Με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα της Ν. Σμύρνης, αναλογίζεται κανείς από που πηγάζει τόση βία. Τι είναι αυτό που ωθεί κάποιον να στρέφεται με τόσο μίσος και επιθετικότητα κατά συνανθρώπων του; Είναι πολλές οι απαντήσεις που μπορούν να δοθούν, όμως, δύσκολα θα βρούμε αυτή τη μία που απαντάει ουσιαστικά στο συγκεκριμένο ερώτημα.
Φαινόμενα όπως αυτά της Ν. Σμύρνης διαταράσσουν τον κοινωνικό βίο, δημιουργούν ανασφάλεια στους πολίτες, αποτελούν αφορμή για κοινωνικές αναταράξεις και, ειδικά στη δική μας κοινωνία, αφορμή για πόλωση. Στο πλαίσιο του δημόσιου διαλόγου διαμορφώνονται δύο κυρίαρχα ρεύματα. Το ένα περιγράφει τα γεγονότα δίνοντας έμφαση στην αναίτια αστυνομική βία και το άλλο στην επίθεση κατά της ευνομούμενης πολιτείας. Κάθε μία από αυτές τις θέσεις σκιαγραφείται, προφανώς, από συγκεκριμένη πολιτική απόχρωση. Και, φυσικά, σε αυτές τις περιστάσεις όλοι διατείνονται ότι «η βία είναι καταδικαστέα από όπου και αν προέρχεται». Κάπως έτσι τελειώνουν, συνήθως, τέτοιου είδους ιστορίες στην κοινωνία μας.
Είναι, όμως, πράγματι καταδικαστέα η βία; Ή, καλύτερα, όταν λέμε ότι αποδοκιμάζουμε τη βία, το εννοούμε πραγματικά; Μήπως κάποιοι είμαστε περισσότερο ευαίσθητοι όταν φαινόμενα βίας στρέφονται κατά συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων; Επίσης, μήπως αντιδρούμε πιο έντονα όταν η βία προέρχεται από συγκεκριμένες ομάδες (κοινωνικές, επαγγελματικές, πολιτικές κοκ);
Είναι πολύ πιθανόν, παράγοντες, όπως οι πολιτικές πεποιθήσεις, η ασφάλεια της κοινωνικής τάξης, η σιγουριά της επαγγελματικής θέσης, να μην μας επιτρέπουν να αξιολογούμε σωστά φαινόμενα βίας. Ο πιο αποφασιστικός, όμως, παράγοντας είναι η εξοικείωση μας με τη βία. Μπορεί να ακούγεται παράδοξο, όμως η βία είναι παρούσα στην καθημερινότητά μας. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς τις μορφές με τις οποίες εκδηλώνεται. Σωματική, λεκτική, ψυχολογική, σεξουαλική, ενδοοικογενειακή, έμφυλη, ρατσιστική, οπαδική κ.ο.κ. Μόνο και μόνο από αυτές τις πολλαπλές διακρίσεις, αντιλαμβάνεται κανείς πόσες πτυχές της κοινωνικής ζωής αγγίζει. Είναι παρούσα ακόμη και σε απλές καθημερινές δραστηριότητες, όπως, π.χ. στον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται ο προϊστάμενος στους υφισταμένους του στον χώρο εργασίας ή στον τρόπο της οδηγικής συμπεριφορά των συμπολιτών μας.
Η παρουσία της βίας είναι τόσο έντονη στην κοινωνική μας ζωή, ώστε να την αντιμετωπίζουμε συχνά με ανεκτικότητα αν όχι με οικειότητα. Αυτή η εξοικείωση συνιστά γόνιμο έδαφος για την εξάπλωσή της. Πρόκειται για μία κατάσταση στρεβλή μεν πραγματική δε. Η αντιμετώπισή της μοιάζει εξαιρετικά δύσκολη, δεδομένου ότι απαιτείται αλλαγή κοινωνικής κουλτούρας. Όμως, όσο πιο συχνά τη συναντάμε τόσο περισσότερο ελλοχεύει ο κίνδυνος να την αποδεχτούμε ως αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Αν δεν το έχουμε ήδη κάνει…
Γιάννης Μπονάνος
Δικηγόρος