Ν. Μαραβέγιας: Ο συνδυασμός που θα συμβάλει στη βιώσιμη ανάπτυξη
Πολιτική
21/08/2025 | 08:30

Γράφει ο Ναπολέων Μαραβέγιας*

Η Ελλάδα, με τον πλούτο του φυσικού της περιβάλλοντος, την παράδοση και την πολιτιστική κληρονομιά της, διαθέτει τις ιδανικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη παραγωγικών συστημάτων που συνδυάζουν τουρισμό και αγροτική παραγωγή. Ιδιαίτερα στα νησιά, αλλά και σε άλλες περιοχές, όπου η εποχικότητα και οι περιορισμένοι φυσικοί πόροι δημιουργούν προκλήσεις για τη βιωσιμότητα της τοπικής οικονομίας, η σύνδεση αυτών των δύο τομέων μπορεί να αποδειχθεί καθοριστική για την ανάπτυξή τους. Ενα επιτυχημένο παράδειγμα, που αξίζει να μελετηθεί και να προσαρμοστεί στα ελληνικά δεδομένα, είναι η ιταλική εμπειρία, όπου ο αγροτουρισμός (agriturismo) έχει εξελιχθεί σε έναν βασικό πυλώνα της τοπικής ανάπτυξης.

Ο αγροτουρισμός αποτελεί μορφή εναλλακτικού τουρισμού που εστιάζει στη στενή επαφή του επισκέπτη με τον αγροτικό τρόπο ζωής, τις τοπικές καλλιέργειες, την παραδοσιακή γαστρονομία και την άμεση επαφή με τη φύση. Δεν περιορίζεται στην απλή διαμονή σε αγροικίες, αλλά περιλαμβάνει συμμετοχή σε αγροτικές εργασίες, μαγειρικές δραστηριότητες, γευσιγνωσίες τοπικών προϊόντων και γνωριμία με τις τοπικές κοινωνίες. Ταυτόχρονα περιλαμβάνει την αξιοποίηση των τοπικών αγροτικών προϊόντων από τα ξενοδοχεία, τα τουριστικά καταλύματα και τα εστιατόρια της περιοχής για την παρασκευή εδεσμάτων με τοπικές παραδοσιακές συνταγές.

Η Ιταλία, ήδη από τη δεκαετία του 1980, θεσμοθέτησε τον αγροτουρισμό ως αναγνωρισμένο επαγγελματικό κλάδο. Σήμερα, δεκάδες χιλιάδες αγροτουριστικές μονάδες λειτουργούν στη χώρα, συμβάλλοντας τόσο στη διαφοροποίηση του τουριστικού προϊόντος όσο και στην ενίσχυση της αγροτικής οικονομίας, καθώς τα τοπικά προϊόντα κυριαρχούν στα καταστήματα εστίασης των διάφορων ιταλικών περιοχών περιορίζοντας τα εισαγόμενα τρόφιμα. Η Ιταλία κατάφερε να μετατρέψει την αγροτική παράδοσή της σε πόλο έλξης, ιδιαίτερα για τουρίστες που αναζητούν αυθεντικές εμπειρίες. Σε περιοχές όπως η Τοσκάνη, η Ούμπρια και η Σικελία, η σύνδεση του τουρισμού με το κρασί, το ελαιόλαδο, τα τοπικά τυριά και τα βιολογικά προϊόντα έχει δημιουργήσει ένα ελκυστικό αφήγημα που συνδυάζει ποιότητα, παράδοση και βιωσιμότητα.

Στην Ελλάδα, η έννοια του αγροτουρισμού παραμένει σε πρώιμο στάδιο, παρά το πλούσιο υπόβαθρο. Ιδιαίτερα στα νησιά, η δυνατότητα αξιοποίησης του αγροτουρισμού παραμένει εν πολλοίς ανεκμετάλλευτη, παρά τις ιδανικές συνθήκες με μικροκλίματα που ευνοούν την παραγωγή ξεχωριστών προϊόντων (π.χ. τοπικά κρασιά, τυριά και άλλα), την πλούσια γαστρονομική παράδοση και τα μοναδικά τοπία. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται σποραδικές πρωτοβουλίες σε διάφορες περιοχές της χώρας -τόσο σε ηπειρωτικές όσο και σε νησιωτικές περιοχές- που δείχνουν τις δυνατότητες του συνδυασμού αγροτικής και τουριστικής ανάπτυξης.

