«Να κοιτάς τα βασικά!»: Ποια είναι τα «βασικά»;
Κοινωνία
20/09/2019 | 09:49

Καθώς βρισκόμαστε στην αρχή της σχολικής χρονιάς, οι γονείς αυτήν την περίοδο προσπαθούν να ανασυντάξουν τους καθημερινούς ρυθμούς της οικογένειας που σίγουρα είχαν αλλάξει κατά τους θερινούς μήνες. Η ανασύνταξη αυτή απαιτεί μια σειρά προσαρμογών στις νέες συνθήκες και περιλαμβάνει την διαμόρφωση του προγράμματος των μαθημάτων και των δραστηριοτήτων των παιδιών, καθώς και την αποκατάσταση των ρουτινών όπως είναι τα ωράρια φαγητού και ύπνου. Επιπλέον, οι γονείς προσπαθούν να «επαναφέρουν» τα παιδιά στην πειθαρχία της ρουτίνας μετά από την καλοκαιρινή χαλάρωση, καθώς και να τα βοηθήσουν να προσαρμοστούν σε νέα σχολικά περιβάλλοντα όταν υπάρχει αλλαγή βαθμίδας.

Η ιεράρχηση των πολλαπλών αναγκών των μελών μιας οικογένειας είναι ένα δύσκολο έργο, πόσο μάλλον η ιεράρχηση των αναγκών ενός παιδιού. Ορισμένα από τα συχνά λάθη που κάνουν οι γονείς στο έργο αυτό είναι τα εξής:

  • Δυσκολεύονται να αξιολογήσουν τις πραγματικές εκπαιδευτικές ανάγκες του παιδιού ή παρερμηνεύουν τις αιτίες των προβλημάτων. Για παράδειγμα, ενώ ένα παιδί μπορεί να αρνείται να διαβάσει επαρκώς επειδή το κουράζει ο όγκος της μελέτης, οι γονείς μπορεί να το παρωθούν σε ακόμα εντατικότερη μελέτη προκειμένου να καλύψει τα «κενά», με αποτέλεσμα αυτά στην ουσία να αυξάνονται.
  • Επικεντρώνουν έντονα σε σχολικού τύπου δεξιότητες και στη σχολική επίτευξη παραβλέποντας τα πραγματικά επιτεύγματα του παιδιού. Ενώ το παιδί μπορεί να αναπτύσσει πολύ ικανοποιητικές εφαρμοσμένες δεξιότητες (όπως π.χ. να γράφει πολύ ευφάνταστα και πλούσια κείμενα), οι γονείς συχνά όχι μόνο δεν είναι ευχαριστημένοι αλλά αγωνιούν για την επίτευξή του σε γλωσσικά μαθήματα, επειδή ίσως να μην τα καταφέρνει τόσο καλά στην ορθογραφία. Έτσι, μετατοπίζουν την έμφαση στις αδυναμίες του από αυτά στα οποία το παιδί τα καταφέρνει καλά, με αποτέλεσμα να το αποκαρδιώνουν και να το αποθαρρύνουν.
  • Απαξιώνουν μαθήματα που θεωρούν «δευτερεύοντα», όπως είναι τα καλλιτεχνικά, η μουσική, τα θρησκευτικά, η αγωγή του πολίτη, κ.ά. Είναι γεγονός ότι ορισμένες δεξιότητες είναι προαπαιτούμενες για άλλες, δηλαδή για παράδειγμα πρώτα πρέπει να μάθουμε ανάγνωση και μετά μπορούμε να διαβάσουμε ένα βιβλίο με οποιαδήποτε θεματολογία. Εντούτοις, αργά η γρήγορα τα περισσότερα παιδιά κατακτούν σε ικανοποιητικό βαθμό τις βασικές δεξιότητες γραφής, ανάγνωσης και μαθηματικών, και η εξάσκηση για την εξάσκηση γίνεται γρήγορα βαρετή. Αντιθέτως, η ενασχόλησή τους με ελκυστικά αντικείμενα ενισχύει όχι μόνο τις δεξιότητες και τις γνώσεις τους αλλά και την ίδια τη στάση τους απέναντι στη μάθηση.
  • Υποτιμούν τη σημασία του ελεύθερου χρόνου και του παιχνιδιού. Συχνά τα παιδιά ακούν φράσεις όπως «Τώρα θα μπουν τα κεφάλια μέσα!» που σημαίνει ότι ο ελεύθερος χρόνος θα περιοριστεί δραστικά προς όφελος των σχολικών υποχρεώσεων. Αυτό ακούγεται πολύ απειλητικό στα παιδιά και αυξάνει την δυσφορία τους απέναντι στο σχολείο. Η εξίσωση σχολείο ίσον καταναγκασμός και έλλειψη παιχνιδιού είναι μια από τις βασικές πηγές της σχολικής αποτυχίας. Τα παιδιά όλων των ηλικιών έχουν απόλυτη ανάγκη από ελεύθερο χρόνο σε καθημερινή βάση που θα μπορούν να τον διαθέσουν όπως επιθυμούν.
  • Καθοδηγούν τα παιδιά προς εξωσχολικές δραστηριότητες, δίχως να λαμβάνουν επαρκώς υπ’ όψιν τις προτιμήσεις, τις κλίσεις, ή ακόμα και τα ταλέντα τους. Στην αγωνία τους να προικίσουν το παιδί με εφόδια, οι γονείς πολλές φορές γίνονται έντονα κατευθυντικοί ως προς τις εξωσχολικές δραστηριότητες και φτάνουν έως και να το εξαναγκάζουν να παρακολουθήσει δραστηριότητες που το ίδιο δεν θέλει. Προσοχή χρειάζεται να δοθεί στην διάκριση προτίμησης και ικανότητας, έννοιες που δεν ταυτίζονται πάντοτε. Ένα παιδί μπορεί να θέλει ν’ ασχοληθεί με δραστηριότητες στις οποίες έχει καλό δυναμικό, ενώ ένα άλλο μπορεί να προτιμήσει κάτι στο οποίο υπολείπεται ακριβώς για να ξεπεράσει το αίσθημα αποτυχίας. Τα μικρότερα παιδιά μπορεί να μεταπηδούν από τη μια δραστηριότητα στην άλλη γιατί τους αρέσει να δοκιμάζουν νέες εμπειρίες, ωστόσο με το χρόνο διαφαίνονται τα πραγματικά ενδιαφέροντα του παιδιού τα οποία είναι σημαντικό να εκφράζονται και να καλλιεργούνται ελεύθερα.

