Γραφει η Χαραλαμπία Καρούσου -Τσελέντη
«ἀρχαίοις τοῖς χρόνοις, προνοίᾳ ἰδίᾳ ἠ Τρισήλιος Ἀγία Μονάς, Πατρός και Υἱοῦ και Πνεύματος Παναγίου, Κεφαλλήνων νῆσον κατηύγασεν»
Απόσπαμα από την ιερά ακολουθία εις μνήμην των Αγίων Φανέντων.
Οι Άγιοι της Σάμης, Γρηγόριος, Λέων και Θεόδωρος, κυματίζουν πλέον υπερήφανα, στο λάβαρο της μνήμης κεφαλληνιακού λαού. Η Ιερά Μονή των Αγίων Φανέντων, κατείχε σημαντική θέση στα γεγονότα και την ζωή των κατοίκων της περιοχής, συμβάλλοντας στο να κρατηθεί ζωντανή, η ιστορική, εθνική, πολιτιστική και ιστορικής ταυτότητα, των Κεφαλλήνων, στο βάθος των αιώνων.
Η αρχαιότατη Ιερά Μονή των Αγίων Φανέντων στην Σάμη, δεν φεύγει ποτέ από τις καρδίες, τις σκέψεις, τις προσευχές των κατοίκων. Μέχρι και το 1930, φαίνεται πως στήνονταν εκεί πανηγύρια.
Οι τρεις Άγιοι, συνοδοιπορούν με τα βήματα της ιστορίας. Ταξιδεύουν μάλιστα σε όλο τον κόσμο, όταν η ναυτιλιακή εταιρεία «Agioi Fanentes Maritime Enterprises S.A.” έφερε το όνομα τους, ενώ ένα από τα δεξαμενόπλοια της ναυτιλιακής του κ. A. Μαρτίνoυ, ονομάζεται “Agioi Fanendes”.
Οι κρυμμένοι θησαυροί της Ιεράς Μονής, βυθισμένοι για περίπου διακόσια χρόνια στα ερείπια, περίμεναν, τον άξιο εργάτη να τους ανασύρει. Αυτούς τους θησαυρούς, διέσωσε ο π. Γεώργιος Αντζουλάτος, διανύοντας ένα ομηρικό ταξίδι κόπων, δυσκολιών και αγώνα, ώστε να έρθει στο φως η ιστορία και τα μυστικά τους. Πλέον, με δικές του πρωτοβουλίες, τα ιερά λείψανα των Αγίων, έχουν επιστρέψει στη Κεφαλονιά. Οι πεινασμένες σειρήνες ψάχνουν νέο αγκυροβόλιο μακριά από τη χαριτόβρυτη προστασία των τριών Αγίων. Ο π. Γ. Αντζουλάτος, έδωσε ένα τέλος στην αμνησία των γενεών. Κανένας δεν μπορεί να προφασιστεί ότι δεν γνωρίζει. Το νέο του βιβλίο «Δώρημα Φωτός», δίνει όλες τις πληροφορίες του ταξιδιού προς την αναγνώριση των μυστηρίων της Ιεράς Μονής των Αγίων Φανέντων.
Οι τρεις στρατιωτικοί Άγιοι, κατάγονταν από το ανατολικό τμήμα της τότε Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, πιθανά από την Πελοπόννησο όπως λέει ο Ευαγγ. Τσιμαράτος. Δεν γνωρίζουμε, την πόλη ή την περιοχή από την οποία προέρχονταν, μόνο ότι έζησαν τον τέταρτο αιώνα επί αυτοκρατορίας του γιου του Μ. Κωσταντίνου, αρειανού Κωνστάντιου. Αποφασίζουν να εγκαταλείψουν τις στρατιωτικές τους θέσεις, ώστε να μην αναγκαστούν να ασπαστούν τον Αρειανισμό που θα τους επιβάλλονταν. Φεύγοντας από την Σικελία, πιθανόν, καταλήγουν περί το 360 μ. Χ. στην Κεφαλονιά, στην κοιλάδα της Σάμης αναφερόμενη ως «val di Comparum, δηλαδή, κοιλάδα που ονομάζεται Σάμος» ή αλλιώς “porto Val d’ Alessandria” ,και διαμένουν διάγοντας ασκητικό βίο. Πιθανόν, να υπέστησαν και μαρτυρικό τέλος, όπως υποδηλώνει η ενδυμασία με την οποια εικονογραφούνται.
