Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Αντζουλάτος
Ανάμεσά στα καθαγιασμένα ιερά προσκυνήματα της Κεφαλονιάς που φεγγοβολούν το ανέσπερο φως της Ορθοδοξίας, ξεχωρίζει ως τις μέρες μας η αφιερωμένη στη Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου Ιερά Μονή των Αγριλίων, την οποία συναντούμε τρία χιλιόμετρα ανατολικά της Σάμης. Μαγνητισμένοι από τη χάρη της Βασίλισσας των Ουρανών, παίρνουμε τον ανήφορο ως ταπεινοί οδοιπόροι της ζωής και επιδιώκουμε να φθάσουμε προσκυνητές στη αγία εικόνα Της, επιζητώντας το έλεος και τη μεσιτεία Της.
Μερικά μόνο λεπτά μιας πανέμορφης διαδρομής, μας ανεβάζουν σε μια βουνοκορφή με υψόμετρο 180 μ., απ’ όπου η εκπληκτική θέα σαγηνεύει και αναπαύει κάθε ψυχή. Στεκόμαστε κι’ αγναντεύουμε τριγύρω μας κατάφυτες τις βουνοπλαγιές της Κεφαλονιάς να κατεβαίνουν από κορυφές ψηλές με ηρεμία το γεωγραφικό ανάγλυφο ως τις ακτογραμμές του κόλπου της Σάμης που απλώνεται εμπρός μας σαν λιμνοθάλασσα. Ελάχιστη η απόσταση από τη νησί της Ιθάκης, λίγο πιο πάνω το ακρωτήρι της Λευκάδας, πιο πέρα ατενίζουμε τα νησιά των Εχινάδων και τις Ακαρνανικές οροσειρές, ενώ ανατολικά εντυπωσιάζει ο μαγευτικός κόλπος της Αντισάμου. Οι εναλλαγές του καταπράσινου βουνίσιου τοπίου με τις βαθυγάλαζες θαλασσινές αποχρώσεις, όχι μόνο ξεκουράζουν από την πολύβουη καθημερινότητα, αλλά και προδιαθέτουν για την είσοδό μας στον ιερό χώρο.
Μέσα σ΄ ένα τέτοιο εξαίσιο και γαλήνιο φυσικό περιβάλλον, όπου η ποιμενική ζωή είχε αναπτυχθεί σημαντικά τους προηγούμενους αιώνες, τοποθετείται και η παράδοση για την ίδρυση της Μονής: Τρεις βοσκοί ενώ βρισκόντουσαν με τα κοπάδια τους στην εξοχή, έβλεπαν για αρκετά βράδια σε κάποιο σημείο ένα φως παράξενο, που τους προξένησε απορία. Πλησιάζοντας αντίκρισαν με έκπληξη στη ρίζα μιας μικρής αγριελιάς ένα πολύ μικρό εικόνισμα, με τις μορφές του Χριστού, της Παναγίας και του Προδρόμου, καλυμμένο στην πρόσοψη με εγχάρακτη χρυσή επένδυση. Αφού θαύμασαν για το παράδοξο μυστήριο και το απροσδόκητο εύρημα, ένας από τους βοσκούς πήρε το εικονίδιο στο εικονοστάσι του, αλλά θορυβήθηκε έντονα όταν το πρωί, αυτό έλειπε. Την επόμενη νύκτα, σαστισμένος διαπίστωσε ότι τούτο κείτονταν και πάλι στη ρίζα της αγριλίδας. Το έφερε ξανά σπίτι του, αλλά όταν για τρίτη φορά το εικόνισμα επέστρεψε με ανεξιχνίαστο τρόπο στο ίδιο δένδρο, δεν το μετακίνησε. Έστησε σ’ αυτόν τον τόπο προσκυνητάρι και άναψε καντήλι. Λίγο αργότερα εγκαταλείποντας τις κοσμικές φροντίδες έγινε μοναχός και ιερέας λαμβάνοντας το όνομα Συμεών, ενώ τον μοναστικό βίο ακολούθησαν και οι άλλοι δύο βοσκοί. Πολύ σύντομα, κτίστηκε εκεί ένα μικρό εκκλησάκι και δίπλα πρόχειρο κατάλυμα, συνιστώντας έτσι, τον πυρήνα της Μονής των Αγριλίων.
