Ένα απαρατήρητο επεισόδιο της ιστορίας του Υ/Β Περσεύς
25 Δεκεμβρίου 1997, ανήμερα Χριστουγέννων. Κάποια στιγμή στο σούρουπο, στην οθόνη αρχίζει να διαγράφεται μια σιλουέτα σκάφους με το σχήμα, το μήκος και τον όγκο του σκάφους που η ομάδα αναζητούσε για τρεις εβδομάδες στην καρδιά του χειμώνα. Η έρευνα του βυθού με ηχοβολιστικό σύστημα (SONAR) και με υποβρύχια κάμερα είχε αποδώσει. Την επόμενη μέρα ο έλληνας εξερευνητής των θαλασσών και έμπειρος αυτοδύτης Κώστας Θωκταρίδης πραγματοποιεί την πρώτη κατάδυση στο χαμένο εδώ και 56 χρόνια, βρετανικό υποβρύχιο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο «Περσέας» (Royal Navy “HMS Perseus”) καθελκύστηκε το 1929 και υπηρέτησε αρχικά στην Άπω Ανατολή αλλά καθώς η Ιταλία κήρυξε τον πόλεμο το 1940 το υποβρύχιο μεταφέρθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου για να ενισχύσει τον βρετανικό στόλο της Μεσογείου. Μετά από περιπολίες στην ανατολική Μεσόγειο, τον Νοέμβριο του 1941 αναχωρεί από την Μάλτα για επιθετική περιπολία στο Ιόνιο και στις 6 Δεκεμβρίου προσκρούει σε θαλάσσια νάρκη και βυθίζεται σε απόσταση μόλις 2,5 ναυτ. μιλίων από τις ακτές της Κεφαλονιάς. Η ιστορία είναι από εδω και πέρα γνωστή χάρη στην ομάδα που εντόπισε και ταυτοποίησε το ναυάγιο και πραγματοποίησε μια εξαιρετική ιστορική έρευνα. Παρόλα αυτά ένα ένα μικρό επεισόδιο της ιστορίας του Περσέα έχει περάσει σχετικά απαρατήρητο.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν από την ομάδα του Κώστα Θωκταρίδη, την Κυριακή 23 Μαΐου 1943 στις 12 η ώρα το μεσημέρι, το καΐκι «Ευαγγελίστρια» με τον καπετάν Χούμα από την Σάμο, ο οποίος ανήκε στην βρετανική οργάνωση ΜΙ9 που δρούσε στις θάλασσες της κατεχόμενης Ελλάδας, με μηχανικό τον Γιάννη Κατσουλάκη, τον ναύτη Νίκο Αναγνώστου και τον Αντώνη Ευαγγελάτο ως σύνδεσμο με την τοπική Αντίσταση, φθάνουν στον Πόρο Κεφαλληνίας με σκοπό να φυγαδεύσουν τον μοναδικό επιζώντα του υποβρυχίου ναύτη Τζον Κέιπς (John Capes). Μετά από ένα ταξίδι περίπου 450 ναυτ. μιλίων (800 χλμ.) από την Χίο, ο καπετάν Χούμας αναφέρει στο ημερολόγιο του ότι περίπου μιάμιση ώρα μετά την άφιξη τους έξι συμμαχικά πολεμικά αεροσκάφη πραγματοποιήσαν επιδρομή σε ένα καΐκι που είχε αναχωρήσει από την Ζάκυνθο και μετέφερε λάδια και βενζίνες, το οποίο πολυβόλησαν και πήρε φωτιά. Οι Ιταλοί επίταξαν το Ευαγγελίστρια (που για αυτήν την αποστολή είχε μετονομαστεί σε Άγ. Νικόλαος), αλλά κατόπιν σκόπιμης καθυστέρησης, ένα ρυμουλκό που περνούσε περισυνέλεξε τους ναυαγούς. Και εδώ ξεκινά η ιστορία των ευρημάτων ενός ακόμη ναυαγίου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που πιθανά αποτελεί εκείνο το καΐκι την βύθιση του οποίου μας εξιστορεί ο καπετάν Χούμας και τόσο τραγικά συνδέεται με τον «Περσέα» καθώς τα δυο σκάφη βρέθηκαν στον βυθό της θάλασσας στην ίδια ταραγμένη περίοδο της ιστορίας στην ίδια ευρύτερη θαλάσσια περιοχή νοτιοανατολικά της Κεφαλονιάς.
