Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Μεσολωράς: Ο Ηρωικός παπάς του Κάστρου Παναγής Μαρκέτος
Εκκλησία
26/03/2024 | 14:10

Τον περασμένο διακοσιοστό επετειακό χρόνο της Ελληνικής Επαναστάσεως έγινε λόγος και στη Κεφαλονιά για τη μετοχή των Κεφαλλήνων στον αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, και στην ιδιαιτέρας σημασίας συμβολή των στις μάχες εναντίον της φάρας των τουρκαλβανών Λαλαίων της Ηλείας στη Πελοπόννησο τον Ιούνιο του 1821

Όπως συμβαίνει συνήθως έγινε αναφορά στους αρχηγούς της εκστρατείας, ευγενείς και εύπορους Μεταξάδες, Φωκάδες, Πανάδες, και σωστά, αφού και τη ζωή τους διακινδύνευσαν, τις περιουσίες τους έχασαν και διώχθηκαν από τους άγγλους που δεν έστεργαν την ανάμειξη των Επτανησίων στον Ελληνικό αγώνα.

Δεν ακούστηκαν όμως και δεν ακούγονται ονόματα απλών κεφαλλονιτών μαχητών που, χωρίς να υποχρεώνονταν από κάποια Αρχή, από αγάπη και μόνο στην Πατρίδα κινούμενοι, άφησαν τις οικογένειές τους και έσπευσαν στον κοινό αγώνα των Ελλήνων για αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Και φυσικά κανένα ονομαστικά μνημόσυνο δεν τους έγινε.

Το πλείστον των ονομάτων των απλών αυτών εθελοντών έχει παραδοθεί στην λήθη και για τους λόγους που αναφέρει ο Σπ. Μακρής στην Μονογραφία του για τη μάχη του Λάλα, την οποία δημοσίευσε το 1921 επ’ αφορμή της συμπληρώσεως των εκατόν χρόνων από την μάχη.

…ατυχώς ουδείς εκ των συγχρόνων ή των της κατόπιν γενεάς ουδέ καν διενοήθη να καταλίπη ημίν τοιούτον τι, αφού οι διάφοροι αρχηγοί και υπαρχηγοί απορροφώντες, ως συνήθως, άπασαν την υπ’ αυτούς δύναμιν και μη θεωρούντες τούτο στοιχειώδη υποχρέωσίν των, αρκούνται εις την αριθμητικήν μόνον αναγραφήν των περί αυτούς μαχητών εν τοις απομνημονεύμασιν αυτών, εν οις ασχολούνται μόνον περί της προσωπικής των δράσεως. Ο ίδιος, αφορμώμενος από προσωπική του περίπτωση, τον εθελοντή πολεμιστή παππού του Κωνσταντίνο Μακρή- Φραγκισκάτο από την Πύλαρο ανίχνευσε και έφερε στο φώς κάποια ονόματα.

Εκατό χρονιά μετά, αφορμώμενος και εγώ από τον κατευθείαν γραμμή πρόγονό μου Γεράσιμο Βασιλείου Μεσολωρά, που μαζί με τέσσαρες άλλους Φραγκάδες πολέμησε στο Λάλα και σκοτώθηκε, αφήνοντας νέα γυναίκα χήρα με παιδί τεσσάρων χρονών, ανίχνευσα και πρόσθεσα στα ονόματα του Μακρή και άλλα, περί τα εκατό συμποσούμενα, που δημοσίευσα σε δύο συνέχειες στο Περιοδικό ΚΕΦΑΛΟΝΙΤΙΚΗ ΠΡΟΟΔΟΣ, μόλις το ένα τέταρτο τα από των 460 που πέρασαν και πολέμησαν στο Λάλα.

