Δεν αμφιβάλει κανείς ότι μετατρέψαμε την οικονομία μας, σε μια οικονομία τριτογενούς τομέα και παροχής υπηρεσιών και απαξιώσαμε την πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή δίχως να καταλάβουμε ότι έτσι μετατρέψαμε τους παραγωγούς σε καταναλωτές κάνοντας την κοινωνία μας από παραγωγική, σε καταναλωτική.
Σταματήσαμε να παράγουμε αρκετά και φτάσαμε να εισάγουμε βασικά τρόφιμα, όπως το γάλα και το κρέας. Έχουμε στρέψει περισσότερο την προσοχή μας στις επιδοτήσεις και πιστεύουμε ότι δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτές. Ναι, τις θέλουμε, τις χρειαζόμαστε τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, αλλά πρέπει ταυτόχρονα να δούμε την παραγωγική διάσταση του τόπου μας και των τομέων της οικονομίας. Να γιατί έχει μεγάλη σημασία η στροφή σ΄ ένα παραγωγικό μοντέλο ως βάση για την ανάπτυξη.
Ποιος μίλησε για μια στρατηγική στροφή προς την ποιότητα; Μια γεωργία, χαμηλού κόστους δεν μας συνέφερε, καθώς δεν ταίριαζε στο παραγωγικό μας μοντέλο, ούτε στη διάρθρωση της γεωργο-κτηνοτροφίας μας. Θα μπορούσαμε να κάνουμε τη γεωργία πυλώνα ανάπτυξης του τόπου. Μια ορολογία που στις μέρες μας έχει ιδιαίτερη αξία.
Χρειάζεται να πάμε σ’ ένα μοντέλο ποιοτικό, ένα μοντέλο συνυφασμένο με τις δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα που έχουν τα Νησιά μας, με την ποιότητα των προϊόντων τους και το μεράκι των αγροτών μας.
Ποιος είπε ότι αν εξισορροπήσουν τα παραγωγικά μας συστήματα φυτικής και ζωικής παραγωγής, το σύστημα δεν θα είναι βιώσιμο; Δεν μπορούμε να πάμε με μια φυτική παραγωγή σε μη ικανοποιητικά μεγέθη ούτε σε μια συρρικνωμένη ζωική παραγωγή. Μπορεί να βλέπουμε συχνά ξέχωρα τη φυτική από τη ζωική παραγωγική διαδικασία, ενώ είναι συνυφασμένες μέσω του συστήματος ζωοτροφών. Σαφέστατα η φυτική παραγωγή πρέπει να υποστηριχθεί μόνο όταν ενισχύει την παραγωγή ζωοτροφών.
Δεν είναι βοσκοτόπια τα γυμνά βουνά που αφήσαμε στα Νησιά μας, αυτά είναι πέτρες. Πρέπει να τα αναχλοώσουμε με επιστημονικό τρόπο και να τα ξαναζωντανέψουμε. Οι βοσκότοποι αποτελούν τη μεγαλύτερη σε έκταση χρήση γης φυσικού πόρου με κυρίαρχη δραστηριότητα την παραγωγή βοσκήσιμης ύλης για τα μηρυκαστικά. Στο πέρασμα του χρόνου, χορτολιβαδικές εκτάσεις χάθηκαν, εξαιτίας της άναρχης δόμησης και της έλλειψης σχεδιασμού στη χωροθέτηση βιομηχανικών ζωνών και τουριστικών εγκαταστάσεων.
Παρ’ όλο που στο παρελθόν δόθηκαν σημαντικά ποσά για μελέτες, σήμερα οι γνώσεις μας για ότι αφορά την βοσκοϊκανότητα των βοσκοτόπων είναι μηδενικές ενώ η ανυπαρξία σχεδίων διαχείρισης τους (που αποτελεί και κυρίαρχη Κοινοτική υποχρέωση για την συνεχιζόμενη χρηματοδότηση μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής) συντελεί στην εφαρμογή των πυκνοτήτων βόσκησης, οι οποίες εξαρτώνται από τον αριθμό των ζώων, που δηλώνονται μόνο στις καταστάσεις βοσκής.
Χρειάζεται να ανατρέψουμε τον εαυτό μας, να ξαναοραματιστούμε, να πιστέψουμε ότι δεν είναι γραμμένο στην μοίρα μας να είμαστε υποταγμένοι κακομοίρηδες. Μας οδηγούν όσα έκαναν οι πρόγονοί μας υπερασπίζοντας τον τόπο μας και τις ανθρώπινες αξίες. Αλλιώς η ανάπτυξη για την οποία μιλάμε δεν μπορεί να είναι βιώσιμη, δεν μπορεί να είναι σταθερή. Θέλουμε όμως η αλλαγή να είναι μονιμότερη, να πατήσει σε στέρεες παραγωγικές βάσεις, να μειώσει την ανεργία για να μην οδηγηθούμε σε οξυμένα κοινωνικά θέματα.
Δρ. Σπυρίδων Α. Θεοτοκάτος