Προφυλακίστηκαν με ομόφωνη απόφαση ανακριτών και αρμόδιου εισαγγελέα ο πρώην υπουργός Γιάννος Παπαντωνίου και η σύζυγός του Σταυρούλα Κουράκου μετά από πολύωρη απολογία που έδωσαν σχετικά με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που αποδίδονταν κατά το κατηγορητήριο με το εξοπλιστικό πρόγραμμα της αναβάθμισης έξι φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού.
Η προφυλάκισή τους αποφασίστηκε μετά από πολύωρη ανταλλαγή απόψεων μεταξύ της ανακρίτριας Ηλιάνας Ζαμανίκα και του επίκουρου ανακριτή Γεωργίου Ευαγγέλου και της αρμόδιας εισαγγελέως.
Οι απολογίες του πρώην υπουργού και της σύζυγου του διήρκησαν δύο ημέρες, Δευτέρα και Τρίτη ενώπιον των ειδικών ανακριτών Διαφθοράς Ηλιάνας Ζαμανίκα και του επίκουρου ανακριτή Γεωργίου Ευαγγέλου. Το βαρύτατο κατηγορητήριο, αριθμεί τις 650 σελίδες.
Στη συνέχεια η κ. Κουράκου παρέμεινε στο ανακριτικό γραφείο περίπου 5 ώρες, και αρνήθηκε την κατηγορία της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα που της αποδίδεται.
Γ. Παπαντωνίου: Το δόγμα Πολάκη εφαρμόζεται γενικά
«Η εργαλειοποίηση της ελληνικής δικαιοσύνης θέτει σε κίνδυνο την ίδια μας τη δημοκρατία. Το δόγμα Πολάκη εφαρμόζεται γενικά», δήλωσε ο Γιάννος Παπαντωνίου κατά την αποχώρησή του από τα ανακριτικά γραφεία μετά την απόφαση για την προφυλάκιση τόσο του ιδίου όσο και της συζύγου του.
Οι δυο προφυλακιστέοι θα περάσουν τη νύχτα στην ΓΑΔΑ και το πρωί αναμένεται να οριστούν από τον εισαγγελέα οι φυλακές όπου θα κρατηθούν.
Οι κατηγορίες
Οι δύο κατηγορούνται για νομιμοποίηση παράνομων εσόδων ύψους 2,8 εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων που φέρεται να έλαβε ο κ. Παπαντωνίου ως δώρο κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του το 2003. Κατά την εξαντλητική διαδικασία που ουσιαστικά ξεκίνησε το πρωί της Δευτέρας, για τον πρώην υπουργό του ΠΑΣΟΚ. και την Τρίτη για την κ.Κουράκου, το ζευγάρι αρνήθηκε ενώπιον των ανακριτών Διαφθοράς Ηλιάννας Ζαμανίκα και Γιώργου Ευαγγέλου ότι έλαβαν δώρα για να προωθήσει ο κ.Παπαντωνίου την υπογραφή της σύμβασης εκσυγχρονισμού των 6 φρεγατών τύπου S του Πολεμικού Ναυτικού στην γαλλική εταιρεία THALES καθώς και εκείνη που αφορούσε τα αντισταθμιστικά ωφελήματα που απέρρεαν από αυτήν.
Κατά την διήμερη απολογητική διαδικασία ο κ. Παπαντωνίου φέρεται να δέχθηκε δεκάδες ερωτήσεις για την σύμβαση που δεκαπέντε χρόνια μετά την υπογραφή της, τον κατέστησε υπόλογο ενώπιον της Δικαιοσύνης. Είναι η σύμβαση 010Β/03 που υπογράφηκε στις 6.2.2003 για τον εκσυγχρονισμό μέσης ζωής έξι φρεγατών τύπου «S» του Πολεμικού Ναυτικού με αντισυμβαλλόμενα μέρη την εταιρεία Ελληνικά Ναυπηγεία Α.Ε. -ως κύριου αναδόχου- και υποκατασκευαστή την εταιρεία THALES NEDER LAND B.V. και του υπουργείου Εθνικής Άμυνας .
Στο βαρύτατο κατηγορητήριο ,που υπερίσχυσε έναντι των απαντήσεων του πρώην υπουργού και της συζύγου του στην κρίση των δικαστικών λειτουργών για την ποινική τους μεταχείριση, αναφέρεται ότι για την επίμαχη σύμβαση ο κ. Παπαντωνίου έλαβε ως δώρο το επίμαχο χρηματικό ποσό. Μάλιστα οι ανακριτές θεωρούν τα χρήματα αυτά μέρος ενός ποσού περίπου 4 εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων που ερευνάται καθώς πιθανολογείται πως διατέθηκαν για να προωθηθούν συγκεκριμένες συμβάσεις του Υπουργείου Άμυνας .
