Με πολύ ενδιαφέρον παρακολούθησα την κίνηση των επαγγελματιών της Άσσου, οι οποίοι βρέθηκαν στον «Κέφαλο» προκειμένου να εκθέσουν στη Δημοτική Αρχή τα μεγάλα θέματα που πιέζουν το χωριό, το οποίο έφτασε κυριολεκτικά στα όριά του κατά την πρόσφατη τουριστική σεζόν. Η πρωτοβουλία αυτή υπήρξε καρπός πολλών συζητήσεων μεταξύ μας το πρόσφατο καλοκαίρι – άλλες τυπικές στο πλαίσιο του Συλλόγου «Η ΑΣΣΟΣ», άλλες άτυπες σε παρέες μεταξύ φίλων. Το ζητούμενο είναι ότι επιτέλους τέθηκαν επί τάπητος όλα τα ζητήματα: η έλλειψη αποχέτευσης, οι απαράδεκτα υψηλές τιμές για ένα νερό το οποίο επί της ουσίας είναι θαλασσινό, ο ανύπαρκτος φωτισμός του Κάστρου, η ελλιπής συντήρηση των υποδομών, η καθαριότητα και βεβαίως το κυκλοφοριακό.
Δεν σκοπεύω να αναφερθώ στις αρετές της Άσσου, τόσο ως φυσικό όσο και ως δομημένο τοπίο. Είναι γνωστές ακόμη και στους πλέον αδαείς, η ιστορία, η αρχιτεκτονική κληρονομιά και η απαράμιλλη φύση της περιοχής. Μαζί όμως με όλες τις αρετές της η Άσσος αποτελεί ενδεικτικό παράδειγμα του πως οι παραδοσιακοί οικισμοί, το «βαρύ πυροβολικό» της τουριστικής μας βιομηχανίας, μπορούν πολύ εύκολα να χάσουν την υπεραξία που έχουν λόγω της ακόρεστης ανάγκης μας για «αξιοποίηση». Η παρατήρηση αυτή δεν είναι καμία περισπούδαστη θεωρία, δεν απαιτεί εξαιρετική νοημοσύνη. Ισχύει για πολλά μέρη της Ελλάδας. Στην περίπτωση της Άσσου όμως είναι τέτοια η γεωγραφία που το πρόβλημα είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού.
Τα τελευταία χρόνια η διαβίωση στον οικισμό γίνεται ολοένα και χειρότερη. Το ιστορικό κέντρο του έχει μετατραπεί σε ένα ατελείωτο χώρο στάθμευσης, τα λεωφορεία δεν μπορούν να πλησιάσουν, το μπαστούνι κοντεύει να καταρρεύσει, η θάλασσα αποκτά αίσθηση βούρκου, το τουριστικό περίπτερο ρημάζει εδώ και δεκαετίες μαζί με υπέροχα διατηρητέα προσεισμικά κτήρια, θυμίζοντάς μας πως μόνο στην Ελλάδα τα ομορφότερα σημεία –εν προκειμένω ο ισθμός για την χερσόνησο του Κάστρου- γίνονται χαβούζες.
Ποιες δημόσιες πολιτικές είναι απαραίτητες για να αναστραφεί το κλίμα παρακμής:
-Η Άσσος χρειάζεται άμεσα μια κυκλοφοριακή μελέτη, η οποία όλοι ξέρουμε –αν και μη ειδικοί – ότι θα καταδεικνύει εντέλει το προφανές: την ανάγκη πεζοδρόμησης του οικισμού. Δεν χρειάζεται να βγάλει κανείς το Μετσόβιο για να διαπιστώσει ότι σε ένα καντούνι δεν χωρούν δύο αυτοκίνητα από διαφορετικές κατευθύνσεις.
-Το κέντρο του χωριού χρειάζεται μια γενναία ανάπλαση αισθητικού και λειτουργικού χαρακτήρα. Αυτή τη στιγμή κυρίαρχο στοιχείο είναι το μπετό, οι υπέργειες κολώνες ηλεκτρισμού και οι σπασμένες σχάρες. Τίποτα το παραδοσιακό. Απαιτείται μια ολιστική αντιμετώπιση με τοπικά στοιχεία που θα αναδείξουν το τεράστιο οικιστικό απόθεμα και τα σημεία ενδιαφέροντος για τους επισκέπτες
-Το Κάστρο της Άσσου, το μεγαλύτερο ενετικό οχυρωματικό έργο του Ιονίου παραμένει αφρόντιστο και χωρίς φωτισμό. Δεν έχουμε αυταπάτες ότι το Υπουργείο θα δείξει το ενδιαφέρον που δεν έδειξε για δεκαετίες. Περιφέρεια και Δήμος μπορούν όμως να προχωρήσουν σε προγραμματική σύμβαση προκειμένου να αναλάβουν τη συντήρηση και τον φωτισμό, μετά από υπόδειξη της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.
-Η παλιά Κοινότητα και κυρίως το Σχολείο, όπου στεγάζεται το Ιατρείο είναι ερμητικά κλειστά και με αρκετά στατικά προβλήματα λόγω των πρόσφατων σεισμών. Η παιδική χαρά αποψιλώθηκε, οι δημόσιες τουαλέτες στην Τούρη είναι σε κατάσταση τριτοκοσμική και σε λάθος σημείο, πάνω από κολυμβητική παραλία.
