Στις κάλπες προσέρχονται 61,5 εκατομμύρια ψηφοφόροι σε 299 περιφέρειες της Γερμανίας για τις βουλευτικές εκλογές που διεξάγονται σήμερα, οι οποίες όπως όλα δείχνουν αναμένεται να οδηγήσουν την Άνγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία για μια τέταρτη θητεία και να καταγράψουν άνοδο της ακροδεξιάς.
Αδιαφιλονίκητη είναι η πρωτιά της Γερμανίδας καγκελάριου, αλλά ο σχηματισμός της επόμενη κυβέρνησης στην ομοσπονδιακή Βουλή προβλέπεται ότι θα είναι πιο δύσκολος από πριν για το συντηρητικό μπλοκ.
Μεγάλο ερώτημα συνιστά το εάν θα καταφέρει το εθνικιστικό-λαϊκιστικό AfD να γίνει τρίτο κόμμα στο κοινοβούλιο. Το κεντρικό σύνθημα της καμπάνιας του, «Πάρε την πατρίδα σου πίσω», δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών στους ψηφοφόρους.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις στο συντηρητικό μπλοκ των Χριστιανοδημοκρατών (CDU-CSU) 34 και 36%, μακριά από το 41,5% του 2013 και στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) του Μάρτιν Σουλτς 21 – 22%, που συνεπάγεται τον κίνδυνο νέου ιστορικού χαμηλού, μετά το 25% της προηγούμενης αναμέτρησης.
Η προσοχή στρέφεται κυρίως στη μάχη των μικρότερων κομμάτων για την τρίτη θέση, με το ακροδεξιό και ξενοφοβικό (AfD) να έχει το προβάδισμα με ποσοστό κοντά στο 12%. Ακολουθεί η Αριστερά με 8-11%, οι Φιλελεύθεροι εμφανίζονται να επιστρέφουν στην Βουλή με 9-10% και οι Πράσινους να αγγίζουν, σύμφωνα με τα πλέον αισιόδοξα προγνωστικά, το 8%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εταιρίες δημοσκοπήσεων έχουν πάντως προειδοποιήσει για τον κίνδυνο η AfD να έχει υποτιμηθεί προεκλογικά και παραπέμπουν στις πρόσφατες εκλογές σε τοπικό επίπεδο, όπου το κόμμα έλαβε τελικά ποσοστά κατά 2-3% υψηλότερα της πρόβλεψης.
Οι διακυμάνσεις στις εκλογικές τάσεις που αποτυπώνουν τις τελευταίες ημέρες οι δημοσκοπήσεις αντανακλούν και τη νευρικότητα στα κομματικά επιτελεία. Άλλωστε, οι αναποφάσιστοι ξεπερνούσαν ως προχθές το 30%.
Στο ίδιο επίπεδο αναμένεται να κυμανθεί και η αποχή των ψηφοφόρων, τους οποίους χθες Μέρκελ και Σουλτς κάλεσαν να προσέλθουν στις κάλπες. Στις φετινές εκλογές έχουν δικαίωμα ψήφου 400.000 λιγότεροι πολίτες από ό,τι το 2013, ενώ τρία εκατομμύρια Γερμανοί θα ψηφίσουν για πρώτη φορά.
Από τα 18,6 εκατομμύρια άτομα με καταγωγή από το εξωτερικό, δικαίωμα ψήφου έχουν τα 6,1 εκατομμύρια, εκ των οποίων 1,5 εκατομμύριο Γερμανορώσοι και 1,3 εκατομμύριο Γερμανοτούρκοι. Οι Έλληνες κάτοχοι γερμανικής υπηκοότητας είναι περίπου 60.000, δεν είναι ωστόσο γνωστό πόσοι από αυτούς είναι άνω των 18 ώστε να έχουν δικαίωμα ψήφου.
Σε 3 εκατομμύρια υπολογίζεται οι νέοι που θα μπορούν να ψηφίσουν για πρώτη φορά. Πάνω από το ένα τρίτο των ψηφοφόρων – δηλαδή περίπου 22 εκατομμύρια- είναι άνω των 60 ετών. Ο μεγαλύτερος αριθμός των ψηφοφόρων βρίσκεται στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστγαλίας (13,2 εκατομμύρια) και ακολουθούν στον νότο, τα κρατίδια της Ναυαρίας (9,5 εκατομμύρια) και της Βάδης Βυρτεμβέργης (7,8 εκατ.)
Ποιος επιλέγει την/τον καγκελάριο
Υπενθυμίζεται ότι οι Γερμανοί δεν επιλέγουν απευθείας την ή τον πολιτικό που θα τεθεί επικεφαλής της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Τα κόμματα που επικρατούν- εφόσον ένα από αυτά δεν έχει την απόλυτη πλειοψηφία- αρχίζουν συνομιλίες και διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού και συνήθως η/ο επικεφαλής του κόμματος με τις περισσότερες ψήφους πετυχαίνει κάποια συμφωνία. Το αργότερο ένα μήνα μετά τις εκλογές συνεδριάζει για πρώτη φορά η νέα Βουλή.