Στοιχεία που τεκμηριώνουν την παράδοση, συναντούμε μέσα στο ναό. Στο δεξιό θωράκιο του θρόνου της Παναγίας έχει ιστορηθεί παράσταση που εικονίζει τον Συμεών, τον Γαβριήλ και την Πελαγία (ως μοναχούς), να βρίσκουν στη ρίζα μιας αγριελιάς το μικρό τρίμορφο εικονισματάκι της Δεήσεως, ενώ σε θωράκιο του τέμπλου με την παράσταση του εξερχόμενου εκ της κοιλίας του κήτους Προφήτη Ιωνά, διαβάζουμε την κτητορική επιγραφή: «μνίσθιτη κύριε του δούλου σου ιερέως σιμεών δευτερέου προτοκτήτορος και ανακενηστής της αυτής αγίας μονής και γαβριήλ μοναχού ζερβού και πελαγίας μοναχοίς πουλάκενας».
Τούτα τα γεγονότα θα πρέπει να συνέβησαν στα τέλη του 17ου αιώνα, αφού αφιερώσεις στο ναό «της Παναγίας στ’ Αγρίλια» απαντούμε σε πράξεις νοταριακές ήδη από το 1703. Επιγραφή που σώζεται σε λιθανάγλυφο υπέρθυρο του παλαιού ναού με ημερομηνία 10 Αυγούστου 1721, πρέπει να συνδέεται με σημαντική πράξη για την ιστορική πορεία της Μονής. Έκτοτε σε τούτον τον ιερό τόπο δεκάδες ιερείς, μοναχοί και πολυάριθμοι χριστιανοί, έχουμε την ευκαιρία να ανέβουμε λίγο πιο πάνω από τα εγκόσμια και να αποπειραθούμε να συναντήσουμε τη Θεομητορική θαλπωρή.
Σπουδαία ανάπτυξη γνώρισε το Μοναστήρι στο β΄ μισό του 18ου αιώνα, όταν κάτω από την καθοδήγηση των ηγουμένων Νικοδήμου Ζερβού και του αδελφού του Ανθίμου, εμπλουτίστηκε, ανακαινίσθηκε και επεκτάθηκε το κτιριακό συγκρότημα. Της εποχής αυτής είναι δημιούργημα και ο ξυλόγλυπτος και επιχρυσωμένος θρόνος της Παναγίας. Την κατασκευή της Θεομητορικής καθέδρας ανέλαβαν το έτος 1758 οι ξυλογλύπτες Μαστρονικολέτος και Αντώνης Αργαρώτης, ενώ τον επόμενο χρόνο επιχρυσώθηκε από τον αγιογράφο Γιώργο Μαχαλιώτη, ο οποίος ιστόρησε και τα τρία θωράκιά της. Στο διάκενο τοποθετήθηκε η μεγάλη και θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου στον τύπο της Οδηγήτριας, στο κέντρο της οποίας ενθυλακώθηκε το μικρό εικόνισμα της Δεήσεως. Η συντήρηση του ιερού κειμηλίου τα τελευταία χρόνια ανέδειξε την γραπτή επί του χρυσού κάμπου προσωνυμία: «Η ΚΥΡΙΑ ΟΚ Τ’ ΑΓΡΗΛΙ». Από το έτος 1768, την πάνσεπτη εικόνα της Αγριλιώτισσας κοσμεί αργυρή επένδυση, αφιέρωμα του κεφαλονίτη καραβοκύρη Αποστόλη Κουντούρη.
