Ούτε το αγαπημένο φαγητό των Ελλήνων, το παραδοσιακό σουβλάκι θα καταφέρει να ξεφύγει από τον κλοιό ανατιμήσεων με την τιμή του να αυξάνεται.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του MEGA, η αύξηση της τιμής του κρέατος αναμένεται να φέρει ανατίμηση και στο σουβλάκι. Το τυλιχτό θα το αγοράζουμε, πλέον, με δύο ευρώ και 80 λεπτά, ενώ για κάποιους, πιο ψαγμένους των γεύσεων, μία πίτα με μπιφτέκι γαλοπούλας μπορεί να φτάσει τα 3,80.
Το σουβλάκι θυμίζει την τιμή της αμόλυβδης
Τα καταστήματα που κρατούν την τιμή στο σουβλάκι στα 2,50 είναι, πλέον, λίγα. Είναι κυρίως συνοικιακά, όπου οι ιδιοκτήτες τους δεν μπορούν να χάσουν την πελατεία τους και απορροφούν οι ίδιοι το κόστος και την ακρίβεια των πρώτων υλών. Ωστόσο, αυτό όπως λένε δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ.
Σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ, οι αυξήσεις στα καύσιμα και τις πρώτες ύλες συμπαρασύρουν προς τα πάνω και τις τιμές. Έτσι κατά μέσο όρο στα καταστήματα που το τυλιχτό σουβλάκι έκανε 2,30 πήγε στα 2,80 ευρώ, το σκέτο καλαμάκι από 1,60 πήγε στο 1,90, ενώ η μερίδα γύρος σκαρφάλωσε από τα 7,10 στα 7,40 ευρώ.
Έτσι το αγαπημένο φαγητό των φοιτητών και των εργαζόμενων έχει πάψει πια να είναι η φτηνή λύση που γεμίζει το στομάχι.
Μία τετραμελής οικογένεια, λοιπόν, με δύο ενήλικες και δύο παιδιά, θα χρειαστεί να φάει στο σπίτι τουλάχιστον 6 τυλιχτά. Προς 2,80 το ένα αυτό σημαίνει 16.80 λεπτά μόνο για τα σουβλάκια. Αν συνυπολογίζει κανείς μία σαλάτα χωριάτικη με 6,20. μία πατάτες 3 ευρώ και 4 αναψυκτικά προς 1,20 συνολικά 4,80, τότε το κόστος φτάνει στα 30.80 από 26,50 ευρώ. Μία αύξηση, δηλαδή, 16% για μία λιτή οικογενειακή βραδιά που σίγουρα κανείς δεν θα βαρυστομαχιάσει.
Σουβλάκι… με συνταγή αρχαίας Ελλάδας – Η αδυναμία των Μυκηναίων και Μινωιτών
Από την αρχαία Ελλάδα στη σύγχρονη εποχή το σουβλάκι είναι ένα από τα πιο δημοφιλή εδέσματα. Αν και ο όρος σουβλάκι δεν είναι ελληνικός, ως γαστριμαργική απόλαυση έχει ελληνικότατη ιστορία.
Αποτελείται από κομμάτια χοιρινού κρέατος περασμένου σε μικρή ξύλινη σούβλα από καλαμιά τα οποία για να καταναλωθούν πρέπει να ψηθούν.
Η πρώτη αναφορά γίνεται στα Ομηρικά Έπη που θέλουν τον Αχιλλέα να ψήνει στη θράκα κομμάτια κρέατος. Επίσης, χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Αθήναιου στο έργο του Δειπνοσοφιστές, ότι ο Ηγήσιππος στο Οψαρτυτικό του, δηλ. στον οδηγό μαγειρικής που έγραψε, αναφέρει ένα έδεσμα που λεγόταν κάνδαυλος και ήταν κάτι ανάλογο με το σημερινό σουβλάκι. Συνδύαζε κομμάτια από ψητό κρέας, πίτα, τυρί και άνηθο και σερβιριζόταν με ζουμί (Αθήναιος, Δειπνοσοφιστές, 12, 516d).
Το σουβλάκι από εντόσθια αναφέρεται σε ρωμαϊκά κείμενα του 1ου αιώνα μ.Χ. αλλά και αργότερα στην Κωνσταντινούπολη, όπου μετά την άλωση, μικροπωλητές πωλούσαν στους δρόμους, εκτός από φρούτα ή λαχανικά, και σουβλάκι με πίτα.
Η λέξη «σουβλάκι» προέρχεται από τη σούβλα, που με τη σειρά της προέρχεται από το λατινικό subulus. Στη δεκαετία του 1940 αρχίζει να διαδίδεται σε προσφυγικές γειτονιές, ενώ στον Πειραιά ένας Κωνσταντινουπολίτης έφτιαξε το 1950 το πρώτο τυλιχτό σουβλάκι με κεμπάπ.
Μοναδικό εύρημα που εκτίθεται στην πρώτη αίθουσα του Μουσείου των Μυκηνών αποτελεί αδιάσειστο τεκμήριο για την προτίμηση των Μυκηναίων στα σουβλάκια: μια φορητή πήλινη εσχάρα όπτησης κρέατος σε καλαμάκια με πλευρά όχι μεγαλύτερη από μισό μέτρο.
Πρόκειται για μια ορθογώνια βάση με ελαφρά ανυψωμένες τις τρεις πλευρές και ανοιχτή την τέταρτη ώστε να καθαρίζεται πιθανότατα η στάχτη και με υποδοχές στις πλαϊνές πλευρές, επάνω στις οποίες μπορούν να τοποθετηθούν οριζόντια και σε απόσταση πέντε έξι εκατοστών από τη βάση της καμιά δεκαριά ράβδοι όπτησης τεμαχίων κρέατος, σουβλάκια. Καθώς είναι φορητή φέρει στις πλαϊνές πλευρές δύο λαβές. Στο Μουσείο εκτίθεται μαζί με ένα χάλκινο μαχαιρίδιο και με ένα μικρό λεκανίδιο γεμάτο με οστά ζώων.
Επίσης, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, σε προθήκη υπάρχει η κρητική εκδοχή της σχάρας, πάνω στην οποία οι Μινωίτες έψηναν τα δικά τους σουβλάκια, εύρημα κοινό σε πολλούς αρχαιολογικούς χώρους τόσο της Κρήτης όσο της Σαντορίνης, και βεβαίως ολόκληρης της χώρας. Οι αρχαίες αυτές ψησταριές ήταν πήλινες με εγκοπές για τη στήριξη των σουβλών.
Οι κρατευτές των προγόνων μας ήταν εργονομικοί, καθώς χάρη στις οπές τους επέτρεπαν τη διατήρηση της θερμοκρασίας για το ψήσιμο χωρίς να σβήνουν τα κάρβουνα, και φυσικά υγιεινοί, αφού το λίπος έλιωνε πάνω στις σχάρες. Η συνταγή επιβίωσε στους αιώνες ως οβελίσκος, ονομασία που προέρχεται φυσικά από το οβελός, δηλαδή τη σούβλα, όπως παραθέτουν αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Αριστοφάνης, ο Ξενοφών και ο Αριστοτέλης.
Πηγή: enikos.gr