Με τη γνώση του ανθρώπου που ξέρει τη Δικαιοσύνη εκ των έσω και με την παρρησία εκείνου που δεν «μασάει» τα λόγια του, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Παναγιώτης Πικραμμένος μιλάει στην «Κ» εφ’ όλης της ύλης για την ανάγκη μεταρρυθμίσεων σε βάθος στη Δικαιοσύνη, δεν χαϊδεύει τα αυτιά των δικαστών και προτείνει μέτρα, όπως «δικαστικός Καλλικράτης», ουσιαστική αξιολόγηση των δικαστών, αλλαγή νοοτροπίας στο δικαστικό σώμα, για να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη του πολίτη στη Δικαιοσύνη, ενώ περιγράφει τον ρόλο της σε συνθήκες κλιματικής κρίσης.
«Η πιο σημαντική μεταρρύθμιση», τονίζει, «είναι η αλλαγή νοοτροπίας. Εχουμε ανάγκη, επισημαίνει, από δικαστές οι οποίοι να είναι προσαρμοσμένοι στη σύγχρονη εποχή. Δεν θέλουμε δικαστές που να βλέπουν το λειτούργημά τους ως βιοποριστικό επάγγελμα, ούτε να έχουν τη νοοτροπία του οιονεί δημοσίου υπαλλήλου». «Εχουμε περιπτώσεις δικαστών», συμπληρώνει, «που εκδικάζουν 10 υποθέσεις, άλλοι που εκδικάζουν 100 ή άλλοι που καθυστερούν επί χρόνια την έκδοση των αποφάσεων. Οι ανισότητες αυτές δεν μπορούν να είναι ανεκτές. Aποβαίνουν εις βάρος αυτών που δουλεύουν, του συστήματος και της κοινωνίας».
Σε ό,τι αφορά τις παθογένειες και τις καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης σημειώνει με νόημα. «Δεν μπορεί ένας συνταξιούχος ή ένας εργαζόμενος να περιμένει χρόνια την απόφαση για να πάρει αυτά που δικαιούται. Δεν μπορεί ένας επενδυτής ή ένας επιχειρηματίας να περιμένει μία υπόθεση να λυθεί σε δέκα χρόνια και να καταφεύγουν όλοι σε ρήτρες διαιτησίας».
Ο κ. Πικραμμένος, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας αλλά και υπηρεσιακός πρωθυπουργός στις δύσκολες συνθήκες της δημοσιονομικής κρίσης, απευθυνόμενος στους πρώην συναδέλφους του στο δικαστικό σώμα υπογραμμίζει:
«Πρέπει να καταλάβουν ότι δεν μπορεί η οικονομία και η τεχνολογία να τρέχουν με χίλια και η Δικαιοσύνη με εκατό. Θα ξεπεραστεί από την πραγματικότητα». Σε ό,τι αφορά την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης για να τονωθεί η οικονομική ανάπτυξη και οι επενδύσεις, κατηγορηματικά απαντά ότι η βραδύτητα της δικαιοσύνης αποτελεί ανασχετικό παράγοντα για την οικονομική ανάπτυξη, τονίζοντας ότι «οι επενδύσεις κατευθύνονται όπου υπάρχει εμπιστοσύνη, εμπιστοσύνη και ασφάλεια».
– Κύριε πρόεδρε, υπηρετήσατε σαράντα χρόνια στη Δικαιοσύνη και αρκετά στην πολιτική. Είναι η Δικαιοσύνη, κατά τη γνώμη σας, ο μεγάλος ασθενής;
– Το «μεγάλος ασθενής» δεν θα ήταν ποτέ ο δικός μου χαρακτηρισμός. Γιατί ναι μεν η Δικαιοσύνη κουβαλάει τα δικά της προβλήματα, επιβαρύνεται όμως και με προβλήματα άλλων. Η κακή λειτουργία, για παράδειγμα, της Δημόσιας Διοίκησης επιβαρύνει την κατάσταση, όπως και η πολυνομία και η κακονομία. Οταν λοιπόν οι υπόλοιπες εξουσίες του κράτους δεν λειτουργούν σωστά, αυτό επηρεάζει την κατάσταση της Δικαιοσύνης. Κάνουμε όμως το λάθος να τη βλέπουμε ως μία αυτόνομη λειτουργία. Θα έλεγα λοιπόν ότι η Δικαιοσύνη δεν είναι ο «μεγάλος ασθενής», οφείλει όμως να είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής του εθνικού μας βίου.
Θα έβλεπα με πολύ ενδιαφέρον μία πρόταση της κυβέρνησης για συνολική επίλυση των προβλημάτων, και όχι μόνον αποσπασματικές παρεμβάσεις.
