Τον Αύγουστο του 1999, ένας Κεφαλονίτης γεωργός βρήκε σκάβοντας στο χωράφι του, στα Σπαρτιά, μια καραβάνα την οποία έδωσε στην Ιταλίδα Μικέλα Παναρίτο, που ζει εδώ και χρόνια στην Κεφαλονιά.
Πάνω στην καραβάνα υπήρχαν χαραγμένες διάφορες εικόνες: ένα τοπίο που έμοιαζε με το περίγραμμα του νησιού της Ζακύνθου, ένα αεροπλάνο, ένα έμβλημα με την επιγραφή «17ο Πεζικό», ένα όνομα, μια πόλη και μια ημερομηνία. Το όνομα ήταν του Ιταλού στρατιώτη Φορτουνάτο Αλγκέο και η ημερομηνία η 8η Σεπτεμβρίου 1943.
Κάτω απ’ την ημερομηνία ο στρατιώτης Aλγκέο είχε γράψει «Μαμά θα επιστρέψω σύντομα». Δεν επέστρεψε ποτέ…
Η Παναρίτο αποφάσισε να ψάξει και να βρει τους συγγενείς του στρατιώτη για να τους δώσει την καραβάνα.
Όταν ο Τζουζέπε έμαθε για την ανεύρεση της καραβάνας του αδελφού του, ταξίδεψε (Σεπτέμβριος 2000) στην Κεφαλονιά, για να δει τα μέρη όπου ο αδελφός του έχασε τη ζωή του αλλά και να παραλάβει ό,τι έχει απομείνει από αυτόν: μια καραβάνα!
Τον συνόδευαν στις τοποθεσίες των σφαγών ο καθολικός ιεράς Σεβερίνο Τρεντίν που τραβούσε φωτογραφίες και η Ιταλίδα μόνιμη κάτοικος Κεφαλονιάς, Μπρούνα Ντε Πάολα, που άκουγε και κατέγραφε τις αφηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων, για τις εν ψυχρώ δολοφονίες Ιταλών αιχμαλώτων της μεραρχίας Ακουι, από επίλεκτες δυνάμεις της Βέρμαχτ, τον Σεπτέμβριο του 1943 σε ελαιώνες και χαράδρες του νησιού.
Η ταυτότητα του Γκουίντο
Εβδομήντα πέντε χρόνια μετά την σφαγή των άοπλων Ιταλών (2018), ένας άλλος αγρότης, ο Νικόλας Ματιάτος, βρήκε, κάπου στις παρυφές του χωριού του, στα Καρδακάτα, μια φθαρμένη στρατιωτική μεταλλική ταυτότητα και την φύλαγε ανάμεσα στα πολλά άλλα αντικείμενα που μια ζωή μάζευε στο παλιό καφενείο του.
«Σε μια συνάντηση που είχαμε αναζητώντας αναμνήσεις από την κατοχή», λέει στην «Κ» η Γερμανίδα Ντόρις Βίλλε, συγγραφέας, φιλόλογος και δημοσιογράφος, που επίσης ζει στην Κεφαλονιά και ερευνά γύρω από την σφαγή των Ιταλών στρατιωτών από τους συμπατριώτες της, «έγινε και η προσπάθεια να φανούν λίγο καλύτερα τα μισοσβησμένα στοιχεία της ταυτότητας».
Με αρχαιολογική μέθοδο – ριζόχαρτο και μολύβι – διαβάστηκαν τα γράμματα του ονόματος ενός φαντάρου: Γκουίντο Πελεγκρίνι. Έτσι γεννήθηκε η ιδέα να γίνει μια προσπάθεια μήπως βρεθούν και οι συγγενείς του στην Ιταλία. Χάρη στη βοήθεια της Μπρούνα Ντε Πάολα και του Οράτσιο Παβιγκνάνι της Εθνικής Ενωσης Μεραρχίας Ακουι, σε ένα μέρος κοντά στη Ρώμη, το Μόντε Κομπάτι, ανακαλύψαμε ότι ζούσε η 91χρονη αδελφή του Τσεσαρίνα, που είχε χάσει τα ίχνη του αδελφού της από το 1943 στην Κεφαλονιά. Με το που πληροφορήθηκε τα νέα αναφώνησε με συγκίνηση: «Ο Γκουίντο θα επιστρέψει στο σπίτι του». Πράγματι, στις 6 Οκτωβρίου 2018, ανήμερα της τελετής μνήμης για την σφαγή της Ακουι ο Ματιάτος παρέδωσε, μέσα σ ένα κουτάκι την ταυτότητα του Πελεγκρίνι. Την παρέλαβε, σε κλίμα συγκίνησης, ο ανεψιός του, Ροδόλφο Μπιζότι, και την παρέδωσε στην αδερφή του Πελεγκρίνι.