Β
Στην ανίχνευση των ονομάτων στάθηκα σε κάποια ονόματα κληρικών της περιοχής του Λάλα που πολέμησαν με το σπαθί στο χέρι, όπως άλλωστε και άλλοι κληρικοί την εποχή του αγώνος της ελευθερίας, προασπιζόμενοι τα σπίτια των και τις εκκλησιές των. Ας αναφέρω εις μνημόσυνον, κάποια ονόματα: Σακελλάριος Λέτζιος εφημέριος Νεμούτας, Δημήτριος Κολοβός Πρωτοπαπάς Ολυμπίας, Ιωάννης Αποστολόπουλος εφημέριος Κακαλετρίου Ανδριτσαίνης, Αναστάσιος Σακελλαρίου εφημέριος Στρεβόζης, Ιωάννης Ανδρέου ή Καράς εφημέριος Σοπωτού, Διονύσιος Ντέντες εφημέριος Σελά Τριφυλίας, Παπαντώνης Αναγνωστόπουλος Οικονόμος Κυπαρισσίας, Παρθένιος Ηγούμενος, Μονής Άνω Δίβρης, Αθανάσιος Φοίσβος Πρωτοπαπάς Γιάνιτσας Καλαμών, Αναγώστης Νταλιάνης εκ Δερβιτζελεπή, Κοσμάς Ζώρας εφημέριος του χωριού Κούμανι και άλλοι.
Ερχόμενοι στα δικά μας, θα αναφερθώ σε δύο δικούς μας ιερωμένους που έλαβαν μέρος στις μάχες τους Λάλα. Τον παπά Χαραλάμπη -και όχι Ευαγγελινό- Μαρκόπουλο από τα Χιονάτα και όχι που από το Μαρκόπουλο κατά εσφαλμένη πληροφορία του Χιώτη και τον Παπά Παναγή Μαρκέτο ή Καλιακούδη από το Κάστρο. Για τον πρώτο δεν έχω πληροφορίες, -για να πω την αλήθεια δεν έψαξα να βρω- φοβάμαι πως δεν υπάρχουν, έτσι αντικείμενο της ανακοινώσεώς μου αυτής είναι ο Παπά Παναγής Μαρκέτος ή Καλιακούδης.

Ένα ερώτημα που προκύπτει από τη συμμετοχή κληρικών στον αγώνα του 21 είναι αν αυτοί πολέμησαν με σπαθί και καρυοφύλλι ή απλώς παρευρίσκονταν στις μάχες για να ευλογούν και ενθαρρύνουν τους πολεμιστές.

Ο πόλεμος έγινε ανεκτός από την Εκκλησία ως ηθική ανάγκη και ισχυρόν κατά της αμαρτίας αντίδοτον κατά τον Χ. Ανδρούτσο και κατά τον Μέγα Αθανάσιον Φονεύειν ουκ έξεστιν, αλλ’ εν πολέμοις αναιρείν τους αντιπάλους και έννομον και άξιον επαίνου . Και το επιτίμιο που ο Μ Βασίλειος επιβάλλει σε όσους φονεύουν στους πολέμους είναι σχετικά ελαφρύ, αποχή από τη Θ. Ευχαριστία τρία έτη. (Επιστ. 188). Στον ιερέα όμως, που για οποιονδήποτε λόγο φονεύσει, επιβάλλεται αργία δια βίου, παύση από κάθε ιερουργία. Έτσι οι ιερείς και επίσκοποι που έλαβαν μέρος στην Επανάσταση και αγωνίστηκαν με το σπαθί και το καριοφίλι, θυσίασαν την ιεροσύνη τους στον αγώνα της πατρίδος για την ελευθερία της. Σαν ιερέας ο π. Παναγής έπρεπε να απόσχει από πολέμους και αίματα, αισθάνθηκε όμως ότι σαν Έλληνας έπρεπε να αγωνιστεί υπέρ πίστεως και πατρίδος. Στην ίδια θέση βρέθηκε κι ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ που, όπως γράφει ο βιογράφος του Τάκης Χ. Κανδηλώρος. Ως αντιπρόσωπος του Χριστού ουδέποτε έπρεπε (ο Πατριάρχης) να υπογράψη έγγραφον εις το οποίον δεν επίστευεν.( εννοείται τον αφορισμό των αγωνιστών), αλλ’ως αρχηγός κινδυνεύοντος έθνους ώφειλε να στέρξη μέτρον όπερ και προσωρινώς έσωζε τους ανίσχυρους και εμπεπιστευμένους αυτώ πληθυσμούς εκ της σφαγής . Και οι Χιλιαστές της ιστορίας επιμένουν ότι ο Πατριάρχης δεν έπρεπε να αφορίσει…

