Ο Σταύρος Ντάφης, διδάκτορας Μετεωρολογίας του Πολυτεχνείου των Παρισίων, επιστηµονικός συνεργάτης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και υπεύθυνος αξιολόγησης αναφορών ακραίων καιρικών φαινομένων της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Βάση ακραίων καιρικών φαινομένων (ESWD) μιλάει για την επόμενη μέρα μετά τον καύσωνα
Ισχυρές καταιγίδες ή επικράτηση πολύ ξηρών και ισχυρών ανέμων που ευνοούν την εκδήλωση και εξάπλωση πυρκαγιών είναι τα δύο σενάρια μετά την βίαιη απομάκρυνση πολύ θερμών αερίων μαζών από την Ελλάδα.
Όπως εξηγεί στο ethnos.gr o Σταύρος Ντάφης διδάκτορας Μετεωρολογίας του Πολυτεχνείου των Παρισίων, επιστηµονικός συνεργάτης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και υπεύθυνος αξιολόγησης αναφορών ακραίων καιρικών φαινομένων της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Βάση ακραίων καιρικών φαινομένων (ESWD) είμαστε πιο κοντά στο δεύτερο σενάριο και στην εμφάνιση ξηρών και ισχυρών ανέμων. Και αυτό γιατί, όπως λέει, οι αέριες μάζες που έρχονται από τα βορειοδυτικά στην Ελλάδα είναι πολύ ξηρές και δεν είναι ικανές να δημιουργήσουν καταιγίδες. Σύμφωνα με τον ίδιο, το κύμα καύσωνα που πλήττει τη χώρα μας αλλά και το μεγαλύτερο μέρος της Βαλκανικής Χερσονήσου, τη Νότια Ιταλία και τη Δυτική Τουρκία φαίνεται να μας επηρεάζει μέχρι και την Παρασκευή 6 Αυγούστου 2021. Τα νεότερα προγνωστικά στοιχεία δείχνουν ότι μετά την Παρασκευή θα υπάρξει πρόσκαιρη πτώση της θερμοκρασίας, πολύ πιθανόν όμως όχι στο σύνολο της χώρας, με την παράλληλη ενίσχυση των ανέμων από βορειοδυτικές διευθύνσεις.
Ανέβηκε η θερμοκρασία στην Ελλάδα μέχρι και δύο βαθμούς-Αυξομειώσεις ανά περιοχή-Αύξηση των «τροπικών» νυχτών
Ενδεικτικό της ραγδαίας αύξησης της θερμοκρασίας που παρατηρείται σε πολλές περιοχές του πλανήτη τα τελαυταία χρόνια είναι και το γεγονός ότι τα έξι θερμότερα έτη από το 1861, καταγράφηκαν κατά την τελευταία δεκαετία. Σύμφωνα με τον κ. Ντάφη από το 1960 μέχρι σήμερα η μέση ετήσια θερμοκρασία αέρα σε ύψος 2 μέτρων έχει αυξηθεί περίπου κατά 1.5°C στη χώρα μας, με τις υψηλότερες αποκλίσεις να καταγράφονται στη Μακεδονία, την Ανατολική Στερεά και την Κρήτη όπου τοπικά φτάνουν τους 2°C. Μικρότερη αύξηση παρατηρείται στη Δυτική Ελλάδα και την Πελοπόννησο με περίπου 1°C αύξηση της μέσης θερμοκρασίας. Ανησυχητική αύξηση παρατηρείται και στον αριθμό των «τροπικών νυχτών», δηλαδή των ημερών που η θερμοκρασία δεν υποχωρεί κάτω από τους 20°C.
Ενδεικτικό της μεγάλης κλιματικής αλλαγής είναι και το γεγονός ότι οι ημερήσιες τιμές θερμοκρασίας σε πολλούς μετεωρολογικούς σταθμούς του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών ήταν συχνά υψηλότερες κατά 5°C από τον μέσο όρο της περιόδου 2010-2019, αποκλίσεις που καταγράφουμε επίσης το φετινό καλοκαίρι. Και πάλι η επικράτηση χαμηλών πιέσεων στη Δυτική Ευρώπη ήταν η κύρια αιτία της συνεχούς μεταφοράς θερμών αερίων μαζών από την Αφρική προς τη χώρα μας όπως λέει ο διδάκτορας Μετεωρολογίας του Πολυτεχνείου των Παρισίων.