– Εχουν ψηφιστεί τις τελευταίες δεκαετίες 43 νόμοι για την επιτάχυνση της δικαιοσύνης, χωρίς ωστόσο να αποδώσουν τα αναμενόμενα. Πώς το εξηγείτε;
– Πράγματι, όλες οι κυβερνήσεις έχουν καταβάλει προσπάθειες προκειμένου να επιτύχουν την επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης. Δεν δέχομαι ότι όλοι αυτοί οι νόμοι δεν είχαν κάποιο αποτέλεσμα. Ισως δεν είχαν το επιθυμητό, αλλά είχαν. Το μείζον θέμα όμως της επιτάχυνσης στην απονομή της δικαιοσύνης δεν λύνεται μόνο με τη νομοθέτηση. Εάν ο δικαστής δεν ενστερνιστεί το πρόβλημα, δεν το κάνει δικό του, το πρόβλημα δεν πρόκειται να επιλυθεί. Αρα, η όποια προσπάθεια για την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης περνάει και από τα χέρια των ίδιων των δικαστικών λειτουργών. Γι’ αυτό πρέπει συγχρόνως να δοθούν πολλαπλά μηνύματα. Ενα από τα μηνύματα είναι αυτό της αξιοκρατίας στον χώρο της Δικαιοσύνης, η οποία διατρέχει όλους τους βαθμούς και αποκτά ιδιαίτερη σημασία στην επιλογή των προσώπων που θα αναλάβουν την ηγεσία της. Θα έβλεπα με πολύ ενδιαφέρον μία πρόταση της κυβέρνησης για συνολική επίλυση των προβλημάτων, και όχι μόνον αποσπασματικές παρεμβάσεις, οι οποίες από μόνες τους δεν επιφέρουν αποτελέσματα. Ολα αυτά πρέπει να γίνουν με τη συμφωνία και τη συνεργασία των δικαστικών λειτουργών.
– Mήπως η λύση, τελικά, είναι ευρείες μεταρρυθμίσεις και σε βάθος;
– Η πιο σημαντική μεταρρύθμιση είναι η αλλαγή νοοτροπίας. Εχουμε ανάγκη από δικαστές, οι οποίοι να είναι προσαρμοσμένοι στη σύγχρονη εποχή. Δεν θέλουμε δικαστές που να βλέπουν το λειτούργημά τους ως βιοποριστικό επάγγελμα, ούτε να έχουν τη νοοτροπία του οιονεί δημοσίου υπαλλήλου. Ο δικαστής ασκεί ένα ύψιστο κοινωνικό λειτούργημα και πρέπει πρώτα από όλα αυτό να το συναισθάνεται ο ίδιος. Εάν όλοι οι δικαστές είχαν αυτή τη νοοτροπία, δεν θα παρατηρούσαμε φαινόμενα τεράστιων και αδικαιολόγητων καθυστερήσεων στην εκδίκαση μιας υπόθεσης ή στην έκδοση μιας απόφασης. Και επειδή η νοοτροπία αποκτάται εξ απαλών ονύχων, η κυβέρνηση έκρινε ότι η πρώτη ουσιαστική παρέμβαση και μεταρρύθμιση πρέπει να γίνει στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών. Για να μπορέσουν οι νέοι δικαστές να ενταχθούν σε ένα σύστημα με αξιολόγηση και αξιοκρατία.
– Kατά καιρούς έχουν υπάρξει εμπεριστατωμένες προτάσεις για αλλαγές στη χωροταξία των δικαστηρίων. Θα υποστηρίζατε κάποιες τροποποιήσεις στον δικαστικό χάρτη, έναν δικαστικό «Καλλικράτη» για παράδειγμα;
– Θεωρώ απαραίτητη μια νέα δικαστική χωροταξία, έτσι ώστε να αξιοποιείται πλήρως το δικαστικό δυναμικό, σύμφωνα με τις ανάγκες της κοινωνίας και όχι σύμφωνα με τοπικά και άλλα συμφέροντα. Σπουδαία βοήθεια προς την κατεύθυνση αυτή παρέχει τώρα η σταδιακή εφαρμογή του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος, από το οποίο αντλούνται σημαντικά στατιστικά δεδομένα. Τα δεδομένα αυτά θα αποτελέσουν το κύριο εργαλείο για την εισαγωγή αλλαγών στη χωροταξία.