Το ναυάγιο μικρού σκάφους στην Άκρα Κάπρος
Σε απόσταση περίπου 2 ναυτ. μιλίων από το λιμάνι του Πόρου και επάνω στην ρότα που συνδέει αναπόφευκτα την Ζάκυνθο με τον Πόρο, βρίσκεται βυθισμένο ένα μικρό σκάφος που από χρόνια ήταν γνωστό σε ντόπιους ψαράδες, όμως μέχρι σήμερα δεν έχει ταυτοποιηθεί και ερευνηθεί λεπτομερώς (παρότι συμπεριλήφθη ονομαστικά ως μνημείο στα πλαίσια δημιουργίας του Ιόνιου Ενυδρείου-Μουσείου στο Πρόγραμμα INTERREG IV Ελλάδας-Ιταλίας, 2007-2013).
Σήμερα τα απομεινάρια του σκάφους μαρτυρούν ότι επρόκειτο για ένα μικρό ξύλινο σκαρί με μήκος περίπου 15 μ. και πλάτος 4 μ. περίπου (καθώς περιλαμβάνουν τμήματα ξυλείας ενώ αντίθετα υπάρχει παντελής έλλειψη μεταλλικών τμημάτων κελύφους). Πιο σημαντικό όμως είναι το γεγονός ότι το σκάφος μετέφερε αρκετές δεκάδες βλήματα πυροβολικού μήκους 0,70 μ. και διαμετρήματος 150 χιλιοστών, ένα διαμέτρημα που σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, συναντάται μόνο στα 3 (σύμφωνα με άλλες πηγές 4) γερμανικά επάκτια συρόμενα πυροβόλα (σε πύργους μαζί με υπόγειες αποθήκες και χώρους στρατωνισμού), που είχαν εγκατασταθεί από την γερμανική διοίκηση στο Ακρωτήριο Δαφνούδι της Ερίσου (σήμερα γνωστή ως πυροβολαρχία «Μπαταρία»), μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας και την επικράτηση επί των ιταλικών δυνάμεων στην Κεφαλονιά τον Σεπτέμβριο του 1943. Σημειώνεται ότι αυτή η πυροβολαρχία παράκτιας άμυνας κάλυπτε το θαλάσσιο στενό Κεφαλονιάς-Λευκάδας όπως αντίστοιχα η πυροβολαρχία του Ακρωτηρίου Μούντα κάλυπτε το στενό Κεφαλονιάς-Ζακύνθου.
Σχετικά με την ταυτοποίηση του ναυαγίου, αν και παρατηρείται μια χρονική αναντιστοιχία καθώς η εγκατάσταση της πυροβολαρχίας (συντελέστηκε μεταξύ Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 1943) είναι μεταγενέστερη της βύθισης του σκάφους που αναφέρει ο καπετάν Χούμας (Μάιος 1943), είναι δυνατόν και πολύ πιθανό η γερμανική διοίκηση να διέβλεπε την κατάρρευση της συμμάχου Ιταλίας στο εγγύς μέλλον και έτσι να προνόησε να αρχίσει την μεταφορά των απαραίτητων υλικών, εξαρτημάτων και πολεμοφοδίων ώστε να είναι έτοιμη να αναλάβει την άμυνα των περιοχών πάνω στην νήσο που προηγουμένως κατείχαν οι Ιταλοί, χωρίς σημαντική διακοπή. Εξάλλου τα γερμανικά πυροβόλα αποτελούσαν απλά μια αναβάθμιση των ιταλικών συρόμενων πυροβόλων των 105 και 75 χιλιοστών που υπήρχαν προηγουμένως εγκατεστημένα στο ίδιο σημείο και ίσως αυτή να ήταν μια από καιρό προγραμματισμένη κίνηση.
