Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Αντζουλάτος
Στη διάρκεια ενός αυγουστιάτικου ταξιδιού στο Αιγαίο στα τέλη της δεκαετίας του 1980, η πρόνοια του Θεού έφερε συνταξιδιώτες στο πλοίο της γραμμής, τον Ιταλό κατά την υπηκοότητα και ρωμαιοκαθολικό κατά το δόγμα Marcello Madaro, με τον πεφωτισμένο Μητροπολίτη Σάμου και Ικαρίας κυρό Παντελεήμονα Β΄(Μπαρδάκο). Εκείνη η συνομιλία και η μετέπειτα επικοινωνία τους, οδήγησαν τον νεαρό ετερόδοξο στο Άγιον Όρος, όπου με απόλυτη επίγνωση στο κελί του Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη, έλαβε κατά το Βάπτισμα το όνομα Νικόλαος με ανάδοχο τον γέροντα Αρσένιο.
Όταν στη συνέχεια (1992) χειροτονήθηκε ιερέας, τοποθετήθηκε στον Άγιο Γεώργιο των Ελλήνων, τον φημισμένο ναό της αγιοθησαυροστόλιστης Βενετίας, την έδρα της Ιεράς Μητροπόλεως Ιταλίας. Τα πτυχία της φιλολογίας και της νομικής, αποτελούσαν γι’ αυτόν εφαλτήρια δια των οποίων η ανιδιοτελής και πηγαία αγάπη του εκδηλωνόταν προς κάθε συνάνθρωπο. Πάντοτε προβληματισμένος στα επίκαιρα εκκλησιαστικά θέματα, αγωνιούσε για το μέλλον του ποιμνίου του, ενώ η ποτισμένη με δάκρυ και ιδρώτα έμπονη διακονία του ως εργάτης του Ευαγγελίου, υπήρξε κυριολεκτικά θυσιαστική.
Στο διάβα του χρόνου και υπό τις νέες γεωπολιτικές συνθήκες, ο ναός που άλλοτε έσφυζε από τη Nazione Greca, δεχόταν ολοένα και περισσότερους εκκλησιαζόμενους και από άλλες ορθόδοξες χώρες, καθώς τώρα οι Έλληνες της Βενετίας είναι πλέον ολιγάριθμοι. Ως αυθεντικός Ρωμηός πίστευε πως το πανηγύρι της Ορθοδοξίας δεν περιορίζεται σε ένα έθνος αφού ο χαρακτήρας της Εκκλησίας είναι οικουμενικός και δεν γνωρίζει σύνορα, στάση ζωής για την οποία πάλεψε με ήθος και αυθεντικότητα Αγιοπατερική. Η προσήλωσή του στην αλήθεια της πίστεως τηρήθηκε απαρασάλευτη, δίχως εκπτώσεις, δίχως υποχωρήσεις.
Η διάθεση του για γνώση της Θεολογίας εκτεινόταν πέρα από την προσεκτική μελέτη, στην αναζήτηση αυθεντικών λειτουργών του Υψίστου, ώστε να ενστερνίζεται διαρκώς και να μεταδίδει την αληθινή ζωή της Εκκλησίας. Συχνά επεδίωκε τη συναναστροφή και τη συζήτηση για θέματα ποιμαντικά με σπουδαίους θεολόγους της εποχής μας, όπως για παράδειγμα με τον μακαριστό Πρωτοπρεσβύτερο Γεώργιο Μεταλληνό. Επιδιώκοντας να γνωρίσει τον Τριαδικό Θεό σε όσους τον πλησίαζαν, γινόταν μαγνήτης προσελκύοντας στην εμπειρία της Ορθοδοξίας πλήθος χριστιανών, πολλούς από τους οποίους έπειτα από εμπεριστατωμένη κατήχηση οδήγησε στο μυστήριο του Βαπτίσματος. Για τον σκοπό αυτό εξάλλου, πέρα από τις πέντε ευρωπαϊκές γλώσσες που χειριζόταν άνετα, μάθαινε και άλλες όπως Ρωσικά ή Αραβικά.
Η διδασκαλία των αρχαίων Ελληνικών στο Λύκειο Foscarini, του έδινε την ευκαιρία να διοργανώνει εκπαιδευτικά ταξίδια στην Ελλάδα, όπου μνημεία της αρχαιότητας και κέντρα ορθοδοξίας ήταν πάντοτε συναρμοσμένα στο πρόγραμμα, αφού θεωρούσε πως ο πολιτισμός του τόπου μας είναι ο Ελληνορθόδοξος. Παράλληλα πραγματοποιούσε σχεδόν κάθε χρόνο ολιγοήμερο προσκύνημα στον Άθωνα και στο κελί του αναδόχου του, προκειμένου να λάβει πολύτιμες πνευματικές συμβουλές και δύναμη για την δύσκολη διακονία στην Ενορία της Βενετίας αλλά και τις προσωπικές δοκιμασίες.
