Μέχρι πριν από λίγα χρόνια η χώρα µας ήταν κυριολεκτικά εν υπνώσει στο θέµα της έρευνας και ανάπτυξης υδρογονανθράκων. Για την ακρίβεια, υπήρχαν εν λειτουργία η παλιά εκµετάλλευση του Πρίνου και η αναξιοποίητη άδεια εκµετάλλευσης στα ΕΛΠΕ και στην καναδική CALFRAC στο Θρακικό Πέλαγος. Αντίθετα, µέσα στα τελευταία 5-6 χρόνια η εικόνα άλλαξε ριζικά και υπήρξε θεαµατική αλλαγή τοπίου.
Η Ελλάδα βρίσκεται σήµερα παρούσα στον διεθνή χάρτη της πετρελαϊκής δραστηριότητας, έχοντας πάνω από 10 περιοχές στις οποίες έχουν ξεκινήσει οι διαδικασίες για την έρευνα υδρογονανθράκων. Το σηµαντικότερο είναι, δε, ότι µε πρωταγωνιστή τα Ελληνικά Πετρέλαια, την εθνική εταιρεία πετρελαίων, η χώρα µας έχει καταφέρει να προσελκύσει πολυεθνικές εταιρείες-κολοσσούς, όπως η Total, η ExxonMobil, η Repsol, η Edison, οι οποίες συµµετέχουν κοινοπρακτικά στη διερεύνηση του ελληνικού υπεδάφους, µε την προσδοκία σηµαντικών ανακαλύψεων.
Πρίνος- Κατάκολο
Αυτήν τη στιγµή σε παραγωγή συνεχίζουν να παραµένουν µόνο τα κοιτάσµατα του Πρίνου, όπου από την αρχή του έτους µπήκε σε παραγωγή και το «Πεδίο Ε». Ωστόσο, σε φάση ανάπτυξης βρίσκεται και το διαπιστωµένο από παλιά κοίτασµα του Κατακόλου, ενώ την ίδια στιγµή έχουν προχωρήσει σηµαντικά οι αρχικές έρευνες στον Πατραϊκό Κόλπο, όπου στις αρχές του 2020 τα ΕΛΠΕ θα κάνουν την πρώτη ερευνητική γεώτρηση.
Στη διαδικασία των σεισµικών ερευνών βρίσκεται και η χερσαία περιοχή των Ιωαννίνων, µε τις εργασίες να έχουν προς το παρόν σταµατήσει λόγω του χειµώνα. Περιοχές στις οποίες έχουν ήδη υπάρξει παραχωρήσεις και έχουν υπογραφεί και επικυρωθεί οι συµβάσεις είναι, στην ηπειρωτική Ελλάδα, η Αρτα-Πρέβεζα, η Αιτωλοακαρνανία και η Βορειοδυτική Πελοπόννησος, και στη θάλασσα το οικόπεδο 2 στο Βόρειο Ιόνιο και -από πολύ παλιά- το Θρακικό Πέλαγος, όπου τα ΕΛΠΕ σε συνεργασία µε την CALFRAC αναζητούν τρόπους επαναδραστηριοποίησης.
Υπάρχουν, τέλος, τέσσερις θαλάσσιες περιοχές για τις οποίες έχουν µονογραφηθεί οι παραχωρήσεις, αλλά αναµένεται να κυρωθούν το επόµενο διάστηµα από τη Βουλή. Πρόκειται για τα πολύ βαθιά νερά δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης, όπου τα ΕΛΠΕ «έφεραν» την Total και την ExxonMobil, το οικόπεδο στο Ιόνιο που έχει παραχωρηθεί στην κοινοπραξία Repsol και ΕΛΠΕ και, τέλος, το οικόπεδο 10 στον Κυπαρισσιακό Κόλπο, από τον προηγούµενο γύρο παραχωρήσεων, που βρίσκεται και αυτό στην τελική φάση.
Την ίδια στιγµή, η Ε∆ΕΥ (Ελληνική ∆ιαχειριστική Αρχή Υδρογονανθράκων) προετοιµάζεται να «βγει» στις διεθνείς αγορές προς αναζήτηση ενδιαφεροµένων για νέες περιοχές, από εκείνες, επί της ουσίας, που είχαν παραµείνει αδιάθετες σε προηγούµενους κύκλους παραχωρήσεων και των οποίων τα στοιχεία και δεδοµένα έχουν αναλυθεί εκ νέου και εµπλουτιστεί, µε στόχο να κινητοποιηθεί νέο επενδυτικό ενδιαφέρον. Ηδη, στις 18 Φεβρουαρίου λήγει η προθεσµία για την υποβολή προσφορών στον διαγωνισµό της Ε∆ΕΥ για την εκπόνηση της στρατηγικής µελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων της περιοχής νοτίως της Κρήτης. Πρόκειται για θαλάσσια οικόπεδα που βρίσκονται ανατολικότερα των περιοχών που παραχωρήθηκαν στις Total, ExxonMobil και ΕΛΠΕ, στα δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης. Υπάρχουν κοιτάσµατα υδρογονανθράκων στην Ελλάδα; Αυτό είναι βέβαιο, απαντούν οι άνθρωποι που δραστηριοποιούνται επί χρόνια στον τοµέα – και δεν αναφέρονται µόνο σε αυτά που βρίσκονται σε παραγωγή ή στα διαπιστωµένα από παλαιότερες έρευνες.
