Του Άγη Βερούτη
Εχθές το μεσημέρι είχα μία πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση με έναν πρώην μικρομεσαίο -και νυν άνεργο- ο οποίος μου περιέγραφε πως ακριβώς αναγκάστηκε να κλείσει τη μικρή επιχείρηση που διατηρούσε στο κέντρο της Αθήνας. Η επιχείρηση του δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα περίπτερο, το οποίο όμως ενοικίαζε από τον Δήμο Αθηνών και όχι από κάποιον ανάπηρο. Ξεκινώντας την κουβέντα μου είπε πως είναι σήμερα άνεργος ενώ θέλει να δουλέψει και ξέρει να δουλεύει, αλλά δεν ξέρει πως να ξεπεράσει τα ανυπέρβλητα εμπόδια που βάζει μπροστά του το ελληνικό κράτος. Στην πραγματικότητα, όπως μου την περιέγραψε, αναγκάστηκε να κλείσει το περίπτερο που διατηρούσε για 20 χρόνια και με το οποίο κατάφερε να ζει αυτός και οικογένειά του για αυτό το διάστημα, διότι ξαφνικά μετατράπηκε σε εισπράκτορα φόρων από μικρό-έμπορος που ήταν ως τότε.
Μου περιέγραψε γλαφυρά πως κατά τα επεισόδια του 2008 είχαν περικυκλώσει 100 άτομα το περίπτερό του και ήθελαν να τον κάψουν μέσα. Προφανώς υπάρχουν άνθρωποι, ανεξαρτήτως ηλικίας, οι οποίοι αντιλαμβάνονται έναν βιοπαλαιστή μικρό-έμπορο ως κεφαλαιοκράτη και μεγαλοεπιχειρηματία. Αφού γλίτωσε τη ζωή του σε εκείνα τα επεισόδια, είδε τον τζίρο του να κατακρημνίζεται, ενώ με την υπερβολική φορολόγηση κατέληξε να προσδοκά σε λίγα σεντς κέρδος από το πακέτο τα τσιγάρα και ακόμα λιγότερα από τις κάρτες τηλεφωνίας, τα οποία αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος του τζίρου ενός περιπτέρου.
Επιπλέον, μου περιέγραψε πως οι προσπάθειες του να πείσει τον ιδιοκτήτη του περιπτέρου, το Δήμο Αθηνών, να του μειώσει το ενοίκιο από τα €800 το μήνα σε κάτι πιο βατό, έπεσαν στο κενό.
Μου είπε “Πήγαινα στο δήμο και τους έλεγα ‘μειώστε μου λίγο το νοίκι για να κρατηθώ’, και μου λέγανε “κάτσε να περάσει από συμβούλιο και από επιτροπή και θα δούμε”! Κι έβλεπα τόσο κόσμο που υποτίθεται ότι δούλευε εκεί, ενώ δεν είχαν καν καρέκλα να καθήσουν! Τους έλεγα γιατί να δουλεύω εγώ 16 ώρες τη μέρα και να μη μου μένει τελικά τίποτα, ώστε να πληρώνω εσάς που δεν έχετε τίποτα να κάνετε παρά μόνο να εισπράξετε μισθό; Και μάλιστα από τον κόπο μου.”
“Μετά ήρθαν και οι εισφορές του ΤΕΒΕ και με αποτελείωσαν. Όσο περισσότερο δούλευα τόσο περισσότερο έμπαινα μέσα. Το έκλεισα τελικά γιατί πνίγηκα στα χρέη! Δούλευα για να χρωστάω. Και προχθές είδα ότι το σήκωσαν το περίπτερο, και έβαλαν πλάκες πεζοδρομίου εκεί που εγώ έβγαλα το ψωμί που τάιζα τα παιδιά μου για 20 χρόνια.”
Θα ήθελα να μπορούσα να σας μεταφέρω ολόκληρη την συζήτηση που είχα με αυτόν τον άνθρωπο. Δεν μπορώ όμως. Θέλει σθένος το οποίο δεν διαθέτω ώστε να σας περιγράψω πως δάκρυσε όταν μου έλεγε ότι όσο δούλευε τόσο χειρότερα ήταν στο τέλος του μήνα. Να σας αναφέρω τι έλεγε για το λογαριασμό που του κλείδωσαν και δεν μπορούσε να πουλάει πια κάρτες για τηλεφωνία, ή πώς του έκλεβαν τις σοκολάτες και τα πατατάκια αλλά έπρεπε να πληρώσει κανονικά το ΦΠΑ σαν να το είχε εισπράξει.
Δεν έχω το σθένος.
Κάποιοι φυσικά έχουν όχι μόνο το θράσος να μην νοιάζονται για αυτά που έκαναν σε αυτόν τον Άνθρωπο και τον οδήγησαν στην ανεργία και την απόγνωση, αλλά συνεχίζουν να λειτουργούν με μια έπαρση, μια αλαζονεία, μια ασύλληπτη αδιαφορία, οι οποίες ξεπερνούν την αντιληπτική μου δυνατότητα.
Δεν υπάρχει περίπτωση να πάμε μπροστά ως κοινωνία και ως χώρα, όταν υπάρχουν άνθρωποι βιοπαλαιστές, τους οποίους το άρρωστο σύστημα που έχουμε στήσει και διατηρούμε, τους στέλνει στην απόγνωση και στη φτώχεια.
Δεν ξέρω πραγματικά τι θα μπορούσε να αλλάξει τη ζωή του ανθρώπου αυτού. Είναι πολύ αργά για να του πει κάποιος ότι “φίλε, μπορείς να ανοίξεις πάλι το περίπτερο σου.”
Είναι πολύ αργά για να προσπαθήσουμε να αντιστρέψουμε όλα εκείνα που μας έχουν οδηγήσει να γίνουμε ο καρπαζοεισπράκτορας των Βαλκανίων.
Είναι πολύ αργά για δάκρυα.
Ακολουθήστε τον Άγη Βερούτη στο Twitter: @Agissilaos
agissilaos@gmail.com