Παρότι δεν υπάρχει πανάκεια για κανένα πρόβλημα, το γενικό «αντίδοτο» στις παραπάνω αντιλήψεις και στάσεις είναι το να αφουγκραζόμαστε πραγματικά το παιδί μας κατανοώντας τις επιθυμίες και τις ανάγκες του. Συχνά θεωρούμε ότι γνωρίζουμε το παιδί μας «σαν την παλάμη μας», αλλά θα εκπλαγούμε με το πόσα θα μάθουμε γι’ αυτό αν του παραχωρήσουμε περισσότερο ποιοτικό χρόνο και χώρο για να καλλιεργήσουμε την μεταξύ μας σχέση. Η βαθύτερη κατανόηση του άλλου, πόσο μάλλον του ίδιου μας του παιδιού, είναι το κλειδί για την βελτίωση των διαπροσωπικών μας σχέσεων και κατά συνέπεια για την βελτίωση των επιλογών που κάνουμε για τα παιδιά μας. Επιπλέον, η ιδέα ότι το παιδί είναι ακόμα μικρό και άπειρο και δεν ξέρει τι θέλει δεν είναι παρά δικαιολογία, καθώς δεν μαθαίνουμε τι θέλουμε απλώς υιοθετώντας το τι θέλουν για μας οι γονείς μας, αλλά αποκτώντας οι ίδιοι εμπειρίες και αξιολογώντας τες. Έτσι, προκειμένου να ενδυναμώσουμε τη σχέση μας με το παιδί μας και να έχουμε στη συνέχεια τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, υπάρχουν πολλές πρακτικές ενέργειες που μπορούμε να κάνουμε, όπως:

