Την Δευτέρα, 9 Δεκεμβρίου 2019 στο Ίδρυμα Β & Μ Θεοχαράκη έγινε η παρουσίαση του νέου ιστορικού μυθιστορήματος της Ευρυδίκης Λειβαδά Ντούκα «Στους θρόνους της Αποκάλυψης» (εκδόσεις ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 2019), ενός βιβλίου επίκαιρου όσο ποτέ.
Τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο εκπροσώπησε ο πανοσιολογιότατος π. Συμεών, ενώ στην φιλόξενη αίθουσα του ιδρύματος παρευρέθηκαν πανεπιστημιακοί καθηγητές, πολιτικοί, πρέσβεις, επιστήμονες, επιχειρηματίες, εφοπλιστές, άνθρωποι των τεχνών και των γραμμάτων, λόγιοι και άλλοι εκλεκτοί προσκεκλημένοι.
Την εκδήλωση χαιρέτισε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κεφαλληνίας κ. Δημήτριος τονίζοντας, μεταξύ άλλων, την σημασία της ορθοδοξίας και του ελληνισμού στο αποτέλεσμα, αλλά και τον ρόλο της Ι.Μ. Αγίων Φανέντων Σάμης τόσο πριν, όσο και μετά την Ναυμαχία, ενώ πρότεινε το 2021, μαζί με την επέτειο των 200 ετών της Επανάστασης του 1821, σύσσωμοι οι φορείς του τόπου μας να εορτάσουν και τη μεγάλη επέτειο των 450 χρόνων από την Ναυμαχία που άλλαξε την πορεία της Ευρώπης.
Ακολούθησε ο χαιρετισμός του Γενικού Γραμματέα Απόδημου Ελληνισμού Ομ. Καθ. κ. Ι. Χρυσουλάκη -δια της διευθύντριας της ΓΓΑΕ κ. Εύας Παπαδάτου- ο οποίος αφού συνεχάρη τη συγγραφέα «για την πολυετή της έρευνα πάνω στις λιγοστές και δυσπρόσιτες μαρτυρίες για το ελληνικό αποτύπωμα σε ακόμα μία καθοριστική ιστορική στιγμή για τον δυτικό πολιτισμό» πρότεινε «πως το βιβλίο αξίζει να ταξιδέψει στην ελληνική ομογένεια και να κοσμήσει τις βιβλιοθήκες της. Το «Στους θρόνους της Αποκάλυψης», αν δεν έχει συμβεί ήδη, θα άξιζε τον κόπο να μεταφραστεί και σε άλλες γλώσσες και να ταξιδέψει και πέρα από τα ελληνικά σύνορα» και ευχήθηκε το βιβλίο «να είναι καλοτάξιδο και, με τη βοήθεια όλων μας, να καταστεί το έναυσμα για ακόμα μεγαλύτερη διείσδυση στις πιθανόν όχι και τόσο καλά φωτισμένες γωνίες της Ιστορίας μας».
Τον Δήμαρχο Αργοστολίου κ. Θεόφιλο Μιχαλάτο εκπροσώπησε ο Γ. Γραμματέας του Δήμου Αργοστολίου κ. Νίκος Φραντζής, ο οποίος μεταξύ άλλων τόνισε πως το έργο αυτό «θα δώσει ορθή προσέγγιση στη μεγαλύτερη Ιστορική Στιγμή που άλλαξε την Ευρώπη» και συνέχισε: «Με εύγλωττη, κατανοητή γραφή αλλά και με ευθύνη αναφοράς στα ιστορικά γεγονότα που προσεγγίζει, η συγγραφέας δίνει πάντα στον αναγνώστη της και ευχάριστη ανάγνωση αλλά και αληθινή προσέγγιση και γνώση της ιστορικής περιόδου που αναφέρεται».