Σ΄ αυτή την περίοδο της πνευματικής του άνθησης το Μοναστήρι δέχεται την παρουσία του αγίου Κοσμά του Αιτωλού ως μια ιδιαίτερη ευλογία. Ο ακούραστος διδάσκαλος του Γένους που έρχεται στην Κεφαλονιά τον Ιούνιο του 1777, ανεβαίνει και στ’ Αγρίλια όπου κηρύττει -σύμφωνα με γραπτή μαρτυρία- γύρω από τη Δευτέρα Παρουσία και τη Μέλλουσα Κρίση, στήνοντας μάλιστα κατά τη συνήθειά του ξύλινο Σταυρό. Έχει διαπιστωθεί, πως το φλογερό του κήρυγμα χαράχτηκε βαθιά στις απλοϊκές καρδιές και έδρασε εποικοδομητικά στο χαρακτήρα των κατοίκων ολόκληρης της περιοχής. Εκεί όπου στάθηκε και κήρυξε ο Ισαπόστολος δεσπόζει ένας κομψότατος βυζαντινού τύπου ναός, ο οποίος ανηγέρθη τη δεκαετία του 1990 και αργότερα αγιογραφήθηκε εξ ολοκλήρου με δαπάνη του Σαμικού καραβοκύρη καπετάν Μίμη Μαρίνη.
Εντωμεταξύ τα τάματα, οι προσηλώσεις, οι αφιερώσεις και οι συνδρομές γίνονται ολοένα περισσότερες, δηλώνοντας και καταδεικνύοντας τις ειλικρινείς ευχαριστίες των ευεργετηθέντων από την Αγριλιώτισσα χριστιανών. Έτσι στη δεκαετία του 1780 οικοδομήθηκε νέος ναός, κατασκευάστηκε και επιχρυσώθηκε το σωζόμενο μέχρι σήμερα ξυλόγλυπτο τέμπλο, το οποίο αγιογραφήθηκε το έτος 1788 από τον Ιθακήσιο αναγνώστη Ιωάννη Σκούταρη. Ενδεικτικό της βαθμιαίας ανάπτυξης της Μονής είναι και η αύξηση των εγκαταβιούντων μοναχών: στα τέλη του 18ου αιώνα η μοναστική αδελφότητα απαριθμεί γύρω στα δεκαπέντε μέλη. Παράλληλα ο εμπλουτισμός της Βιβλιοθήκης με πολύτιμα βιβλία, δείχνει πως πέρα από την κατά Θεόν αγιοπνευματική φώτιση, επιδίωξη των μοναχών υπήρξε και η καλλιέργειά τους με την πρόσληψη ανθρώπινης σοφίας.
Επεκτείνονται επίσης οι γεωργικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητες της Μονής εκτός Κεφαλονιάς, με την ενοικίαση των νότιων Εχινάδων νήσων (Οξειά, Πεταλάς, Βρόμωνας, Μάκρη κλπ) καθώς και έφορων εκτάσεων στις περιοχές του Αιτωλικού και της Κατοχής. Αυτό το ενιαίο τιμάριο που εκμεταλλευόταν για αιώνες η Μονή των Αγίων Φανέντων, τώρα οι Αγριλιώτες πατέρες το εκμισθώνουν από τον Ισμαήλ Αγά, καταπατητή της περιουσίας του Αλή Πασά.
Πολυάριθμοι είναι οι προσκυνητές απ’ όλη την Κεφαλονιά, την Ιθάκη, αλλά και από τα απέναντι μέρη της Αιτωλίας, που ανεβαίνουν με υπερκόσμια λαχτάρα ως τη χάρη Της, είτε για να καταθέσουν γονατιστοί μπροστά στην εικόνα της γλυκύτατης Αειπαρθένου τον πόνο, την δοκιμασία και την ελπίδα τους, είτε για να εκπληρώσουν με αισθήματα ευγνωμοσύνης το τάμα τους. Ευχαριστήρια απόδειξη και το επιβλητικό βενετσιάνικου τύπου πυργοειδές καμπαναριό που κτίζεται ανάμεσα στα έτη 1816-1833, για να μην πέσει στη λησμονιά η ανέλπιστη διάσωση από καταποντισμό του κεφαλονίτη καπετάνιου Γεράσιμου Πανά, χάρη σε μιαν ακόμη θαυματουργική επέμβαση της Αγριλιώτισσας. Την ίδια εποχή, ανάμεσα στους πολλούς επισκέπτες του Μοναστηριού εντοπίζουμε και τον Λόρδο Μπάιρον, ο οποίος φιλοξενήθηκε εδώ τον Αύγουστο του 1823.
