

Γράφει η Χαραλαμπία Καρούσου Τσελέντη
Γράφει η Χαραλαμπια Καρούσσου Τσελέντη
Το λαογραφικό μας πρόβλημα
Τις τελευταίες ημέρες στη Κεφαλονιά, αρχίζουμε σιγά σιγά να ασχολούμαστε με τα πανηγύρια μας. Όχι επειδή η νοημοσύνη της παράδοσης έκανε κάποιο διαβατήριο άλμα, αλλά γιατί η μικρή φωτιά που άναψε, άρχισε να καψαλίζει επαγγελματικούς και οικονομικούς σκοπούς. Η νέα γενιά, που βλέπουμε συχνά να βρίσκεται στη πρώτη γραμμή στα πανηγύρια μας, χωρίστηκε σε αυτούς που μιλούν για το πρόβλημα και σε αυτούς που το ονομάζουν εξέλιξη της παράδοσης. Η νοημοσύνη του καθενός μπορεί να κρίνει διαφορετικά. Όμως η λαογραφία του νησιού μας, διαμορφώνει την ιδιαίτερη ταυτότητα μας, το αρχαίο χαρακτηριστικό του Κεφαλλήνα που τον κάνει να ξεχωρίζει ανάμεσα στους ομοίους, ήδη από την μυκηναϊκή εποχή. Για αυτό πρεπει να τη γνωρίζουμε, να τη σεβομαστε, να την αγαπάμε ως μέρος του εαυτού μας.
Το άγχος ενός νέου από το νησί μας, ενος χορευτή, θέτει ερωτήματα γύρω από την ταυτότητα μας. Η παράδοση μας έχει χαθεί ή εχει μετεξελιχθεί βάσει των νέων κοινωνικών αναγκών; Ποια είναι η σύγχρονη λαογραφια μας και με βάσει ποιους διαμορφώνεται; Η λαογραφία είναι πάλι αυτή που θα μας δώσει την λύση.
Η εθιμική συμπεριφορά του λαού, δηλαδή το περιεχόμενο της λαογραφίας, έχει αρχαίες , έχεις ομηρικές ρίζες( εννοούνται τα μυκηναΐκα και λιγότερο η περίοδος που ονομάζεται συμβατικά ομηρική). Έως τον 20αιώνα , ο λαός έχει διατηρήσει βυζαντινά χαρακτηριστικά στη παράδοση του. Αυτή την πληροφορία, μας τη δίνει ο καθηγητής λαογραφίας Δημήτριος Λουκάτος. Η Κεφαλονιά λοιπόν, διαθέτει πολυποίκιλο λαογραφικό πλούτο, βασισμένο στην ιδιοσυγκρασία της ανθρωπογεωγραφία της. Είχε επίσης την καλή τύχη ένας από τους καλύτερους καθηγητές λαογραφίας της Ευρώπης, τον Δημήτριο Λουκάτο, να έχει μελετήσει και ασχοληθεί με την λαογραφία της. Ο Δημήτριος Λουκάτος στην έρευνα του, αναφέρει και ερμηνεύει μέσα από τις μνήμες με τον πατέρα του, τα έθιμα της Κεφαλονιάς.
Ως παιδί ψάλτη, ο Δ. Λουκάτος, ακολουθούσε τον πατέρα του στις εορτές του λατρευτικού ενιαυτού σε όλη την Κεφαλονιά που πλαισιώνονταν από πανηγύρια. Τα πανηγύρια πλαισίωναν και πλαισιώνουν τις χριστιανικές εορτές μαζί με εθιμικές συμπεριφορές, που είχαν ιδιαίτερο σημασιολογικό χαρακτήρα για κάθε εποχή. Ο ρόλος του πανηγυριού γύρω από το θρησκευτικό γεγονός, είχε ιδιαίτερη, λατρευτική και παιδευτική σημασία, με κοινωνικές και πνευματικές διαστάσεις. Η αλλεπιδραση του ανθρώπου με την φύση, το θείο και την κοινότητα, οδηγούσαν διαχρονικά στην κοινωνική και ψυχική του εντελέχεια.