Ο Γκουίντο Πελεγκρίνι ολοκλήρωσε έτσι μετά από 75 χρόνια το θλιβερό του ταξίδι. Ο Ματιάτος είναι ο σημαντικότερος σήμερα εν ζωή αυτόπτης μάρτυρας της σφαγής στα Καρδακάτα. Μπροστά στα μάτια του εντεκάχρονου τότε Νικόλα εκτελέστηκαν πάνω από εκατό Ιταλοί στρατιώτες. Ανάμεσά τους και ο Γκουίντο Πελεγκρίνι».
Το μουσείο
Η καραβάνα του στρατιώτη Φορτουνάτο έγινε αφορμή να «γεννηθεί», από την Μπρούνα Ντε Πάολα και τον σύλλογο Mediterraneo, το 2001, το σημερινό μικρό μουσείο, “Α place of Memory” (χώρος μνήμης) –το επιμελήθηκε η ίδια έως το 2013- στο λιθόστρωτο του Αργοστολίου, «με σταθερή πεποίθηση ότι η μνήμες του πολέμου γεννούν ειρήνη».
Μεταξύ των εκθεμάτων, δεν υπάρχει η καραβάνα του Φορτουνάτο, καθώς «ταξίδεψε» στην Αργεντινή, για να γίνει κειμήλιο των δικών του ανθρώπων. Ούτε και η ταυτότητα του Πελεγκρίνι που “επέστρεψε” στο σπίτι του.
Εκτίθενται όμως, κράνη, ξιφολόγχες, φωτογραφίες, γράμματα και πολλά άλλα ατομικά στρατιωτικά αξεσουάρ, για να θυμίζουν στον επισκέπτη αυτό που ο πρόεδρος Σάντρο Περτίνι, αποκάλεσε «τρομερό Σεπτέμβρη της Ιταλικής ιστορίας».
Ανάμεσά τους, και μια άλλη καραβάνα, αγνώστου μελλοθάνατου, Ιταλού στρατιώτη, πάνω στην οποία πρόλαβε πριν τον εκτελέσουν να γράψει: «Χαιρετίσματα σε όλους, να με θυμάστε. Ήταν η τύχη μου, έκανα πάντα το καλό, για να λάβω τώρα το κακό…».
Ανοιξαν τα σεντούκια
«Όταν έγινε το μουσείο ζητήσαμε από τους κατοίκους στα χωριά να μας δώσουν, αν έχουν, κάποια αντικείμενα», μας είπε η εθελόντρια ξεναγός της έκθεσης, Λάουρα Μουσέτολα.
Τα χωράφια των ορεινών χωριών είναι σπαρμένα με προσωπικά αντικείμενα των Ιταλών στρατιωτών και ποτισμένα με το αίμα τους.
«Υπήρξε μεγάλη ανταπόκριση. Τα κρατούσαν φυλαγμένα στα υπόγεια τόσα χρόνια, δεν τα πέταξαν και ήρθε η ώρα να τα βγάλουν για να τοποθετηθούν εκεί που τους αξίζει. Είναι πολύ σημαντικό για να γραφεί η ιστορία αυτής της φρικιαστικής υπόθεσης».
«Σε αυτόν τον χώρο η οσμή του τρόμου είναι αποπνικτική», έγραψε μια Ελληνίδα επισκέπτρια στο βιβλίο των εντυπώσεων.
