Ο πολιτισμός στο Ακροστόλι είναι κυριολεκτικά άστεγος. Και κατά συνέπεια είναι επαίτης. Αναζητεί χορηγούς και ευεργέτες για να επιβιώσει ό,τι έχει απομείνει από αυτόν κυρίως από άποψη κτηριακών κελυφών. Γιατί το κράτος και η αυτοδιοίκηση δεν τον θέτουν σε προτεραιότητα. Μόνο πανηγύρια έχουμε. Εφέτος δεν έμεινε χωριό χωρίς πανηγύρι. Η προτεραιότητα δίδεται σε οδικά έργα (π.χ. νέοι αχρείαστοι δρόμοι). Όχι όμως σε πολιτιστικές κτηριακές υποδομές.
Ο λόγος είναι ότι οι περισσότεροι δήμοι αποφεύγουν τα δύσκολα και όσα δεν τελειώνουν στη διάρκεια μιας θητείας προκειμένου να δείξουν έργο. Γι’ αυτό επικεντρώνονται συνήθως σε πλακοστρώσεις, ασφαλτοστρώσεις, τσιμεντοστρώσεις. Την «Αγία Τριάδα» των έργων, στην οποία ομνύει κάθε δημοτική αρχή που ακολουθεί αυτήν την (μικρο) πολιτική.
Ας σκεφτούμε ότι το μοναδικό πολιτιστικό κτήριο που έγινε μέσα στην πόλη του Αργοστολίου στη μεταπολίτευση είναι το δημοτικό θέατρο, το οποίο πρόσφατα κινδύνευσε να κλείσει λόγω προσωπικού. Το κτήριο αυτό οικοδομήθηκε μέχρι και τα επιχρίσματα, τη διετία 1980-82 και αποπερατώθηκε με τις εγκαταστάσεις και τον απαραίτητο εξοπλισμό, πολύ αργότερα, το 1994.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τα μουσεία στο Δήμο. Το Αρχαιολογικό μουσείο μόλις κατεδαφίστηκε για να ξαναφτιαχτεί με επιπλέον …ένα μεγάλο υπόγειο. Το μουσείο Σκλάβου είναι στάσιμο εδώ και καιρό έπειτα από ασυγχώρητα λάθη της δημοτικής αρχής. Το Ιστορικό και Λαογραφικό μουσείο ‘αναστενάζει’ στα υπόγεια της Κοργιαλενείου βιβλιοθήκης. Το Ναυτικό μουσείο Ιονίου (εγκαταλελειμμένο από το 2007…) χρειάζεται ακόμα συμπληρωματικές μελέτες για την αποπεράτωση του, ύστερα από μια εικοσαετία… Όσο για το μουσείο Φυσικής Ιστορίας αναζητείται μεταξύ Δαυγάτων και Αργοστολίου…
Ανάλογες καταστάσεις επικρατούν και στο Ληξούρι. Τώρα, δέκα χρόνια από τον σεισμό του 2014, άρχισε να επισκευάζεται το «νέο Μαρκάτο». Το διατηρητέο Α’ δημοτικό σχολείο του αρχιτέκτονα Θ. Βαλεντή μένει ανολοκλήρωτο εσωτερικά και άρα δεν χρησιμοποιείται για πολιτιστικές χρήσεις όπως είναι ο προορισμός του. Ας μην αναφερθούμε στην αδιαφορία του ΥΠΠΟ για την τη δεκαετή καθυστέρηση αποκατάστασης του διατηρητέου κτηρίου της Ιακωβατείου Βιβλιοθήκης…
Και δεν είναι μόνον τα μουσεία. Από την πόλη λείπουν και άλλες σημαντικές κτηριακές εστίες που θα είχαν γίνει αν υπήρχε διεκδίκηση από το δήμο και καλύτερη διαχείριση των πόρων. Όπως π.χ. το από χρόνια ζητούμενο Συνεδριακό Κέντρο, η Πινακοθήκη, το Αρχείο (ΓΑΚ Κεφαλονιάς ) που είναι από τα πιο πλούσια της χώρας αλλά βρίσκεται σε νοικιασμένο κτήριο, με ανεπαρκείς χώρους. Επίσης λείπουν και άλλες υποδομές που θα έπρεπε να έχει η πρωτεύουσα του νησιού.
Με την ευκαιρία να πούμε ότι είναι μεγάλο λάθος να θέλουν να φτιάξουν νέο κεντρικό δημαρχείο, στη θέση ‘ασπρόχωμα’, σε σχέδιο μάλιστα ‘νεοκλασικού’ τύπου (για να έχει ίσως πιο πρεστίζ η εκάστοτε δημοτική ηγεσία), αντί να φτιάξουν μουσείο ή αρχείο που έχει ανάγκη ο τόπος! Κεντρικό κτήριο δημαρχείου, ως έδρα του δήμαρχου και της δημοτικής αρχής, υπάρχει στην κεντρική πλατεία και είναι στην κατάλληλη θέση. Είναι το αξιόλογο μοντέρνο μετασεισμικό έργο που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Κλέων Κραντονέλλης, και το οποίο είναι ιστορικό κτήριο πλέον!. Προφανώς οι δημοτικές υπηρεσίες μπορεί να είναι σε άλλα κτήρια, μέσα στην πόλη, όπως συμβαίνει σε όλες τις πόλεις μεγάλες και μικρές. Ακόμα και στην Αθήνα, το κεντρικό δημαρχείο είναι ένα διώροφο κτήριο στην πλατεία Κοτζιά ενώ οι υπηρεσίες είναι στεγασμένες σε διάφορα κτήρια.