  • «Μελετάμε» διακριτικά το μαθησιακό προφίλ του παιδιού μας, δηλαδή προσπαθούμε να καταλάβουμε καλύτερα τι το συναρπάζει και τι το απωθεί, ποιες ώρες είναι πιο ξεκούραστο και συνεργάσιμο, για πόση ώρα μπορεί να κρατήσει συγκεντρωμένη την προσοχή του σε κάτι, ποιοι παράγοντες το αποσυντονίζουν και το αποδιοργανώνουν, ποιες αυτοσχέδιες μεθόδους αναπτύσσει όταν θέλει να καταφέρει να κάνει κάτι, κτλ. Στη συνέχεια, προσπαθούμε να αξιοποιήσουμε τον δικό του τρόπο αντί να το πιέζουμε να μπει στο στενό παπούτσι μεθόδων που δεν του ταιριάζουν.
  • Αντί να το πιέζουμε να μελετήσει, ιδίως στις μικρές τάξεις του δημοτικού, προτιμάμε ευχάριστα παιχνίδια, όπως π.χ. πόσες πινακίδες θα προλάβει να διαβάσει σε μια βόλτα με το αυτοκίνητο, να μας βοηθήσει στην εκτέλεση μιας συνταγής βοηθώντας μας με την ανάγνωση και την μέτρηση των υλικών κτλ Για μεγαλύτερα παιδιά προωθούμε έμπρακτες ενασχολήσεις του ενδιαφέροντός τους, όπως π.χ. μαστορέματα, ανάπτυξη προσωπικού ιστοτόπου (blog) κτλ
  • Το εμψυχώνουμε και το βοηθάμε –δίχως ωστόσο ποτέ να το υποκαθιστούμε- στα «δευτερεύοντα» μαθήματα τα οποία μπορεί να αποτελέσουν μοχλό επίτευξης, να αποκαλύψουν άγνωστες κλίσεις και να καλλιεργήσουν τις διαπροσωπικές σχέσεις. Ένας μικρός μαθητής που είναι «ουραγός» της τάξης, μπορεί να κινητοποιηθεί σημαντικά αν παρουσιάσει ένα όμορφο κολάζ που έχει φτιάξει ο ίδιος και συνάμα θα έχει μια πολύ όμορφη και συναισθηματικά θερμή ανάμνηση από την επιλογή των εικόνων από περιοδικά που έκανε μαζί με την μητέρα του.
  • Διαφυλάσσουμε απόλυτα τον καθημερινό ελεύθερο χρόνο του παιδιού και δείχνουμε έμπρακτα ότι τον θεωρούμε πολύ σημαντικό και αδιαπραγμάτευτο, πράγμα που σημαίνει ότι δεν χρησιμοποιούμε την στέρησή του ως τιμωρία και δεν τον περικόπτουμε εις βάρος άλλων οικογενειακών υποχρεώσεων. Χρειάζεται να δοθεί προσοχή στην σύγχυση μεταξύ εξωσχολικών δραστηριοτήτων και κατεξοχήν ελεύθερου χρόνου. Ελεύθερος χρόνος δεν είναι ένα μάθημα μπαλέτου, αλλά η απόλυτη αυτοδιάθεση του παιδιού για κάποιο χρονικό διάστημα, για να παίξει, να ξεκουραστεί και να «χαζέψει». Επιπλέον, η εντατική χρήση ηλεκτρονικών μέσων μπορεί να περιοριστεί αν ενταχθεί στην έννοια του ελεύθερου χρόνου, δηλαδή αν ο γονιός προσυμφωνήσει με το παιδί ότι αυτές τις 2-3 ώρες καθημερινά μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, να παίξει στο κινητό, να πάει βόλτα με τους φίλους του, να δει τηλεόραση ή οτιδήποτε άλλο. Το παιδί μπορεί αρχικά να ασχολείται αποκλειστικά με ένα πράγμα, αλλά σταδιακά θα μάθει να αυτορρυθμίζει τον «δικό του» χρόνο ώστε να προλαβαίνει να κάνει όλα όσα το ευχαριστούν.
  • Πριν «γράψουμε» το παιδί σε κάποια δραστηριότητα, φροντίζουμε να το έχουμε εξοικειώσει νωρίτερα με αυτήν (π.χ. να έχουμε παρακολουθήσει μαζί αγώνες στίβου), να έχουμε διερευνήσει αν του προκαλεί το ενδιαφέρον και εξασφαλίζουμε ότι μπορεί να την παρακολουθήσει δοκιμαστικά 2-3 φορές πριν κλείσουμε μαζί του ένα «συμβόλαιο» για τον κύκλο μαθημάτων που θα πρέπει να παρακολουθήσει πριν αποφασίσει να διακόψει. Οι περισσότερες δραστηριότητες αρχικά είναι ελκυστικές, ενώ μετά γίνονται «δύσκολες» καθώς το παιδί αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι η επίτευξη σχετίζεται έντονα με την προσπάθεια και η ανατροφοδότηση που λαμβάνει είναι ακόμα χαμηλή. Για να κατανοήσει ένα παιδί αν πραγματικά του αρέσει μια δραστηριότητα είναι σημαντικό να έχει φτάσει ήδη σε μια στοιχειώδη επίτευξη (π.χ. να μπορεί να παίξει 2-3 απλά τραγούδια στην κιθάρα). Εντούτοις, αν το παιδί αρνείται κατηγορηματικά να συνεχίσει μια δραστηριότητα που αρχικά του άρεσε, δεν το πιέζουμε άλλο και «σπάμε» το συμβόλαιο, προσπαθώντας παράλληλα να καταλάβουμε τι δεν πήγε καλά. Σε καμιά περίπτωση δεν επιμένουμε το παιδί να παρακολουθήσει δραστηριότητες προς τις οποίες έχει απ’ την αρχή δείξει ότι δεν του αρέσουν.

Πολλές άλλες ενέργειες θα μπορούσαν να βοηθήσουν ένα παιδί να αναπτύξει το δυναμικό του δίχως να καλλιεργείται άγχος και ενδο-οικογενειακές συγκρούσεις. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή από την πλευρά των γονέων να μην προσπαθούν να ενισχύσουν το παιδί τους σε κάτι υπονομεύοντας κάτι άλλο, ενίοτε σημαντικότερο. Το Κ.Ε.Σ.Υ. από την πλευρά του στέκεται αρωγός στην προσπάθεια για βελτίωση της ποιότητας της σχέσης μαθητών και γονέων και είναι πάντοτε στη διάθεση των ενδιαφερόμενων για κάθε σχετική συνεργασία.

Σεπτέμβριος 2019

Ελένη Κονιδάρη

Ψυχολόγος και προϊσταμένη του Κέντρου Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης (Κ.Ε.Σ.Υ.) Κεφαλληνίας

eKefalonia
eKefalonia
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