Γράφει ο
Νεκτάριος Καλαντζής*
Κυριακή πρωί φθάνοντας Πάτρα και αφού περάσω γρήγορα από τον εντυπωσιακό ναό του Αγίου Ανδρέα –πόσο μεγάλη εκκλησία- πάω για το λιμάνι, όπου θα πάρω το κίτρινο πλοίο Levante για να φθάσω σε 3,5 ώρες στο λιμάνι του Αετού της Ιθάκης. Περίπου δέκα χρόνια πριν, ήταν που είχα επισκεφθεί το νησί και ήταν σαν να μην άλλαξαν και πάρα πολλά. Νωρίς το απόγευμα ανεβαίνω από το λιμάνι τις στροφές για να φθάσω στο Βαθύ, την πρωτεύουσα του νησιού. Από πάνω φαίνεται εντυπωσιακό με την αρχιτεκτονική των σπιτιών, Ιόνιο γαρ, το νησάκι Λαζαρέτο απέναντι σαν να επιπλέει και την απόλυτη ησυχία του μεσημεριού στην Ιθάκη. Αφού περάσω την μικρή μαρίνα με τα σκάφη, δω το δημαρχείο στα δεξιά μου και την πλατεία, όπου αριστερά υπάρχει ο Οδυσσέας, ένα άγαλμα σαν να έχει βγει από ναυάγιο, στέκομαι να δω ξανά και ξανά το νεοκλασικό αρχοντικό του Δρακούλη στα δεξιά μου. Δέκα χρόνια πριν το θυμάμαι καφέ και με κάποιους φοίνικες. Σήμερα κλειστό, ανακαινίστηκε μου είπαν από τους ιδιοκτήτες και περιμένει να ζήσει πάλι στιγμές δόξας στα σαλόνια του, με το κήπο και το ποτάμι μπροστά από νερό να το ενώσει με τη θάλασσα, όπου όπως μου είπαν ο Δρακούλης έβγαινε από το σπίτι του –έργο Τσίλερ- στη θάλασσα απευθείας, χωρίς να τον βλέπουν. Περνάω τα λίγα μαγαζιά μπροστά στη θάλασσα και βλέπω στην άκρη το Βαθύ, αμφιθεατρικά χτισμένο σαν θεατρικό σκηνικό. Φεύγω από το ξενοδοχείο για να κάνω το πρώτο μπάνιο, πολύ κοντά, αλλά κάπου σαν κρυμμένο μυστικό. Ο ταξιδιωτικός οδηγός έγραφε ότι εκεί έχουν φιλοξενηθεί κατά καιρούς η Μαντόνα, ο Mr Bean, ο Σπίλμπεργκ και άλλες διασημότητες, στον Σκίνο εννοώ. Αφού περάσω τα Μνήματα, προχωρώ στο στενό δρόμο και παρκάρω, όντας τυχερός στην άκρη του. Από εκεί, μου είπαν , αρχίζει το μονοπάτι για την εντυπωσιακή παραλία, το Γιδάκι, που πιο εύκολα πας με τη βάρκα από το Βαθύ.
Εγώ προτίμησα τον Σκίνο. Μπροστά η βίλα των διασημοτήτων, που όπως μου είπαν έχει πλούσια επτανησιακή βιβλιοθήκη στο εσωτερικό της, μάγειρα και όλες τις παροχές. Ζήλεψα τον κήπο και την αιώρα της. Η παραλία σχεδόν ιδιωτική, έμεινα μόνος αργά το σούρουπο, κάτω από τη σκιά των δέντρων. Μια πέτρινη μάντρα να ξεχωρίζει την παραλία από τα δέντρα και εγώ να κάνω βουτιά στα απίστευτης ομορφιάς νερά της. Ήθελα να μείνω εκεί ως το πρωί, μα επιστρέφω Βαθύ για φαγητό κοντά στο Μέντωρ και μετά βραδινή βόλτα στα στενά πίσω από την πλατεία, με τα μαγαζιά με τα αναμνηστικά, τρώγοντας παγωτό και συμμετέχοντας σε ένα αυτοσχέδιο πάρτι που είχε στηθεί εκεί.
