«Η διαγραφή μου ήταν μία προαποφασισμένη απόφαση. Η ιστορία και η πραγματικότητα του καθενός δεν διαγράφεται, θα παραμείνω μάχιμος και παρών» υποστήριξε ο πρώην πρωθυπουργός, κ. Αντώνης Σαμαράς κατά την ομιλία του στο πλαίσιο του συνεδρίου «Μεταπολίτευση 1974-2024: 50 Χρόνια Ελληνική Εξωτερική Πολιτική», που πραγματοποιείται 12 και 13 Δεκεμβρίου.
Ο πρώην πρωθυπουργός ανέλυσε τα 50 χρόνια κοινοβουλευτικού του έργου και τις σημαντικές ιστορικές στιγμές που έζησε, τα όσα έγιναν και όσα δεν έγιναν αλλά και το τι πρέπει η Ελλάδα να κάνει στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής στο μέλλον.
Στις κορυφαίες στιγμές τις πολιτικής του καριέρας ξεχωρίζει, όπως είπε, την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. «Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ αποτέλεσε έναν θρίαμβο για τη Δύση, που όμως γέννησε την προβληματική κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας, από την οποία κληρονομήσαμε το Μακεδονικό πρόβλημα», συμπλήρωσε ο κ. Σαμαράς.
Αναφέρθηκε, επίσης, στην εποχή των μνημονίων, τις ατελείωτες ώρες διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, με Υπουργό Οικονομικών τον κ. Ευάγγελο Βενιζέλο και αναφέρθηκε στην τότε Καγκελάριο της Γερμανίας, κυρία Άνγκελα Μέρκελ, ως μία ηγέτιδα με «τιμωρητική και απαξιωτική διάθεση που έπασχε από έλλειψη οράματος».
Αναφερόμενος, δε, στην δύσκολη εκείνη συγκυρία για την χώρα μας είπε χαρακτηριστικά: «Μας τράβηξαν το χαλί, αφού παραδέχθηκαν ότι μπορούμε να βγούμε από τα μνημόνια. Είμαι περήφανος που αρνήθηκα να μπει στο Υπερταμείο το σύνολο του κρατικού ενεργητικού, κάτι που δυστυχώς συμφώνησε αμέσως μετά η κυβέρνηση Τσίπρα».
Ο κ. Σαμαράς αναφέρθηκε στην παρατυπη μετανάστευση και στην στάση του την εποχή που η χώρα μας είχε την Προεδρία της ΕΕ το 2014. «Η ανοχή άλλων ηγετών, είχε ως αποτέλεσμα να το πληρώσουν ακριβά και οι ίδιοι και οι χώρες τους και οι πολίτες τους στη συνέχεια».
Για την Τουρκία, σχολίασε ότι παρατηρεί μια πολιτική που χαρακτηρίζεται από διάθεση κατευνασμού και προσαρμογής στις απαιτήσεις της άλλης πλευράς. «Η απειλητική και εκδικητική στάση της Τουρκίας, με αναθεωρητική συμπεριφορά προς κάθε κατεύθυνση, που θέλει την ανατροπή του κουρδικού κράτους, που θέλει να ελέγχει την Ανατολική Μεσόγειο με το αφήγημα της Γαλάζιας Πατρίδας, δεν πρέπει να μένει αναπάντητη. Η αποτρεπτική πολιτική πρέπει να διασφαλίζει ότι σε περίπτωση οποιασδήποτε απειλής, ο λιγότερο ισχυρός θα του δημιουργήσει ένα ρίσκο και ένα κόστος ανυπολόγιστο. Πρέπει ο λιγότερο ισχυρός να διασφαλίζει την σταθερότητα και την ειρήνη με πειστικότητα και αξιοπιστία και να είναι αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει-αν χρειαστεί- όλα τα διαθέσιμα μέσα», εξήγησε.
Η χώρα μας πρέπει να χτίζει συμμαχίες και όχι να αναζητά συνεχώς προστάτες, πρόσθεσε. Οι φίλοι δεν πρέπει να σε θεωρούν βαρίδι και οι εχθροί δεν πρέπει να σε θεωρούν εύκολο στόχο, πρέπει να χτίζεις αληθινές συμμαχίες και να τις υπερασπίζεσαι με σταθερότητα, όπως ανέλυσε στη συνέχεια.
Ο πρώην πρωθυπουργός μίλησε και για την πρωτοβουλία του το 2013 για την δημιουργία τριμερών συμμαχιών, Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας και Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου, αλλά και την πρωτοβουλία το 2022 αρωγής της Ελλάδας-Γαλλίας, τις οποίες χαρακτήρισε «τοπικές συμμαχίες κατά του κοινού εχθρού, τη Τουρκία».
