Τα πρώτα δειλά βήματα ξεκίνησαν και αυτό γιατί ένα σημαντικό κομμάτι του φορολογικού νομοσχεδίου είναι η φορολογική ελάφρυνση των φυσικών προσώπων και των επιχειρήσεων που τα τελευταία χρόνια ισοπεδώθηκαν . Επικεντρώθηκα – όσο μπορούσα – στις αλλαγές που ενδιαφέρουν το είδος και το μέγεθος των επιχειρήσεων των νησιών μας.
Καθιέρωση εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή 9% για φυσικά πρόσωπα, ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες, μισθωτούς και συνταξιούχους, από 22% που είναι σήμερα. Με τη μείωση αυτή αναμένεται να ευνοηθούν όχι μόνο όσοι έχουν εισόδημα κάτω των 10.000 ευρώ, αλλά το σύνολο των φορολογουμένων, αφού το εισόδημά τους φορολογείται κλιμακωτά. Επιπλέον, μειώνονται κατά μία ποσοστιαία μονάδα και οι συντελεστές για τα υψηλότερα εισοδήματα.
Αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για κάθε προστατευόμενο τέκνο, ανεξαρτήτως αριθμού αυτών.
Μείωση του συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων από το 28% που είναι σήμερα στο 24% για το 2019, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις
Μείωση της προκαταβολής φόρου εισοδήματος στο 95% του φόρου που προκύπτει για τα νομικά πρόσωπα.
Καθιέρωση χαμηλού φορολογικού συντελεστή 10% για τα αγροτικά συνεταιριστικά σχήματα.
Αναστέλλεται η επιβολή ΦΠΑ στις οικοδομές με άδεια από 1-1-2006 και εφεξής και του φόρου υπεραξίας στη μεταβίβαση ακινήτων
Με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων, αποσαφηνίζεται και απλουστεύεται η νομοθεσία για τη φορολογική κατοικία ενώ παράλληλα θεσπίζεται εναλλακτικός τρόπος φορολόγησης των εισοδημάτων αλλοδαπής προέλευσης με πληρωμή ετήσιου κατ’ αποκοπή φόρου στις περιπτώσεις επενδύσεων άνω των 500.000 ευρώ.
Μια από τις πλέον σημαντικές προσθήκες του φορολογικού νομοσχεδίου αφορά στην μεταφορά ζημιών. Πλέον οι επιχειρήσεις θα έχουν τη δυνατότητα να μεταφέρουν τη φορολογική ζημιά σε διάστημα δέκα ετών από πέντε που είναι σήμερα. Το μέτρο θα έχει εφαρμογή για λογιστικές ζημιές που δημιουργήθηκαν από το 2014 και μετά, που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις μπορούν με βάση τη νέα διάταξη να τις συμψηφίσουν με τη χρήση του 2024.
Καταργείται η εισφορά 0,6% του ν. 128/1975 στις πιστώσεις factoring και leasing με στόχο τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης και συνεπώς λειτουργίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Εισάγονται κίνητρα για την πραγματοποίηση δαπανών που θα πραγματοποιηθούν για τη λήψη υπηρεσιών που σχετίζονται με την ενεργειακή, λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση κτιρίων, με τη χορήγηση έκπτωσης φόρου 40% για δαπάνες των σχετικών εργασιών, με συνολικό ύψος δαπάνης τις 16.000 ευρώ, ισόποσα κατανεμημένες σε περίοδο 4 ετών.
Αυξάνεται ο μέγιστος αριθμός των δόσεων της πάγιας ρύθμισης οφειλών από 12 σε 24 και σε ειδικές περιπτώσεις έκτακτων οφειλών από 24 σε 48. Παρέχεται η δυνατότητα ένταξης των ίδιων οφειλών από τον ίδιο οφειλέτη για δεύτερη φορά εάν η ρύθμιση απολεσθεί για οποιοδήποτε λόγο που αφορά σε υπαιτιότητά του.
Δίνεται στις επιχειρήσεις η δυνατότητα να διαγράφουν ποσά ληξιπρόθεσμων οφειλών από πελάτες τους, συνολικού ύψους έως 300 ευρώ ανά οφειλέτη, χωρίς να χρειάζεται να έχουν εξασκήσει προηγουμένως όλες τις νόμιμες διαδικασίες για την είσπραξή τους, δεδομένου ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων το κόστος της διαδικασίας είναι υψηλότερο από το ύψος της οφειλής.
Επιστρέφεται ή διαγράφεται ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης ΕΦΚ που βεβαιώθηκε για κρασιά τα οποία μέχρι και την τελευταία ημέρα ισχύος του ΕΦΚ κρασιού (31.12.2018) δεν είχαν διατεθεί στην κατανάλωση.
Παραμένει αμετάβλητο στα 500 ευρώ το όριο από για τις συναλλαγές με μετρητά.
Επιπρόσθετα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι πέραν των ανωτέρω στον υπολογισμό του πραγματικού εισοδήματος δεν περιλαμβάνεται το ποσό της εισφοράς αλληλεγγύης, καθώς και το ποσό της διατροφής διαζευγμένου συζύγου ή τέκνου.Σε περίπτωση που έχουν πραγματοποιηθεί δαπάνες που αφορούν καταβολές φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και ΕΝΦΙΑ, δανειακές υποχρεώσεις προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ενοίκια, οι οποίες υπερβαίνουν το 60% του πραγματικού εισοδήματος, το απαιτούμενο ποσοστό δαπανών περιορίζεται από το 30% στο 20% του πραγματικού τους εισοδήματος. Στον φορολογούμενο του οποίου έχει κατασχεθεί ο λογαριασμός, το όριο δαπανών περιορίζεται στις 5.000 ευρώ, ενώ προβλέπονται εξαιρέσεις για φορολογούμενους που έχουν αντικειμενικές δυσκολίες χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής.
Ανδρέας Παντελιός