Στο πέρασμα του χρόνου δεκάδες διαλαλούνται τα θαύματα που ενεργούνται με τις μεσιτείες της υπερευλογημένης Μητέρας του Θεού και συνδέονται με την Αγριλιώτισσα. Οι πιστοί τα ενθυμούνται ευλαβικά και εκφράζοντας τις ευχαριστίες τους, στολίζουν την πανάχραντη μορφή Της, με τα αναθήματά τους. Ιδιαιτέρως σημειώνονται διαχρονικά οι επικλήσεις των ναυτικών στη χάρη Της και οι σωτήριες επεμβάσεις της Παναγίας στις θάλασσες και στους ωκεανούς. Μεταξύ των ταμάτων διακρίνονται το ασημοστόλιστο Ευαγγέλιο που αφιέρωσε ο καπετάν Φραγκίσκος Βαλσαμάκης (1760), την καμπάνα που αφιέρωσε ο καπετάν Σπύρος Κορονιώτης (1772), το Άγιο Ποτήριο του καπετάν Γιώργης Ποταμιάνος (1805). Μακρύς είναι και ο κατάλογος -από τα μέσα του 18ου ως τα μέσα του 19ου αιώνα- με τα ιστιοφόρα που έχουν το όνομα της Αγριλιώτισσας (Madonna di Agrilia, Παναγία των Αγριλίων, Panagia Griliotissa, Madonna di Agrilii, Η Παναγία από τα Γρίλια κ.ά.)
Και τα θαύματά Της συνεχή, μικρά και μεγάλα, ορατά και αθέατα, γνωστά και άγνωστα. Αυτή η θαυματουργή ασημοστόλιστη εικόνα φέρει και ένα ξεχωριστό σημείο της ολοζώντανης παρουσίας της Δέσποινας του κόσμου, ανάμεσά μας: το αποτύπωμα από ένα Θεομητορικό δάκρυ, που κύλησε ευσπλαχνικά από το δεξιό μάτι της Παναγίας ανήμερα την εορτή Της, τον Αύγουστο του 1912. Οφθαλμοφανέστατη θεοσημία, για εμάς τους ολιγόπιστους, μέχρι σήμερα.
Η Ιερά Μονή των Αγριλίων δοκιμάστηκε σκληρά, όπως και ολόκληρη η Κεφαλονιά, από τους φοβερούς σεισμούς του 1953 αφού ισοπεδώθηκε σχεδόν ολοκληρωτικά. Πέντε χρόνια αργότερα, ανέλαβε ηγούμενος ο π. Χρυσόστομος Αλεξάτος ο οποίος αναλώθηκε στη χάρη Της για 55 ολόκληρα χρόνια. Επί των ημερών του (1958-2013) ανοικοδομήθηκε εκ βάθρων ο ιερός ναός, το ηγουμενείο, τα κελιά και ο ξενώνας, ενώ επισκευάστηκαν και ανακαινίστηκαν το αρχονταρίκι, το μαγειρείο, το κελάρι και οι αποθήκες. Το λαβωμένο καμπαναριό στέκει ετοιμόρροπο και ανεμοδαρμένο (κτυπημένο ακόμη και από τον «Ιανό»), σημείο μιας αλλοτινής μεγαλοπρέπειας, αλλά διαρκούς Θεομητορικής δοξολογίας.
