
Στην Ολομέλεια της Βουλής τοποθετήθηκα την Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου για ένα σχέδιο νόμου που δεν αφορά απλώς μια τεχνική ρύθμιση, αλλά έναν πυρήνα της εθνικής μας ασφάλειας. Τη σταθερή, θεσμικά οργανωμένη και ποιοτική εν συνεχεία υποστήριξη των μαχητικών αεροσκαφών Rafale της Πολεμικής μας Αεροπορίας.
Η Ελλάδα δεν προχώρησε τυχαία στην απόκτηση των Rafale. Πρόκειται για μια συνειδητή στρατηγική επιλογή που άλλαξε ήδη τις ισορροπίες στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, ενίσχυσε την αποτρεπτική μας ισχύ και αναβάθμισε το διεθνές στρατιωτικό αποτύπωμα της χώρας. Από τη στιγμή που η Βουλή ενέκρινε αυτή την ιστορική επένδυση, ανέλαβε και την ευθύνη να διασφαλίσει ότι τα αεροσκάφη αυτά δεν θα απαξιωθούν από αβεβαιότητα, προχειρότητα ή αποσπασματικές λύσεις.
Με το νομοσχέδιο αυτό εγγυόμαστε ακριβώς αυτό. Ότι τα 24 Rafale θα έχουν σταθερή, προβλέψιμη και πλήρη υποστήριξη για τα επόμενα χρόνια, με θεσμική καθαρότητα, οικονομικό ρεαλισμό και επιχειρησιακή αξιοπιστία. Δεν μιλάμε για μια απλή “συντήρηση”, αλλά για τη διαθεσιμότητα του στρατηγικού μας όπλου, για την καθημερινή δυνατότητα της χώρας να αποτρέπει, να υπερασπίζεται τα κυριαρχικά της δικαιώματα και να στέκεται με αυτοπεποίθηση σε ένα διεθνές περιβάλλον που γίνεται ολοένα και πιο ασταθές.
Η νέα ρύθμιση δίνει ολιστικό χαρακτήρα στην υποστήριξη των Rafale. Καλύπτει ολόκληρο τον κύκλο ζωής κρίσιμων συστημάτων: κινητήρες, ηλεκτρονικά, αναλώσιμα, απρογραμμάτιστες επισκευές, τεχνική βιβλιογραφία και σύγχρονα ψηφιακά εργαλεία παρακολούθησης. Έτσι, η Πολεμική Αεροπορία μπορεί πλέον να λειτουργεί με λογική πρόληψης και όχι διαχείρισης κρίσεων της τελευταίας στιγμής, με συνέπεια στον προγραμματισμό και επιχειρησιακή συνέχεια.
Τα Rafale δεν είναι απλώς ακόμη ένα αεροσκάφος. Είναι φορείς στρατηγικών δυνατοτήτων, με όπλα μακρού πλήγματος, προηγμένα συστήματα αυτοπροστασίας και επιχειρησιακή ευελιξία υψηλότατου επιπέδου. Για να ανταποκριθούν όμως πλήρως στον ρόλο τους, απαιτούν υποστήριξη αντάξια των δυνατοτήτων τους. Αυτό ακριβώς διασφαλίζεται σήμερα.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και η δημοσιονομική διάσταση της ρύθμισης. Για πρώτη φορά, το κόστος της εν συνεχεία υποστήριξης εντάσσεται με απόλυτη καθαρότητα στον μακροπρόθεσμο αμυντικό προγραμματισμό. Τέλος στις γκρίζες ζώνες. Τέλος στη σύγχυση ανάμεσα σε λειτουργικές δαπάνες και στρατηγικές επενδύσεις. Τέλος στην αυταπάτη ότι μπορούμε να έχουμε σύγχρονα οπλικά συστήματα χωρίς να αναλαμβάνουμε το πλήρες βάρος της υποστήριξής τους.
Πρόκειται για επιλογή βαθιά πολιτική και ιδεολογική. Εκφράζει ένα κράτος που δεν κρύβει το κόστος κάτω από το χαλί, αλλά το αντιμετωπίζει με ευθύνη, διαφάνεια και ειλικρίνεια απέναντι στους πολίτες. Έτσι ενισχύεται η αξιοπιστία της χώρας, τόσο στο εσωτερικό όσο και απέναντι στους συμμάχους και τους εταίρους της.
Ταυτόχρονα, εκπέμπεται και ένα σαφές μήνυμα εκτός συνόρων:
Η Ελλάδα δεν επενδύει για τις εντυπώσεις, αλλά για τη διάρκεια.
Όταν ένα κράτος διασφαλίζει υψηλή διαθεσιμότητα στον πλέον προηγμένο στόλο μαχητικών του, αποδεικνύει ότι η αποτροπή του δεν είναι θεωρία, αλλά καθημερινή πράξη. Ότι διαθέτει όχι μόνο μέσα, αλλά και σοβαρότητα στη διαχείρισή τους.
Σε έναν κόσμο όπου οι ισορροπίες μεταβάλλονται διαρκώς και οι βεβαιότητες δοκιμάζονται, η Ελλάδα επιλέγει τον δρόμο της θεσμικής συνέχειας και της στρατηγικής ψυχραιμίας. Αυτόν τον δρόμο υπηρετεί και η σημερινή απόφαση.
Γιατί, τελικά, η συζήτηση για τη σύμβαση υποστήριξης των Rafale είναι συζήτηση για την εθνική μας αυτοσυνείδηση. Για το αν η Ελλάδα θα συνεχίσει να στέκεται όρθια μέσα στις θύελλες της Ιστορίας, με πυξίδα τη σοβαρότητα, το καθήκον και τη συλλογική ευθύνη.
Τα φτερά των Rafale δεν είναι απλώς μέταλλο και τεχνολογία. Είναι το αποτύπωμα της βούλησης ενός έθνους να μην παραδώσει ούτε σπιθαμή αξιοπρέπειας.
Και αυτή τη βούληση, σήμερα, την κάνουμε πράξη.
Παρακολουθείστε την τοποθέτησή μου στο παρακάτω βίντεο:
Παναγής Καππάτος
Βουλευτής Κεφαλονιάς & Ιθάκης