Η μόνη γερμανική «παρουσία» στο «μουσείο της φρίκης», είναι μια μικρή ταμπέλα στην πρόσοψή του, με το όνομα και το τηλέφωνο της Ντόρις Βέλλε, η οποία καλούσε να ξεναγήσει όποιον συμπατριώτη της ήθελε να περιηγηθεί τους τόπους μνήμης. «Μόνο μια φορά με κάλεσε μια παρέα Γερμανών φοιτητών για να τους ενημερώσω», λέει.
Διάσωση της Ιστορίας
Οι δυο γυναίκες, η Ιταλίδα Μπρούνα Ντι Πάολα, η Γερμανίδα Ντόρις Βίλλε, συνεπικουρούμενες από κάποιους ντόπιους, όπως ο καθηγητής και ιστορικός Πέτρος Πετράτος, έχουν επιδοθεί σε μακροχρόνιο αγώνα για την διάσωση της ιστορικής μνήμης, στο πληγωμένο νησί, σύμβολο της γερμανικής βιαιότητας, της εκδίκησης και του μίσους.
«Η συνεργασία με την Ντόρις κρατάει είκοσι τρία χρόνια. Το 2003, με αφορμή την 60η επέτειο της σφαγής, διοργανώσαμε ένα διεθνές συνέδριο με τη συμμετοχή Ιταλών, Ελλήνων και Γερμανών ομιλητών, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από τη Γερμανική και την Ιταλική Πρεσβεία, τη Νομαρχία Κεφαλληνίας και Ιθάκης και το Δήμο Αργοστολίου.
Το 2018, μαζί καταφέραμε να επιστρέψουμε την ταυτότητα στην αδελφή του στρατιώτη Πελεγκρίνι, που εκτελέστηκε μαζί με άλλους άοπλους Ιταλούς στα Καρδακάτα.
Προσπαθούμε να συγκεντρώσουμε μαρτυρίες και αντικείμενα από τα χωριά και τώρα συνεργαζόμαστε για την ιστορία ενός αντιστασιακού Γερμανού αξιωματικού. Θέλω να τονίσω ότι η μεταξύ μας συνεργασία σε αυτή την προσπάθεια, είναι πραγματική».
Πρόσφατα, όπως μας λέει, συγκρότησε στο διαδίκτυο ομάδα επτακοσίων μελών με την επωνυμία «αυτοί που δεν ξεχνούν τη σφαγή των στρατιωτών της Ακουι», οι οποίοι συνδράμουν το έργο της.
Το πέπλο της λήθης
Ωστόσο, το χρυσοφόρο πέπλο του τουρισμού έχει τυλίξει ασφυκτικά την μεταπολεμική Κεφαλονιά απωθώντας τις μνήμες, της φοβερής αιματοχυσίας του 1943. Το όνομα της Άκουι δεν έχει δοθεί σε κάποια πλατεία ή δρόμο του Αργοστολίου.
Το έγκλημα της Κεφαλονιάς, έγινε διεθνώς ευρέως γνωστό κυρίως με την ταινία «το μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι» που το έβαλε στην παγκόσμια βιομηχανία του τουρισμού, αν και υπήρξαν συζητήσεις σχετικά με την μετατροπή του σε τουριστικό προϊόν. Όταν στις αρχές της δεκαετίας του 90 η Ντόρις Βίλλε ανέλαβε να μεταφράσει στα γερμανικά έναν τουριστικό οδηγό του νησιού και είπε στην εκδότρια ότι πρέπει να συμπεριληφθεί στο ιστορικός και η σφαγή, «η απάντηση ήταν πως κανένας Γερμανός δεν θα ήθελε να μάθει κάτι τέτοιο».
Ο σημερινός επισκέπτης στην Κεφαλονιά θα απολαύσει τον ήλιο, την θάλασσα, τις νοστιμιές, θα περιηγηθεί τα πανέμορφα ορεινά χωριά.
Δεν θα πληροφορηθεί όμως εύκολα ότι στους γύρω ήσυχους λόφους και τους γέρικους ελαιώνες εννιά χιλιάδες (κατά άλλους τέσσερις με πέντε χιλιάδες) νεκροί, συνεχίζουν να κοιμούνται τον παντοτινό τους ύπνο, ανειρήνευτο, αφού δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη.