Με τον αιδεσιμολογιώτατο πατέρα Νικόλαο συλλειτούργησα για πρώτη φορά την Κυριακή 1η Ιουλίου 2001, στον ιστορικό και περιώνυμο ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων. Η εκ μέρους του ιεροπρεπής τέλεση της Θείας Λειτουργίας με καθήλωσε, ενώ η αφειδώλευτη προσήνεια του χαρακτήρα του κατά την παράθεση του πρωινού στο παρακείμενο γραφείο με εντυπωσίασε. Στην πορεία του χρόνου αντιλήφθηκα τα πολλά χαρίσματά του, μεταξύ των οποίων την λεπτότητα της ευγένειας και την αρετή της διακρίσεως.
Η ολοπρόθυμη συμπαράσταση του πατρός Νικολάου στην αγιολογική αναζήτηση των ιερών λειψάνων των Αγίων Φανέντων υπήρξε καθοριστική σε πολλές δύστοκες στιγμές και η συμβολή του στη διεκπεραίωση της αποστολής μας, με τον εντοπισμό και την διαδικασία αναγνωρίσεως των ιερών λειψάνων, καταλυτική. Ενδεικτικά αναφέρω τις κατ’ επανάληψιν συναντήσεις μας με τον εφημέριο του ναού του Αγίου Ζαχαρία Don Carlo Seno ή με τους υπευθύνους του Γραφείου Λειψάνων του ρωμαιοκαθολικού Πατριαρχείου Monsignor Orlando Barbaro και Don Giuseppe Costantini‧ την προσωπική του γνωριμία με τον Γενικό Βικάριο του Καρδιναλίου Monsignor Beniamino Pizziol και τον στρατιωτικό ιερέα Manuel Paganuzzi, που αναδείχθηκαν πολυτιμότατες σε κομβικά σημεία της έρευνας‧ τις σημαντικές τηλεφωνικές κλήσεις που πραγματοποίησε χάριν του δικού μας ζητήματος και τις δεκάδες τηλεφωνικές συνομιλίες που ανταλλάξαμε μεταξύ των ετών 2001-2010. Τις πολλές άλλες παρεμβάσεις, διευκολύνσεις και κυρίως θυσίες του, γνωρίζει ο πανάγαθος Θεός. Για την ανεκτίμητη αυτή προσφορά σου πατέρα Νικόλαε, η Κεφαλονιά σε ευγνωμονεί.
Η συχνότατη συναναστροφή μας συνεχίστηκε επί είκοσι και πλέον έτη, μέχρι την προλαβούσα Κυριακή των Βαΐων, οπότε ανταλλάξαμε τις τελευταίες ευχές. Δευτέρα της Διακαινησίμου, 17 Απριλίου 2023, ο Αναστημένος Θεάνθρωπος τον κάλεσε κοντά Του στην ατελεύτητη Βασιλεία Του, μέσα στο όντως ανέσπερο φως. Με ευγνωμοσύνη πολλή και με βαθύτατο σεβασμό στην ιερή μνήμη του, σήμερα που το ιερατικό σκήνωμά του κατατέθηκε στον τάφο του νησιού San Michele της βενετσιάνικης λιμνοθάλασσας, βροντοφωνάζουμε ίσαμε να ακουστεί η φωνή μας στη Γαληνοτάτη πόλη που αγάπησε και διακόνησε πιστά τους χριστιανούς της: «Παπά Νικόλα, Χριστός Ανέστη!». Και επειδή ο Κύριος της ζωής και του θανάτου Αληθώς Ανέστη, «νεκρός ουδείς εν τω μνήματι».
Πεφιλημένε αδελφέ και πολυσέβαστε συλλειτουργέ, Καλή Ανάσταση! Είμαστε βέβαιοι, ότι υπέρ αιωνίας μνήμης και αναπαύσεως της πονεμένης ψυχής σου, πρεσβεύουν αδιαλείπτως στο θρόνο του Τριαδικού Θεού η Υπεραγία Θεοτόκος, ο Άγιος Γεώργιος, ο Άγιος Νικόλαος, αλλά και οι Άγιοι Φανέντες.