Ιστορικά ανέλυσε το θέμα με σαφήνεια, καθαρότητα και σεβασμό στα γεγονότα ο καθηγητής Ιστορίας της Ιταλίας του παν. Αθηνών κ. Γεράσιμος Παγκράτης. «Η ιστορία» είπε «είναι και σε αυτό το μυθιστόρημα της Λειβαδά όχι απλώς το ερέθισμα ή το φόντο, αλλά ο κύριος λόγος για τη συγγραφή… η ναυμαχία της Ναυπάκτου της Ε. Λειβαδά χαρακτηρίζεται από μια σειρά επιτευγμάτων, ιστορικών και μυθοπλαστικών, που εμπίπτουν στο πεδίο της ιστορίας και μάλιστα της ιστορίας της καθημερινότητας του πολέμου, αλλά έχουν αναδειχθεί χάρη στο μυθοπλαστικό περίβλημα. Αναγκαίος όρος για να φτάσει κανείς σε όλες αυτές τις κατακτήσεις του έργου, υπήρξαν μια σειρά από προϋποθέσεις-αρετές του μυθιστορήματος αυτού. Σταχυολογώ μεταξύ των άλλων τις εξής: Α) ένα εδραίο ιστορικό υπόβαθρο που χρωματίζεται με κάθε λεπτομέρεια τόσο στο λογοτεχνικό τμήμα του όσο και στο ιστορικό επίμετρο… Β) Η ένταση της δράσης που διακόπτεται από εξαιρετικά ζωντανές περιγραφές αστικών τοπίων… Γ) Οι ισχυροί χαρακτήρες του έργου, έντονες προσωπικότητες με αδρά φυσιογνωμικά στοιχεία και ψυχοσύνθεση, Δ) Ο καλός λόγος, συγκροτημένος από ένα πλούσιο λεξιλόγιο που διακρίνεται και σε αυτό το μυθιστόρημα από την επιτήδεια χρήσης μιας ορολογίας εξειδικευμένης στον κόσμο της θάλασσας, των διοικητικών αξιωμάτων κλπ., και, τέλος,
ΣΤ) η εναλλαγή των ρυθμών του έργου, αργών αρχικά, εντονότερων και εντονότατων στην περιγραφή των πολεμικών σκηνών, και εκ νέου αργών στην αποτίμηση των συνεπειών των πολεμικών γεγονότων και της διαχείρισής τους… To βιβλίο κλείνει με μια προοπτική προς το μέλλον. Η συζήτηση για τα ευρήματα στο βυθό της εισόδου του Πατραϊκού Κόλπου και οι μέχρι σήμερα ενδείξεις, παρέχουν μια βάση επάνω στην οποία θα μπορούσε υπό όρους να χτιστεί μια νέα ιστορία της ναυμαχίας της Ναυπάκτου, αλλά και γενικά της ιστορίας του πολέμου στη θάλασσα στις απαρχές των νέων χρόνων».
Σε ατμόσφαιρα ιδιαίτερα φορτισμένη και συγκινητική παρουσιάστηκαν τεκμήρια και κειμήλια της Ναυμαχίας που απόκεινται στα Ιόνια Νησιά και τονίσθηκε ο ρόλος που διαδραμάτισαν οι Επτανήσιοι, οι Κρήτες, αλλά και οι λοιποί Έλληνες στο νικηφόρο αποτέλεσμα που καθόρισε το μέλλον όλης της Ευρώπης. Σε σύγκριση με τη συμμετοχή άλλων ευρωπαϊκών λαών -με εξαίρεση τους Ισπανούς- η ελληνική παρουσία στις επιχειρήσεις του Ιερού Συνασπισμού ήταν η πλέον πολυπληθέστερη, γεγονός που επιβεβαίωσε και ο ίδιος ο Θερβάντες μέσω της αφήγησης του συμπαρουσιαστή, Πρεσβευτή του Ελληνισμού, συγγραφέα και ελληνιστή κ. Pedro Olalla: «οι γαλέρες της Κρήτης και της Κεφαλληνίας ήταν το δίχως άλλο οι καλύτερες