Τις πληροφορίες για τα πανηγύρια ο Δ. Λουκάτος τις έχει αποτυπώσει σε αρκετά βιβλία του όπως η Κεφαλονίτικη λατρεία, τα εποχιακά λαογραφικά σε 4 τόμους και σε προσωπικές του σημειώσεις. Τα πανηγύρια, κοινό στοιχείο, σε όλους τους Έλληνες, στη Κεφαλονιά, διαφοροποιούνται ως προς τη μουσική τους σύνθεση, την στιχουργική ποικιλομορφία βασισμένη στο ιδίωμα και στις ρίμνες και τέλος, τον χορό. Αυτή είναι η δομή του μουσικοχορευτικού μέρους.
Τα πανηγύρια, είναι η κορύφωση των εθίμων του καλοκαιριού. Η επαφή με την φύση είναι άμεση και συχνή, ένα γεγονός που βλέπουμε σε όλους τους Έλληνες: από τα πανηγύρια στα παρχάρια του Πόντου, έως τα πανηγύρια των Ελλήων της κάτω Ιταλίας. Όμως, δεν αποτελούν την κατεξοχήν εθιμική συμπεριφορά.
Ουσιαστικά πλαισιώνουν την συλλογικότητα και την κοινωνική έκφραση. Πρέπει να καταλάβουμε ότι τα πανηγύρια δεν είναι αποκλειστικά το μοτίβο που βλέπουμε : χορός-φαγητό- κοινωνική αλληλεπίδραση. Ουσιαστικά απορρέουν από το έθιμο που εκφράζουν. Μέσα στο πανηγύρι, οι αυθορμητισμοί δεν έλειπαν ποτέ. Οι στίχοι των τραγουδιών ήταν πολλές φορές αυτοσχέδιοι πρόσθετοι, όπως και φιγούρες του πρωτοχορευτή. Ουσιαστικά οι αυτοσχεδιασμοί επιβάλλονταν ως στοιχείο του πανηγυριού. Το τραγούδι, που λέγονταν και από όλους τους χορευτές δεν έλλειπε. Σχεδόν κανένας δεν έμενε βουβός.
Υπάρχει και μια δεύτερη διαφοροποίηση. Καλύτερα μια συνέχεια. Οι μικρές συγκεντρώσεις των χωρικών που συνοδεύονταν από μουσική και χορό, διαφοροποιούνται από την δομή και την εθιμική συμπεριφορά του πανηγυριού. Αποτελούν βέβαια την αρχή του. Οι μικρές συγκεντρώσεις των χωρικών λόγω αγροτικών εργασιών ή θρησκευτικών συναντήσεων, αποτέλεσαν την αρχή του ρόλου του πανηγυριού στις κοινωνικολατρευτικές συγκεντρώσεις. Σε αυτές τις συγκεντρώσεις, κυριαρχούσε ο χορός και το τραγούδι και ύστερα η μουσική, διότι δεν υπήρχε πάντοτε στη παρρέα οργανοπαίχτης. Τα πανηγύρια και οι συγκεντρώσεις αυτές συνυπάρχουν στην ιστορία ως ζωντανές μορφές της εθιμικής συμπεριφοράς.
Η αρχή των συγκεντρώσεων αυτών, ήταν η αρχαία συνεστίαση που συνόδευε το τραγούδι και το χορό. Οι μελετητές λαογράφοι και οι δηγιηματογράφοι του 20ου αιώνα,λ, αλλά και οι σύγχρονοι μελετητές έχουν καταγράψει και αναφέρει το φαινόμενο αυτό. Πριν τους σεισμούς στη Κεφαλονιά, τα λόγια των παραδοσιακών χορών ήταν πολλά, αυτοσχέδια και λέγονταν από όλο τον χορό η τον πρωτοχορευτή. Για παράδειγμα στον Διβαράτικο, έχουν καταγραφεί από την προφορική παράδοση χορευτών της Πυλάρου, πάνω από 100 στροφες με αυτοσχέδιες ρίμνες. Το χορικό μέρος και το τραγούδι επομένως, δεν αποτελούν δρώμενο ή απλή έκφραση συναισθηματικής εκτόνωσης, αλλά τελετουρικά με ουσία που πλαισιώνουν και κορυφωνουν την εθιμική συμπεριφορά του λαού της Κεφαλονιάς.
Το τραγούδι και η μουσική που συνοδεύει τα πανηγύρια σε συνδυασμό με τον χορό, έχουν καθοριστική σημασία για τα έθιμα του θερινού κύκλου αλλά και για την παράδοση μας.
