικά έθιμα του αγίου Γιαννιού του Λαμπαδάρη, σχολιάζονται πολλές φορές μέσα στην λογοτεχνία και σύναμμα μας παρέχονται λεπτομέρειες που ζωντανεύουν την όλη εθιμική διαδικασία.
Η κεφαλλονίτικη λαογραφία μπορεί να αντλήσει για το θέμα αυτών των μαντικών εθίμων του αγίου Γιαννιού, πολλά στοιχεία από τις ποιητικές αναφορές και τους σχολιασμούς, που βρίσκονται στη σατιρική εφημερίδα του Γεώργιου Μολφέτα «Ζιζάνιον». Ωστόσο, οι σατιρογράφοι χρησιμοποίησαν τα έθιμα και τις συνήθειες αυτές που γίνονταν του αγίου Γιαννιού του Λαμπαδάρη, για να χτυπήσουν τα κακώς κείμενα και τους προβληματισμούς της εποχής τους. (Βλ. Ζιζάνιον, φύλλο 146, 24-6-1900, σελ1αβ,2αβ)
«Του κληδώνου πανηγύρι
να χαρούν οι ποδογύροι
Κατέβα Μούσα μου τρελλή, πολυλογού και βρίστρα,
κατέβα γένε μάγισσα και κληδονοξηγήστρα…
Εξήγα του γκοβέρνου μας τον κλήδωνα και πες,
ως πότε θα βαστάξουνε τα χάλια κι η ντροπές..
……………………………………………….
Λέγε μας καλορίζικο του κλήδωνα τραγούδι
για κάθε βεργολύγιστο κι αφράτο κοπελούδι
………………………………………..»