Στα μονοπάτια της Θηνιάς, έτσι απλά , όπως παλιά, συντροφιά με τον Μάρκο
Κείμενα –ρεπορτάζ: Σαμόλη Ευαγγελία-Φωκά Αικατερίνη
Τούτη την φορά θα περιπλανηθούμε στα μονοπάτια της Θηνιάς όπως παλιά , τότε που οι άνθρωποι καλωσόριζαν την ανατολή και ξεπροβόδιζαν την δύση το σούρουπο, πάντα καβάλα στον πιστό γαϊδουράκο, σύντροφο και συνοδοιπόρο της φαμίλιας. Ο γαϊδουράκοςσχεδόν πάντα φορτωμένος υπέμενε στωικά, αγόγγυστα, τις πραμάτειες, το καλούδια της εσοδείας, τους ανθρώπους. Φορτωμένος, στο λιοπύρι, στην βροχή και στο κρύο, πλάι στον κύρη του. Έτσι ήταν χτες, έτσι παρέμεινε σήμερα. Πλαί στον κύρη του.
Το σημερινό του όνομα είναι Μάρκος, Μάρκος ο Γαιδουράκος της Θηνιάς. Ο Μάρκος θα είναι νοερά, νοσταλγικά, ο ξεναγός μας στα μέρη του. Στέκει κάπου εκεί στο 3ο χιλιόμετρο της διαδρομής του αγώνα την οποία έχει βαδίσει αργά, σταθερά, συντροφικά, επί σειρά ετών, παρέα με τον θηνιάτη ιδιοκτήτη του. Σαν τον χαιρετίσετε θα σας γνέψει και αυτός ήρεμα, γαλήνια, παιχνιδίζοντας με την ουρά του και σηκώνοντας την όμορφη λευκή κεφαλή του για να σας κοιτάξει θαρρετά στα μάτια. Δεν φοβάται να σας κοιτάξει στα μάτια. Μαχητής και αυτός, αθλητής με το δικό του τρόπο, κατ΄ ανάγκη κι όχι κατ επιλογή διδάχθηκε στον χρόνο, να αντέχει, να υπομένει και να συνεχίζει, να προχωρά, χωρίς στάσεις και πισωγυρίσματα, έως το τέρμα.
Κι ο δικός του αγώνας δυστυχώς δεν ολοκληρώνεται στα 7κμ, δεν επιβραβεύεται με το μετάλλιο της συμμετοχής, δεν δικαιώνεται με την επίδοση ή την διάκριση. Ο δικός του αγώνας παραμένει διαρκής και επίπονος. Με στρώμα του λίγη στρωμνή στο χώμα και σκέπη του την φυλλωσιά μια συκιάς, κάθε ξημέρωμα γυρεύει το δείλι του. Μόνη του προσμονή, νερό, τροφή, λιγότερη θέρμη τις μέρες του καλοκαιριού, λιγότερο κρύο στο πέρασμα του χειμώνα, περισσότερη σημασία και πιθανά ένα χάδι από εμάς τους περαστικούς, σαν τον απαντούμε στο διάβα μας.
Αν είχε ανθρώπινη λαλιά θα μας έλεγε πολλά για τούτα τα μέρη, ιστορίες από τα παλιά , θύμησες των προγόνων του, όπως: για κείνη την μεγαλόπρεπη εκκλησιά της Παναγίας στα Καρδακάτα, σταθμό της αναστροφής του αγώνα στα 3550 μέτρα του, η οποία ολοκληρώθηκε το 1912. Το καμπαναριό της ήταν προσφορά ρώσων, μεταναστών στο νησί, και αντηχεί έως απέναντι, στην γείτονα Παλλική χαιρετίζοντας τους επισκέπτες και αφυπνίζοντας τους πιστούς.
Θα διηγούταν, πως ο ναός γκρεμίστηκε, από την σφοδρότητα των σεισμών το 1953, και χτίστηκε εκ νέου με έρανο των χωριανών και πως ξανά πάλι καταστράφηκε και ανεγέρθηκε την δεκαετία του 80, διεκδικώντας περήφανα την θέση του στην γη, στην ιστορία και στην καρδιά των κατοίκων της Θηνιάς.
Θα μας έλεγε, για τα μοναδικά προϊόντα του τόπου του, τυρί, κρασί, λάδι, κηπευτικά. Αγνά, ποιοτικά, με γεύση μεστή, αυθεντική, αναντικατάστατη. Προϊόντα στα οποία, μαζί με την μαεστρία των μαγειρισσών, οφείλεται η μοναδική νοστιμιά της κουζίνας της περιοχής. Δείγμα της κουζίνας αυτής, γεύονται οι αθλητές στον τερματισμό, σε ειδικά διαμορφωμένο μπουφέ στο προαύλιο της εκκλησίας της Παναγίας του Αγκώνα.