Η μετεξέλιξη της λαογραφίας σε σύγχρονη λαογραφια δημιούργησε νέες συμπεριφορές, δημιούργησε τα τουριστικά του καλοκαιριού και άλλα πολλά. Για παράδειγμα πανηγύρια που δεν ήταν θρησκευτικά, έκτακτες γιορτές με πανηγυρική κίνηση, προβάλλουν πολιτιστικά στοιχεία ή αφορμωνται από παλαιές διαβατήριες εορτές αγροτικής σημασίας. Ο Δ. Λουκάτος έχει αφιερώσει ένα βιβλίο για τη σύγχρονη λαογραφια, με τίτλο σύγχρονα λαογραφικά. Αυτό που ξεκαθαρίζει σίγουρα, είναι ότι το “αρχαιοφολκορ” όπως το αναφέρει στο βιβλίο του τα καλοκαιρινά και το φολκλόρ, δεν πρέπει να εξαφανισουν την παράδοση ούτε να την μετεξελίξουν. Συμπορεύονται και συνδημιουργούν. Σίγουρα στη σύγχρονη παράδοση νέες συμπεριφορές δημιουργούνται αλλά ποτέ δεν αλλοιώνονται οι παλιες. Αλλοίωση συμβαινει όταν αλλάζει η ταυτκτητα. Αυτό συμβαίνει διότι η ζωή στη Κεφαλονιά αλλα και σε άλλα τουριστικά μέρη, βασίζεται αποκλειστικά στις επιθυμίες του τουρίστα, όχι του περιηγητή. Ο ξένος δεν είναι προσκυνητής της Ακρόπολης ή των εθίμων. Δεν προσέχει τον τόπο, τους ανθρώπους, αλλά τις ατομικές του ανάγκες στον τόπο. Σε αυτό, την ευθύνη την έχει ο τοπικός πληθυσμός. Άλλωστε και αυτή η μετεξέλιξη που τείνουν κάποιοι να υποστηρίζουν, δεν αποτελεί ακριβώς μεταξελιξη αλλά εκούσια αλλαγή. Στα χέρια του τουρισμού, που είναι τα χέρια του λαού, το “λαϊκό στοιχείο εξωραΐστηκε σε φολκλορικό που βασίστηκε στην αισθητική αναπαράσταση” γράφει ο Δ. Λουκάτος στο βιβλίο του τα καλοκαιρινά.
Ο τουρισμός ομως δεν ανήκει αποκλειστικά στη σύγχρονη λαογραφια. Τα θρησκευτικά προσκυνήματα των ανατολικών λαών δημιουργούσαν ζητήματα στέγασης, φαγητού αλλά και ψυχαγωγίας ήδη από τις αρχές του χριστιανισμού. Ακόμα και σήμερα τα θρησκευτικά προσκυνήματα της Ελλάδας συγκεντρώνουν πλήθος πιστών. Η αξία της παράδοσης είναι αυτή που δίνουμε εμείς οι επονομαζόμενοι ντόπιοι. Σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, η παράδοση έχει υπεραξία και ο επισκέπτης πρέπει πρώτα να την σέβεται. Εκεί που δεν πρέπει να καταλήξουμε είναι να μην μπορούμε να διαχωρίσουμε το έτοιμο από το φυσικό.
Παλαιότερα, σε περιοχές της Παλικής και της Πυλάρου γίνονταν πανηγύρια με την παρουσία βιολιού, αργότερα και κιθάρας και σιγά σιγά μπήκαν και περισσότερα όργανα. Στην Πυλαρο και στους Πρόννους το σκορτάμπουνο και η φλογέρα συνόδευαν όχι μόνο τα μικρά γλέντια των αγροτών αλλά και τα πανηγύρια. Ο Δ. Λουκάτος, βασίστηκε σε καταγραφές από την Παλική και την Πυλαρο, περιοχές που διατήρησαν έντονα το λαϊκό στοιχείο. Οι κοινότητες των χωρικών με έδρα τις ενορίες, διατήρησαν το εθνικό φρόνημα και την συνείδηση και ιδιαίτερα ζωντανή τη παράδοση έως την Ένωση.