Αρκετούς αιώνες, μετά το 600 μ. Χ., μετά την κοίμηση τους, τα λείψανα τους ανευρίσκονται με θαυματουργικό τρόπο σε ένα σπήλαιο, στο λόφο του Αυλοχωρίου, σε υψόμετρο περίπου 250 μέτρων. Η αποκάλυψη έγινε πιθανόν λόγω της υπερφυσικής παρουσία του σημείου του Σταυρού. Αυτός είναι και ο λόγος, που η περιοχή λέγεται «στο Σταυρό». Δύο παλιά συναξάρια, του 1371 και του 1749, θέλει οι Άγιοι, να εμφανίστηκαν στον πλούσιο Κεφαλλήνα Μιχαήλ, ο οποίος βρήκε θαυματουργικά τα λείψανά τους και θεραπεύτηκε από την λέπρα.
«Φανέντες» ή «Νεοφανείς», όπως αναφέρονται και στο Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας, ή «Νεοφανέντες» ή «Αναφανέντες», ονομάστηκαν επειδή αναφάνηκαν. Οι ξένοι περιηγητές, τους αναφέρουν ως “Fanentes ή Phanentes ή d’Agio di Phaneutes”.
Η εορτή των Αγίων Φανέντων, εορτάζεται την Κυριακή των Αγίων Πάντων. Μάλιστα οι Άγιοι Πάντες, χρησιμοποιούνταν, ως συνώνυμη ονομασία των Αγίων Φανέντων όπως και η ονομασία «απόστολοι Φανέντες». Για παράδειγμα, το 1632 σε νοταριανές πράξεις, η Ιερά Μονή, αναφέρεται ως των «Αγίων Φανέντων, ήτοι των αγίων Πάντων». Η παλαιότερη σωζόμενη εικονογράφηση των Αγίων, ανήκει στον Ε. Μόσκο το1654. Από εκεί, λαμβάνουμε και πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά των Αγίων, τα οποία επιβεβαίωσε και η έρευνα στην λειψανοθήκη του ναού του προφήτου Ζαχαρία στο Castello. Ο Λέων, ήταν νεαρός, ο Θεόδωρος μεσήλικας, και ο Γρηγόριος προχωρημένης ηλικίας.
Στα πλαίσια αρπαγής θησαυρών και ιερών κειμηλίων και λειψάνων, Φραγκολατίνοι κατακτητές, πιθανόν λίγο πριν τον 13ο αιώνα, λεηλατούν την Μονή και μετέφεραν τα Άγια λείψανα στην Δύση.
Ο π. Γ. Ατζουλάτος, μελετά τις αναφορές και εντοπίζει την θέση των κλεμμένων ιερών λειψάνων, στον ιερό ναό του προφήτου Ζαχαρία, στο Castello της Βενετίας. Η ιστορική αυτή εκκλησία, ανήκε στην γυναικεία Μονή του Αγίου Ζαχαρία και κατείχε ισχυρή θέση και ισχύ στην κοινωνία, καθότι σε αυτή, μόναζαν κόρες επιφανών οικογενειών, ενώ έχαιρε σημαντικής αναγνώρισης από τον Δόγη της Βενετίας. O καταγραφές είναι σημαντικές, μεταξύ των οποίων στο Castello, το 1493, ο κώδικας του 1679 όπου αναφέρονται οι τρεις Άγιοι (“… copro di San Leoni Pontifici…”), η έκθεση του εφημερίου του ναού το 1810 αλλά και η μαρμάρινη επιγραφή του 1843.
Μετά από πολλαπλές συναντήσεις, επιστολές, επικοινωνίες με τους εφημέριους του ναού, τους υπεύθυνους ιερείς, το πατριαρχείο, μετά τις παρεμβάσεις και τις κινητοποιήσεις από τον μακαριστό μητροπολίτη κ. Σπυρίδωνα, μητροπολίτες Κερκύρας, Σύρου κλπ… , ο π. Γ. Αντζουλάτος, καταφέρνει, μέσα από έναν τιτάνιο μακροχρόνιο αγώνα, να γίνει έρευνα, πιο συγκεκριμένα ricognizione, στην ιερά λειψανοθήκη όπου βρίσκονταν το ιερό σκήνωμα του Αγίου Γρηγορίου και του Αγίου Ταρασίου. Διαπιστώνεται, ότι στην λειψανοθήκη δεν υπήρχε ολόσωμο σκήνωμα, μόνο λείψανα. Η ταξινόμηση και ταυτοποίηση τους, που πραγματοποιήθηκε από την ιατρική ομάδα του καθηγητή κ. Francesco Introna, επιβεβαίωσε και την παρουσία των ιερών λειψάνων τριών ανδρών που αντιστοιχούσαν ηλικιακά στους Αγίους Φανέντες, ενώ βρέθηκαν και τα απανθρακωμένα λείψανα του Αγίου Ταρασίου. Πιστεύεται, ότι πρώτα μεταφέρθηκαν στην Βενετία τα οστά του Αγίου Θεοδώρου, τον ένατο αιώνα και ακολούθως, τον δέκατο τρίτο αιώνα, των Αγίων Γρηγορίου και Λέοντος. Στις 30 Ιανουαρίου του 2009 τα ιερά λείψανα των Αγίων Φανέντων, παραδίδονται στον π. Γ. Αντζουλάτο και το Σάββατο 2 Μαΐου του 2009, με πανηγυρική υποδοχή, φτάνουν στο λιμάνι της Σάμης. Από τότε, φυλάσσονται σε περίτεχνη λειψανοθήκη, στη μητρόπολη της Σάμης.
