Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός
«Πάρε το ποδήλατο σου και τούτα τα χρήματα και πήγαινε στου Μπουλεβιού να πάρει ένα κιλό καφέ» μου έλεγε ο συγχωρεμένος πατέρας μου, ο Σωτήρης Γαλανός. Σε λίγη ώρα έφτανα στου Μπουλεβιού το καφεκοπτείο, που ήταν στην πλατεία του Ληξουρίου, και η ζητούμενη παραγγελία μου τακτοποιούνταν. Καθώς ήταν έτοιμη, μου έκοβαν το τιμολόγιο, πλήρωνα το αντίτιμο και ξεκινούσα με το δίτροχο, να την πάω στο μαγαζί του πατέρα μου, γιατί ποτέ δεν έπρεπε να λείπει ο καφές για κάθε πελάτη, περαστικό και διαβάτη που θα του τον ζητούσε.
Ο Μπουλεβιός, ήταν το παρανόμι των αδελφών Αναλυτή, Σπυράγγελου και Ευάγγελου, που από παλιά είχαν στην πλατεία του Ληξουρίου το καφεκοπτείο τους. Παιδιά του Δημητρίου Ευαγγέλου Αναλυτή, που έχοντας ζήσει για πολλά χρόνια στην Αμερική, το 1931, χρονιά του γυρισμού του στο Ληξούρι, έκανε το καφεκοπτείο του, που προσεισμικά άφησε κι αυτό μια εποχή για την καλή ποιότητα του προϊόντος του καφέ.
Μετά τους σεισμούς του ’53, τα δυο παιδιά του Δημητρίου, ο Σπυράγγελος και ο Ευάγγελος, (ο τρίτος αδελφός ήταν ο Θεόδωρος που έζησε στην Πάτρα) έφτιαξαν εκ νέου το καφεκοπτείο σε γωνιακό μαγαζί στα νοτιοδυτικά της κεντρικής πλατείας του Ληξουρίου. Ένα καφεκοπτείο με μεγάλα τζάμια, χωρίς βέβαια εσωτερικά να έχει μεγάλους και ελεύθερους χώρους. Μπαίνοντας μέσα σε «έπνιγαν» οι πολλοί πάγκοι και τα αρμάρια και τριγύρω στους τοίχους οι σκατζιές, που ήταν φορτωμένες με πολύ υλικό. Μα παντού, σε όλο το καφεκοπτείο, ήταν τακτοποιημένα με τάξη σακουλάκια μικρά και μεγάλα γεμάτα καραμέλες, φρουτοκαραμέλες, ζαχαρωτά, μπισκότα, σακουλάκια με καφέ δικής τους κοπής, μικροδώρα, γλυκίσματα τυποποιημένα, βάζα με γλυκά του κουταλιού, ξηροί καρποί λογιών – λογιών, ηδύποτα, ποτά, τοπικά κρασιά και διάφορα άλλα, που σου έδιναν την εντύπωση, πως, σε κάποιο μαγαζί ανατολίτικης αγορά βρισκόσουν. Στα ανατολικά του μαγαζιού, βρισκόταν ο μεγάλος πάγκος, όπου πάνω του ήταν η αλεστική μηχανή του καφέ. Η μηχανή αυτή άλεθε του κόκκους του καφέ, μετά το καβούρδισμα, και οι αδελφοί Αναλυτή τον πακετάριζαν σε μικρά σακουλάκια με την επωνυμία τους «Καφές Αναλυτή». Εκείνη η μηχανή είχε πάνω μια γυάλινη μεγάλη λεκάνη, διάφανη και κάθε φορά που ήθελαν να κάνουν φρέσκο καφέ για τον πελάτη τους, τοποθετούσαν μέσα μια ποσότητα κόκκους του καφέ, αφού πρώτα τους είχαν καβουρδίσει και τον άλεθαν μπροστά του. Έτσι έδειχναν τον σεβασμό προς τους πελάτες τους και οι οποίοι έφευγαν χαρούμενοι για την αγορά του αρωματικού προϊόντος, που πραγματικά μοσχοβολούσε και πάντα ήταν φρέσκος..
Μια άλλη μηχανή αλεστική του καφέ, πιο μικρή, υπήρχε σ’ ένα μικρό πάγκο και όπως και η μεγάλη, τα φουγάρα τους έβγαιναν από ένα μεγάλο ειδικό τζάμι στον έξω χώρο του πεζοδρομίου της πλατείας. Κάθε φορά που κάπνιζε το μεγάλο φουγάρο, ένιωθες στα ρουθούνια σου μια μεθυστική του καφέ καβουρδισμένη μυρωδιά και σε ταξίδευε αλλού, στης Ανατολής τα μέρη. Μοσχοβολούσε του καφέ το καβούρδισμα σ’ όλη την πλατεία και σε προκαλούσε να αγοράσεις εκείνη τη στιγμή φρέσκο καφέ από το καφεκοπτείο των Αφών Αναλυτή.
