Σχέδιον αναφοράς του πλοιάρχου Νικολάου Σκλάβου,
του σώσαντος τον νεκρόν του Πατριάρχου, προς την Βουλήν.Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός
Φανερώνω το σχέδιο της αναφοράς του πλοιάρχου Νικολάου Σκλάβου προς την Βουλή των Ελλήνων, ζητώντας οικονομική στήριξη για την οικογένειά του, προβάλλοντας τον αγώνα του να μεταφέρει με πολύ κίνδυνο το νεκρό του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄ στην Οδησσό. Την επιστολή συνέταξε ο Κωνσταντίνος Οικονόμου εξ Οικονόμων και δεν είναι σίγουρο αν ο Νικόλαος Σκλάβος την είχε στείλει στη τότε Βουλή των Ελλήνων κι αν από το Σώμα των Βουλευτών υπήρξε κάποια απάντηση. (Bλ. Ιστορία Γρηγορίου Ε’ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως πρωταθλητού της Ελληνικής Επαναστάσεως /Υπό Γ. Γ. Παπαδοπούλου καθηγητού, Εν Αθήναις 1866, σ.σ. 546-547).
Είχε προηγηθεί η συνοπτική παρόμοια επιστολή του Νικόλαου Σκλάβου προς τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, αλλά λόγω της δολοφονίας του, πιθανόν δεν έτυχε της εκπλήρωσης και γι’ αυτόν το λόγο ο Σκλάβος φαίνεται να ετοίμασε εκ νέου , δηλαδή την παρούσα προς την Βουλή των Ελλήνων.
Σημαντική πληροφορία που αναγράφεται σ’ αυτή την επιστολή είναι, η διάσωση 80 περίπου Ελλήνων μαζί με τη σορό του Πατριάρχη, όπου μετά από πολλές μέρες έφτασαν στην Οδησσό…
«Του μεγάλου της Ελλάδος αγώνος το πρώτον και ιερώτατον θύμα εγένετο Γρηγόριος ο αοίδημος οικουμενικός Πατριάρχης, καταδιακσθείς εις θάνατον επονείδιστον. Εις τα βάθη της θάλασσης ερρίφθη το μαρυρικόν αυτού σώμα, όπως συνταφή μετ’ αυτού και πάσα ελπίς της Ελλάδος, της εν αυτώ περιϋβρισθείσης ενώπιον πάντων των εθνών της γης. Αλλ’ οι βουλαί του Θεού διαφέρουσι παρά τάς βουλάς των ανθρώπων. Εις εκείνον τον τάραχον και σάλον της Κωνσταντινουπόλεως οπότε περιΐπτατο πανταχού το δρέπανον του θανάτου, εν μόνον ορθοδόξου Έλληνος πλοίον ευρέθη εν τω λιμένι της Κωνσταντινουπόλεως μεταξύ τοσούτων άλλων αλλογενών, το πλοίον εμού του υπογεγραμμένου. Προς τούτο το πλοίον εξαίφνης τα κύματα της θαλάσσης ωδηγούν τον ενταφιασθέντα ζώνεκρον Πατριάρχην. Ως τον είδον, ως τον εγνώρισα, έδραμον παρευθύς και του πλοίου και της ιδίας μου ζωής, και αρπάσας το ιερόν εκείνο σώμα, πανευλαβώς εθησαύρισα εις το πλοίον μου, συμπαραλαβών και 80 ψυχάς κινδυνευόντων ομογενών αδελφών, και εξέπλευσα εις Οδησσόν. Τριάντα πέντε ημέρας εδοκίμαζον εις το πέλαγος ενάντιοι άνεμοι την υπομονήν μου, και την τριακοστήν έκτην έφθασα εις Οδησσόν. Εκεί παρέδωκα τον ιερόν του Πατριάρχου νεκρόν, όπου υπήρχε προωρισμένον άνωθεν, ίνα στηθή το πανσέβαστον αυτού μνημείον ως στήλη του μέλλοντος της Ελλάδος θριάμβου μεγάλη και παμφανεστάτη εις όλην την οικουμένην.
Εις εκείνον το λιμένα απεβίβασα σώους και τους κινδυνεύοντας να γίνωσι σφάγια του διωγμού ομογενείς αδελφούς, μήδεν παρά μηδενός λαβών ούτε σώστρον, ούτε τροφείον. Η φιλάνθρωπος Ρωσσική κυβέρνησις περιέθαλψεν εκείνους μετ’ άλλων πολλών, εβράβευσε δε και τους αγώνας τους ιδικούς μου. Αλλ’ ήδη το γήρας επελθόν μετά της πενίας με καταπιέζει.
Κύριοι Βουλευταί του θεοστηρίκτου κράτους της Ελλάδος! ογδοηκοντούτης γέρων παρίσταται δια της παρούσης αναφοράς, ο ταπεινός Νικόλαος Σκλάβος, ον ηυδόκησεν ο Κύριος να μεταχειρισθή υπηρέτην εκείνου του πανάγιου αυτού θελήματος, δι οθ εκ προοιμίων εστεφανώθη ο πανευκλεής αγών της βασιλευούσης Ελλάδος. Τα υποσυναπτόμενα μαρτυρικά της Ρωσσικής κυβέρνήσεως βεβαιούσι των λόγων μου την αλήθειαν. Επινεύσατε προς δημοσίαν ανάγνωσιν αυτών και ει τι με γνωρίσητε ως χρησιμεύσαντα εις δόξαν του Ελληνικού έθνους, ψηφίσατε, παρακαλώ, προς άνεσιν του παλυπαθούς γέροντος και της αυτού οικογενείας, ό,τι προς υμάς υπαγορεύση της ευσεβούς υμών καρδίας το φιλόπατρι και φιλάνθρωπον.