Η Ιερά Μονή των Αγίων Φανέντων, βρίσκεται στον όμορφο λόφο της Σάμης. Είναι χτισμένη όχι στο σπήλαιο που βρέθηκαν τα λείψανα, αλλά πάνω στα τείχη της αρχαίας ακρόπολης, πιθανόν, πάνω στα ερείπια αρχαίου ναού ή κτηρίου, ορισμένα από τα οποία, λειτούργησαν ως θεμέλια για βοηθητικά χτίσματα της Μονής. Η μονή που βρίσκεται στην Κυάτιδα ακρόπολη αφιερώθηκε στους Αγίους μετά από ανακατασκευή των αρχαίων οικοδομημάτων, ίσως προς τιμήν του Επιφάνη τον δεύτερο αιώνα π.Χ. ή, ίσως στα ερείπια χριστιανικού καταστήματος που λειτουργούσε για την διάδοση του Χριστιανισμού.
Η Ιερά Μονή, ανακαινίσθηκε το 1599 από τους Ναυπλιώτες μοναχούς Μητροφάνη και Παρθένιο και το καθολικό το 1633, επί ηγεμονίας Σ. Ζερβού. Φαίνεται πως ήταν αφημένη στο έλεος του χρόνου καθότι ήδη από το 1788 φέρει ζημιές, ενώ από το 1814 η πολιτική διοίκηση που είχε την επίβλεψη των Ιερών Μονών του νησιού, δεν διασφαλίζει την βιωσιμότητα της Ιεράς Μονής. Φτάνει μάλιστα σε τέτοια κατάσταση περί το 1820, όπου τις λειτουργικές ανάγκες τις καλύπτουν εφημέριοι της Ιεράς Μονής Αργιλίων. Η Ιερά Μονή δέχτηκε πυρκαγιά περί το 1905 από την Μ. Φαραντούρη, από την οποία διεσώθη η ιερά εικόνα. Από το 1914 έως το 1946, η οικογένεια της κ. Σταυρ. Φλωράτου, διαμένει στα ερείπια.
Ο κοιμητηριακός ναός της Μονής, βρίσκεται λίγο πιο κάτω από την κορυφή και είναι αφιερωμένος στον Άγιο Νικόλαο. Το μοναστήρι είχε στην κατοχή του μετόχια, περιβόλι και εκτάσεις. . Μάλιστα φαίνεται πως είχε μισθώσει και το μεγαλύτερο νησί των Εχινάδων, Πεταλά στις ακτές της Ακαρνανίας, επιδιώκοντας δικαιοδοσία ήδη από τα μέσα του 16ου αιώνα. Περί το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, το νησί περνά στην Ιερά Μονή των Αγριλίων. Κατά την περίοδο της πολιορκίας του Μεσολογγίου, ο Ιωάννης Μεταξάς γιός του Θεόδωρου Μεταξά- Ιακωβάτου, έστελνε τρόφιμα στους πολιορκημένους δια μέσω του νησιού Πεταλά, ενώ η Ιερά Μονής των Αγίων Φανέντων, λειτουργούσε ως αποθήκη τροφίμων. Η Ιερά Μονή, φαίνεται ακόμη, πως διέθετε και βιβλιοθήκη με συλλογές και από το Άγιον Όρος και την Δύση, που καταστράφηκε μάλλον από κάποιον Αρμένιο ιερέα και από τους Γάλλους. Έχουν διασωθεί, ένα Ψαλτήριο και ένα Κυριακοδρόμιο, που αναφέρονται στο Πρωτόκολλο παράδοσης – παραλαβής περιουσίας της Μονής το 1792. Τα κειμήλια, βρίσκονται στην εθνική βιβλιοθήκη της Ελλάδας και δημοτική βιβλιοθήκη του Πειραιά, αντίστοιχα.
Πάνω από 21 ηγούμενοι, διετέλεσαν στους Αγίους Φανέντες, με πρώτο γνωστό τον Νικόδημος α’ Μεταξά το 1509 και τελευταίο των Χαρίτωνα Ζερβό το 1818.