Γ
Ο ιερωμένος Παπά Παναγής

Η οικογένεια Μαρκέτου, καταγόμενη από την Νάπολη της Ιταλίας βρίσκεται κοντά στους Τόκους που ήταν κυρίαρχοι του Νησιού, από το 1400. Το 1450 ο Λεονάρδος Τόκος παραχωρεί στον ευγενή ιδιαίτερο γραμματέα του Θεόδωρο Μαρκέτο και τους διαδόχους του άρρενες και θήλεις φέουδα και τίτλους ευγενείας;. Η οικογένεια μεταξύ 1593 και 1604 συμπεριλαμβάνεται στην τάξη των Ευγενών. Αρχικά οι Μαρκεταίοι εγκαταστάθηκαν στα Μαρκετάτα της Πυλάρου, όπου μέχρι τους σεισμούς του 1953 σωζόταν αρχοντικός πύργος των. Τους συναντάμε και στη Θηνιά. Επί Βενετοκρατίας κάποιοι από αυτούς μετοίκησαν στο Κάστρο του Αγίου Γεωργίου και από τα 1600 επισημαίνονται Μαρκεταίοι και στο πλησίστιο χωριό Δεμουτσάντα, μέχρι σήμερα .

Ο Ιερομόναχος παπά Παναγής ήταν γιός του Κυριάκη Μαρκέτου από το Κάστρο και είχε ένα αδελφό, τον Ιωάννη. Γεννήθηκε περί το 1783 και πέθανε το 1858 σε ηλικία 75 ετών. Αν ληφθεί υπόψη ότι για να χειροτονηθεί κανείς ιερέας έπρεπε να είχε συμπληρώσει το τριακοστό έτος της ηλικίας του ο παπά Παναγής πρέπει να χειροτονήθηκε από το 1813 και μετά. Έτσι η ιερουργική δραστηριότητα του ήταν βραχεία, περιορίστηκε σε λίγα χρόνια από το 1813 μέχρι την Επανάσταση, του 1821, αφού μετά την εμπλοκή του στο πόλεμο έπαυσε να ιερουργεί.
Στη συνέχεια θα δώσουμε μια εικόνα των εκκλησιών και των ιερουργών του Κάστρου τον 19ο αιώνα από όπου θα επιβεβαιωθεί η πληροφορία ότι ο Παπά Παναγής δεν ξαναλειτούργησε μετά την επιστροφή του από τον πόλεμο.
Και πρώτα να διευκρινίσουμε ότι την εποχή του, και καθόλον τον 19ο αιώνα από τις δέκα τέσσαρες εκκλησίες του Κάστρου τέσσαρες φαίνονται να έχουν κανονικό εφημέριο. Η Ευαγγελίστρια, η Φανερωμένη, οι Άγιοι Θεόδωροι και ο Άγιος Σπυρίδων.
…………………………….
Τον παπά Παναγή βρήκαμε να αναφέρεται σε δύο Καταλόγους ιερέων του Φρουρίου – του 1852/1857 στο Αρχείο της Ι. Μητροπόλεως μαζί με τον Διονύσιο Ιερέα Ματαράγκα, εφημέριο του Αγ. Σπυρίδωνος που είχε χειροτονηθεί το 1844/46, ένα ιερομόναχο Σεραφείμ Πετζάλη που είχε χειροτονηθεί εκτός του Κράτους και φέρεται απών, και τον ιερέα Γεράσιμο Κακουράτο χειροτονημένο το 1857 για την Εκκλησία της Φανερωμένης, και αποβιώσαντα τις 13 Απριλίου 1862.
Στον εν λόγο Κατάλογο των ετών 1852-1857 ενώ των τριών ιερέων που αναφέραμε προσδιορίζεται η εκκλησία που λειτουργούσαν δεν συμβαίνει το ίδιο με τον Παπά Παναγή για τον οποίον σημειώνεται μόνο ότι έχει χειροτονηθεί προ του 1825. Το 1852 που έχει καταρτιστεί ο Κατάλογος ήταν 69 χρονών. Πέντε χρόνια μετά το 1857 στον ίδιο κατάλογο συμπληρώνεται με άλλο χέρι ότι ήταν πεπαυμένος ένεκα γήρατος.