-Ύδρευση και αποχέτευση. Διαχρονικά και επί Δήμου Ερίσου και επί Δήμου Κεφαλλονιάς η Άσσος υπήρξε εξαιρετικά αδικημένη. Οι σωληνώσεις από αμίαντο πρέπει να αλλαχθούν άμεσα, το νερό είναι πρακτικά μη πόσιμο ενώ η τιμή του κυβικού είναι 0,78/κυβικό όταν στη Λάσση και τη Λειβαθώ μετά βίας φτάνει τα 0,19/κυβικό. Ανάλογη είναι η εικόνα για όλη την Έρισο και πρέπει αν η ΔΕΥΑΚ δεν έχει την οικονομική δυνατότητα υλοποίησης να συνταχθούν τουλάχιστον οι μελέτες και με πίεση να αναζητηθούν οι πόροι από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Το θέμα αφορά σε όλη τη Βόρεια Κεφαλλονιά.
-Διάσωση των διατηρητέων κτηρίων του οικισμού. Τόσο μεμονωμένα κτήρια όσο και τα «Αγγελατέικα», αυτό το μοναδικό μέτωπο αστικών κατοικιών των αρχών του 20ου αιώνα στην είσοδο του οικισμού είναι έτοιμα να καταρρεύσουν. Στον Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (ΦΕΚ 488 Α’ και ειδικότερα το άρθρο 268) περιγράφονται οι προϋποθέσεις κατά τις οποίες οι ΟΤΑ μπορούν να παρέμβουν προκειμένου είτε να συντηρήσουν κτήρια τα οποία κρίνονται εγκαταλελειμμένα είτε να προβούν στις ενέργειες εκείνες προκειμένου αυτά να περιέλθουν στην κυριότητά τους. Δεδομένου ότι τα κτήρια είναι εγκαταλελειμμένα εδώ και 70 χρόνια ο Δήμος πρέπει να τρέξει τις διαδικασίες προκειμένου είτε να τα αξιοποιήσει μέσω μισθώσεων (αν έχουν χαθεί οι κληρονόμοι) ή να αναγκάσει τους ιδιοκτήτες να επέμβουν.
Ας πάμε όμως τώρα και σε μερικές άβολες αλήθειες. Πέρα από τις δάφνες της επτανησιακής ιστορίας, του Πατρό-Κοσμά και της πλατείας Παρισίων εις ανάμνηση της γενναιοδωρίας των Γάλλων το 1953 για την ανοικοδόμηση του χωριού, πρέπει να αναλογιστούμε ποια είναι η συνεισφορά μας ως κατοίκων στην ανάδειξη αυτού του τόπου. Κακός ο Καλλικράτης, κάκιστος και ο Καποδίστριας, ωστόσο τα προβλήματα δεν άλλαξαν – πάντα αυτά ήταν. Απλώς η έντασή τους λόγω της άφιξης του τουρισμού και της φυσικής φθοράς των υποδομών τα κάνει πλέον επιτακτικά. Δυστυχώς ή ευτυχώς η Άσσος δεν αντέχει περισσότερο μαζικό τουρισμό, δεν αντέχει άλλο κυκλοφοριακό φόρτο. Αλλά δεν είναι και δίκαιο ένα από τα πετράδια στο τουριστικό μας «Στέμμα» να μην έχει την φροντίδα που του αναλογεί.
Εδώ και χρόνια λέμε ως πολίτες ότι πρέπει το κέντρο του χωριού να κλείσει για τα αυτοκίνητα, όπως έγινε στο Φισκάρδο. Δεν ανακαλύψαμε την πυρίτιδα – αυτό συμβαίνει στην πλειοψηφία των παραδοσιακών οικισμών της χώρας. Το πρόβλημα ήταν ότι όλοι θέλουμε να παρκάρουμε μπροστά στα σπίτια μας. Χρόνια συζητάμε ότι πρέπει οι ώρες τροφοδοσίας προμηθειών των επιχειρήσεων να συντονιστούν κατά τη θερινή περίοδο. Πάλι κάποιοι κώφευαν για να κάνουν τον τζίρο της σεζόν.
Η ίδια «λογική» εφαρμόζεται και για τα λύματα και για τις πολεοδομικές παραβάσεις. Όλοι θέλουμε να θαυμάζουμε την παραδοσιακή Άσσο, αλλά αν … γλιτώσουμε μια στέγη, ένα κούφωμα, ένα μπαλκόνι κάνουμε τα στραβά μάτια και ευλογούμε και την παρανομία του γείτονα. Όλα αυτά δεν τα αναφέρω ως κατηγορία. Λίγο πολύ αυτά έγιναν σε όλη την Κεφαλλονιά, σε όλα τα νησιά. Το ζητούμενο είναι πως τώρα θα τα αντιμετωπίσουμε.
Ένα από τα μεγάλα προβλήματα της Αυτοδιοίκησης σήμερα δεν είναι τόσο η εξεύρεση πόρων, όσο η έλλειψη μελετών και οι «βαριές» διοικητικές διαδικασίες που τις συνοδεύουν. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τον καθημερινό φόρτο εργασίας των υπηρεσιών δεν επιτρέπουν την εκπόνηση τους σε ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα.
Εδώ η κοινωνία των πολιτών μπορεί να έχει ουσιαστική συνεισφορά. Οι κατά τόπους Σύλλογοι στο νησί μπορούν σταδιακά από τα έσοδα τους να συγκεντρώσουν μικρά ποσά και με τη βοήθεια μηχανικών ή εύπορων αποδήμων να συντάξουν μελέτες, βοηθώντας ουσιαστικά τις υπηρεσίες και κερδίζοντας πολύτιμο χρόνο για να λάβουν χρηματοδότηση και να υλοποιηθούν. Όσους δημάρχους και όσους περιφερειάρχες να φέρουμε σε κάθε χωριό, τα θέματα δεν πρόκειται να επιλυθούν αν και εμείς οι ίδιοι δεν αναλάβουμε πρωτοβουλίες, μαζί φυσικά με τους αρμόδιους φορείς.
Γιώργος Κοκκόλης