Γράφει η Ελένη Βαλλιανάτου
Ο συγγραφέας περιγράφει τις αναμνήσεις του από τον πόλεμο του 1940 και την Ιταλική κατοχή της Κερκύρας και της Γερμανικής στη συνέχεια.
Την Κέρκυρα εποφθαλμιούσε η Ιταλία πριν ακόμη ο Μουσολίνι διαμορφώσει το δόγμα του για τον έλεγχον της Μεσογείου (Mare Nostrum) και την αμφισβήτηση της Βρετανικής ηγεμονίας.
Το 1923 με την δολοφονία του Στρατηγού Tellini η Ιταλία κατέλαβε την Κέρκυρα σε μια προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων αλλά τελικά αναγκάστηκε να αποχωρίσει ύστερα από την πίεση της Κοινωνίας των Εθνών.
Για όλους αυτούς τους λόγους τα εχθρικά αισθήματα κατά της Ιταλίας που εκδηλώθηκαν με την κήρυξη του πολέμου σε όλη την Ελλάδα είχαν ήδη εκδηλωθεί πολύ πιο πρίν στην Κέρκυρα. Το εθνικό της φρόνιμα ανέβηκε κατακόρυφα στη συνέχεια με τη νικηφόρο πορεία του Στρατού μας.
Η Γερμανική επέμβαση άλλαξε όμως τα δεδομένα και έτσι η χώρα μας βρέθηκε υπό ξενική κατοχή. Τα Επτάνησα ετέθησαν υπό Ιταλική διοίκηση και η φασιστική της Κυβέρνηση προσπάθησε να τα αποσπάσει από την Ελληνική Επικράτεια.
Το πνεύμα αντιστάσεως του Κερκυραϊκού λαού παρέμεινε ακλόνητο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αντίδραση της Κερκυραϊκής νεολαίας μετά την λιτάνευση του Αγίου Σπυρίδωνος το πρωτο-Κύριακο του Νοεμβρίου το 1941.
Η εκδήλωση αυτή περιγράφεται με λεπτομέρεια από τον συγγραφέα πού σαν 12χρονος μαθητής συμμετείχε σ’ αυτήν.
Η Κέρκυρα σε όλη την πολεμική περίοδο υπέστη συνεχείς βομβαρδισμούς. Είναι συναρπαστική η περιγραφή του εμπρησμού της από τους Γερμανούς του Σεπτεμβρίου του 1943.
Η Γερμανική κατοχή σηματοδότησε την οργάνωση και ενδυνάμωση της εθνικής αντιστάσεως, με τις αντιθέσεις της.
Είναι μία πολύ ενδιαφέρουσα και συναρπαστική αφήγηση που διαλέγεται με διάφορες ιστορίες και μας μεταφέρει στο πνεύμα της εποχής αυτής.
Ποιος είναι ο Παναγιώτης Κοσμάτος
Ο Παναγιώτης Κοσμάτος κατάγεται από την Κεφαλονιά και διετέλεσε Λιμενάρχης Πόρτο-Λάγος, Ιθάκης, Χανίων, Προϊστάμενος νηολογίων-υποθηκολογίων Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς καθώς και Επιτελής της Υπηρεσίας Πολεμικής Χρησιμοποιήσεως Λιμένων του Πολεμικού Ναυτικού.
Οργάνωσε την πρώτη Υπηρεσία Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος του ΥΕΝ και διετέλεσε ο πρώτος εναέριος παρατηρητής του ΛΣ.
Ως διευθυντής αυτής μετείχε της Ελληνικής αντιπροσωπείας στην διεθνή διάσκεψη Στοκχόλμης 1973 για το Παγκόσμιο Περιβάλλον, στην διεθνή διάσκεψη Λονδίνου 1974 για την σύναψη της Διεθνούς Συμβάσεως για την Προστασία του Θαλάσσιου Περιβάλλοντος και στην διεθνή διάσκεψη Βαρκελώνης 1975 για την προστασία της Μεσογείου από την θαλάσσια ρύπανση.
Με την ιδιότητά του αυτή ήτο μόνιμος αντιπρόσωπος του ΥΕΝ στην επιτροπή Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ) στο Λονδίνο. Διετέλεσε επίσης Ναυτιλιακός Ακόλουθος της Ελληνικής Πρεσβείας Τόκιο και Προξενικός Λιμενάρχης Ιαπωνίας, Διοικητής Ανωτέρας Δημόσιας Σχολής Εμπορικού Ναυτικού Ασπροπύργου, Διευθυντής Οίκου Ναύτου, Διευθυντής Οργανώσεως και Εκπαιδεύσεως ΥΕΝ, Ναυτιλιακός Σύμβουλος στην Ελληνική Πρεσβεία Λονδίνου, και τέλος Γενικός Διευθυντής Λιμένων και Παραλίων ΥΕΝ.
Αποστρατεύθηκε το 1982 με τον βαθμό του υποναυάρχου ΛΣ. Αμέσως μετά την αποστρατεία του ανέλαβε την αρχική οργάνωση και λειτουργία της περιβαλλοντολογικής οργανώσεως Helmepa, και στην συνέχεια την διεύθυνση της Ενώσεως Ελλήνων Εφοπλιστών Λονδίνου (Greek Shipping Cooperation Committee) μέχρι το έτος 2000, που αποχώρησε για να επιστρέψει στην Ελλάδα. Κατά καιρούς έχει δημοσιεύσει άρθρα του στον ημερήσιο και ναυτιλιακό τύπο της χώρας, μεταξύ των οποίων και μία μονογραφία για τις Σημαίες Ευκαιρίας (flags of convenience).
Είναι νυμφευμένος με την Μαρία Κοσμάτου, το γένος Γεωργίου, και έχουν δύο παιδιά που ασχολούνται επαγγελματικά με την ναυτιλία.