Δεν μπορεί η χώρα να τρέχει με 1.000 και η Δικαιοσύνη με 100
– Η Εθνική Σχολή Δικαστών, το «πανεπιστήμιο» που βγάζει τους δικαστές, είπατε ότι θέλει αλλαγές. Σε ποια κατεύθυνση;
– Ο εξορθολογισμός και εκσυγχρονισμός της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών είναι τεράστιας σημασίας για τη διαμόρφωση της νοοτροπίας του δικαστικού λειτουργού. Το νομικό πλαίσιο της σχολής θεσπίστηκε για πρώτη φορά το 2008 και είναι πλέον παρωχημένο. Υπάρχει συνεπώς ανάγκη εκσυγχρονισμού και προσαρμογής της εκπαίδευσης των νέων δικαστών στις σύγχρονες συνθήκες και ανάγκες. Ηδη έχει εκπονηθεί σχέδιο νόμου για την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, το οποίο είναι προϊόν νομοπαρασκευαστικής επιτροπής που ορίστηκε από το υπουργείο Δικαιοσύνης.
– Σε ποια κατεύθυνση κινούνται, κύριε πρόεδρε, οι αλλαγές;
– Οι καίριες μεταρρυθμίσεις και καινοτομίες εντοπίζονται στα ζητήματα της αξιολόγησης και της αξιοκρατίας. Στο νομοσχέδιο για την Εθνική Σχολή Δικαστών προβλέπεται επίσης για πρώτη φορά ο υποχρεωτικός χαρακτήρας της επιμόρφωσης των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών, ενώ εκσυγχρονίζονται επίσης τα αντικείμενα αλλά και οι μέθοδοι της επιμόρφωσης των δικαστικών ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται στις σημερινές συνθήκες.
– Επηρεάζει η καθυστερημένη απονομή της δικαιοσύνης τις επενδύσεις και την οικονομική ανάπτυξη και ποιος είναι ο αντίκτυπος σε μια χώρα όπως η δική μας, έπειτα από μακρά οικονομική κρίση;
– Η συσχέτιση μεταξύ της βελτίωσης της αποδοτικότητας των δικαστηρίων και του ποσοστού ανάπτυξης της οικονομίας καταγράφεται διεθνώς σε πολλές μελέτες. Οταν τα δικαστικά συστήματα εγγυώνται την εφαρμογή των δικαιωμάτων, οι πιστωτές είναι πιθανότερο να δανείζουν, οι εταιρείες αποθαρρύνονται από την υιοθέτηση καιροσκοπικής συμπεριφοράς, το κόστος των συναλλαγών μειώνεται και οι καινοτόμες επιχειρήσεις είναι πιθανότερο να πραγματοποιούν επενδύσεις. Ο θετικός αυτός αντίκτυπος αναδεικνύεται και σε περαιτέρω έρευνες, μεταξύ άλλων, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του ΟΟΣΑ, του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ και της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Πάντως, νομίζω ότι και χωρίς τις εμπεριστατωμένες τεχνικές μελέτες, αλλά με βάση την ίδια τη συναλλακτική του εμπειρία και την κοινή λογική γνωρίζει καθένας από εμάς ότι η βελτίωση της απονομής δικαιοσύνης συναρτάται ευθέως με τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος σε μια χώρα και των προοπτικών οικονομικής της ανάπτυξης. Απλούστατα, γιατί οι επενδύσεις κατευθύνονται εκεί όπου υπάρχει εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη και ασφάλεια.
– Mε την απόσταση του χρόνου και την πολύχρονη δικαστική εμπειρία σας τι θα λέγατε σήμερα στους δικαστές;
– Το μήνυμά μου θα ήταν ότι πρέπει να αντιληφθούν πως δεν μπορεί η οικονομία και η τεχνολογία να τρέχουν με χίλια και η Δικαιοσύνη με εκατό. Θα ξεπεραστεί από την πραγματικότητα. Δεν μπορεί ένας συνταξιούχος ή ένας εργαζόμενος να περιμένει χρόνια την απόφαση για να πάρει αυτά που δικαιούται. Δεν μπορεί ένας επενδυτής ή ένας επιχειρηματίας να περιμένει μία υπόθεση να λυθεί σε δέκα χρόνια και να καταφεύγουν όλοι σε ρήτρες διαιτησίας.
Θα έλεγα να μη μένουν προσκολλημένοι σε παραδοσιακά στερεότυπα, να ανοίξουν τα μάτια τους, να δουν πώς λειτουργεί η σύγχρονη κοινωνία και να προσαρμοστούν ανάλογα. Ετσι, θα αναβαθμισθεί το προσωπικό κύρος των δικαστών, αλλά και θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη του κόσμου στη Δικαιοσύνη.
Ηδη παρατηρούνται αυξητικά φαινόμενα καταφυγής σε εξωδικαστικούς τρόπους επίλυσης των διαφορών. Αυτό το προκαλούν οι συνθήκες. Είναι πρωταρχικής σημασίας για τους ίδιους, αλλά και για τον θεσμό της Δικαιοσύνης, η αποκατάσταση της σχέσης εμπιστοσύνης με την κοινωνία.
