Κατώτερος των περιστάσεων ο Βαρθολομαίος
Εκκλησία
19/07/2020 | 16:03

Του Γιώργου Χαρβαλιά – Hellasjournal.com

Όταν πρωτομπήκα στη δημοσιογραφία, ως διπλωματικός συντάκτης είχα αποκρυσταλλωμένες απόψεις για τα εθνικά θέματα.

Για το τι είναι Ελλάδα και ελληνισμός, τι οφείλουμε να προασπίσουμε και τι δεν έχουμε δικαίωμα να εκχωρήσουμε.

Το γεγονός αυτό δεν με έκανε ιδιαίτερα συμπαθή στους επαγγελματίες του διπλωματικού σώματος, τουλάχιστον όσους έβλεπαν ότι η ανάδειξη των εθνικών θεμάτων τους δυσκολεύει τη ζωή, διαταράσσοντας την δημοσιοϋπαλληλική τους νιρβάνα.

Και αρκετοί συνάδελφοι του ρεπορτάζ, σε μια εποχή όπου είχε αρχίσει πλέον να εδραιώνεται ο ενδοτισμός ως εθνικό δόγμα εξωτερικής πολιτικής, με θεωρούσαν μονοδιάστατο για να μην πω «θερμοκέφαλο».

Ευτυχώς που δεν μπορούσαν να με κατατάξουν στους…ψεκασμένους, λόγω τυπικών προσόντων που ξεπερνούσαν αρκετά τον μέσο όρο του κλάδου.

Στην πορεία οι απόψεις μου για πρόσωπα και πράγματα που συχνά καταγράφονταν στις ανταποκρίσεις μου με αμεσότητα, αλλά χωρίς να αλλοιώνουν(θέλω να πιστεύω)την φύση της ενημερωτικής αποστολής, φοβούμαι ότι εν πολλοίς δικαιώθηκαν. Ασφαλώς δεν απέφυγα και τα λάθη.

Παρακολουθούσα πολύ στενά-θυμάμαι- το θέμα της Βορείου Ηπείρου και κατέγραφα τις μοναδικές ευκαιρίες που έχαναν οι ελληνικές κυβερνήσεις για να προασπίσουν τα δικαιώματα της μειονότητας και να επιβάλουν όρους στην ανάγωγη Αλβανία που μόλις είχε επιστρέψει στον κανονικό κόσμο, από την περίοδο ενός απίθανου κομμουνιστικού γύψου.

Την περίοδο εκείνη, στο κατώφλι της δεκαετίας του 90, γνώρισα και τον Αναστάσιο Γιαννουλάτο, αρχικά Πατριαρχικό Εξαρχο και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας.

Η πρώτη συνάντηση με αυτόν μειλίχιο και γλυκομίλητο, ιεράρχη με έκανε να αντιληφθώ ότι απέναντι μου είχα έναν σοφό άνθρωπο.

Παρόλα αυτά είχα την λαθεμένη εντύπωση ότι ο Ελληνας Αρχιεπίσκοπος θα μπορούσε να υποκαταστήσει το κενό της ελληνικής πολιτείας και να προστατέψει τους Βορειοηπειρώτες από τις εχθρικές διαθέσεις των αλβανικών αρχών.

Ο Αναστάσιος μου εξήγησε πώς η αποστολή του είναι να ξαναφτιάξει από το μηδέν την Ορθόδοξη Εκκλησία στο πρώην «αθειστικό» κράτος και να λειτουργήσει ως ποιμενάρχης όλων των κατοίκων της χώρας, Ελλήνων και Αλβανών, με τα ίδια μέτρα και σταθμά.

Αυτή του η τοποθέτηση ελαφρώς με ξένισε και τον θεώρησα πολύ soft στο εθνικό ζήτημα. Αργότερα βέβαια κατάλαβα ότι ο Αναστάσιος είχε δίκιο. Άλλη ήταν η αποστολή του από αυτή που φανταζόμουν.

Πήγε στην γειτονική χώρα ως ιεραπόστολος. Όχι ως δεσπότης. Ελληνας ιεραπόστολος όμως.

Γι αυτό και η βοήθεια που προσέφερε στην Ορθοδοξία και κατ’ επέκτασιν στον ελληνισμό, τηρώντας εξαιρετικά λεπτές διπλωματικές ισορροπίες με τις αναιδείς αλβανικές κυβερνήσεις, ήταν πραγματικά ανεκτίμητη.

Η κριτική στάση του Αναστάσιου στο ζήτημα των εγκληματικών χειρισμών του Πατριαρχείου με την Εκκλησία της Ουκρανίας, αλλά και η δήλωση του προ ημερών, για την αβάστακτη τουρκική πρόκληση με την Αγία Σοφία, δείχνει ότι ο συγκεκριμένος ιεράρχης τιμά τα ράσα που φοράει και έχει πλήρη επίγνωση του χρέους προς την πατρίδα το οποίο και εκπληρώνει μέσα στα στενά περιθώρια της αποστολής του.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 γνώρισα και τον Βαρθολομαίο, που μόλις είχε εκλεγεί στον Πατριαρχικό Θρόνο. Δυστυχώς η πρώτη, αρνητική εντύπωση που αποκόμισα, ενισχύθηκε στη συνέχεια και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να με κατατρέχει.