Ένα ιδιαίτερο φορτίο
Είναι γνωστό ότι πολλά, μεγάλα ή μικρά θαλάσσια σκάφη που άνηκαν στον τοπικό πληθυσμό έγιναν αντικείμενο επίταξης προσωρινής ή καθ’όλης της διάρκειας του πολέμου, από τις δυνάμεις κατοχής ώστε να εκτελέσουν ποικίλες αποστολές, κυρίως σε δευτερεύοντες υποστηρικτικούς ρόλους (λόγω του ανεπαρκούς σχεδιασμού τους για πολεμικές επιχειρήσεις). Μία από αυτές τις αποστολές ήταν η μεταφορά πολεμικού υλικού και στρατευμάτων. Το συγκεκριμένο σκάφος που ναυάγησε στην Άκρα Κάπρος είναι φανερό ότι αποτελούσε ένα τέτοιο μικρό επιταγμένο σκαρί που μετέφερε γερμανικής κατασκευής πολεμοφόδια και κάποιες ιατρικές προμήθειες.
Άλλα εξαρτήματα που είναι ορατά στον βυθό παρότι έχουν καλυφθεί με θαλάσσια φυτά, είναι οι θρυαλλίδες, μηχανισμοί με χρονοδιακόπτη για την ελεγχόμενη πυροδότηση των εκρηκτικών βλημάτων είτε επάνω από τον στόχο είτε μετά την διείσδυση στο εσωτερικό του πλοίου-στόχου για παράδειγμα.
Όσον αφορά άλλα πυρομαχικά κατηγορίας φορητού οπλισμού, υπάρχουν φυσίγγια 7.92 χιλ. (γνωστά ως “8mm Mauser training round”) ξύλινη κενή στο εσωτερικό βολίδα (άσφαιρα) με άκρο σε υπεριώδες χρώμα, τα οποία συνηθιζόταν να χρησιμοποιούνται σε ασκήσεις (δημιουργούσαν αρκετή πίεση ώστε να λειτουργεί κανονικά ένα τυφέκιο αλλά ακόμα και ένα αυτόματο πολυβόλο MG34 ή MG42 που απαιτούσε συγκεκριμένη ελάχιστη συμπίεση αερίων στο εσωτερικό της κάνης). Μια άλλη πιθανή χρήση ήταν η εκτόξευση οπλοβομβίδων. Είναι ενδιαφέρον ότι η χρήση τους εναντίον ανθρώπων απαγορευόταν από την Συνθήκη της Γενεύης καθώς θα οδηγούσε στην εισχώρηση ξύλινων θραυσμάτων εντός του σώματος.
Ένα πολύ ενδιαφέρον εύρημα είναι ένα μικρό σωληνάριο που σύμφωνα με τις αναγραφόμενες σε αυτό λέξεις “Körper-schuß-salbe” (στην παλιά γερμανική διάλεκτο – Old High German), οι οποίες ήταν αρκετά δύσκολο να αναγνωσθούν μετά από τις δεκαετίες παραμονής του στον βυθό, περιείχε αλοιφή φροντίδας τραύματος, πιθανά σουλφανιλαμίδιο (“sulfanilamide”) το οποίο χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα έως τα μέσα του Β’ Π.Π. αφού αποτέλεσε το πρώτο αποτελεσματικό αντιβιοτικό πριν την πενικιλλίνη που χρησιμοποιήθηκε στα τέλη του πολέμου. Χάρη στην υπόλοιπη επιγραφή “Wehrkreissanitätspack VII” μπορούμε να γνωρίζουμε από ποια στρατιωτική περιφέρεια (διοίκηση υποστήριξης) είχε διανεμηθεί το συγκεκριμένο αντικείμενο, με την συγκεκριμένη (νούμερο 7) να έχει έδρα κατά τον πόλεμο, το Μόναχο.