Στη Νάξο, η Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών, σε συνεργασία με τοπικά καταλύματα και εστιατόρια, προωθεί προϊόντα, όπως είναι το τυρί και η πατάτα Νάξου, ενισχύοντας την ταυτότητα του νησιού ως γαστρονομικού προορισμού. Επίσης στην Κρήτη λειτουργούν πολλές μονάδες αγροτουρισμού που προσφέρουν διαμονή σε παραδοσιακές αγροικίες, μαθήματα μαγειρικής και συμμετοχή σε καλλιεργητικές δραστηριότητες, ενώ ο θεσμός του «κρητικού πρωινού» ενισχύει τη σύνδεση της τοπικής διατροφής με τον τουρισμό. Παρόμοιες προσπάθειες γίνονται και σε άλλες νησιωτικές και ηπειρωτικές περιοχές, οι οποίες πρέπει να πολλαπλασιαστούν και να ενισχυθούν.

Σημαντική συμβολή σε αυτές τις πρωτοβουλίες έχει η Ευρωπαϊκή Ενωση, μέσω προγραμμάτων όπως το LEADER, το ΕΣΠΑ και τα αγροτικά αναπτυξιακά προγράμματα. Παρέχονται επιδοτήσεις για την ανακαίνιση παραδοσιακών αγροικιών σε τουριστικά καταλύματα, για τη δημιουργία επισκέψιμων αγροκτημάτων και μονάδων παραγωγής, για την προβολή τοπικών προϊόντων, για την εκπαίδευση και για την κατάρτιση αγροτών στον τουρισμό. Η στροφή προς ένα τέτοιο σύστημα που συνδυάζει τον τουρισμό με την αγροτική παραγωγή προσφέρει πολλαπλά οφέλη όπως: Επέκταση της τουριστικής περιόδου πέραν του καλοκαιριού, διαφοροποίηση του τουριστικού προϊόντος (όχι μόνο ήλιος και θάλασσα), στήριξη της τοπικής αγροτικής παραγωγής με μείωση των εισαγωγών, ανάδειξη της πολιτιστικής ταυτότητας και διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος από τις συνέπειες του υπερτουρισμού.

Ομως για να μπορέσει το μοντέλο αυτό να λειτουργήσει επιτυχημένα στην Ελλάδα, χρειάζεται μια ολιστική προσέγγιση που θα περιλαμβάνει: 1) Θεσμική ενίσχυση με τη δημιουργία σαφούς νομικού πλαισίου για τον αγροτουρισμό, με κίνητρα για αγρότες και μικρούς παραγωγούς. 2) Εκπαίδευση και κατάρτιση των αγροτών με προγράμματα επιμόρφωσης για την παραγωγή ποιοτικών αγροτικών προϊόντων και παροχή τουριστικών υπηρεσιών. 3) Δίκτυα συνεργασίας ανάμεσα σε τοπικούς φορείς, ξενοδόχους, αγρότες και πολιτιστικούς συλλόγους. 4) Προβολή και διαφήμιση (branding) με ανάπτυξη τοπικών εμπορικών σημάτων που θα συνδέουν την τοπική παραγωγή με το τουριστικό προϊόν.

Συνοψίζοντας, ο συνδυασμός τουριστικής και αγροτικής ανάπτυξης δεν αποτελεί μόνο μια ευκαιρία διαφοροποίησης της ελληνικής τουριστικής ταυτότητας, αλλά και μια στρατηγική απάντηση στις προκλήσεις της υπερτουριστικοποίησης, της αγροτικής εγκατάλειψης, της μεγάλης εξάρτησης από τις ευρωπαϊκές αγροτικές επιδοτήσεις που μειώνονται και της τουριστικής «μονοκαλλιέργειας». Τα ελληνικά νησιά και οι άλλες τουριστικές περιοχές με τον αυθεντικό χαρακτήρα τους και την πλούσια αγροτική κληρονομιά τους μπορούν να αποτελέσουν το επόμενο μεγάλο κεφάλαιο στην ανάπτυξη του ποιοτικού και του βιώσιμου τουρισμού, ακολουθώντας τα βήματα της Ιταλίας και αξιοποιώντας στο έπακρο τα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία για μια πράσινη και πολυδιάστατη αγροτουριστική ανάπτυξη.

*Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο ΕΚΠΑ, πρώην υπουργός, πρώην αντιπρύτανης

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