Επόμενο πρωί, πάω προς τα βόρεια και τη Μονή Καθαρών, όπου η θέα μέχρι να πας σε αποζημιώνει, βλέποντας όλο το Βαθύ και τις βουνοκορφές του ομηρικού όρους. Φθάνω στο μοναστήρι με την θαυματουργή εικόνα, που οι κάτοικοι είχαν κατέβει μαζί της ως το Βαθύ μετά τους σεισμούς του ’53 και μιλώ με μια υπερήλικη γιαγιά, εξιστορώντας μου από την καταστροφή του μοναστηριού από τους σεισμούς, ως την επίσκεψη του Αρ. Ωνάση, μαζί με τον Τσόρτσιλ εκεί (και την Τζάκι Κένεντυ ή Μ. Κάλλας , δεν θυμόταν καλά). Τελικά ο Ωνάσης με χρήματά του το ξαναέφτιαξε και το μοναστήρι περιμένει να ξαναγίνει ζωντανό, μιας και το χειμώνα παραμένει τελείως κλειστό. Φεύγω από εκεί προς το δρόμο για το ελικοδρόμιο και περνάω από την Ανωγή, με την ιστορική εκκλησία της Παναγίας και τα μενίρ της, όπως ο Αράκλης. Παντού ερημιά. Και μετά πάω στον Σταυρό, το κεντρικό χωριό με την εκκλησία και τα μαγαζιά. Βλέπω την μοναδική προτομή του Οδυσσέα που υπάρχει στο νησί, ένα υπόδειγμα του παλατιού του και πάω προς την παραλία Πόλις από κάτω. Πολύς ο κόσμος και προτιμώ να πάρω το μονοπάτι, με πινακίδες, αν και λίγο μπερδεμένο για το σπήλαιο του Λοϊζου, όπου βρέθηκε το περιβόητο θραύσμα της πήλινης μάσκας με την εγχάρακτη επιγραφή ‘’Ευχήν Οδυσσεί’’. Βλέποντας την σπηλιά αν και κλειστή, βουτάω από κάτω ακριβώς στα βράχια, με τα πεντακάθαρα νερά. Μοναδική εμπειρία. Φεύγω για την Εξωγή και βλέπω την πινακίδα με τη Σχολή του Ομήρου και μετά κάνω μια βουτιά στις Αφάλες, κατεβαίνοντας ένα μονοπάτι, ωραία νερά αν και με κύμα και έπειτα περνάω στις Φρίκες, με το μικρό λιμάνι και τα παραλιακά μαγαζιά, για να φθάσω στο Κιόνι, αφού συναντήσω τους αλλεπάλληλους κλειστούς κόλπους με τις μικρές βοτσαλωτές παραλίες και αλμυρίκια ως την παραλία. Αφήνω το αυτοκίνητο λίγο πριν μπω στο Κιόνι, κάθομαι για καφέ στο Σπαβέντο, μπροστά στις βάρκες και έχοντας το Κιόνι και τα χρωματιστά σπίτια του απέναντί μου. Κάποιοι το ονομάζουν το ελληνικό Ποζιτάνο. Αφού πάω βόλτα ως την άκρη, μπω στα καλόγουστα μαγαζιά του και δω τα κότερα κατά σειρά σε όλο το μήκος, στέκομαι σε ένα σπίτι, που πλέον είχε γίνει εστιατόριο και με αυλή δύο επιπέδων. Παλαιό αρχοντικό, που είχα γνωρίσει τον παππού ιδιοκτήτη του λίγο πριν πεθάνει και όπου εκεί είχαν γίνει και πολλά γυρίσματα από το σήριαλ του Alpha πριν χρόνια ‘’Μυστικά Και Λάθη’’, με τον Α. Λεμπεσόπουλο και την Π. Βλαντή. Το ομορφότερο σημείο στο Κιόνι και το ωραιότερο μπαλκόνι μακράν. Αφού κάνω μια βόλτα από την άλλη μεριά, με τα παγκάκια στην ανηφόρα πάνω από τον οικισμό, επιστρέφω βράδυ για το Βαθύ, όπου από την αυλή του ξενοδοχείου άκουγα απέναντι τους ήχους τζαζ από συναυλία στο νησάκι του Λαζαρέτο.
