Η ταυτότητά του έλεγε πως είναι Πειραιώτης. Ψέμα μεγάλο: ήταν Κεφαλλονίτης βέρος
Οι μέρες του Δεκαπενταυγούστου και ο Μακαριστός Ιεράρχης Σπυρίδωνας Καλαφατάκης
Εκκλησία
01/08/2017 | 10:22

Του π. Ιάσoνα*

Τέτοιες μέρες του Δεκαπενταυγούστου, το μυαλό πηγαίνει στο μακαριστό δεσπότη μας, της Κεφαλληνίας, το Σπυρίδωνα. Ερχότανε στη Σάμη πάντοτε στη πρώτη Παράκληση και πάλι το πρωί του Δεκαπενταυγούστου αντίστοιχα στη Θεία Λειτουργία, στα Γρίλια. Θυμάμαι, ήμουνα δεν ήμουνα επτά- οκτώ χρονών και γύρω απ’ την έλευσή του, στηνότανε ένα ολόκληρο πανηγύρι. Πρωτοστατούσε ο παπάς που μου μοιάζε σα να ‘ναι ένα είδος μαέστρου σε ορχήστρα, που έπρεπε να τα οργανώσει όλα στην εντέλεια. Να μην υπάρχει κανένα ψεγάδι γιατί “θα ‘ρχόταν ο δεσπότης”! Ο παπάς είχε άγχος για τον ερχομό του όχι γιατί τάχα περίμενε κάτι απ’ αυτόν. Και παπάς ήτανε κι “αρχιμαντρίτης” και πνευματικός και ηγούμενος. Είχε χτίσει τόσες εκκλησιές κi οικοδομήσει τόσες ψυχές. Ήτανε κι εβδομηντα-πέντε κοντά χρονώ άνθρωπος. Ο δεσπότης τον εκτιμούσε βαθύτατα. Άσε δε που μιλάμε για πνευματικούς ανθρώπους… όχι αστεία! Ο παπάς σέβονταν κι αγαπούσε το δεσπότη κι ας μην είχε διαβάσει ποτέ του εκκλησιολογία. Έλεγε “ότι ο επίσκοπος είναι ο κοντινότερός μου άνθρωπος την ώρα που τελώ τη λειτουργία, πως να μην τον αγαπώ;”

Πρώτη φορά που θυμάμαι τον Σπυρίδωνα ήτανε στα Γρίλια, ένα Δεκαπενταύγουστο. Ήτανε διάκος του τότε ο μακαριστός παπά-Γεράσιμος ο Φωκάς. Άνοιξε η πόρτα στην είσοδο του μοναστηριού που ήτανε στη ουσία ένα πορτόνι μαύρο μακρόστενο. Πάνω αριστερά μπαίνοντας είχε ένα εικονάκι της Παναγίας παραλληλόγραμμο, που έβλεπες την κεκοιμημένη Θεοτόκο μόνο. Ένας δηλαδή μικρός επιτάφιος, μιάμιση σπιθαμή, κι ένα καντηλάκι.

Πρώτος βγήκε ο παπά Γεράσιμος, ψηλός κι αδύνατος καλόγερος, πάντα με καλπάκι και ζώνη. Τα μούσια του πυκνά και μακριά ως κάτω. Σα να τανε από παραμύθι παρμένος, ειδικά στα μάτια ενός μικρού παιδιού που δεν ήταν στο ύψος ούτε ενάμισι μέτρο (όχι βέβαια ότι ψήλωσα έπειτα πολύ παραπάνω)

Βγαίνει πρώτος ο Γεράσιμος ν’ ανοίξει τη πόρτα στο δεσπότη. Πρώτη βγαίνει η μπαστούνα η οποία καρφώθηκε πάνω στο χώμα, προάγγελος της μεγαλώσύνης του κατόχου της. “Ο δεσπότης για τον οποίο άκουγα τόσες μέρες, ήρθε”! Ψηλός κι αυτός -όχι βέβαια σα το διάκο που τονε διαδέχτηκε- μα πάνω απ’ όλα άρχοντας, μ’ ένα βλέμμα που θα ζήλευαν και οι βυζαντινοί αρχόντοι.

Ο παπάς είχε το Ευαγγέλιο στο χέρι. Πάντα όποτε ερχόταν ο δεσπότης, τον υποδεχότανε μ’ αυτή τη τάξη. Κάθε φορά και όσο θυμάμαι τον παπά να λέει εκείνο το “έτι δεόμεθα υπερ του αρχιεπισκόπου ημων Σπυρίδωνος…” έλαμπε ολόκληρος, σα να μην είχε περάσει ούτε μια στιγμή αγωνίας αναμένοντας την άφιξή του. Δεν είδα ποτέ τον παπά να κάνει αυτή την αίτηση μπροστά στον δεσπότη και να μην είναι χαρούμενος, να μη λάμπει το πρόσωπό του. Θεωρούσε μεγάλη τιμή ότι έρχεται ο δεσπότης στη Σάμη. Κι οι Σαμικοί πάντα δείχνανε την αγάπη τους, είχε μια σχέση ιδιαίτερη με τη μικρή αυτή κωμόπολη ο μακαριστός δεσπότης. Ερχότανε αρκετές φορές το χρόνο αλλά ήταν πάντοτε οι ίδιες. Ήξεραν οι Σαμικοί πότε θα ‘ρθει ο δεσπότης…Ήταν σα ν’ ακολουθεί την πορεία ενός προσκυνητή των παλαιών καιρών. Σπουδαίος άνθρωπος. Τονε σέβονταν όλοι.

Η ταυτότητά του έλεγε πως είναι Πειραιώτης. Ψέμα μεγάλο: ήταν Κεφαλλονίτης βέρος.

 

*Ο π. Ιάσονας είναι Εφημέριος της Ι. Μ. Παναχράντου Ν. Ηρακλείου

eKefalonia
eKefalonia
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