και οι πιο επιδέξιες από αυτές της βενετσιάνικης αρμάδας και ήταν αυτές που κατατρόπωσαν τις γαλέρες της Κωνσταντινούπολης. Έλληνες ήταν επίσης και οι περισσότεροι από όσους αιχμαλώτους κωπηλατούσαν στα τουρκικά πλοία… Μάρτυς μου ο Θεός πως ο φόρος σε αίμα που πλήρωσαν οι σκλαβωμένοι Έλληνες για εκείνη τη νίκη καθόλου δεν στερούσε από εκείνον των Ισπανών και των Ιταλών». Η αφήγησή του συνεπήρε τους προσκεκλημένους και τους μετέφερε στο παρελθόν εκεί όπου μπλέκεται η ιστορία με τη λογοτεχνία: «Χάρη στην Εύη γνώρισα στα αλήθεια το Λεπάντο… Στο πρόσωπό της συνυπάρχουν και τα δύο αυτά ταλέντα: της ερευνήτριας και της συγγραφέως. Όποιος διεισδύσει στο βιβλίο της για το Λεπάντο, είτε Έλληνας ή Ισπανός, είτε Ιταλός ή Τούρκος, είτε περίεργος αναγνώστης απανταχού της γης, θα εγκαταλείψει την αφελή και παιδική του αντίληψη για εκείνη τη ναυμαχία: θα περιηγηθεί στη σχολαστική ανασυγκρότηση των γεγονότων, θα βρει στοιχεία που θα τον καταστήσουν πιο κριτικό, θα βασανίσει της απόψεις του στο φως των συμβάντων, θα ανακαλύψει τον καίριο ρόλο των λησμονημένων… θα συναντήσει ξανά την ταπεινοφροσύνη, το έσχατο αυτό μάθημα που μας επαναλαμβάνει συνεχώς η Ιστορία… που δεν είναι κάτι που συμβαίνει στο παρελθόν… αλλά ζει και εξελίσσεται μαζί μας».
Ο Διευθυντής του Ιδρύματος Θεοχαράκη κ. Φώτης Παπαθανασίου μίλησε από καρδιάς κι είπε πως «οι μεγάλοι δημιουργοί το δημιούργημά τους το θεωρούν άλλη οντότητα, όπως η Εύη. Έχει ασύλληπτη τεκμηριωμένη μελέτη, διαβάζεται εύκολα. Το έγραψε με την ψυχή της και το ταξίδι στον χρόνο πραγματοποιείται με αρτιστική τελειότητα. Το έργο έχει θεατρική τοποθέτηση, σωρεία ναυτικών όρων, καταπληκτικούς διαλόγους, μουσικούς, ζουμερούς, επιστημονικό ιστορικό υπόβαθρο και κοινωνική ιστορία, ενώ παρουσιάζει πολύ μεγάλη πυκνότητα. Το βιβλίο δρα ως ένα είδος εγκυκλοπαίδειας».Εκτός δε από αυτά μίλησε για το «φαινόμενο Εύη …μια σπάνια περίπτωση ταπεινοφροσύνης των μεγάλων ανθρώπων». Ανέλυσε τμήμα του Έκτου κεφαλαίου, από το οποίο διάβασε αποσπάσματα (μέρος της περιγραφής της αρχιναυαρχίδας ‘Ρεάλ’). Από τα έργα που υπήρχαν μέσα, και εκπροσώπευαν τις ελληνικές και χριστιανικές αρετές και αξίες, κατέληξε στο πώς αυτές επηρέασαν την ίδια τη νίκη. «…Αρχές του ωραίου, του κλασικού που σήμερα εκλείπουν. Είναι άξιο λόγου το πώς το ελληνικό πνεύμα επηρέασε όλον τον δυτικό κόσμο και δημιούργησε τον δυτικό πολιτισμό… Και έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το πώς όλο αυτό το μεγαλείο περιγράφεται και προβάλλεται με τρόπο μεστό και σπουδαίο μέσα σε τρεις μόνον σελίδες».