Το ποσό της δωροδοκίας που καταλογίζεται στον κ. Παπαντωνίου φαίνεται να είναι σε άμεση σχέση με το κόστος για το έργο της αναβάθμισης των φρεγατών, περίπου 400 εκατομμύρια ευρώ , χρήματα που πλέον οι ανακριτές θεωρούν ζημιά του Δημοσίου. Η δικογραφία αναφέρεται σε εισροές χρηματικών ποσών, από λογαριασμό της γαλλικής εταιρίας, σε λογαριασμό που διατηρούσε στην Γενεύη ο αποβιώσας πλέον αντιπρόσωπος της, Χαράλαμπος Μπεκατώρος. Από εκεί τμηματικά μεταφέρονται στην Κύπρο από όπου γίνονται τμηματικές αναλήψεις ποσών. Τα επίμαχα ποσά κατά τους ανακριτές εμφανίζονται κατατεθημένα σε λογαριασμούς πολιτικού μηχανικού, φίλου του ζεύγους Παπαντωνίου. Ο μηχανικός που είναι κατηγορούμενος στην υπόθεση , απολογήθηκε πριν λίγες ημέρες στους Ανακριτές Διαφθοράς και αφέθηκε ελεύθερος με χρηματική εγγύηση 500 χιλιάδων ευρώ και απαγόρευση εξόδου από την χώρα.
Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Παπαντωνίου κατηγορείται για νομιμοποίηση παράνομων αμοιβών που φθάνουν τα 2,8 εκατομμύρια ελβετικών φράγκων, ενώ την Τρίτη επανήλθε στο ανακριτικό γραφείο για να ολοκληρώσει την απολογία του, σχετικά με όσα του καταλογίζονται στο 800 σελίδων κατηγορητήριο που συντάχθηκε με κορμό τη σύμβαση του 2003 για την αναβάθμιση έξι φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού.
Η απολογία του πρώην υπουργού υπήρξε εξαντλητική και πολλές στιγμές δεν έλειψαν οι εντάσεις, καθώς οι δύο ανακριτές βομβάρδισαν με ερωτήσεις τον κ. Παπαντωνίου ο οποίος αμφισβητεί όλο το σκεπτικό της δικογραφίας που σχηματίστηκε εναντίον του, μόλις πριν ένα χρόνο οπότε και υπήρξαν στοιχεία των ελβετικών τραπεζών για ροές και κινήσεις χρημάτων που κατά τις δικαστικές Αρχές “δείχνουν” παράνομα ωφελήματα.
Δεκαπέντε χρόνια μετά την υπογραφή της επίμαχης σύμβασης, ο Γιάννος Παπαντωνίου κλήθηκε να απαντήσει επί της ουσίας της υπόθεσης, καθώς οι παραδοχές της Ανάκρισης είναι ότι το 2003 υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας διέπραξε απιστία -που έχει παραγραφεί – ζημιώνοντας με 400 εκατομμύρια ευρώ το Δημόσιο, με κίνητρο παράνομα ωφελήματα που έλαβε. Η ακολουθία της δικογραφίας αφορά αυτές τις παράνομες αμοιβές και τους τρόπους απόκρυψης και νομιμοποίησης των χρημάτων αυτών.
Ο πρώην υπουργός δεν δέχεται ότι η σύμβαση για τις έξι φρεγάτες προκάλεσε ζημιά του Δημοσίου και μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, κατά τη διαδικασία ανέβηκαν πολλές φορές οι τόνοι εντός του ανακριτικού γραφείου γιατί οι ανακριτές επί οκτώ ώρες ρωτούσαν τον κ. Παπαντωνίου μόνο γι’ αυτό το θέμα. Ο πρώην υπουργός, σύμφωνα πάντα με πληροφορίες, απάντησε στους ανακριτές πως αν δεν υπέγραφε τη σύμβαση αυτή, η ζημιά του Δημοσίου θα ήταν 3 δισ. ευρώ, τα οποία θα έπρεπε να δαπανηθούν για την κατασκευή νέων πλοίων. «Η επιλογή που ουσιαστικά εισηγείστε μέσω του κατηγορητηρίου θα παραβίαζε τις αντοχές της οικονομίας και θα υπονόμευε την εθνική ασφάλεια» φέρεται να λέει στους δικαστικούς λειτουργούς.
