Η υπόθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα με την κινητικότητα που δημιούργησε η παρέμβαση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην βρετανική Κυβέρνηση για την επιστροφή τους στην Ελλάδα, μας κίνησε την περιέργεια να ανατρέξουμε στο παρελθόν για να δούμε τι είχε γίνει στις εποχές άλλων Κυβερνήσεων.
Έτσι «πέσαμε» πάνω σε ένα σχετικό άρθρο της Ρόδης Κράτσα – Τσαγκαροπούλου στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ στις 27 Ιουνίου του 2018 με την ευκαιρία της επίσκεψης του τότε Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στο Λονδίνο.
Η πρώην Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και σημερινή Περιφερειάρχης Ιονίων Νήσων μας παρουσίαζε στο εν λόγω άρθρο, τις ευνοϊκές συνθήκες που επικρατούσαν την χρονική εκείνη περίοδο στα ευρωπαϊκά μουσεία για την επιστροφή θησαυρών των συλλογών τους στις χώρες προέλευσης και ζητούσε από τον έλληνα πρωθυπουργό να μην χάσει την ευκαιρία να εντάξει το ζήτημα της Επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα στις συζητήσεις του με την βρετανική Κυβέρνηση.
Ο Αλέξης Τσίπρας στο θέμα αυτό υπήρξε αμήχανος από τέτοιους λεπτούς πολιτικούς και διπλωματικούς χειρισμούς, σε αντίθεση με την προετοιμασία των παρεμβάσεων του σημερινού Πρωθυπουργού για αυτή την μεγάλη εθνική υπόθεση.
Με αυτή την αφορμή, των θέσεων που είχε διατυπώσει η Περιφερειάρχης τότε, επικοινωνήσαμε μαζί της και ζητήσαμε την άποψή της.
Ας δούμε τι μας είπε:
“Παράλληλα με τις διπλωματικές ενέργειες πρέπει να γίνονται συστηματικά ενημερωτικές καμπάνιες σε όλες τις κατηγορίες πολιτών και διαμορφωτών κοινής γνώμης για την ιδιαιτερότητα του εθνικού ζητήματος των Γλυπτών του Παρθενώνα. Δεν πρόκειται για απλή επιστροφή αρχαιολογικών θησαυρών αλλά για “επανένωση” γλυπτών, δηλαδή σεβασμού της αρτιότητας των έργων, των δημιουργών τους, του μηνύματος και της ψυχής που εκπέμπουν. Αυτή η καμπάνια δεν έγινε ποτέ συστηματικά από την χώρα μας. Δεν είναι το ίδιο να ζητούμε την επιστροφή της Αφροδίτης της Μήλου ή της Νίκης της Σαμοθράκης από το Μουσείο του Λούβρου με το να διεκδικούμε να επιστραφούν τα κομμάτια των γλυπτών που λείπουν από τον Παρθενώνα και βρίσκονται στο βρετανικό Μουσείο.
Αυτή την ηθική ιδιαιτερότητα του εθνικού μας ζητήματος δεν την γνωρίζει ή δεν την έχει συνειδητοποιήσει η διεθνής κοινή γνώμη για να βγει μπροστά και να επηρεάσει ή να “νομιμοποιήσει” τις πολιτικές αποφάσεις της Μεγάλης Βρετανίας για την επιστροφή των γλυπτών με στόχο την επανένωση τους και την έκθεσή τους στο φυσικό τους χώρο.
Δεν ζητούμε να επιστρέψουν όλα τα ελληνικά γλυπτά που βρίσκονται σε διεθνή μουσεία, αλλά διεκδικούμε να αποκαταστήσουμε τα “τραυματισμένα” μεγαλειώδη γλυπτά της Ζωοφόρου του Παρθενώνα.
Χρειάζεται να στηρίξουμε ως Έλληνες τις Επιτροπές υποστήριξης της επανένωσης των γλυπτών που λειτουργούν σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες και κάνουν ένα σπουδαίο έργο με πάθος, σθεναρή επιχειρηματολογία βασισμένη σε αρχές και αξίες του πολιτισμού.
Είχα προσκαλέσει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες τα προεδρεία των Ευρωπαϊκών Επιτροπών στο πλαίσιο σχετικής Ημερίδας που διοργάνωσα.
Εκεί φάνηκε η άγνοια και η επιφυλακτικότητα των Ευρωβουλευτών και των Διπλωματών που είχα προσκαλέσει, αλλά και η αλλαγή κλίματος και θέσης που επέρχεται με την κατάλληλη ενημέρωση. Και αυτό ακόμη και στην Μεγάλη Βρετανία όπου δραστηριοποιείται ανάλογη Επιτροπή με μέλη Βρετανούς υποστηρικτές της Επανένωσης.
Ας το αξιοποιήσουμε με θέρμη”, δήλωσε η Ρόδη Κράτσα – Τσαγκαροπούλου.