Ακολούθησε η ανάλυση από την κ. Λούκα Κατσέλη. «…η Ευη καταφέρνει να συνεπάρει τον αναγνώστη με τις περιγραφές της, τον ποιητικό λόγο, την πλοκή του μυθιστορήματος, την ανάδειξη πολύτιμων ιστορικών στοιχείων που κανένας δεν γνώριζε ή δεν είχε ασχοληθεί να αναδείξει αλλά και με την φιλοσοφική οπτική γωνία με την οποία η συγγραφέας προσεγγίζει τα γεγονότα, πλάθει εικόνες και αναδεικνύει την βαθύτερη σημασία τους. Το ίδιο κάνει και σ’ αυτό το εξαιρετικό βιβλίο που κρατάμε στα χέρια μας. ΄Εναυσμα γι αυτό το βιβλίο ήταν η ανακάλυψη ότι ο διαχρονικός ήρωας της, ο Juan de Fuca, συμμετείχε στην Ναυμαχία ως ένας από τους piloti στην αρχιναυαρχίδα ‘Ρεάλ’ υπό τον αυστριακό Don Juan. Η ενασχόλησή της με τον de Fuca ξεκινάει το 1992 και αυτός έχει γίνει ο σύντροφός της για 27 ολόκληρα χρόνια». Στη συνέχεια η κ. Κατσέλη αναφέρθηκε στους σταθμούς αυτής της πορείας, πώς ο de Fuca κατέληξε προτομή στο λιμάνι του Αργοστολίου και στο Μουσείο στο Βανκούβερ και πώς γραμματόσημο των ΕΛΤΑ και ταινία ντοκιμαντέρ του σύγχρονου φιλέλληνα Pedro Olalla με χορηγία του ισπανικού κράτους. Και φθάνουμε στο σήμερα όπου μέσω αυτού «τιμώνται και δικαιώνονται οι άγνωστοι της ιστορίας της Ναυμαχίας». Επιτελεί η συγγραφέας με τη συγγραφή του βιβλίου ένα βαθύτερο Χρέος που δεν είναι άλλο από το να τιμηθούν όλοι αυτοί, οι άγνωστοι, που άλλαξαν την ιστορία της Ευρώπης στις 7 του Οκτώβρη του 1571 στο θυσιαστήριο των Κουρτζολάρων. «Είναι αυτό το βαθύτερο αίσθημα ‘Αποστολής’ που διαπνέει όλο το έργο της Εύης , που το κάνει ξεχωριστό και τόσο δυνατό. Η ‘Αποστολή’ αυτή είναι τρισδιάστατη: ερευνητική, πνευματική και κοινωνική… Χρησιμοποιώντας την αρχειακή έρευνα ως εργαλείο έρχεται να καταδικάσει την αδιάλειπτη εξουσία και να δικαιώσει τους πιο ανίσχυρους… Στο έργο της Εύης δεν υπάρχουν καλοί και κακοί. Τόσο ο δον Χουάν όσο και ο Μουεζιν-ζαντέ Αλή πασάς πολέμησαν γενναία και ηρωικά. Οι χαρακτήρες είναι ανθρώπινοι, με τις αδυναμίες, αλλά και την μεγαλοσύνη τους . Η Εύη απορρίπτει τους γενικόλογους αφορισμούς , ή τις εύκολες ταμπέλες που διαχωρίζουν τους ανθρώπους. Απορρίπτει τα δόγματα. Διεισδύει με ενσυναίσθηση στην ψυχή των ηρώων της… Η ‘πνευματικότητα’, ταυτόχρονα θρησκευτική και κοσμική, αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα του έργου της». Και κατέληξε: «Είμαι σίγουρη ότι τα επόμενα χρόνια η αληθινή ιστορία της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου θα διδάσκεται στα σχολεία μας, θα μνημονεύεται σε τελετές , θα οδηγήσει σε νέες έρευνες και παρουσιάσεις. Γιατί αυτή είναι η κοινωνική Αποστολή της τέχνης όταν υπηρετείται από πνευματικές προσωπικότητες όπως την Εύη: Να εκπέμπει διαχρονικά μηνύματα που διδάσκουν. Μηνύματα που μας βοηθάνε τελικά να γίνουμε καλλίτεροι άνθρωποι».