Επόμενο πρωί και αφού αφήνω το πολύβουο σχετικά Βαθύ, κατευθύνομαι προς τη Λεύκη για να κάνω βουτιά στην παραλία του Αγ. Ιωάννη, τον Άσπρο Γιαλό, όπου φθάνει κάποιος κατεβαίνοντας κάποια πέτρινα σκαλιά. Τα νερά τιρκουάζ, η παραλία πανέμορφη και αφήνω την ψάθινη ομπρέλα, για να πάω στον Σταυρό για φαγητό και να δοκιμάσω το περιβόητο ραβανί από την Μαργαρίτα, όπως και γαλακτομπούρεκο, από το φημισμένο ζαχαροπλαστείο στον Σταυρό. Επιστρέφω Βαθύ και επόμενο πρωί, δεν επιλέγω μια βουτιά στο κοντινό Σαρακήνικο ή το Φιλιατρό, αλλά κάθομαι για καφέ στην πέτρινη αυλή δίπλα στο αρχοντικό του Δρακούλη και ψωνίζω υψηλής αισθητικής αναμνηστικά από το μαγαζί δίπλα ακριβώς στο δημαρχείο, όπως έναν χάρτη με το ταξίδι του Οδυσσέα, μια επιγραφή με το ‘’Ευχήν Οδυσσεί’’, όπως και αντίστοιχα μια με τον Οδυσσέα δεμένο στο κατάρτι ενός πλοίου, φεύγοντας για το λιμάνι να πάω Κεφαλονιά, έχοντας τις εικόνες της ομηρικής Ιθάκης, του ταξιδιού του Οδυσσέα, αλλά και την επιστροφή στο νησί του και για να δει την Πηνελόπη, όπως και τους στίχους του Καβάφη για τη σημασία του ταξιδιού.
Μεσημέρι με ζέστη και σε λιγότερο από τριάντα λεπτά, φθάνω Κεφαλονιά και στο λιμάνι της Σάμης. Μπαίνω στο τοπικό σούπερ μάρκετ και τρώω απίστευτο ρυζόγαλο Τζωρτζάτος και κρέμα βανίλιας Γαλιατσάτος. Καταπληκτικά και τα δύο, με ντόπιο γάλα. Πάω να προλάβω, λίγο πριν κλείσει το απόγευμα η λίμνη της Μελισσάνης. Ένα λιμνοσπήλαιο που όμοιό του δεν είχα ξαναδεί. Τα χρώματα από τον ουρανό στο νερό και ο βαρκάρης να μας εξιστορεί με χιούμορ τα χαρακτηριστικά και την ιστορία του. Πάμε ως το βάθος, βγάζω φωτογραφίες και η δεκαπεντάλεπτη σχεδόν βαρκάδα στην Μελισσάνη θα μου μείνει αξέχαστη. Φεύγω για βουτιά και πάω στην Αντίσαμο. Πεντακάθαρα νερά , με λίγο ευτυχώς κόσμο μιας και αργά το απόγευμα, βότσαλο και ψάρια στα ρηχά ανάμεσά μου.
Η παραλία πνιγμένη στο πράσινο, εκεί που πριν χρόνια γυρίστηκε η χολιγουντιανή ταινία ‘’Το Μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι’’ με την Π. Κρουζ και τον Ν. Κέϊτζ.