Η ανασυγκρότηση της Μονής εμφανής, οι ιερές ακολουθίες λιτές και κατανυκτικές, ο εξωραϊσμός της αναπαύει και αισθητικά τον προσκυνητή. Νιώθεις πως βρίσκεσαι αληθινά σε μια όαση ουράνιου ανεφοδιασμού. Εξαίσια πνευματική πανδαισία βιώνουμε εδώ κάθε Δεκαπενταύγουστο. Εκείνο το τριήμερο η θαυματουργή εικόνα «της Κυρίας από τ’ Αγρίλι» επιστρέφει στην χρυσοποίκιλτη καθέδρα της, αφού έπειτα από την κοίμηση του τελευταίου μοναχού της Μονής (1996), φιλοξενείται ολοχρονίς στον Ενοριακό Ναό της Σάμης. Στο ιδιαίτερα λαμπρό πανηγύρι, με την κατανυκτική βραδινή ατμόσφαιρα αλλά και την πολυπληθή γιορτινή λιτανεία, προσφέρεται μια ακόμη ευκαιρία ώστε να συναντήσει κάποιος την ανεπανάληπτη θεομητορική ευλογία. Μια ευλογία, που η πανύμνητη Θεοτόκος σταλάζει παρηγορητικά στις διψασμένες καρδιές όλων των χριστιανών. Αυτήν, την γεμάτη απέραντη στοργή και ουράνιο βάλσαμο ευλογία έχουμε τη βεβαιότητα πως μπορούμε να λάβουμε, όποτε κι αν επικαλεσθούμε με θέρμη στην καρδιά και βαθιά πίστη, το υπερευλογημένο και γλυκύτατο όνομά Της. Όπως εκείνος ο ναυτικός, που το 1968 στη μέση του Ατλαντικού αρπαγμένος από τα μανιασμένα κύματα φώναξε «Παναγία μου Γριλιώτισσα βοήθα με» και ξαναβρέθηκε σώος στο κατάστρωμα του πλοίου.
ΥΓ. Αναρτάται με την ευκαιρία της σημερινής εκδήλωσης στην Ιερά Μονή Αγριλίων με θέμα «Βυζαντινά και Μεταβυζαντινά Μνημεία της Σάμης».
Πηγές:
π. Γεωργίου Αντζουλάτου, Το μοναστήρι της Παναγίας στ΄ Αγρίλια στη Σάμη Κεφαλονιάς, Αθήνα 1988.
– Ο Ισαπόστολος Κοσμάς ο Αιτωλός διδάχος στην Ι. Μονή Υ.Θ. Αγριλίων, Αθήνα 1992.
– «Γνωριμία με τη Βιβλιοθήκη της Μονής Αγριλίων», Κυμοθόη, τεύχ. 8-9, Αργοστόλι 1998, σσ. 87-92.
– «Χειρόγραφα και ελληνικά παλαιότυπα της Ι. Μονής Αγριλίων Κεφαλληνίας», Πρακτικά ΣΤ΄ Διεθνούς Πανιονίου Συνεδρίου, (Ζάκυνθος 23-27 Σεπτεμβρίου 1997), τόμ. Α΄, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 249-262.
– Παναγία η Αγριλιώτισσα, έκδ. Ιεράς Μονής Υ. Θεοτόκου Αγριλίων Σάμης, Αθήνα 2003.
– «Παναγία Αγριλιώτισσα Κεφαλονιάς», Πειραϊκή Εκκλησία, αρ.184, αφιέρωμα «Παναγίες της θάλασσας», Ιούλιος-Αύγουστος 2007, σσ. 26-28.
– Η Παναγία των Αγριλίων και οι Κεφαλονίτες ναυτικοί, Αθήνα 2013.
– «Δόκιμες και μονάζουσες στην ανδρική Μονή Αγριλίων», Η Κεφαλονίτικη Πρόοδος, περίοδος Γ΄, τεύχ. 2, Απρίλιος-Ιούνιος 2021, σσ. 31-36.
– «Η ασημοστόλιστη εικόνα της Αγριλιώτισσας: Συμβολή στην ιστορία της Ιεράς Μονής Αγριλίων και την πολιτιστική κληρονομιά της Κεφαλονιάς», Πρακτικά συνεδρίου ‘Τα Εκκλησιαστικά Αρχεία πηγή ιστορίας και πολιτισμού της Κεφαλονιάς’ (Αργοστόλι 4-6 Οκτωβρίου 2018), επιμ. Θεοδώρα Ζαφειράτου, Ληξούρι, Ιακωβάτειος Βιβλιοθήκη, 2022, σσ. 331-358.