Σε επόμενο Κατάλογο του 1858-62 συγκαταριθμείται μεταξύ των ιερέων Διονυσίου Ματαράγκα χειροτονημένου για τον Άγιο Σπυρίδωνα, και Γερασίμου Κακουράτου για την Φανερωμένη, με μεταγενέστερη, με διαφορετική γραφή προσθήκη, ότι απεβίωσε την 2 Ιουνίου 1858.

Συμπερασματικά: Ο παπά Παναγής δεν βρέθηκε καταγραμμένος σαν εφημέριος στα μετά το 1821 κατάστιχα. Το 1852 αναφέρεται απλώς, χωρίς ενορία και πεπαυμένος. Έτσι επιβεβαιώνεται αυτό που ο βιογράφος του λέγει ότι δεν ξαναλειτούργησε μετά τη επιστροφή από τις μάχες, σύμφωνα και με τους κανόνες της εκκλησίας, αφού στον πόλεμο είχε βάψει τα χέρια του με αίμα. Δεν του αφαιρέθηκε η ιεροσύνη, εξακολούθησε να είναι ιερέας, δεν ιερουργεί όμως, εκκλησιάζεται μόνο και πιθανόν μόνο ψάλλει.

Συνεχίζουμε με κάποιες συμπληρωματικές πληροφορίες για τις εκκλησίες που έχουν εφημέριο και λειτουργούνται τακτικά στο Κάστρο αυτή την εποχή στο Κάστρο.

Το 1857 ο Μητροπολίτης Σπυρίδων σε επιστολή του στον Αντιύπαρχο Κεφαλληνίας Π. Λ. Λοβέρδο, επιβεβαιώνει το γεγονός λειτουργίας τεσσάρων εκκλησιών για τους υπέρ τους πεντακοσίους κατοίκους του Κάστρου, και επικαλούμενος αίτηση των ενοριτών της Φανερωμένης, ζητά να του επιτραπεί να χειροτονήσει τον πιο πάνω αναφερόμενο ιερέα Γεράσιμο Κακουράτο,
Το 1864 από αναφορά του Γερασίμου ιερομονάχου του Πεφάνη Αρχιερατικού Επιτρόπου της Επισκοπής Μεταξάτων μαθαίνουμε ότι στο Προάστιο του Αγίου Γεωργίου υπηρετούν στην Ευαγγελίστρια ο Νικόλαος ιερεύς ο Θεοφανάτος, στους Αγ. Θεοδώρους ο Νικόλαος Ιερεύς ο Σβορώνος, στη Φανερωμένη ο Βασίλειος ιερεύς Σκαλισιάνος, και στον Αγ. Σπυρίδωνα ο Νικόλαος Ιερομόναχος ο Θιακός.

Το 1868 στους Αγίους Θεοδώρους εφημερεύει ο Θεόκλητος Ρουμπάτης, στην Φανερωμένη ο ιερέας Μιχαήλ Ποταμιάνος, στον Άγιο Σπυρίδωνα ο ιερέας Ιωάννης Μαστρόκαλος – Πυλαρινός, και στην Ευαγγελίστρια κάθε δεκαπέντε μέρες ο Νικόλαος Τρωγιάννος από τα Τρουγιαννάτα.

