Κατηφόριζα τη Βασιλέως Γεωργίου Α’ στο Σύνταγμα. Λίγα μέτρα μακριά μου, ένα νεαρό ζευγάρι παρέφραζε δυνατά απαστράπτουσες λέξεις από τις ταμπέλες πολυτελών ξενοδοχείων.
Το «luxury» έγινε «Ληξούρι» ‒δηλαδή ο ορισμός της επαναστατικής Κεφαλονιάς‒, ενώ εγώ είχα ακόμα στο στόμα την επίγευση μιας «πρωτόλειας» Μαυροδάφνης από τις πλαγιές του Αίνου.
Με ρίζες από τη Ζάκυνθο, μεγάλωσα με αισθήματα περιφρόνησης για τους «απέναντι». Η ζωή τα έφερε έτσι που στα 20 μου χρόνια πέρασα με ένα καρυδότσουφλο από τον Άγιο Νικόλαο Βολιμών στην Πεσσάδα για να συναντήσω κάπου κοντά στο Αργοστόλι τη γυναίκα που σκεφτόμουν νυχθημερόν εκείνους τους μήνες.
Εκτός της μέθης του παράφορου έρωτα, θυμάμαι τη μέθη με Ρομπόλα σε κάτι γραφικά ταβερνεία.
Οι επώνυμες ήταν επενδεδυμένες με ένα ύφασμα σαν χιτώνας, που αγκάλιαζε το γυαλί. Λαμπρό μαρκετίστικο τρικ της εποχής, όμως ο τοπικός creative director δεν υπολόγισε ότι το λευκό κρασί πρέπει να καταναλώνεται δροσερό και για να διατηρηθεί στη σωστή θερμοκρασία μέσα στο κατακαλόκαιρο χρειάζεται σαμπανιέρα.
Ήλιος, θάλασσα, το κορίτσι μου κι εγώ, και κάθε φορά που γεμίζαμε τα ποτήρια μας γινόταν μούσκεμα το τραπέζι και τα πόδια μας από το ποτισμένο με νερό ύφασμα. Όλα γύρω μας συνηγορούσαν ώστε να κατευνάσουν τις ορμές μας.
Δωρική Ρομπόλα, πολύπλοκη Μαυροδάφνη, ευωδιαστό Μοσχάτο και λιγότερο διαδεδομένες ποικιλίες αμπέλου, όπως Βοστιλίδι, Τσαούσι και Μοσχατέλα, έχουν μαγνητίσει το ενδιαφέρον όσων αγαπούν αληθινά το κρασί και πασχίζουν να διευρύνουν τους οινικούς τους ορίζοντες.
Η πρώτη επίσκεψη στην Κεφαλονιά άφησε γοητευτικές εντυπώσεις κι έτσι επέστρεψα στο νησί αρκετές φορές από τότε. Γνώρισα καλά τον τόπο, έκανα φίλους και όσο εμβάθυνα τη σχέση μου με το κρασί, κατάλαβα πόσο πολλά και σημαντικά μπορεί να δώσει αυτή η γη.
Από τις κακοτράχαλες και άγονες πλαγιές του Αίνου στους δαντελωτούς λοφίσκους της Παλικής με το χαρακτηριστικό αργιλώδες έδαφος.
Δωρική Ρομπόλα, πολύπλοκη Μαυροδάφνη, ευωδιαστό Μοσχάτο και λιγότερο διαδεδομένες ποικιλίες αμπέλου, όπως Βοστιλίδι, Τσαούσι και Μοσχατέλα, έχουν μαγνητίσει το ενδιαφέρον όσων αγαπούν αληθινά το κρασί και πασχίζουν να διευρύνουν τους οινικούς τους ορίζοντες.
Τα κρασιά του Συνεταιρισμού, κάθε χρόνο και καλύτερα ‒η δυναμική οικογένεια Κοσμετάτου, το «νεύρο» του Πέτρου Μαρκαντωνάτου, ο στωικός Ευρυβιάδης Σκλάβος με τις εναλλακτικές οινοποιήσεις του που μας προσφέρει δυνατές συγκινήσεις και η οικογένεια Χαριτάτου, γλυκύτατοι άνθρωποι με κουλτούρα άλλης εποχής‒, έβαλαν το νησί στον σύγχρονο οινικό χάρτη.
Από τις κακοτράχαλες και άγονες πλαγιές του Αίνου στους δαντελωτούς λοφίσκους της Παλικής με το χαρακτηριστικό αργιλώδες έδαφος.
Όμως ξεκίνησα το κείμενο με τη λέξη «επαναστατική», γι’ αυτό και θα σταθώ σε δύο ανθρώπους από λιγότερο γνωστά οινοποιεία που πιστεύω ακράδαντα πως ανεβάζουν ακόμα πιο ψηλά τον πήχη.
Νίκος Πετρακόπουλος με οινοποιείο στα Θηράμονα, ένα όμορφο μικρό χωριό στα νότια, και Πάνος Σαρρής, λίγα μέτρα πάνω από την παραλία Άβυθος.
Το χαρακτηριστικό που τους συνδέει είναι ότι με τα κρασιά τους εκφράζουν τον ελεύθερο χαρακτήρα του τόπου, μια αρετή που, αντίθετα με όσα πολλοί πιστεύουν, έχει πλαίσιο.
Το πλαίσιο στο οποίο κινούνται, λοιπόν, ο Νίκος και ο Πάνος είναι η παραγωγή κρασιών από αμπέλια γεμάτα ζωή (του Νίκου είναι βιολογικά πιστοποιημένα) και οι ήπιες παρεμβάσεις στην οινοποίηση, εάν και όποτε απαιτείται.