– Κύριε πρόεδρε, πώς βλέπετε το μέλλον της Δικαιοσύνης, τον ρόλο της τα επόμενα χρόνια;
– Θα ήθελα να τονίσω τον τεράστιο ρόλο που θα κληθεί να παίξει η Δικαιοσύνη, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, στην επίλυση των σύγχρονων και πολύπλοκων προβλημάτων που έχουν ανακύψει. Εχει ήδη κληθεί να κάνει πολύ δύσκολες σταθμίσεις. Αναφέρομαι στην πανδημία της COVID, όπου τα δικαστήρια έπρεπε να κάνουν στάθμιση μεταξύ πολύ σημαντικών αγαθών, όπως η δημόσια υγεία και η προσωπική ελευθερία. Αλλά όχι μόνον αυτά. Θα κληθεί η Δικαιοσύνη να προασπίσει και να διαφυλάξει το περιβάλλον για τις μελλοντικές γενεές, ενόψει των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής που ήδη επελαύνουν και διαμορφώνουν μια νέα πραγματικότητα σε όλον τον πλανήτη. Ηδη αναφύεται ανά τον κόσμο η «κλιματική δίκη», όπου η κοινωνία ζητεί από τους δικαστικούς λειτουργούς να παρέμβουν για την προστασία του περιβάλλοντος και να υποχρεώσουν τα κράτη να λάβουν ουσιαστικά μέτρα. Είναι θέμα επιβίωσης.
Αξιολόγηση δικαστών
– Οσον αφορά την αξιολόγηση, πιστεύετε ότι αξιολογούνται σήμερα ουσιαστικά οι δικαστές; Λειτουργεί ο πειθαρχικός έλεγχος; Διότι πλαίσιο υπάρχει.
– Η αξιολόγηση των δικαστικών λειτουργών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση ορθής λειτουργίας της Δικαιοσύνης.
Το νομικό πλαίσιο υπάρχει, αλλά πρέπει να εκσυγχρονιστεί και στη συνέχεια να εφαρμοστεί κατά τρόπο ουσιαστικό. Θα μου επιτρέψετε να σας απαντήσω με μία προσωπική μου εμπειρία. Σε επίσημη επίσκεψή μου στο γαλλικό Συμβούλιο της Επικρατείας ο τότε επικεφαλής του Δικαστηρίου Ζαν Μαρκ Σοβέ μου παραθέτει γεύμα, στο οποίο παρακάθονται μέλη του γαλλικού ΣτΕ. Στη φιλική ατμόσφαιρα που επικρατεί, αποτολμώ μία ερώτηση: «Κύριε πρόεδρε, πώς μεταχειρίζεστε τους συναδέλφους σας οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται πλήρως στα υπηρεσιακά τους καθήκοντα;». Ο πρόεδρος με κοιτάει με ειλικρινή απορία και μου ζητάει να επαναλάβω την ερώτησή μου.
Διευκρινίζω ότι εννοώ τους συναδέλφους που καθυστερούν στην έκδοση αποφάσεων και υπολείπονται ως προς τον αριθμό των υποθέσεων που χειρίζονται. Και αυθόρμητα μου απαντάει: «Μα δεν υπάρχουν τέτοιοι δικαστές στο γαλλικό Συμβούλιο της Επικρατείας. Εάν κάποιος δεν είναι επαρκής στα καθήκοντά του, είτε το συναισθάνεται αμέσως και αποχωρεί, άλλως το σώμα τον αποβάλλει». Από την ιστορία αυτή, το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι πρέπει να αποκτήσουμε δικαστές που θα έχουν ισάξιες ικανότητες, χωρίς μεγάλες αποκλίσεις και ανισότητες στην απόδοσή τους. Διότι δεν νοείται να υπάρχουν δικαστές πολλών ταχυτήτων. Περιπτώσεις δικαστών που εκδικάζουν 10 υποθέσεις, άλλοι που εκδικάζουν 100 ή άλλοι που καθυστερούν επί χρόνια την έκδοση των αποφάσεων. Οι ανισότητες αυτές δεν μπορούν να είναι ανεκτές. Aποβαίνουν εις βάρος αυτών που δουλεύουν, του συστήματος και της κοινωνίας. Αρα η ουσιαστική αξιολόγηση των δικαστών όχι μόνο θα αναβαθμίσει το κύρος του δικαστικού σώματος, αλλά θα αποβεί εις όφελος της κοινωνίας και της οικονομικής ζωής της χώρας μας.
Πηγή:kathimerini.gr