Το 1871 στην Ευαγγελίστρια εφημερεύει ο Διονύσιος Ματαράγκας 59 χρονών, στους Αγίους Θεοδώρους σημειώνεται ο περίφημος παππά Μέντες από τα Μακριώτικα, ο οποίος δεν φαίνεται να κάθισε πολύ, αφού το όνομα του έχει διαγραφεί και αντικατασταθεί από του Διον. Ματαράγκα. Στη Φανερωμένη ο Δοσίθεος Αρσένης, Στον Άγιο Σπυρίδωνα ο Νικόλαος Ιερομ. ο Θιακός.

Θα αναφερθώ και σε μια, από το Αργοστόλι σταλμένη την 4ης Ιουλίου 1888 αίτηση, στην Ιερά Σύνοδο των αδελφών της εν τω Προαστείω «Άγιος Γεώργιος» εκκλησίας της Ευαγγελιστρίας Μιχαήλ Π. Άννίνου, Α.Α. Καβαλιεράτου, Αριστείδη Π. Άννινου, Σπ. Ασσάνη, Μ. Καβαλιεράτου, Ν. Άννινου, Θεοδώρου Ασσάνη, Δημητρίου Μ. Ασσάνη, Γερ. Άννινου – Καβαλιεράτου, Αθ. Ασσάνη, Ν. Ι. Άννινου, και Παναγή Βολτέρα, για κάποιες πληροφορίες που δίδει: Εις την αρχαίαν της Κεφαλληνίας πρωτεύουσαν …ευρίσκοντο περί τα δεκατέσσαρες εκκλησίας αι τέσσαρες των οποίων δύνανται ίνα αμμιλλωθώσι προς τας μεγαλυτέρας και καλλιτέρας εκκλησίας της πόλεως (Αργοστολίου) διατελούσαι εις λαμπράν κατάστασιν χάρις εις τα εισοδήματα των και την ευσέβεια των χριστιανών…Αι τέσσαρες αύται εκκλησίαι μέχρι του παρελθόντος έτους ελειτουργούντο ανελλιπώς ανά δεκαπενθήμερο υπό τακτικού ιερέως.Προς το τέλος του αιώνος η περίφημη πρωτεύουσα της Κεφαλληνίας με τις 14 εκκλησίες, και μετά τον θάνατο του Ιερέως Διονυσίου Ματαράγκα έχει απομείνει μόνο με τον Ιερέα Νικόλαο Θιακό. Με την πιο πάνω αίτηση οι άρχοντες του Κάστρου επείγονται να προσθέσουν ένα ιερέα στον μοναδικό εναπομείναντα, ζητώντας από τη Σύνοδο να παρακαμφθεί το κώλυμα της ηλικίας του Ιεροδιάκονου Ανδρέα Καντούτσας. Είναι 29 χρονών πρέπει να γίνει τριάντα κατά του Κανόνες…

Ο πολεμιστής παπά Παναγής

Η συμμετοχή του παπά Μαρκέτου στη μάχη του Λάλα μαρτυρείται στα ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ του εκ των αρχηγών της εκστρατείας Κωνσταντίνου Μεταξά. Στο λιμάνι του Αγίου Σώστη συγκεντρώθηκαν 270 εθελοντές από την Λειβαθώ, τα Ομαλά και 21 εκ του προαστίου Αγίου Γεωργίου, οδηγούμενοι υπό του ιερέως Μαρκέτου. Ποιοί ήσαν οι Καστρινοί των οποίων ηγείτο ο παπάς, και στην περίπτωση αυτή, δυστυχώς, αγνοούμε. Το 1930 γιόρτασαν στην Κεφαλονιά τα 100 χρόνια από την Επανάσταση, και συγκέντρωναν ονόματα εθελοντών από όλα τα χωριά της Κεφαλονιάς. Το Κάστρο δεν υπέδειξε ονόματα, αλλά απλώς αξίωσε να συμπεριληφθεί και το Φρούριον Κάστρο στον εορτασμό και λόγω της επιβλητικής τοποθεσίας και ως αρχαία Πρωτεύουσα και διότι ικανός αριθμός εθελοντών εκ Κάστρου μετέσχε των εν Πελοποννήσω μαχών (21 Καστρινοί εις την μάχην του Λάλα) και διότι είναι ιδιαιτέρα πατρίς του Ιωσήφ Μομφεράτου ανδρός συντελέσαντος αργότερον ες την ένωσιν.