Επίσης άλλο εύρημα είναι ένα μικρό κουτί από βακελίτη που περιείχε 10 ταμπλέτες “Losantin” (δραστική ουσία Calcium Dihypochlorite) επιδερμικής απολύμανσης για προστασία από το τοξικό αέριο μουστάρδας (μετά και την εμπειρία χρήσης αερίων στον Α’ Π.Π.). Οι στρατιώτες υποχρεώνονταν να φυλάσσουν τις ταμπλέτες αυτές (4 κουτιά) στις τσέπες στο ύψος του στήθους του χιτωνίου, προφανώς για να είναι γνωστή από όλους η θέση τους και ταχύτατος ο εντοπισμός τους.
Το συγκεκριμένο ναυάγιο παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, αφενός επειδή πιθανά συνδέεται με την ιστορία φυγάδευσης του μοναδικού επιζώντα του υποβρυχίου Περσέας, αφετέρου επειδή συνδέεται σχεδόν βέβαια με τις παράκτιες πυροβολαρχίες που είχαν εγκατασταθεί στην νήσο για την άμυνα όχι μόνο αυτής αλλά και των θαλάσσιων περασμάτων στο Ιόνιο. Αλλά ακόμη περισσότερο σημαντικό είναι το ότι αναδεικνύει την συνύπαρξη των απάνθρωπων εργαλείων καταστροφής που αφορούν τα βαρέα και ελαφρά πυρομαχικά, με τα ανθρωπιστικά εργαλεία φροντίδας τραυματιών, στο ίδιο ιστορικό σημείο όπου τώρα κείτεται μια μικρή αδιατάρακτη χρονοκάψουλα, ακόμη ένα μνημείο του μεγαλύτερου πολέμου που γνώρισε μέχρι σήμερα η Ανθρωπότητα. Τα ίδια ανθρώπινα χέρια που χειρίζονταν τα πυροβόλα που αφαιρούσαν ζωές, εφάρμοζαν παράλληλα και τα φαρμακευτικά σκευάσματα που έσωζαν ζωές, σαν δύο αντίθετες απόψεις που όμως εκφράζονται στον ίδιο κοινό διάλογο της ανθρώπινης ιστορίας..
Έως σήμερα, τα μνημεία αυτής της ταραχώδους περιόδου γύρω από τα νησιά μας βρίσκονται βυθισμένα στα βαθιά νερά του Ιονίου, κρατώντας ζωντανή την μνήμη της ιστορίας. Αποτελούν τεχνητούς υφάλους στον βυθό – μικρά λίκνα ζωής για τα θαλάσσια είδη, αλλά και εκθέματα του ανεξερεύνητου απέραντου μουσείου του Ωκεανού, του τελευταίου μεγάλου αγνώστου του πλανήτη μας..
Τηλέμαχος Μπεριάτος
Αυτοδύτης 3 αστέρων CMAS
PSS Technical Diver
Έρευνα – επιμέλεια 2017-2020
Εικόνες
1 Ένα από τα πυροβόλα της «Μπαταρίας» στο Δαφνούδι (φωτο 1950-55) (Διαδίκτυο)
2 Η θέση ενός από τα πυροβόλα στο Δαφνούδι (Τηλ.Μπεριάτος 6-2017)
3 Η θέση ενός από τα πυροβόλα στο Δαφνούδι (Τηλ.Μπεριάτος 6-2017)
4 Μοντέλο παρόμοιου πυροβόλου σε μικρογραφία (Διαδίκτυο)
5 Θρυαλλίδα βλήματος πυροβόλου, Νότια Κεφαλονιά (Τηλ.Μπεριάτος 3-2017)
6 Σφαίρες 8mm Mauser (Τηλ.Μπεριάτος 7-2018)
7 Σωληνάριο με αλοιφή φροντίδας τραύματος (Τηλ.Μπεριάτος 9-2018)
8 Στρατιωτική περιφέρεια ν.7 με έδρα το Μόναχο (Διαδίκτυο)