Ο πολιτισμός, είναι λοιπόν, ο φτωχός συγγενής της «ανάπτυξης» του τόπου. Γι’ αυτό βρίσκεται χωρίς στέγη. Και όταν λέμε στέγη, εννοούμε, με την ευρεία έννοια, όχι μόνον τα κτηριακά κελύφη αλλά και τις λειτουργίες που επιτελούνται σ ’αυτά και οι οποίες ‘δονούν’ τα κελύφη. Η έλλειψη τέτοιων εστιών έχει σοβαρό αντίκτυπο στην κοινωνική ζωή και στην ποιότητα της.
Πολλά έχουν γραφεί για την κεντρική πλατεία στο Αργοστόλι που ερημώνει κυριολεκτικά από τον Οκτώβριο. Διότι τα περισσότερα καταστήματα αναψυχής και εστίασης κλείνουν για να ανοίξουν το επόμενο καλοκαίρι. Δεν συμφέρει, προφανώς, στους διαχειριστές τους να είναι ανοικτά όλο τον χρόνο Το ίδιο συμβαίνει και με τα τουριστικά καταλύματα σε όλο το νησί. Ζούμε στους ρυθμούς το τουριστικής σεζόν ή μάλλον στον τουρισμό της ευκαιρίας και του γρήγορου κέρδους. Όλοι ζητούν απόσβεση του κεφαλαίου τους -ει δυνατόν- σε ένα χρόνο… Όμως ο βασικό ερώτημα παραμένει: Ωφελείται ο τόπος με αυτό το τουριστικό μοντέλο που έχουμε επιλέξει;
Με αφορμή τις σκέψεις αυτές έρχεται στο νου μας η πρόταση του Αντώνη Τρίτση (από το μακρινό 1975 ), που έγινε για να καλύψει βασικές ανάγκες κοινωνικής συνάθροισης στην πόλη. Συγκεκριμένα επρόκειτο για μια πρόταση δημιουργίας, ενός δημοτικού κέντρου, στο δυτικό μέρος της πλατείας, που προέβλεπε χώρους ψυχαγωγίας και αναψυχής με δημοτικό καφενείο, χώρους θεαμάτων, εκθέσεων και άλλων πολιτιστικών λειτουργιών. Η πρόταση παρουσιάστηκε το 1975 στην Κοργιαλένειο βιβλιοθήκη. Παρά τις αντιδράσεις, το σχέδιο έγινε δεκτό (το 1977) από την πλειοψηφία του τότε δημοτικού συμβουλίου χωρίς όμως να ακολουθήσει η υλοποίηση του. Το 1995 ο αείμνηστος Νίκος Σουρής, συνεργάτης του Α. Τρίτση, με επιστολή του που δημοσιοποιήθηκε (ημερήσιος Νο 997/21-1-1995) επαναφέρει το αίτημα για την υλοποίηση του έργου, αναφέροντας μάλιστα ότι και το 1992, αμέσως μετά τον πρόωρο θάνατο του Α. Τρίτση, είχε κατατεθεί η ίδια πρόταση στο τότε δημοτικό συμβούλιο από τον Π. Κουτουφά στενό συνεργάτη του Α. Τρίτση. Έκτοτε η υπόθεση χάθηκε στους σκοτεινούς διαδρόμους της αβελτηρίας των δημοτικών αρχών και της έλλειψης πολιτικής βούλησης.
Θεωρούμε ότι το σκεπτικό της πρότασης παραμένει διαχρονικό. Επαναφέρουμε για τρίτη φορά την πρόταση και ελπίζουμε ο σημερινός δήμος να την υιοθετήσει, και, αφού την επικαιροποιήσει κατάλληλα, να ξεκινήσει την υλοποίηση ενός τόσο σημαντικού έργου με έντονο πολιτιστικό και κοινωνικό χαρακτήρα. Ας σημειωθεί ακόμα ότι το πολεοδομικό σχέδιο της ΕΠΑ προέβλεψε τη χρήση του χώρου για το σκοπό αυτό. Μεταγενέστερα όμως προσαρτήθηκε στην κύρια πλατεία. Όμως η έκταση του χώρου παραμένει η ίδια, όπως και τότε.
Το προτείνουμε ανεπιφύλακτα στον δήμο, παρόλο που γνωρίζουμε ότι το έργο αυτό θέλει αγώνα, ισχυρή πολιτική βούληση και επιμονή στον στόχο για να αχθεί σε αίσιο πέρας. Διότι θα διαρκέσει περισσότερο από μια δημοτική περίοδο. Θα αναβαθμίσει όμως ριζικά την περιοχή και θα προσδώσει την απαραίτητη ζωντάνια στο «ιστορικό κέντρο» της πόλης. Θα είναι μια πραγματικά καθοριστική επιλογή για την πόλη και τους κατοίκους της. Θα είναι ένα εμβληματικό έργο, σταθμός στην νεότερη μετασεισμική ιστορία της πόλης.
Τέλος για την εικόνα της πλατείας τον χειμώνα, πέρα από την προαναφερθείσα πρόταση δημιουργίας δημοτικού κέντρου, θέλουμε να επισημάνουμε ότι υπάρχουν εργαλεία, νομικά, πολεοδομικά και οικονομικά που ο δήμος μπορεί να εφαρμόσει για την αντιμετώπιση της ερήμωσης του πιο κεντρικού χώρου της πόλης, του οποίου την συγκριτικά μεγάλη υπεραξία καρπώνονται ορισμένοι, χωρίς να αποδίδεται τίποτε στο κοινωνικό σύνολο.