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Γερμανίας στη συνέχεια παρουσιάζει αυτή ή αυτόν τον αρχηγό ως υποψήφιο για την καγκελαρία στην Βουλή και οι νεοεκλεγέντες βουλευτές τον εγκρίνουν (ή όχι) με μυστική ψηφοφορία.
Εάν, όπως έγινε και στις προηγούμενες αναμετρήσεις, οι Χριστινοδημοκράτες κερδίσουν την πλειοψηφία, τότε η υποψήφια τους Ανγκελα Μέρκελ θα είναι πάλι καγκελάριος για άλλα τέσσερα χρόνια.
Στην Γερμανία δεν προβλέπεται όριο θητειών για τον καγκελάριο (όπως είναι για παράδειγμα στις ΗΠΑ με τον πρόεδρο). Αλλά μέχρι σήμερα κανείς (και καμία) δεν έχει υπηρετήσει στο αξίωμα για περισσότερα από 16 χρόνια συνολικά, μετά τον Χέλμουτ Κολ.
Το όριο του «5%» και οι… επιπλέον έδρες
Προκειμένου ένα κόμμα να μπει στη Βουλή θα πρέπει κερδίσει τουλάχιστον το 5% της «δεύτερης ψήφου». Αυτό το όριο έχει θεσπιστεί για να εμποδιστεί η είσοδος στη Βουλή του νεοναζιστικού NPD και άλλων εξτρεμιστικών ομάδων.
Στην απερχόμενη Βουλή εκπροσωπούνται πέντε κόμματα: το κεντροδεξιό CDU της Μέρκελ και το αδελφό κόμμα CSU από την Βαυαρία, οι κεντροαριστεροί Σοσιαλδημοκράτες (SPD), το Αριστερό Κόμμα και οι Πράσινοι.
Τώρα άλλα δυο κόμματα ευελπιστούν- σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- να ξεπεράσουν το εμπόδιο του 5%: οι Φιλελεύθεροι (FDP) που ηττήθηκαν στις τελευταίες εκλογές του 2013 και το ακροδεξιό AfD, που επίσης παρά λίγο δεν τα κατάφερε το 2013. Από τότε όμως έχει παρουσία και στην Ευρωβουλή και σε 13 από τα 16 γερμανικά κρατίδια.
Μερικές φορές ένα κόμμα μπορεί να κερδίσει μέσω της πρώτης ψήφου, περισσότερες απευθείας έδρες από όσες δικαιούται ανάλογα με το ποσοστό που καταγράφει στη δεύτερη ψήφο.
Σε αυτή την περίπτωση, αφού οι έδρες των υποψηφίων στις περιφέρειες είναι εγγυημένες το κόμμα τις κρατάει, αλλά αυξάνονται αντίστοιχα και οι έδρες των λοιπών κομμμάτων που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο.
Το αποτέλεσμα είναι η αυξομοίωση των συνολικών εδρών στη Bundestag, με ελάχιστο τις 598 έδρες. Στην απερχόμενη Βουλή για παράδειγμα, οι έδρες είναι 630.
Το ψηφοδέλτιο
Οι ψηφοφόροι θα έχουν μπροστά τους ένα φαινομενικά απλό ψηφοδέλτιο με δυο επιλογές: μια για τον περιφερειακό εκπρόσωπο τους και μια για το κόμμα της επιλογής τους.
Η πρώτη ψήφος (Erststimme) είναι η επιλογή του υποψηφίου που ο ψηφοφόρος θέλει να τον εκπροσωπήσει στην Βουλή (ασχέτως κόμματος).
Οποιος υποψήφιος κερδίσει σε μια από τις 299 περιφέρειες (που περιλαμβάνουν η κάθε μια περίπου 250.000 κατοίκους) εξασφαλίζει την έδρα. Ετσι καλύπτονται οι μισές έδρες.
Για τις υπόλοιπες μισές από τις συνολικά 598 της Bundestag, οι ψηφοφόροι επιλέγουν το κόμμα της αρεσκείας τους στην δεύτερη ψήφο (Zweitstimme).
Αυτή η ψήφος καθορίζει και το ποσοστό των κομμάτων. Όπως είναι φυσικό τα κρατίδια με τον περισσότερο πληθυσμό στέλνουν και περισσότερους εκπροσώπους στη Βουλή.
Με το σύστημα αυτό οι ψηφοφόροι μπορούν να «μοιράσουν» την ψήφο τους. Μπορούν για παράδειγμα να επιλέξουν με την πρώτη ψήφο τους ένα βουλευτή των Χριστιανοδημοκρατών και για την δεύτερη ψήφο το κόμμα των Φιλελευθέρων ή το ακροδεξιό AfD, εάν θέλουν να το ενισχύσουν για να μπει στη Βουλή.
Πηγή: efsyn.gr