Πάντα πίστευα, ότι ο χορός είναι η έκφραση της ζωής , είναι αυτό που γεννά η ψυχή κι ο κόσμος μας, είναι οι άνθρωποι γύρω μας.
Είναι αυτό το κάτι που προσδιορίζει την ταυτότητά μας , τον αληθινό μας εαυτό, που μας επιτρέπει να ταξιδεύουμε, εκεί όπου μας πάει η αλήθεια που κρύβουμε μέσα μας , χωρίς φτιασίδια, χωρίς πρέπει, χωρίς αυτά τα πολλά η λίγα που μας κατατρύχουν , όταν οι αντιδράσεις και οι κινήσεις μας συνιστούν προϊόν λελογισμένων σκέψεων.
Οι άνθρωποι χόρευαν σχεδόν πάντα. Αν παρατηρήσουμε τις καθημερινές μας δραστηριότητες την εργασία μας, την ρουτίνα μας, όλα συνοδεύονται από μια ροή κινήσεων που αποτυπώνει την συναισθηματική και ψυχική μας διάθεση κάθε στιγμή.
Δεν νιώθουμε όμως ότι χορεύουμε διότι στερούμαστε αυτή την ελευθερία, αυτή την έλλειψη δέσμευσης και νόρμας με την οποία συνδέουμε τον χορό. Άλλωστε η χορευτική μας παράδοση συνδέεται άρρηκτα με την δραστηριότητα κάθε τόπου και εποχής.
Οι άνθρωποι χορεύουν όταν θέλουν να πουν εκείνα που δεν λέει ο λόγος, δεν έχει τρόπο. Όλα εκείνα της καρδιάς, όχι του μυαλού, που αν έπρεπε να εκφραστούν με φράσεις ή δεν θα έφταναν εκατομμύρια λέξεις ή δεν θα βρισκόταν ούτε μία κατάλληλη.
Συγχωρέστε με, αλλά αγαπώ πολύ τον τόπο μου, όπως σέβομαι όποιον αγαπά τον δικό του τόπο, για τους ίδιους ακριβώς λόγους. Αν με ρωτήσετε θα πω ότι η Κεφαλονιά είναι ο κόσμος μου, ο ωραιότερος κόσμος από όλους, σύμφωνα με τα δικά μου μέτρα και σταθμά. Ασφαλώς αν ρωτήσουμε κάποιον άλλο θα έχει πάμπολλα επιχειρήματα να με αντικρούσει και προφανώς η άποψή μου δεν είναι η ορθότερη. Όμως όλοι ,έχουμε ένα σημείο αναφοράς, αυτό που μιλάει μέσα μας, αυτό που χαρακτηρίζει και ομορφαίνει την δική μας πραγματικότητα και ασφαλώς διατηρούμε το δικαίωμα να το εκφράσουμε.
Ο μπάλος ένας χορός μπριόζικος, ιδιαίτερος, δεν είναι παρά ο προσδιορισμός μας , η ταυτότητα και η φυσιογνωμία του Κεφαλλονίτη με όλη την μεγαλοπρέπεια της κουρλαμάδας του. Εκεί όπου ξεθυμαίνει, σαλτάροντας αβέρτα, έτσι άγρια και ζωντανά όπως τα βουνά , και το απόκρημνο του νησιού, κι εκεί όπου γαληνεύει , στο πάσο του, αγναντεύοντας το απέραντο καθάριο της θάλασσας.
Και σάματι δεν είναι όντως η Ζώη ένας κεφαλονίτικος μπάλος , εκείνος ο ωραιότερος, ο καλύτερος, ο πλέον εύρυθμος κι αλέγρος; Δεν έχει τα γρήγορα και τα κουρλά της, τις εντάσεις και τα πάθη της, δεν ημερεύει στο πάσο , καταλαγιάζει, πέφτει, ισορροπεί , δεν φλερτάρει, δεν ερωτεύεται, ανθρώπους καταστάσεις, στόχους στο χαιρέτισμα του πρωτο-χορευτή, δεν σε καλεί να επιλέξεις τον συνοδό, τον επόμενο , τον συνοδοιπόρο δεν σε επαναφέρει στο κύκλο στην θέση σου στο τέλος της «φιγούρας»;
Όσοι ξέρουν, κι όσοι δεν ξέρουν, αλλά απλώς το θέλουν, μπαλάρουν. Όπως και στον χορό έτσι και στην ζωή εκείνοι που γνωρίζουν τα βήματα πάνε αλλά κι οι άλλοι που αφουγκράζονται το ρυθμό, που νιώθουν κι αφήνονται επίσης βρίσκουν πάντα μια θέση στο κύκλο. Όλα είναι θέμα διάθεσης , λεβεντιάς και τόλμης. Στοιχεία που νομίζω εδώ, λόγω ταμπεραμέντου και τρέλας διαθέτουμε εν αφθονία. Και συμπαθάτε με ενόψει του Αγίου αύριο, θα έλεγα να μην κάνει κανένα καλά στο μυαλό για αλλαγή, να μας αφήσει όλους ήσυχους με κάθε χαριτωμένο κουσούρι μας, να χοροπηδάμε στο μπάλο και στην Ζώη μας και να στρώνουμε στα πάσο ανάλογα με τα κέφια μας .
Η ομορφιά του μπάλου , η ομορφιά της ζωής, αποκαλύπτεται έτσι απλά, όταν όντως θες να «χορέψεις».
Χρόνια σας πολλά και βοήθειά σας
Σαμόλη Ευαγγελία