Αποτέλεσμα αυτής της στάσης ζωής είναι κρασιά με χαρακτήρα: σπιρτάδα και νεύρο στα λευκά, πολυπλοκότητα και βάθος στα ερυθρά.
Ο Νίκος Πετρακόπουλος έχει ρίζες στο νησί από τη μητέρα του Μαριλή Σολωμού (οικογένεια Μελισσινών). Στο πέρασμα των αιώνων, η αμπελοκαλλιέργεια και το κρασί είναι αναπόσπαστο στοιχείο της οικογενειακής παράδοσης.
Εμπνευσμένος από τον θείο του Αλέξη Σολωμό, ο Νίκος ξεκινάει τις πρώτες εμφιαλώσεις αρχές της δεκαετίας του ’00.
Αυτό που ελάχιστοι γνωρίζουν για τον καλό οινοποιό είναι ότι η επαγγελματικά απασχολείται στον κλάδο της Πληροφορικής, με ειδίκευση στην Τραπεζική Τεχνολογία. Tεχνολογία, Πληροφορική και κρασιά με ήπιες οινοποιήσεις, με την αρωγή της οινολόγου Κικής Σιαμέλη. Ωραιότατα!
Ρομπόλα Θυμάρι Πέτρας από ένα αμπέλι που χαρακτηρίζεται ο «αφρός» της περιοχής Λακοματίων. Τα κλήματα συνυπάρχουν με θυμάρια και αγριοβότανα, δίνοντας σ’ αυτήν τη Ρομπόλα ξεχωριστή έκφραση με έντονα βοτανικά στοιχεία.
Μαυροδάφνη Mov από ένα γέρικο, προφυλλοξηρικό αμπέλι με αργιλοαμμώδες έδαφος. Εξαιρετικά χαμηλή στρεμματική απόδοση, φυσική οινοποίηση και παραμονή σε παλαιάς χρήσης γαλλικά, δρύινα βαρέλια για δύο χρόνια.
Μοσχάτο Κεφαλληνίας, ένα φίνο επιδόρπιο από λιαστά σταφύλια, προερχόμενα από το αμπελοτόπι Αγκώνα στις πλαγιές του Αίνου, που θα αγαπήσετε από την πρώτη γουλιά.
Ο αεικίνητος Πάνος Σαρρής ξεκίνησε τη σχέση του με το κρασί το 2004, σπουδάζοντας οινοχόος. Παράλληλα, άνοιξε δικό του εστιατόριο, το Avithos Preview, που λειτουργεί έως σήμερα κάθε καλοκαιρινή σεζόν.
Εκτός από κρασί, παράγει το premium ελαιόλαδο Πανοχώρι (Panochori) που βραβεύτηκε πρόσφατα στον διεθνή διαγωνισμό Athena αλλά και από τη «βίβλο του ελαιολάδου», τον ιταλικό κατάλογο «Flos Olei», που συμπεριέλαβε το Panochori στα 500 καλύτερα λάδια του κόσμου για το 2018.
Με κόπο ετών, μια παλιά ταβέρνα στη θέση Μεγάλη Πέτρα μετατρέπεται στο σύγχρονο, επισκέψιμο οινοποιείο Sarris Winery.
Η Ρομπόλα από ένα αμπελοτόπι στο Φαγιά είναι η ποικιλία που καθιέρωσε τον Πάνο ανάμεσα στους Κεφαλονίτες οινοποιούς.
Πριν από λίγους μήνες παρουσίασε μια ενδιαφέρουσα πρόταση από Βοστιλίδι ‒V for Vostilidi, περασμένο από βαρέλι‒ και πρόσφατα τη Μεγάλη Πέτρα, Μαυροδάφνη χωρικής οινοποίησης από τις πλαγιές του Αίνου (ενώ οι περισσότερες προέρχονται από τη Παλική), χωρίς καμία παρέμβαση.
Παραδοσιακό πάτημα σταφυλιών, παραμονή 4 μήνες σε βαρέλι παλαιάς χρήσης, αυτόχθονες ζύμες, αφιλτράριστο, μηδενικά θειώδη.
Έχουμε γράψει επανειλημμένως ότι η Κεφαλονιά είναι από τις λαμπρότερες οινικές περιοχές της χώρας. Λόγω Ενετοκρατίας, υπάρχει έστω και περιορισμένο ιστορικό αρχείο, όταν στις περισσότερες περιοχές δεν γνωρίζουμε τι έγινε πριν από σαράντα χρόνια.
Τα οινοποιεία έχουν εξελιχθεί και με εξωστρέφεια έχουν εδραιώσει διεθνώς τα κρασιά τους. Μόνο πρόβλημα, η έλλειψη αμπελουργών, μια πραγματικότητα που ουσιαστικά προβληματίζει συνολικά τον κλάδο.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουν οι τοπικές κοινωνίες ότι η αμπελοκαλλιέργεια δεν είναι απλώς ακόμα ένα αγροτικό προϊόν αλλά αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο κληρονομιάς.
Κλείνοντας, τι καλύτερο από ένα μελωδικό φινάλε με στίχους του ντόπιου κανταδόρου Πετροκόκκινου:
Κρασί σε πίνω για καλό
και συ με πας στον τοίχο
κινάω να πάω σπίτι μου
την πόρτα δεν τη βρίσκω.
Πηγή: lifo.gr