Η μεγάλη ευκαιρία
Η βεβαιότητά τους αφορά την επεξεργασία των γεωλογικών στοιχείων που είναι διαθέσιµα από τις σεισµικές έρευνες, τις πρόσφατες και του παρελθόντος. Ουδείς ωστόσο από τους σοβαρούς επιστήµονες µπορεί να µιλήσει µε ασφάλεια για το πόσο µεγάλα είναι τα κοιτάσµατα αυτά και το πόσο εκµεταλλεύσιµα είναι, πριν να γίνουν οι ερευνητικές γεωτρήσεις.
Εκείνο που καθίσταται σαφές είναι ότι η χώρα βρίσκεται, έπειτα από δεκαετίες, µπροστά σε µια σηµαντική πιθανότητα να βρει αξιόλογα κοιτάσµατα, πολλώ δε µάλλον όταν έχει καταφέρει να ερευνούν για λογαριασµό της οι κατά τεκµήριο ηγήτορες του παγκόσµιου πετρελαϊκού χάρτη. «Αυτή η ευκαιρία δεν πρέπει να πάει χαµένη» δηλώνουν στην «Η» στελέχη του χώρου, επισηµαίνοντας ταυτόχρονα πόσο επικίνδυνο είναι να υπάρχουν είτε καθυστερήσεις από την πλευρά της επίσηµης πολιτείας είτε, πολύ περισσότερο, ανέξοδες αντιδράσεις από πολύ µικρές τοπικές µειοψηφίες, οι οποίες θα µπορούσαν να δηµιουργήσουν την εντύπωση στις εµπλεκόµενες εταιρείες ότι η δραστηριοποίηση στην έρευνα υδρογονανθράκων στη χώρα µας ενέχει πιθανότητες «περιπέτειας».
Οι επισηµάνσεις αυτές γίνονται, για παράδειγµα, επειδή ήδη καταγράφεται κάποια δυσαρέσκεια για το γεγονός ότι στις περιοχές δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης, καθώς και στο Ιόνιο, περιοχές δηλαδή τις οποίες έχουν «πάρει» πολυεθνικές όπως η Total, η ExxonMobil ή η Repsol, καθυστερεί χωρίς ορατό λόγο η έγκριση της στρατηγικής µελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και η ψήφιση από τη Βουλή της σύµβασης παραχώρησης. Οι χρόνοι διεκπεραίωσης των διαδικασιών αυτών είναι δυσανάλογα µεγάλοι σε σχέση µε ό,τι συµβαίνει σε άλλες χώρες, γεγονός που καταγράφεται στα συγκριτικά µειονεκτήµατα της δικής µας αγοράς.
Επιπλέον, έχει δηµιουργηθεί ένα αρνητικό προηγούµενο, κυρίως στις χερσαίες περιοχές των Ιωαννίνων και της Αρτας-Πρέβεζας, µε αντιδράσεις κατά τη διαδικασία των σεισµικών ερευνών των εταιρειών από κάποιες πολύ µικρές και -στην πραγµατικότητα- αποµονωµένες µειοψηφίες, οι οποίες ωστόσο, ειδικά ενόψει των αυτοδιοικητικών εκλογών, κάνουν «θόρυβο» δυσανάλογο µε το µέγεθός τους. Τα δεδοµένα, µε βάση τις αναλυτικές επιστηµονικές αλλά και ρεαλιστικές εξηγήσεις των αρµοδίων για τα θέµατα αυτά, δεν αφήνουν στην πραγµατικότητα κανένα περιθώριο για καλλιέργεια παράδοξων θεωριών κινδυνολογίας.
Παρ’ όλα αυτά, οι θεωρίες αυτές επαναλαµβάνονται… Από την άλλη, όπως επισηµαίνεται χαρακτηριστικά, η περιβαλλοντικά ασφαλής, οικονοµικά αποδοτική και κοινωνικά δίκαιη αξιοποίηση των υδρογονανθράκων στη Νορβηγία αποτελεί ένα ορατό παράδειγµα των ωφελειών που µπορεί να έχει η χώρα, όπως και οι τοπικές κοινωνίες, από την ανακάλυψη και αξιοποίηση πιθανών κοιτασµάτων.
Πηγή: ethnos.gr