Αφενός δεν είχε την ακτινοβολία ενός χαρισματικού θρησκευτικού ηγέτη παγκόσμιας εμβέλειας. Αλλά ούτε την αυτοπεποίθηση που απορρέει από την ιστορική αποστολή, έναντι της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού.

Απογοητευμένος από την ομηρία και τον ουσιαστικό παροπλισμό του Πατριαρχείου μέσα στον ασφυκτικό κλοιό της Κεμαλικής (τότε) Τουρκίας, την ώρα που το Βατικανό αλώνιζε στα Βαλκάνια, εξέθεσα αφελώς την σκέψη μήπως έπρεπε η Ορθοδοξία να κηρύξει τον δικό της «ανένδοτο» ενάντια στον Τούρκο δυνάστη, ακόμη αν χρειαζόταν να μεταφέρει προσωρινά την έδρα της στη Ρωσία ή το Αγιο Ορος.

Ομολογώ ότι η αντίδραση που εισέπραξα ήταν εξαιρετικά οργισμένη. Όχι γιατί ξεστόμισα κάποια βλασφημία, αλλά για την σκέψη και μόνο ότι θα μπορούσε να χαθεί η «Πρωτοκαθεδρία» από το Φανάρι.

Μόνο που αυτή η πρωτοκαθεδρία ήταν απολύτως εικονική. Μετά βίας απλωνόταν σε ένα οικοδομικό τετράγωνο της πρώην Βασιλεύουσας.

Στην πορεία ο Βαρθολομαίος έκανε τα πάντα για να μην χάσει αυτή την απατηλή λάμψη του παγκόσμιου θρησκευτικού ηγέτη…υπό (απόλυτο) περιορισμό.

Πρόσεξε να μην έρθει σε αντιπαράθεση με τους Τούρκους, κοίταξε να μην τους ενοχλήσει τις «ευαισθησίες», αναλώθηκε σε φαναριώτικες δημόσιες σχέσεις με πολιτικούς και επιχειρηματίες στις δύο ακτές του Αιγαίου κι όταν τα πράγματα λίγο ζόρισαν, άρχισε να ασχολείται με τις…φώκιες της Ανταρκτικής.

Σε καμία περίπτωση δεν φρόντισε να κάνει εκείνες τις συμμαχίες που θα επέτρεπαν να ακουστεί δυνατότερα η φωνή του. Εσχάτως διάλεξε και λάθος στρατόπεδο.

Πίστεψε ότι θα του εγγυηθούν την θέση του οι Αμερικανοί και οι Γερμανοί. Γι αυτό και ανακατεύτηκε στα εσωτερικά της ουκρανικής Εκκλησίας δημιουργώντας ντε φάκτο σχίσμα με την Ρωσική Εκκλησία.

Η πρωτοβουλία αυτή του Βαρθολομαίου για αναγνώριση «Αυτοκεφαλίας» σε μία Εκκλησία, σαφώς υπαγόμενη στο Πατριαρχείο Μόσχας ήταν εντελώς αντιπαραγωγική και εμφανώς αντίθετη με τα εθνικά συμφέροντα, καθώς και αντίθετη με την περιφρούρηση της ενότητας στην Ορθοδοξία.

Υπαγορεύθηκε από τρίτους που καμία αγάπη δεν θρέφουν για το συγκεκριμένο χριστιανικό δόγμα…

Στο θέμα της Αγίας Σοφίας, ο Πατριάρχης που συμπεριφέρεται ως Τούρκος αξιωματούχος και έφτασε να ευλογήσει την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων στη Συρία, αντέδρασε υποτονικά.

Σα να κάνει αγγαρεία. Κι όταν πιέστηκε, είπε τρείς μίζερες κουβέντες στο κήρυγμα, αντί να αστράψει και να βροντήξει, προκαλώντας διεθνή σάλο.

Δυστυχώς το πισωγύρισμα της Αγίας Σοφίας αποτελεί μία ακόμη ακύρωση του ρόλου και της διεθνούς ακτινοβολίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Ο Βαρθολομαίος, σε αντίθεση με τον Αναστάσιο, δεν τιμά τη μνήμη των προκατόχων του. Ειναι ωσεί παρών στα δύσκολα και οιονεί απών, τουλάχιστον από τις εθνικές επάλξεις.

Η παρουσία του στο τιμόνι της Ορθοδοξίας είναι κενή περιεχόμενου…

Πηγή: romfea.gr

eKefalonia
eKefalonia
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