Φεύγω σχεδόν βράδυ από τη Σάμη για να πάω στο Αργοστόλι , όπου μένω ακριβώς πάνω στην κεντρική πλατεία Π. Βαλλιάνου, βλέποντας και το άγαλμά του. Αφήνω τα πράγματα στο ξενοδοχείο και κάνω βραδινό περίπατο, δίπλα στους φοίνικες, στον υψηλής αισθητικής πεζόδρομο της πόλης, με το κτίριο της Περιφέρειας, το Δημαρχείο, με τα μαγαζιά και τα μπαράκια ως αργά. Η πόλη πολύ ζωντανή. Λίγο πιο πέρα, το Δημοτικό Θέατρο Κέφαλος και το Κοργιαλένειο Ίδρυμα με τη βιβλιοθήκη, αλλά προτιμώ να περπατήσω από τα Δικαστήρια, στο λιθόστρωτο με τα μαγαζιά, φθάνοντας ως το αναστηλωμένο κωδωνοστάσιο με το ρολόι στην ιστορική πλατεία Καμπάνας, εκεί που κάποτε οι ντόπιοι έκαψαν το Libro D’Oro.
Με φωτισμένο το Ionian Plaza στην πλατεία πάω και απέναντι στο πεζόδρομο με μαγαζιά γεμάτα από νεαρόκοσμο και δοκιμάζω ιταλικές γεύσεις. Επόμενο πρωί, ανήμερα της Παναγίας φεύγω από το Αργοστόλι με κατεύθυνση τη φημισμένη παραλία του Μύρτου. Η θέα από ψηλά και το τιρκουάζ των νερών σου κόβει την ανάσα, από πάνω ο Μύρτος με το μέγεθός του και το χρώμα των νερών του, με εντυπωσιάζουν, βγάζω φωτογραφία από τη γέφυρα και κατεβαίνω κάτω.
Δεν μπόρεσα να κάνω βουτιά από το κύμα, αλλά έμεινα με την προσμονή να ξαναέρθω για μια βουτιά. Αφού κάθομαι για ώρες εκεί παίζοντας με τα νερά, κατευθύνομαι προς την Άσο, ένα πανέμορφο χωριό με χρωματιστά σπίτια μπροστά στη θάλασσα, μια στενή λωρίδα γης ανάμεσα στη θάλασσα, εικόνα από Ιταλία και το κάστρο από πάνω, πνιγμένο στο πράσινο να το περιβάλει. Αφού κάνω βόλτα εκεί, φεύγω για το Φισκάρδο. Το προσπερνώ για λίγο , μιας και πάω να κάνω μια βουτιά στο Φώκι. Εκπληκτική παραλία, πεντακάθαρα νερά, πνιγμένη στα κυπαρίσσια και στο πράσινο. Επιστροφή στο Φισκάρδο, που τόσα είχα ακούσει για αυτό και όλα ίσχυαν. Χρωματιστά σπίτια, που έμειναν από τον μεγάλο σεισμό, γιότ και κότερα, ωραία μαγαζιά και καλό φαγητό. Εγώ επιλέγω να φάω φρέσκο ξιφία, ριζότο με μελάνι και σουπιά, αλλά και χταποδοκεφτέδες στην περιβόητη Τασία, μπροστά στο κύμα. Στης Tassia’s που έχει φάει μέχρι και ο Τ. Χάνκς με τον Στ. Σπίλμπεργκ (έχει φωτογραφίες στους τοίχους της), το φαγητό ήταν εξαιρετικό . Κάνω βόλτα όλο το Φισκάρδο μπροστά στη θάλασσα και πάω ως την άλλη μεριά με τα φωτισμένα αρχαία μπροστά στη θάλασσα, στην άκρη του μικρού οικισμού. Φεύγω με τις καλύτερες εντυπώσεις από το γραφικό Φισκάρδο, που μου θύμισε τον Λογγό στους Παξούς και επιστρέφω μετά από αρκετά χιλιόμετρα, ξανά Αργοστόλι, κάνοντας μια βόλτα για ποτό, λίγο έξω από την πόλη, στις Καταβόθρες, ένα όμορφο μαγαζί σε ωραίο σημείο μπροστά στη θάλασσα, με τον νερόμυλο, εκεί που το νερό ΄΄επικοινωνεί΄΄ με αυτό της Μελισσάνης.