Η καθοριστική σημασία της παράδοσης ως στοιχείο της ταυτότητας και της διατήρησης του εθνικού φρονήματος των Κεφαλλήνων, έχει μελετηθεί από Κεφαλλήνες ερευνητές αλλά και ακαδημαϊκούς όπως ο πρώην πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γεώργιος Κοντογιώργης. Ο χορός και το τραγούδι, τα κατεξοχήν στοιχεία των εθίμων του καλοκαιριού αλλά και αυτά που κορυφωναν όλες τις μεγάλες εορτές και διαβατήριες ημέρες, είναι από τα θεμέλια στοιχεία της παράδοσης της Κεφαλονιάς.
Ο ρόλος των εθίμων ως καθοριστικό στοιχείο της ταυτότητας του λαού της Κεφαλονιάς, βλέπουμε να αποτυπώνεται και από ξένους λαογράφους και επιστήμονες. Η γαλλική έκδοση των βιβλίων του Δ. Λουκάτου αλλά και το ενδιαφέρον ξένων μελετητών για έθιμα της Κεφαλονιάς όπως είναι τα φιδάκια της Παναγίας στο Μακρόπουλο και στα Αγρίνια, τονίζουν την παγκόσμια σημασία της παράδοσης και δη του χορού και της μουσικής στην ταυτότητα μας.
Ένα επιπλέον σημαντικό στοιχείο, είναι η μετεξέλιξη. Η λαογραφία είναι ένας ζωντανός οργανισμός και όπως και η γλώσσα επιδέχεται αλλαγές. Αυτό που είναι σημαντικό να διαφοροποιηθεί είναι οι νεολογισμοί που επιδέχεται εν αντιθέσει με την φυσική της εξέλιξη. Οι αλλαγές στη κοινωνική και οικονομική ζωή των Κεφαλλήνων, φαίνεται πως επήλθε κυρίως από τους τελευταίους σεισμούς του Αυγούστου του 1953. Οι σεισμοί έκλεισαν αρκετά κεφάλαια και οι ακόλουθες κοινωνικές εξελίξεις δεν ευνόησαν την ανάπτυξη τους. Ο συνδυασμός του υπερτουρισμου, η απουσία του πολιτιστικού τουρισμού και η σχεδόν μηδαμινή παρουσία λαογραφικής παιδείας της Νέας γενιάς, είναι οι παράγοντες που οδηγούν τη νέα γενιά να μιμείται. Όχι να βιώνει το μέλλον μέσα από τη νοημοσύνης της παράδοσης. Ο παιδευτικός ρόλος των πανηγυριών έχει μετατραπεί σε ψυχοκοινωνική εκτόνωση. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν βλέπουμε πλέον συχνά πρώτοχορευτές μεγαλύτερης ηλικίας.
Η συνέχεια της παράδοσης στην ιστορία, δηλώνει πως οι Κεφαλλήνες, μπόρεσαν να ορίζουν την ταυτότητά τους, πέρα από το χρόνο. Κάθε στοιχείο της παράδοσης, όπως και κάθε τμήμα μιας παραδοσιακής φορεσιάς, δημιουργούν ένα υπερσύνολο που προσδιορίζουν την ταυτότητα του Κεφαλλήνα. Η σημασία αναβίωσης και διατήρησης αυτής της ταυτότητας, είναι ένας θησαυρός που προκαλεί την νοημοσύνη μας και τις ρίζες μας. Δεν πρόκειται για αναπαράσταση ούτε μίμηση, αλλά για ενεργητική στρατηγική για το μέλλον με την ίδια ρίζα την αρχαία, την βυζαντινή, την αναγεννησιακή. Αυτός είναι ο λόγος που ο επιστημονικός κλάδος της λαογραφίας αναδυήθηκε στα σύγχρονα χρόνια. Η παλιά και η σύγχρονη λαογραφια είναι εθνική προσφορά, χρέος για τους ερευνητές και αναγκαίο πλέον για εμάς που δεν παιδευτηκαμε σε αυτην. Όπως αναφέρει και ο Δ. Λουκάτος, η ψυχολογία του έθνους βασίζεται στη παραδοση.
Η λαογραφία δεν καταγράφει απλώς. Μελετα, διερευνά και θυμίζει τις ρίζες μας. Αυτές που ακολουθούμε για να ορίσουμε την ολοκλήρωση της ταυτότητας μας και της συνειδησιακής μας αποστολής στην ανθρωπότητα.