Η συγγραφέας μίλησε για τον πλούτο των τεκμηρίων που υπάρχουν στα Ιόνια, πλούτος που δεν υπάρχει σε κανένα άλλο μέρος της Ελλάδας, καθώς επίσης και για το μόνο που παραμένει αμετάβλητο στους αιώνες και που μας φέρνει εύκολα θεατές σε ένα τόσο μακρινό γεγονός: τον ψυχισμό του ανθρώπου. «Τα δεδομένα ανακυκλώνονται. Το τότε, μοιάζει με το τώρα. Δύση και Ανατολή, Ισλάμ και Καθολικισμός και στη μέση η ορθόδοξη Ελλάδα. Στη μέση οι Έλληνες κωπηλάτες ένθεν κακείθεν». Επίσης ευχήθηκε η παρούσα υπενθύμιση –μέσω του βιβλίου- της γνωστής ως ναυμαχίας της Ναυπάκτου (Εχινάδων), να αποτελέσει βάση για έναρξη εκδηλώσεων επετειακού χαρακτήρα από φορείς επίσημους των Ιονίων, και της Κρήτης και όχι μόνον της Ναυπάκτου (ως πόλης) την ιστορική αστοχία της ονομασίας της οποίας, οφείλουμε όλοι να σεβαστούμε, αλλά να μην παραβλέπουμε την μεγάλη συμβολή της Κρήτης, της Επτανήσου και δη της Κεφαλληνίας, που πρωτοστάτησαν στο νικηφόρο αποτέλεσμα. Η δε συμμετοχή τους αυτή μπορεί να εκληφθεί ως πράξη εξέγερσης και προεπαναστατικής αντίστασης ενάντια στον εξ’ ανατολών κατακτητή και να εορτασθούν τα 450 χρόνια της επετείου το 2021. «Δεν αρκεί» είπε «ιδιώτης φορέας, όπως το Μιλάνειο Μουσείο Ζακύνθου να διοργανώνει –με ίδιες δαπάνες- εκδηλώσεις τα τελευταία 17 χρόνια. Πρέπει όλοι μαζί οι κρατικοί –κι όχι μόνο- φορείς να τιμούμε το γεγονός αυτό και να συνειδητοποιήσουμε την μεγάλη προσφορά των Επτανησίων και των Ελλήνων ευρύτερα στην σπουδαία αυτή νίκη που άλλαξε την πορεία του Δυτικού κόσμου». Τέλος ευχαρίστησε τόσο τους εκλεκτούς συμπαρουσιαστές όσο και τους καλούς φίλους και προσκεκλημένους που στήριξαν με την παρουσία τους την εκδήλωση, την οποία συντόνισε ο δημοσιογράφος κ. Ανδρέας Κωνσταντάτος. Στις δε παρεμβάσεις του ανέφερε πως: « Με το νέο της βιβλίο η Ευρυδίκη πατά στα ιστορικά γεγονότα και σε όσα η ίδια ανακάλυψε στις βιβλιοθήκες δύσης και ανατολής, και βλέπει πια από άλλη ματιά τη μεγάλη ναυμαχία. Μια ματιά από ξεκινά από τα κάτω προς τα πάνω, από τους ανίσχυρους και ταπεινούς προς τους θρόνους και από τα αμπάρια προς τα καταστρώματα των πλοίων… Δημιουργεί μια χρονομηχανή όπου βάζει μέσα τον αναγνώστη από την πρώτη σελίδα, για ένα μεγάλο ταξίδι στο παρελθόν και τον φέρνει πίσω με την τελευταία λέξη του βιβλίου της και τη λύτρωση».