Έπειτα ξανά βραδινή βόλτα μέχρι το Λιθόστρωτο και επόμενο πρωί φεύγω για τα Ομαλά και τον Άγιο του νησιού, τον Άγιο Γεράσιμο. Ανήμερα της εορτής του 16 Αυγούστου και μόλις φθάνω έξω από την εκκλησία, συναντώ την περιφορά της εικόνας του. Περιμένω να προσκυνήσω την εικόνα και το σκήνωμά του και πάω προς το μοναστήρι που βλέπω από πάνω την καταπακτή, εκεί όπου ασκήτευε. Φεύγω, νιώθοντας τυχερός που ήμουν εκεί αυτή την ημέρα και κατευθύνομαι προς το Ληξούρι. Κάθομαι για καφέ στην κεντρική του πλατεία, στο Πίκολο Παρίσι όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι, βλέπω το άγαλμα του Α. Λασκαράτου κοιτώντας ‘’ανάποδα΄΄ το Αργοστόλι, λόγω της γνωστής κόντρας των δύο πόλεων και δοκιμάζω καταπληκτικά τυλιχτά γλυκά από τον Μαυροειδή στην πλατεία, παλαιό ζαχαροπλαστείο, όπου παλαιότερα έβγαζε και δικής του παραγωγής ηδύποτα. Κάνω βόλτα στα στενά του, με το κτίριο της Φιλαρμονικής Σχολής του Ληξουρίου του 1836.
Αν και είχα ακούσει για την φημισμένη παραλία εξαιτίας του κόκκινου χρώματός της, το Ξι, επιλέγω να πάω για βουτιά απόγευμα στους Πετανούς. Παρόλο το αρκετό κύμα, οι Πετανοί είναι εντυπωσιακή παραλία, ένα μικρός Μύρτος θα έλεγα.
Φεύγω από εκεί πίσω στο Ληξούρι για να πάρω το φέρρυ, που σε λίγα λεπτά σε πάει Αργοστόλι, αποφεύγοντας τις τόσες στροφές και έχοντας την καλύτερη θέα από το πλοίο, αργά το απόγευμα, το Αργοστόλι και τα σπίτια πάνω στη θάλασσα, τις Καταβόθρες, το φάρο των Αγ. Θεοδώρων και άλλα νεοκλασικά.
Φθάνω Αργοστόλι, σταματώ να δω τη βραδινή Περιφορά της εικόνας του Αγίου που γίνεται εκείνη την ώρα στην πόλη και έπειτα κάνω περίπατο ως το λιθόστρωτο και ψωνίζοντας κεφαλλονίτικα παραδοσιακά γλυκά από τη Βοσκοπούλα, όπως μάντολες, μπαμπουλέ, αμυγδαλόπιτες, comfeto, sykomaida, παστέλι, παστοκύδωνο και μαντολάτο. Φημισμένο μαγαζί από το 1910, ενώ αγοράζω και ένα εξαιρετικής ποιότητας καπέλο από το μαγαζί με τα υφάσματα, τις ψάθες και τα υφαντά μπροστά στο Λιθόστρωτο, από τον Άγγ. Παυλάτο. Παλαιό μαγαζί με ιστορία, μιας και παλιά η περιοχή φημίζονταν για τα όμορφα καπέλα που φόραγαν οι κυρίες και οι κύριοι και τα καλής ποιότητας υφάσματα και υφαντά. Δεν πρόλαβα να δοκιμάσω τη διάσημη ρομπόλα, το φημισμένο κεφαλλονίτικο κρασί.
Αφού κάνω βόλτα ξανά στον κεντρικό πεζόδρομο αργά το βράδυ, επόμενο πρωί φεύγω από το Αργοστόλι για τη Σάμη και να πάρω το πλοίο της επιστροφής για την Πάτρα, έχοντας πολλές εικόνες από ένα ταξίδι στο αγαπημένο Ιόνιο και τα πανέμορφα, καταπράσινα και με μεγάλη ιστορία νησιά, της Ιθάκης και της Κεφαλονιάς.
*Ο Νεκτάριος Καλαντζής είναι Οικονομολόγος, Κοινωνιολόγος, Δημοτικός Σύμβουλος του Δήμου Παλλήνης