Είχε και μια αποθήκη τούτο το καφεκοπτείο, που τη σφράγιζε μια μεγάλη ασπρόμαυρη αφίσα, δείχνοντας έναν Βραζιλιάνο να κοσκινίζει τους κόκκους του καφέ. Πάντα, ωσάν παιδί μικρό που ήμουν, με εντυπωσίαζε τούτη η εικόνα, γιατί ήταν επιβλητική, και τη χαιρόμουν, με αποτέλεσμα όταν οι Αναλυταίοι έκλεισαν το καφεκοπτείο τους, να με θυμηθούν και να μου την κάνουν δώρο. Στη μηχανή του καφέ και περισσότερο στη λειτουργία του καταστήματος, ήταν ο Βαγγέλης, που λεπτολόγος στις κινήσεις του, δεν αργούσε να ταχτοποιήσει αυτό που του ζητούσες.
Τα δύο αδέλφια οι Αναλυταίοι, ο Σπυράγγελος και ο Ευάγγελος ήταν πάντα χαμογελαστοί, πολύ αγαπημένοι μεταξύ τους με μια πραγματική και σπάνια αδελφοσύνη, σοβαροί επί του εργασιακού σκοπού τους, μετρημένοι στα λόγια τους, μα και άμεσοι στην επικοινωνία με τον καθένα που πάντα διέκρινε το ληξουριώτικο ταπεραμέντο της επιχειρηματικότητας και το γνήσιο του καλού χαρακτήρα τους. Εξαίρετοι οικογενειάρχες, αγαπητοί και σεβαστοί από τον κόσμο, στάθηκαν υποδειγματικοί στον τύπο τους, αφήνοντας μια καλή ανάμνηση στο πέρασμα της ζωής τους.
Ο Σπυράγγελος επιπλέον αναμείχθηκε στα κοινά του Ληξουρίου και απετέλεσε βασικό μέλος σε πολλές επιτροπές διοίκησης και δράσης, Συλλόγων και Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Κάποιες από αυτές τις Επιτροπές Διοίκησης ήταν, της Βαλλιανείου Επαγγελματικής Σχολής, της Φιλαρμονικής Σχολής Ληξουρίου, στα Φιλανθρωπικά Ιδρύματα της πόλης, της Πετρίτσειου βιβλιοθήκης «Δαμοδός», στο Παλιό Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Ληξουρίου και ακόμη στις Οργανωτικές Επιτροπές του Καρναβαλιού…
Οι Αδελφοί Αναλυτή χάραξαν μια εποχή στο Ληξούρι με το καφεκοπτείο τους, δίνοντας μια ταυτότητα στην πόλη, με τους καφέδες τους, που είχαν την επωνυμία «Καφές Αναλυτή» – «Καφέδες Αναλυτή», και η οποία μας συνόδευσε τους Παλληκησιάνους για μισό αιώνα.
Στο επιχειρηματικό τους πεδίο, αναμόρφωσαν το καφεκοπτείο αισθητικά όσο μπορούσαν, και κάθε χρονιά περίπου εξέδιδαν ένα ημερολόγιο τσέπης με την ταυτότητά τους και έντυναν το προϊόν τους σε διάφορα φακελάκια, πολύχρωμα και καλαίσθητα.
Πέρα από το κατάστημά τους, κάποια Σαββατοκύριακα, με το μακρόστενο αυτοκίνητό τους, επισκέπτονταν χωριά της Παλικής και εφοδίαζαν τα μικρά μαγαζάκια με σακουλάκια καφέ. Από τις αρχές του 1980 τροφοδότησαν το κατάστημά τους με ξενικούς καφέδες, όχι μόνο ως υλικό του καφέ, αλλά και με καφετιέρες, με τα ανάλογα σερβίτσια τους. Ήταν καφετιέρες και σερβίτσια της Γερμανικής Εταιρείας «Melitta». Με αυτές τις επιχειρησιακές κινήσεις οι Αφοί Αναλυτή στάθηκαν πρωτοπόροι στην Κεφαλονιά στη διαχείριση και εκπόρευση του καφέ και των προϊόντων του.
Τον Ιανουάριο του 2009 οι αδελφοί Αναλυτή, Σπυράγγελος και Ευάγγελος, έκλεισαν το καφεκοπτείο τους και στα τέλη της δεκαετίας που ακολούθησε έφυγαν από τη ζωή. Άφησαν πίσω μια αξιομνημόνευτη ηθική κληρονομιά, μια σπουδαία θύμηση, μιαν υποδειγματική αδελφική αγάπη, μια καλοσύνη προς τους συνανθρώπους τους και γενικά μια εικόνα και στάση ζωής γιομάτη αξιοπρέπεια και λεβεντιά.