Ρώτησα έναν περιπτερά στο κέντρο του Αργοστολίου που βρίσκεται το μουσείο της μεραρχίας Ακουϊ και μου δήλωσε άγνοια και ένας άλλος, νεαρός, δεν είχε ακούσει ποτέ τίποτα για την σφαγή των Ιταλών…
Στις παρυφές της πόλης και σε ένα σημείο που δεν αναδεικνύεται, στέκει το μνημείο των πεσόντων Ιταλών που αναγέρθηκε από το ιταλικό κράτος πολλά χρόνια μετά και γίνονται εκεί κατά καιρούς τελετές μνήμης και στους κορμούς.
Μόλις τα φώτα της γιορτής σβήσουν, η τραγωδία της Κεφαλονιάς βυθίζεται στην σφαίρα της ανυπαρξίας. Μόνο κάποιοι ξύλινοι σταυροί στους κορμούς αιωνόβιων ελαιόδεντρων, στα ορεινά χωριά, μαρτυρούν ότι στη σκιά και τα κλαδιά τους έγιναν μαζικές εκτελέσεις και απαγχονίστηκαν άνθρωποι στο άνθος της νιότης τους.
Οι Κεφαλονίτες προσπάθησαν να σώσουν τους Ιταλούς
Συνάντησα τις δυο γυναίκες και τον Πετράτο στο Αργοστόλι. Με ενδιέφερε να μάθω, αν το έγκλημα της Κεφαλονιάς, έχει απωθηθεί πλέον στην συλλογική μνήμη της τοπικής κοινωνίας, αλλά και στην πατρίδα τους.
«Αυτό που ο κόσμος έχει κρατήσει εδώ είναι η συναδέλφωση που πήγε να γίνει, και έγινε σε έναν βαθμό, μεταξύ των ντόπιων και των Ιταλών κατακτητών. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Ότι, δηλαδή δέχομαι, εγώ ο κατακτημένος, να συνεργαστώ με τον κατακτητή εναντίον ενός άλλου πιο αιμοβόρου, σκληρού και δύσκολου κατακτητή. Και εδώ είναι καλό να μην ξεχνάμε ότι σε αυτή την συνάντηση μεταξύ των κατακτητών Ιταλών και του πληθυσμού συνέβαλε πολύ και το αντιστασιακό κίνημα των ντόπιων. Έχουν σωθεί προκηρύξεις που έβγαζαν εδώ οι αντιστασιακοί για να συναδελφωθούν, να επικοινωνήσουν και να συνεργαστούν με τους Ιταλούς», λέει ο Πετράτος.
Γερμανός στην Αντίσταση
Τούτη την εποχή η Ντόρις Βίλλε, με την βοήθεια του Πετράτου αλλά και της Ντε Πάολο, ερευνά, μεταξύ άλλων, την αντιστασιακή δράση ενός Γερμανού αξιωματικού που αρνήθηκε να εκτελέσει την διαταγή για δολοφονίες Ιταλών και στη συνεχεία λιποτάκτησε στις ελληνικές αντιστασιακές ομάδες..
Ωστόσο, όπως λέει: «Το πιο σημαντικό είναι να μην γίνεται ωραιοποίηση. Το λέω κάθε φορά. Τα εγκλήματα ήταν φοβερά και αν έχουμε τώρα εκατό ανθρώπους που έκαναν καλές πράξεις και τα βάλουμε και τα δυο στην ζυγαριά, δεν έχουν το ίδιο βάρος. Δεν υπάρχει ισορροπία, το βαρύ είναι το έγκλημα. Δεν φτάνουν, λοιπόν, λίγες καλές πράξεις να ισορροπήσουν το έγκλημα».
Την ρωτώ για το τι ξέρουν οι συμπατριώτες της για την βάρβαρη αυτή πράξη των προγόνων τους.