Το 1805, ξεκινά η οριστική παρακμή, αφού όπως αναφέρει ο Η. Τσιτσέλης, η Ιόνιος Πολιτεία, ενσωματώνει την περιουσία του μοναστηριού, δεν έρχονται μοναχοί και τα οικοδομήματα, σιγά σιγά, καταρρέουν, ενώ το 1824 φαίνεται πως δεν υπήρχαν μοναχοί.
Η Ιερά Μονή, είχε σημαντικό ρόλο κατά την Ναυμαχία της Ναυπάκτου, καθότι εκεί, πραγματοποιήθηκε το τελευταίο πολεμικό συμβούλιο των ναυάρχων. Μετά την νίκη του χριστιανικού στόλου, ο Δόγης της Γαληνοτάτης Σεβαστιανός Venier, αφιερώνει μια εικόνα της Παναγίας, στην Μονή των Αγίων Φανέντων.
Οι σεισμοί του 1953, κατέστρεψαν ολοσχερώς τα εναπομείναντα κτίσματα. Το 2014, ξεκίνησε μια προσπάθεια με τη συμβολή του π. Γ. Αντζουλάτου, της αποκατάστασης του καθολικού της ιεράς Μονής που θα ολοκληρωθεί με την συνδρομή του ευεργέτη κ. Α. Μαρτίνου
Δυστυχώς, πολλοί τόλμησαν να αμφισβητήσουν ή και να αλλοιώσουν, την ταυτότητα και την μνήμη των Αγίων Φανέντων. Μεγάλη είναι η διαμάχη που θέλει τους τρεις Αγίους, να έζησαν στην Σάμο και όχι στη Κεφαλονιά. Η παρερμηνεία των πηγών, έχει βαθιά τις ρίζες της και αφορά, την ταύτισης της Σάμης με τη νήσο Σάμο. Δυστυχώς, ο ερευνητής μπορεί να οδηγηθεί σε παρερμηνείες όπως συνέβη στην περίπτωση του καθηγητού κ. Μ. Βαρβούνη. Ο μητροπολίτης μάλιστα Σάμου και Ικαρίας κ. Ευσέβιος, βασισμένος σε αυτή την πεποίθηση, αποφάσισε να «επαναπατρίσει» τους Αγίους Φανέντες,θεμελιώνοντας μάλιστα και ναό κοντά στο Καρλόβασι.
Στο βιβλίο, ο π. Γ. Αντζουλάτος, παραθέτει με σαφήνεια τις παρερμηνείες και τις αποδομεί μία προς μία, ζητώντας και την απονομή του δικαίου από την Μητρόπολη Σάμου και Ικαρίας. Την θέση του υποστηρίζουν ο π. Ι. Μεσολωράς, ο μακαριστός π. Γ. Μεταληνός Παρόλες όμως τις προσπάθειες, η Μητρόπολη, επιμένει χωρίς να δίνει σαφές εξηγήσεις, ότι οι Άγιοι Φανέντες, έζησαν στην Σάμο. Η προσπάθεια του π. Γ. Αντζουλάτου προς την διάδοση της αλήθειας αλλά και το κυριότερο, της επιστροφής των τιμίων λειψάνων στην Κεφαλονιά, ευλογήθηκε από τον Θεό και την εκκλησία. Ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, οι Μητροπολίτες Νικαίας, Νέας Σμύρνης, Κω και Νισύρου, Καστοριάς, καθηγούμενοι ιερών μονών συνεχάρησαν τον αγώνα και το έργο του.
Ο π. Γ. Αντζουλάτος, δεν είναι απλά ο ερευνητής της θρησκευτικής ιστορίας. Είναι ο διεκδικητής της αλήθειας, της επιστροφής, της αναβίωσης των στοιχείων της θρησκείας και του πολιτισμού που διαπλάθουν την ταυτότητα του Κεφαλλήνα. Τιμά όπου και αν βρεθεί τους Αγίους. Όχι μόνο στον τόπο που αγίασαν αλλά και στην μητρόπολη που υπηρετεί. Κάθε χρόνο, στον ιερό ναό Βουλιαγμένης, η πανήγυρις των Αγίων Φανέντων, είναι υπέρλαμπρη και πάντα σε αυτή συμμετέχουν Κεφαλλήνες. Με την ευγενή χορηγία του φέροντος καταγωγή από την Κεφαλονιά κ. Μαρτίνου, και σεβόμενου μετά ιερής ευλαβείας τους Αγίους Φανέντες, θα ολοκληρωθεί η αποκατάσταση του καθολικού και του κοιμητηριακού ναού της Ιεράς Μονής. Έτσι, η Ιερά Μονή των Αγίων Φανέντων, θα μπορεί να καταστεί πάλι, κάστρο ορθοδοξίας, φάρος πολιτιστικής μνήμης και σημείο λατρείας για τους Κεφαλλήνες αλλά και για όλους τους ορθοδόξους.