Όσο για τη νομιμοποίηση χρημάτων που του καταλογίζεται, σκέλος που συνεχίζεται με τις ερωταπαντήσεις στο ανακριτικό γραφείο, ο κ. Παπαντωνίου φαίνεται όχι μόνο να αμφισβητεί το σκεπτικό των δύο ανακριτών, αλλά και να τους αποδίδει πλήρη άγνοια του τραπεζικού συστήματος. Υποστηρίζει πως οι δύο δικαστικοί λειτουργοί βρισκόμενοι σε απόγνωση από την έλλειψη στοιχείων έφτιαξαν ένα σενάριο χωρίς ουσιαστικά στοιχεία. «Δεν χρηματίστηκα, δεν έχετε κανένα απολύτως στοιχείο, ούτε ένδειξη ούτε τίποτε που να υποδηλώνει χρηματισμό. Δεν είναι αληθής ο ισχυρισμός του κατηγορητηρίου» φέρεται να ισχυρίζεται ο πρώην υπουργός.
Από τη μεριά της, η σύζυγος του κ. Παπαντωνίου, κ. Κουράκου, παρέμεινε στο ανακριτικό γραφείο περίπου 5 ώρες, και σύμφωνα με πληροφορίες, αρνήθηκε την κατηγορία της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα που της αποδίδεται.
Ποτάμι: Οσοι κυβέρνησαν και όσοι κυβερνούν δεν είναι υπεράνω των νόμων
Πρώτη αντίδραση από το Ποτάμι με ανακοίνωση μετά την προφυλάκιση του Γιάννου Παπαντωνίου και της συζύγου του.
«H προφυλάκιση ενός ανθρώπου είναι συχνά μια δυσάρεστη είδηση. Πόσο μάλλον ενός ζευγαριού. Η προφυλάκιση όμως ενός υπουργού με κατηγορίες που σχετίζονται με παράνομο πλουτισμό και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος μπορεί να εκπέμπει και ένα μήνυμα αισιοδοξίας. Ότι όσοι κυβέρνησαν και όσοι κυβερνούν δεν είναι υπεράνω των νόμων.
Το Ποτάμι, από τον Μάρτιο του 2017, είχε μιλήσει για λογαριασμούς «συμφερόντων Παπαντωνίου» σε ελβετικές τράπεζες. Ο Σταύρος Θεοδωράκης είχε αποκαλύψει σχετικά στοιχεία στη Βουλή και στη συνέχεια είχε κληθεί και είχε καταθέσει στην εισαγγελία διαφθοράς. Όλα τα άλλα κόμματα σιώπησαν, εμείς όμως – έστω και μόνοι – επιμείναμε, ζητώντας να συνεχιστεί η έρευνα και να μην μπει η υπόθεση στο αρχείο.
Ο κ.Παπαντωνίου είναι ο δεύτερος υπουργός του ίδιου κυβερνητικού σχηματισμού που οδηγείται στη φυλακή. Ο κ.Τσοχατζόπουλος ήταν υπουργός Αμύνης από το 1996 μέχρι το 2001 και ο κ.Παπαντωνίου από το 2001 μέχρι το 2004. Όταν λοιπόν, δύο υπουργοί Αμύνης συλλαμβάνονται για πλουτισμό από μίζες – ο ένας είναι ήδη τελεσίδικα καταδικασμένος – τότε δεν μιλάμε για σύμπτωση, αλλά για γενικευμένη διαφθορά. Και κάποιοι οφείλουν να αναλάβουν την πολιτική ευθύνη για αυτά που σήμερα οι δικαστικές αρχές βεβαιώνουν.
Η Ελλάδα βοούσε εκείνη την εποχή για σκάνδαλα, δωροδοκείες, μίζες αλλά δεν υπήρξε κανένα αντίμετρο από τη μεριά της τότε κυβέρνησης για να αποτραπούν αυτά τα φαινόμενα. Είναι το τρύπιο σύστημα των προμηθειών; Είναι οι νόμοι που διευκολύνουν την ασυλία των υπουργών; Είναι η ανοχή ενός συστήματος απέναντι στα δικά του παιδιά; Είναι ένα έγκλημα με πολλούς συνενόχους; Ότι και να’ ναι οι πολίτες θέλουν απαντήσεις. Τις ποινικές θα τις δώσει η Δικαιοσύνη, η οποία αποδεικνύεται ότι έχει θαρραλέους λειτουργούς. Τις πολιτικές όμως πρέπει επιτέλους να τις δώσουν όσοι τους διόρισαν, όσοι τους ανέχτηκαν και σιώπησαν και όσοι τους κράτησαν μέχρι τέλους στα υπουργεία τους».