Στον παπά Μαρκέτο περιέργως δεν κάνει αναφορά ο ιστορικός μας Ηλίας Τσιτσέλης, όπως δεν κάνει λόγο για την οικογένεια Μαρκέτου, ενώ αναφέρεται από τον Ευγένιο Ρίζο – Ραγκαβή . Επίσης από τον Α. Π. Μακρή στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια .

Τον επεσήμανε προς το τέλος του περασμένου αιώνα ο ιστορικός ανιχνευτής της Κεφαλληνίας ο μακαρίτης Χρήστος Βουνάς. (Χριστόφορος Βουτσινάς από τα Φάρσα) Δεν ήταν ιστορικός ο Βουνάς, αλλά φιλίστωρ και λαογράφος. Έχει φέρει όμως στο φώς και έχει καταγράψει με τον δικό του ζεστό και χαριτωμένο τρόπο πρόσωπα και πράγματα της Κεφαλλονίτικης ιστορίας. Δεν του διέλαθε και ο παπά Παναγής. Αναφέρεται με θαυμασμό στο ιερό του πρόσωπο και σημειώνει πως οι ιστορικοί μας μνημονεύουν τον παππά Μαρκέτο (και τον παπά Μαρκὀπουλο)… πως ακολουθήσανε τους Κεφαλλονίτες εθελοντές σαν παπάδες, δίχως όπλα με μόνο σαν όπλα τους τα ιερά τους άμφια . (1970).

Γράφοντας στον Βουνά τα πράγματα σπεύδει να αποκαταστήσει ο Παύλος Μαρκέτος, Προέδρος της Κεφαλ. Αδελφότητος Αθηνών (1969). Έτσι ο Βουνάς ένα χρόνο μετά σε άλλη αναφορά του στον παπά Παναγή, παραθέτει απόσπασμα από επιστολή του ως άνω Παύλου Μαρκέτου του οποίου ο παπάς ήταν αδελφός του προπάππού του Ιωάννη Π. Μαρκέτου, που τον πληροφορεί ότι ο Παπά Μαρκέτος δεν επήγε εκεί σαν ιερωμένος, όπως γράφεις στο άρθρο σου, αλλά σαν πολεμιστής αρχηγός ομάδος. Και από τότε δεν ιερούργησε πλέον, ούτε όταν επέστρεψε στην Κεφαλονιά, γιατί, όπως έλεγεν, είχε βουτηχτή εις το αίμα πολεμώντας τους Τούρκους .

Παρέχει και άλλες πληροφορίες ο Παύλος Μαρκέτος, ότι ο παπάς ηγήθηκε 60 εθελοντών και ότι μαζί του πήγε και ο πάππος του, γιος του αδελφού του Ιωάννη 16 ετών τότε, ο οποίος όταν επέστρεψε έφερε ένα δαχτυλίδι ιερολοχίου που το φορούσε ο ίδιος μετά από τον πατέρα του, και ένα άλλο όμοιο ευρίσκεται στο Εθνολογικό Μουσείο της Αθήνας. Διευκρινίζει δε ότι το Καλιακούδης είναι παρώνυμο της οικογενείας του.