«Νομίζω ότι είναι μια άγνωστη ιστορία στη Γερμανία. Έγιναν κάποιες προσπάθειες να γίνει γνωστό αλλά στον γενικό πληθυσμό δεν υπάρχει γνώση, δεν το ξέρουν. Ίσως έχουν ακούσει κάτι για τα Καλάβρυτα αλλά για την Κεφαλονιά δεν ξέρει κανένας».
Κατά την Μπρούνα Ντε Πάολα «στην Ιταλία για διάφορους λόγους που αφήνουμε στους ιστορικούς να κρίνουν και να εκτιμήσουν, δεν συζητήθηκε ποτέ, ούτε μνημονεύτηκε η σφαγή της Κεφαλονιάς με τα σωστά και απαιτούμενα κριτήρια, δηλαδή ανάλογα με την τρομακτικότητα και την μαζικότητα της. Σε αυτόν τον κόσμο που ξεχνά γρήγορα, εμείς θέλουμε να θυμίζουμε χωρίς μνησικακία και αντιπαραθέσεις, έτσι ώστε να λάβουμε από το παρελθόν ένα μήνυμα για ένα ειρηνικό μέλλον”.
Έθεσα, και στους τρεις ερευνητές, την ερώτηση αν κατά την γνώμη τους ο ντόπιος πληθυσμός εξέλαβε την σφαγή ως ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ των κατακτητών τους, που δεν τους αφορούσε, και πιθανόν να είπε “βγάλτε τα μάτια σας, εχθροί μας είστε και οι δυο».
Ήταν κατηγορηματικοί:
Πετράτος: «Όχι, γιατί προϋπήρχε συνεργασία μεταξύ αντιστασιακών και Ιταλών. Ένας από τους λόγους που οι Ιταλοί δεν παραδόθηκαν είχε να κάνει και με την πίεση που δέχθηκαν από την αντίσταση της Κεφαλονιάς. Είναι επιβεβαιωμένο αυτό».
Βίλλε: «Σίγουρα όχι. Είναι εντυπωσιακό ότι οι Έλληνες εδώ έσωσαν πολλά άτομα με κίνδυνο της ζωής τους. Ενώ μέχρι την προηγούμενη οι Ιταλοί ήταν κατακτητές, εκείνες τις στιγμές υπερίσχυσε η ανθρωπιά».
Ντι Πάολα: «Οι Έλληνες θα μπορούσαν να πουν εχθροί μας είστε σφαχτείτε μεταξύ σας ακόμα καλύτερα για μας. Δεν το είπαν όμως. Πάντα λέω ότι σε αυτή την ιστορία οι αληθινοί ήρωες ήταν οι Κεφαλλονίτες, γιατί έσωσαν πολλούς Ιταλούς παίζοντας το κεφάλι τους. Υπάρχουν πολλές τέτοιες ιστορίες».
Εγκλημα χωρίς τιμωρία
Αποδόθηκε δικαιοσύνη για αυτό το φοβερό έγκλημα; Όχι λένε και οι τρεις. Το δικαστήριο της Νυρεμβέργης επέβαλε ποινή φυλάκισης δώδεκα χρόνων στον διοικητή του 22ου ορεινού σώματος στρατού, στρατηγό Χούμπερτ Λαντς, που είχε το γενικό πρόσταγμα της επιχείρησης εξόντωσης των Ιταλών, εκ των οποίων εξέτισε μόνο τα πέντε.
Μεταπολεμικά ανέλαβε να συνεχίσει τις ανακρίσεις η εισαγγελία του Ντόρτμουντ που έστειλε την υπόθεση στο αρχείο. Για κάποιους, όχι πολλούς, στο «σταυρωμένο νησί», ο αγώνας για την ανάπαυση της ψυχής των νεκρών συνεχίζεται.
Η Ντε Πάολα, ωστόσο, σημειώνει την καταδίκη σε ισόβια κάθειρξη στην δεκαετία του 2013 από ιταλικό δικαστήριο του υπέργηρου Γερμανού αξιωματικού Αλφρεντ Στορκ. «Αν και με καθυστέρηση εβδομήντα χρόνων τουλάχιστον δικάστηκε και καταδικάστηκε ένας ένοχος», λέει.
Πηγή: kathimerini.gr