Αύξηση των καυσώνων τα επόμενα καλοκαίρια -Νέα κανονικότητα στη Μεσόγειο μέχρι το 2030
Την τελευταία μόνο δεκαετία μετράμε ήδη 6 σοβαρά επεισόδια καύσωνα με μεγάλη ένταση και διάρκεια σύμφωνα με τον κ. Ντάφη σε αντίθεση με το πρόσφατο (κλιματικά) παρελθόν, πριν το 1990, που τα κύματα έντονου καύσωνα είχαν περίοδο επαναφοράς περίπου 10-15 έτη. «Αυτό σημαίνει ότι ανά δύο χρόνια παρατηρείται ένα έντονο επεισόδιο καύσωνα τελευταία. Και αυτά θα αποτελούν μέχρι το 2030 μια νέα κανονικότητα σε όλη τη Μεσόγειο». Οι επιστημονικές μελέτες των προηγούμενων δεκαετιών προειδοποιούσαν για την αύξηση της συχνότητας εκδήλωσης υψηλών θερμοκρασιών στη Μεσόγειο, συνυπολογίζοντας την παγκόσμια υπερθέρμανση. «Πλέον, όμως, βλέπουμε μια ταχύτερη εξέλιξη, ένα πιο δυσοίωνο σενάριο της κλιματικής αλλαγής. Ρεκόρ θερμοκρασιών που αναμέναμε το 2050, ήδη καταρρίπτονται». Αντίθετα, οι παγετοί μειώνονται συνεχώς σε διάρκεια ακόμη και σε μεγάλα υψόμετρα της Ευρώπης και οι χιονοπτώσεις εκδηλώνονται σε ολοένα και μικρότερα χρονικά διαστήματα μέσα στο έτος.
Πού οφείλονται τα ακραία καιρικά φαινόμενα
Οι καύσωνες, οι ισχυροί παγετοί και οι ισχυρές καταιγίδες είναι εκφάνσεις ακραίων καιρικών φαινομένων. Τόσο η συχνότητα εμφάνισής τους, όσο και η έντασή τους εξαρτάται ως έναν βαθμό στην κλιματική αλλαγή, αλλά όχι πάντα όπως λέει ο κ.Ντάφης. «Η υπερθέρμανση της ατμόσφαιρας και της θάλασσας συνεισφέρει σε ένα μικρό ποσοστό στην ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων, όμως περισσότερο επηρεάζει την αύξηση της συχνότητας εκδήλωσης και της διάρκειάς τους. Πολύ πιθανό χωρίς την υπερθέρμανση του πλανήτη, ο καύσωνας που βιώνουμε τώρα να μην είχε τόσο μεγάλη διάρκεια».
Θερμοκρασίες Μέσης Ανατολής στην Ελλάδα
Σύμφωνα με τον κ. Ντάφη οι θερμοκρασίες που καταγράφονται στη χώρα μας τις τελευταίες ημέρες συγκρίνονται με περιοχές της Βόρειας Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και τις στέπες του Καζακστάν και της Νότιας Ρωσίας, περιοχές οι οποίες επίσης επηρεάζονται από αφύσικα υψηλές θερμοκρασίες. Παρόμοιες τιμές θερμοκρασίας επίσης καταγράφονται σε ερημικές εκτάσεις και εύκρατες περιοχές των Δυτικών ΉΠΑ και στον Δυτικό Καναδά. Η κύρια διαφορά με τις ερημικές εκτάσεις όμως είναι η σημαντική παρουσία υδρατμών στη Μεσόγειο, η οποία αυξάνει κατά πολύ τη δυσφορία. «Ακόμη και όταν καταγράφονται τιμές θερμοκρασίας κάτω των 40°C, ο ανθρώπινος οργανισμός καταπονείται σημαντικά αν υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση υδρατμών στην ατμόσφαιρα. Επομένως, δεν είναι ακραίο να παρομοιάσουμε τις συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα τις τελευταίες ημέρες με πολλές τροπικές περιοχές του πλανήτη».
Στις χαμηλές πιέσεις και θερμοκρασίες οφείλεται το κύμα καύσωνα που χτυπά την χώρα
Όπως εξηγεί ο διδάκτορας Μετεωρολογίας του Πολυτεχνείου των Παρισίων, η ατμοσφαιρική κυκλοφορία δεν είναι αποκομμένη μεταξύ των περιοχών του πλανήτη, επομένως οι ακραίες θερμοκρασίες που καταγράφονται στη Βόρεια Αμερική και στην Κίνα τις τελευταίες εβδομάδες συνδέονται και με την εμμονή του δικού μας κύματος καύσωνα. Κύρια αιτία των παρατεταμένα υψηλών θερμοκρασιών στη Νοτιοανατολική Ευρώπη αυτό το καλοκαίρι είναι, παραδόξως, όπως λεει, η συνεχής επικράτηση χαμηλών πιέσεων και χαμηλών θερμοκρασιών στη Δυτική Ευρώπη. «Όταν σε μια περιοχή του πλανήτη παρατηρείται ένα ακραία θερμό φαινόμενο, αυτό συνδέεται άμεσα με τη μεταφορά ακραία ψυχρών αερίων μαζών σε κοντινή απόσταση. Η διαφορά της πυκνότητας μεταξύ των ψυχρών και θερμών αερίων μαζών είναι αυτή που οδηγεί σε ακραία καιρικά φαινόμενα».