Τις πληρέστερες και ασφαλέστερες πληροφορίες όμως έχουμε από τον Διον. Η. Ποταμιάνο η μάνα του οποίου υπήρξε θυγατέρα του Σάββα Μαρκέτου, ανηψιού παπά Παναγή -γιου του αδελφού του του Ιωάννη- και από άλλους απογόνους της οικογένειας Μαρκέτου.

Σύμφωνα με όσα του παρέδωσε η μάνα τουμ ο παπά Παναγής δανείστηκε από τους ευγενείς άρχοντες του Κάστρου με την εγγύηση του αδελφού του Ιωάννη τάλαρα κολονάτα της Σπάνιας και δοκουμέδες της Ρεγγίνας και με αυτά χρηματοδότησε και ετοίμασε συγγενείς και φίλους και κρατώντας το Σταυρό και το καριοφίλι ετέθη επικεφαλής χωριανών του για την σταυροφορία της απολυτρώσεως του Γένους,

Κατάφεραν και πέρασαν παρά την απαγόρευση των Άγγλων 350 πολεμιστές απέναντι στην Πελοπόννησο με δύο τηλεβόλα και πολεμοφόδια. Για να ξεγελάσουν τα τουρκικά πλοία που θα συναντούσαν είχαν υψώσει τουρκική σημαία την οποία κατέβασαν όταν φθάσανε και ύψωσαν την ελληνική. Οι δύο κληρικοί εν μέσω των κρότου των τηλεβόλων έψαλαν δοξολογία. πάνω στο πλοίο. Το ίδιο έκαναν και πριν τις μάχες Κάθε πρωί ο παπάς έψαλε την Δοξολογία, κτυπούσαν τα τύμπανα και ριχνόταν ένας κανονιοβολισμός. Αυτή η τακτική δείχνει ότι το εκστρατευτικό σώμα των Κεφαλλήνων ήταν οργανωμένο αλλά και ότι ο παπάς Παναγής δεν ξέχασε και την ιερατική του ιδιότητα.

Ο π. Παναγής έλαβε μέρος στη πολιορκία των Πατρών και σε άλλες μάχες στην Πελοπόννησο. Γύρισε στο Κάστρο. Όταν το 1843 με διάταγμα του Όθωνος τιμήθηκαν οι αγωνιστές, τιμήθηκε με το αργυρούν αριστείον και αργότερα ονομάστηκε λοχαγός του Ελληνικού Στρατού. Και υποθέτει ό Ποταμιάνος ότι πολύ πιθανόν είχε μυηθεί καις στη Φιλική Εταιρεία.
Γύρισε με διάτρητο το καλυμμαύχι του από τις σφαίρες, Ήταν δεινός σκοπευτής και του άρεσε πότε πότε να ασχολείται με τη σκοποβολή, και έριχνε σμπάρα στις μεγάλες χριστιανικές γιορτές.

Γυρνώντας στο Κάστρο, όπως είπαμε, δεν ξαναλειτούργησε Έθεσε τον εαυτό του σε αργία, δεν απέβαλε όμως το ράσο, και ζούσε σαν καλόγηρος. Καταγινόταν με πολλή επιτυχία στην πρακτική χειρουργική, στην ορθοπεδική και τη θεραπεία από δάγκωμα φιδιών. Αυτή του η επίδοση στην πρακτική ιατρική απέβη σωτήριος για τον εκ των αρχηγών του αγώνος κόντε Ανδρέα Μεταξά με τις πρώτες βοήθειες που του παρέσχε όταν ένας τούρκος, ανεβασμένος πάνω σε ένα δένδρο τουφεκίζοντας εκ του ασφαλούς, του τρύπησε και τις δύο παλάμες. Όταν διάβασα το γεγονός αυτό σε σημειωματάριο του Κεφαλονίτη λόγιου και ιστορικού Παναγή Βεργωτή συγκλονίστηκα, θυμήθηκα που μου είχε πει ο πατέρας μου ότι τον πρόγονό μας Γεράσιμο Β. Μεσολωρά τον είχε σκοτώσει ένας τούρκος ανεβασμένος σε ένα δένδρο. Πρέπει να ήταν αυτός ο ίδιος που κτύπησε και τον Κόντε Ανδρέα κοντά στο οποίο πολεμούσαν οι εθελοντές που είχε επιστρατεύσει από τα Ομαλά. Την εκδίκηση πήρε ο παπά Παναγής που σκότωσε τον τούρκο, αυτός του οποίου έχω την ιδιαίτερη ευλογία να διηγούμαι τα κατορθώματα.

