Ήταν μια βροχερή μέρα του Δεκέμβρη του 1969. Ήταν μια μέρα σταθμός για μένα αφού αποτελούσε την αρχή ενός νέου και σημαντικού κεφαλαίου της ζωής μου.
Μόλις είχα απολυθεί από το Πολεμικό Ναυτικό και –μαζί με το φίλο και συσπουδαστή μου, Τάκη– έπαιρνα το λεωφορείο του ΚΤΕΛ για την Κεφαλλονιά.
Το ταξίδι πολύωρο αφού η παλιά εθνική οδός Αθήνα-Πάτρα κάθε άλλο από εθνική οδός ήταν!
Η διαδρομή φαινόταν ακόμα πιο μακρινή από την αγωνία να φτάσω στην «Ιθάκη» μου. Ήμουνα μόλις 22 χρόνων και φορτωμένος από μύρια όνειρα βιαζόμουνα να τα εκπληρώσω!
Στην Πάτρα φθάσαμε μετά από 5-6 ώρες! Εκεί μας περίμενε το οχηματαγωγό «Άγιος Γεράσιμος», το πρώτο που είχε συνδέσει το νησί με την ηπειρωτική Ελλάδα. Ήταν ένα μικρό καράβι, δημιούργημα της επιχειρηματικής διορατικότητας του αξέχαστου Γεράσιμου Στρίντζη, που επιτελούσε ένα μεγάλο έργο. Μπορούσε να μεταφέρει 40 μόλις αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης και 9 μικρά φορτηγά. Η ταχύτητά του δεν ξεπερνούσε τα 14 μίλια με αποτέλεσμα η διαδρομή Πάτρα-Σάμη να γίνεται σε 4 ώρες!
Λίγη ώρα μετά την επιβίβασή μας, το «Άγιος Γεράσιμος» έλυνε κάβους και σάλπαρε για το νησί.
Πλησίαζαν τα Χριστούγεννα και το μικρό οχηματαγωγό ήταν γεμάτο από Κεφαλλονίτες και Ιθακήσιους που πήγαιναν να κάνουν γιορτές στα νησιά τους.
Ακουμπισμένος στην κουπαστή αγνάντευα για ώρα το πέλαγος. Τον ειρμό των σκέψεων μου διέκοψε η εικόνα της νησίδας Οξυά. Είχαμε ήδη φθάσει στη μέση της διαδρομής!
Ο χειμωνιάτικος ήλιος κρύφτηκε πίσω από κάτι μαύρα σύννεφα και η θερμοκρασία έκανε βουτιά. Άφησα την κουπαστή και κατευθύνθηκα προς τη μικρή αίθουσα του πλοίου. Ο φίλος μου διάβαζε ένα βιβλίο. Στο διπλανό τραπέζι καθόταν ένας ηλικιωμένος κύριος που προσπαθούσε να βάλει τάξη σε ένα σωρό χαρτιά που είχε βγάλει από έναν χαρτοφύλακα. Ανάμεσα στα χαρτιά διέκρινα και ένα διαβατήριο. «Στην ηλικία του δε μοιάζει με ναυτικό που μόλις ξεμπάρκαρε» σκέφθηκα.
Με τον Τάκη αρχίσαμε να συζητάμε για το επικείμενο ταξίδι μας στο Σίδνεϊ, για τη συνέχιση των σπουδών μας, για τα όνειρα που κάναμε. Σε λίγες μέρες θα μεταναστεύαμε στην Αυστραλία για μια νέα και καλύτερη ζωή. Τα συναισθήματά μου ήταν ανάμεικτα. Χαρά για το επικείμενο κυνήγι ενός πολλά υποσχόμενου αύριο, θλίψη για το γεγονός ότι θα άφηνα πίσω γονείς, αδέλφια, συγγενείς, φίλους, γνωστούς και τη γη που έκανα τα πρώτα βήματά μου.
Πρόσεξα ότι ο ηλικιωμένος κύριος που καθόταν δίπλα μας παρακολουθούσε τις κουβέντες μας. Δεν έδωσα σημασία μέχρι που απευθυνόμενος σε μας είπε:
«…Ώστε πάτε στην Αυστραλία;»
«Ναι…» του απάντησα αυθόρμητα.
«Και πότε με το καλό;»
«Σε ένα μήνα…»
«Στο καλό να πάτε… Από εκεί γυρίζω μετά από 50 χρόνια ξενιτιάς…»
Η συζήτηση πήρε ενδιαφέρον και αρχίσαμε να κάνουμε στον ηλικιωμένο κύριο «ιερά εξέταση»: «Σε ποιο μέρος ζήσατε;», «πώς είναι η ζωή εκεί;», «πόσοι Έλληνες ζουν στην Αυστραλία;», «τί προβλήματα μπορεί να αντιμετωπίσει ένας νέος μετανάστης…»
Η συζήτησή μας κράτησε ώρα, μέχρι λίγο πριν μπούμε στο λιμάνι της Σάμης. Ευχαριστήσαμε τον ηλικιωμένο κύριο για τις πληροφορίες και σηκωθήκαμε να ετοιμαστούμε για την αποβίβαση όταν μας είπε: «Αν έχετε όρεξη για δουλειά δε θα μετανιώσετε για αυτό το μεγάλο ταξίδι… Μόνο μακριά από το τζόγο. Καταστρέφει ζωές και διαλύει οικογένειες…» μας είπε και απομακρύνθηκε…
Δεν ξέχασα ποτέ τα λόγια του σεβάσμιου εκείνου κύριου. Τα είχα πάντα στο μυαλό μου και ακολούθησα πιστά τις συμβουλές του σε όλη τη διάρκεια της παραμονής στη φιλόξενη γη του Νότου. Και όταν, πενήντα χρόνια μετά, ταξίδευα από τη Σάμη για την Πάτρα, με ένα μεγαλύτερο και πιο άνετο πορθμείο, τα ίδια πράγματα είπα σε ένα νεαρό ζευγάρι που έφευγε για την Αυστραλία: «Αν έχετε όρεξη για δουλειά δε θα μετανιώσετε για αυτό το μεγάλο ταξίδι… Μόνο μακριά από το τζόγο. Καταστρέφει ζωές και διαλύει οικογένειες…»
Γιώργος Μεσσάρης
ΣΤΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Το οχηματαγωγό «Άγιος Γεράσιμος». Μικρό σκαρί αλλά μεγάλο το έργο που πρόσφερε στο νησί…