Το επόμενο βήμα για την Ελλάδα σε σχέση με την Ε.Ε. , υπογράμμισε, ότι είναι η ενεργειακή της αυτονομία και ασφάλεια, διαδικασία που περνάει μέσα από την ελληνική και κυπριακή ΑΟΖ. Για τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή, είπε ότι «το γεγονός ότι έπεσε το καθεστώς Άσαντ στη Συρία άνοιξε τον ασκό του Αιόλου στη χώρα που εισέρχεται σε ένα ρευστό και ασαφές σκηνικό». Επίσης, τόνισε ότι το κουρδικό θέμα έρχεται ορμητικά στο προσκήνιο, με την Τουρκία να υποστηρίζει τους Τζιχαντιστές και να πολεμά τους Κούρδους, και το Ισραήλ να κάνει ακριβώς το αντίθετο, να υποστηρίζει τους Κούρδους και να πολεμά τους Τζιχαντιστές, που τους θεωρεί απειλή».
Στη συνέχεια αναφέρθηκε εκτενώς στο Τουρκολυβικό μνημόνιο και αναρωτήθηκε «πώς μπορεί η κυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι έχει φιλία με την Τουρκία, όταν αυτή το παραβιάζει ευθαρσώς, όταν τολμά να μιλά για αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών, για γκρίζες ζώνες και κλεμμένα νησιά και να αμφισβητεί την ΑΟΖ, μη σεβόμενη τον Χάρτη της ΕΕ (Χάρτη της Σεβίλλης)».
«Κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε, για να μην ερεθίσουμε την Τουρκία και λέμε ότι ζούμε σε ‘ήρεμα νερά’, που κάθε άλλο ήρεμα είναι αφού υπάρχουν συνεχείς παραβιάσεις της Νavtex», τόνισε ο κ. Σαμαράς.
Ο πρώην πρωθυπουργός αναφερόμενος στον Υπουργό Εξωτερικών κ. Γιώργο Γεραπετρίτη, υποστήριξε ότι “με τις συνεχείς συζητήσεις με τον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν, δεν κερδίζει τίποτα η χώρα, αλλά έτσι «σβήνονται οι κόκκινες γραμμές της ελληνικής πλευράς».
Υποστήριξε, δε, για το Μακεδονικό ότι διατήρησε την ίδια στάση στο θέμα από την αρχή έως το τέλος, λέγοντας ότι «η Μακεδονία είναι μία και μοναδική και είναι ελληνική», ενώ για την Συμφωνία των Πρεσπών, σχολίασε, ότι έχει δημιουργήσει αρκετά θέματα, καθώς η χώρα μας αναγνώρισε την ταυτότητα, τη γλώσσα και την εθνότητα για να υποστηρίξει την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ, μία προβληματική απόφαση. «Η εξωτερική πολιτική της χώρας υποστηρίζει και τον ανίσχυρο γείτονα (Σκόπια) και τον πανίσχυρο γίγαντα (Τουρκία) που αποτελούν απειλές για τη χώρα», συμπέρανε.
«Μοιάζει να έχουμε εγκαταλείψει το Διεθνές Δίκαιο και να μην διεκδικούμε κανένα ρόλο στην περιοχή, ενώ σε αυτή διαπράττονται σεισμικές αλλαγές. Το δίλημμα ειρήνη ή πόλεμος είναι ψευτοδίλημμα, το πραγματικό δίλημμα είναι αν θέλει η χώρα να δημιουργήσει ενεργές συμμαχίες και να διεκδικεί ρόλους», υποστήριξε.
Στη συνέχεια ο διεθνολόγος, δημοσιογράφος, αναλυτής διεθνών ειδήσεων, ΕΡΤ, κ. Δημήτρης Απόκης τον ρώτησε για την διαγραφή του από τη Νέα Δημοκρατία. Ο κ. Σαμαράς αναφέρθηκε σε πρόσφατη δημοσκόπηση που δείχνει ότι το 40% των νεοδημοκρατών διαφωνούν με τη διαγραφή και συμπλήρωσε ότι «πιστεύω ότι χαλάω τη σούπα του κατευνασμού της κοινωνίας, της ασφάλειας, της ακρίβειας, των προβλημάτων της μεσαίας τάξης» και ότι «ήταν μία προαποφασισμένη απόφαση που συμπληρώνει την μετάλλαξη της ΝΔ σε Ποτάμι». Η ιστορία και η πραγματικότητα του καθενός δεν διαγράφεται, είπε. Σε συμπληρωματική ερώτηση για τι σκέφτεται να κάνει πολιτικά την επόμενη μέρα, απάντησε ότι «θα παραμείνω μάχιμος και παρών». Τέλος, αναφερόμενος στον πόλεμο της Ουκρανίας, είπε ότι ορθώς η χώρα μας υποστηρίζει την Ουκρανία και ότι η στάση της Ρωσίας είναι 100% καταδικαστέα. Όμως, κατέληξε, ο πόλεμος αυτός «έριξε τη Ρωσία και τη Κίνα στην αγκαλιά της Ρωσίας, συνασπίζοντας έτσι εμμέσως αντιπάλους».