Ο π. Παναγής πέθανε εβδομηκονταπεντάρης. Λίγο πριν πεθάνει έπαθε ημιπληγία και έμεινε μισοπαράλυτος. Στην κηδεία του οι Άγγλοι του απένειμαν τιμές και όταν κατέβαινε ο νεκρός στον τάφο έριξαν τιμητικές βολές.

Ο τάφος του βρίσκεται στο Ναό των Μαρκεταίων των Αγίων Θεοδώρων. Μια μονοκόμματη πλάκα που τον σκεπάζει διηγείται τα κατορθώματα του. Δεν διαβάζεται όμως, χρειάζεται κάποιο καθάρισμα. Κατά το πλείστον πρόλαβε και την διάβασε πριν εβδομήντα τόσα χρόνια ο Δ. Ποταμιάνος Ενθάδε κείται Παναγής Μαρκέτος ιερεύς, γεννηθείς μεν το 1783 μεταστάς δε προς αιωνίους μονάς το 1858. Ήτο απαραμίλλου τιμιότητος, όθεν διετέλεσε τον βίον εναρέτως και χρηστώς και απέθανε το 1858 (……αγωνισθείς υπέρ ανεξαρτησίας της Ελλάδος παρασχών δε συνάμα γενναίως και τελεσφόρως την συνδρομήν αυτού, ως ευπειθής πατριώτης …

Και επιλέγει ο Βουνάς : Ο παπά Παναγής Μαρκέτος ή Καλιακούδης πρέπει να μνημονεύεται σαν παράδειγμα πατριωτισμού, παλληκαριάς και ανιδιοτέλειας άφθαστης, Γιατί ούτε που λογάριασε τους ΄Αγγλους «προστάτες» της Επτανήσου, που απαγόρευαν με τη φιλότουρκη πολιτική τους τη συμμετοχή των Επτανησίων στον υπέρ της Ελληνικής Ανεξαρτησίας του 1821 αγώνα. Ούτε που σκέφτηκε τις θυσίες και το θάνατο τον οποίον θ’ αντιμετώπιζε. Ούτε τις υλικές δαπάνες του για την κατάρτιση του εξηκονταμελούς εθελοντικοί σώματος. Αλλά και με την πράξη του, ξαναγυρίζοντας στο νησί μας, να μη ξαναλειτουργήσει, απόδειξε τη βαθειά του πίστη κι ευλάβεια. Ο παπά Μαρκέτος ούτε αποζημίωση και σύνταξη επιζήτησε, ούτε ήθελε να ακούση να γίνεται λόγος για τις ηθικές, υλικές και σωματικές θυσίες κατά την Ελληνική Επανάσταση, τονίζοντας πως απλώς έπραξε το καθήκον του σαν ένας τίμιος και γνήσιος Έλληνας .

Κι’ όμως για τον ανδρείο, τον περήφανο, τον πολεμιστή, τον πατριώτη και πραγματικόν χριστιανόν αυτόν ιερέα μας ούτε μια προτομή του ακόμα δεν στήθηκε στο νησί μας, ούτε ένας δρόμος στα πόλεις και στα χωριά μας δεν φέρνει το τιμημένο του όνομα.

 

Πρωτοπρεσβύτερος Δρ Ιωάννης Δ. Μεσολωράς
20-7-2022

eKefalonia
eKefalonia
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