Θα μιλούσε για τους εντυπωσιακούς κήπους, αυτούς τους παλαιούς φροντισμένους κεφαλλονίτικους κήπους, διατηρημένους πάππου προς πάππου με γνώση αγάπη και μεράκι, που κοσμούν τις μονοκατοικίες στα Καρδακάτα, στο Νύφι, στον Αγκώνα.
Θα περιέγραφε με ζέση, πως ξαποσταίνει από το φορτίο, πως δυναμώνει όταν το βλέμμα του ανταμώνει το καθάριο γαλάζιο της θάλασσας. Της θάλασσας που μερεύει το βουνό, της θάλασσας που δροσίζει και απαλύνει το απόκρημνο των βράχων, της όμορφης θάλασσας του ιονίου, στην παραλία της Αγ.Κυριακής, εκεί στο δρόμο Νυφίου– Αγκώνα.
«Πάρτε μια ανάσα, ανάσα βαθιά, να αισθανθείτε το αέρινο χάδι της μοσχοβολιάς. Βασιλικός, μπουγαρίνι, γαρδένια, γαζία. Βάλσαμο, στο σώμα, βάλσαμο στο πνεύμα!» ήταν περίπου τα λόγια της κας Σοφρώνης Ζαφειράτου, ξεναγώντας μας στην εντυπωσιακή ανθοστόλιστη περίβολο του σπιτιού της, σχεδόν δίπλα στην εκκλησία της αφετηρίας, στον Αγκώνα. Σίγουρα έτσι θα μας παρότρυνε κι ο Μάρκος για κάθε ξεχωριστή αυλή στην διαδρομή μας. Οι δρομείς άλλωστε γνωρίζουν καλά, πως δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό από αυτές τις ζωτικές ευωδιαστές ανάσες που προσφέρουν ρυθμό, ενέργεια και τόνωση στην προσπάθεια.
Ο Μάρκος θα μας έλεγε κι εκείνα τα άλλα τα πονηρά, τα πιπεράτα, που σιγοψιθυρίζουν οι κάτοικοι στην πλατειούλα στο Νύφι. Ξέρετε….., αυτά που δίνουν χρώμα, νόημα και ενδιαφέρον στα απογεύματα του καλοκαιριού στο χωριό. Ειδήσεις διανθισμένες με μπόλικη σάλτσα και αλατοπίπερο, πάντα με εκείνη την παραπάνω δόση που βάζει καθείς καθώς τις μεταφέρει επιτηδευμένα στον συνομιλητή του. Οι ειδήσεις μετατρέπονται σχεδόν «σε έργα τέχνης», ικανά να αναλύονται επί ώρες ή μέρες διασκεδάζοντας τους εμπνευστές και κοινωνούς τους. Άραγε πόσα ανομολόγητα μυστικά της πλατείας που παραμένει κέντρο του χωριού επί σχεδόν δύο αιώνες, θα μαρτυρούσε το γαϊδαράκι μας αν είχε λόγο και φωνή ανθρώπου; όμως αυτό απλά περπατά σκυφτό, αφήνοντας χνάρι από το πάτημά του στον δρόμο που τρέχουμε. Χνάρι από την γνώση, την σκέψη και την ψυχή του. Χνάρι από την αλήθεια κάθε τόπου που συναντούμε στις δρομικές μας περιπλανήσεις.
«Όσοι τρέξετε στον 3ο δρόμο θηναίας γης, εκεί περίπου στο 3Ο κμ καθώς πηγαίνετε ή στο 4ο κμκαθώς επιστρέφετε, σας παρακαλώ πείτε ένα γεια και σε μένα που θα είμαι εκεί, ήρεμος, σιωπηλός, υπομονετικός κι εγώ θα σας νεύσω με την ουρά ή το κεφάλι μου, ικανοποιημένος, απλώς γιατί με προσέξατε. Προσέξατε πως υπάρχω κι εγώ, η μνήμη και η ιστορία μου!
υπάρχω κι εγώ!αντέχω, ζω ακόμη, υπάρχω κι εγώ !!»
“Δεν έχω ανθρώπινη λαλιά
Μα σας μιλώ με την καρδιά»
ΥΓ. Να τρέξετε όλοι στην Θηνιά
Έχει κι αγώνα με σχοινιά!
Σας ευχαριστώ
Ο ΜΑΡΚΟΣ Ο ΓΑΙΔΟΥΡΑΚΟΣ ΤΗΣ ΘΗΝΙΑΣ