Του Γεράσιμου Σωτ. Γαλανού
Γύρω στα 1901 δημιουργήθηκε ένα υπέροχο χορωδιακό άσμα στο Ληξούρι από τον μεγάλο τροβαδούρο του νησιού μας, Τζώρτζη Δελλαπόρτα. Το άσμα είχε τον τίτλο «Το Καρναβάλι» και μάλιστα όταν ο Τζώρτζης με την χορωδία του επισκέφτηκε το Βουκουρέστι και την Κωνσταντινούπολη, στους εκεί Κεφαλληνιακούς Συλλόγους, το 1904, μεταξύ των ασμάτων που τραγούδησαν ήταν και αυτό το αποκριάτικο άσμα.
Για το άσμα αυτό δεν υπήρχαν έως τώρα ικανές πληροφορίες, με αποτέλεσμα να ακούγονται κατά καιρούς πολλές αβασάνιστες θέσεις και τεκμηριώσεις. Στην παρούσα έκδοση για δεύτερη φορά παραθέτω κάποια στοιχεία, που αποτελούν μέρος ευρύτερη μελέτη μου για τον Τζώρτζη Δελλαπόρτα.
Όπως είναι γνωστό ο Δελλαπόρτας έγραψε πολλά άσματα για το μεγάλο
του έρωτα, την Ελένη Ιακωβάτου. Τα περισσότερα άσματά του έχουν τον ρομαντικό χαραχτήρα, τον ερωτικό παλμό που εστίαζε μέσα στα σωθικά του, για να κατακτήσει τη μετέπειτα γυναίκα του.
Το τραγούδι του «Το καρναβάλι» χωρίζεται σε δυο μέρη. Το πρώτο που αναφέρεται για το καρναβάλι του Ληξουρίου είναι δικής του στιχουργικής έμπνευσης και αυτό που μιλά για τη Λενιώ, είναι παρμένο από την ποιητική «Πανελλήνιος Ανθολογία» του Δημητρίου Κ. Κοκκινάκη, Αθήνα 1899, σ.σ. 663-664, «Τραγούδι αποκριάτικο υπό Ανδρέου Δ. Νικολάρα». Φυσικά ο Δελλαπόρτας διασκεύασε και προσάρμοσε κάποιους στίχους στο δικό του άσμα και το μελοποίησε υπέροχα.
«Το Καρναβάλι»
σε στίχους Ανδρέου Νικολάρα και Τζώρτζη Δελλαπόρτα,
μουσική του Τζώρτζη Δελλαπόρτα» Ληξούρι 1901
«Στο καρναβάλι μας παιδιά ας ψάλουμε τραγούδια
όλοι ας τραγουδήσουμε με γέλια με λουλούδια
που γίνεται τέτοια γιορτή τέτοια χαρά μεγάλη
του χρόνου δεν ηξέρουμε τη λύπη και τη ζάλη
Ο χρόνος σαν την αστραπή χάνεται διαβαίνει
του χρόνου δεν ηξέρουμε ποιος ζει και ποιος παθαίνει.
Ας τραγουδήσω άσπλαχνη μια φορά και πάλι
και την τρελή απόκρια όλοι ας τη γλεντήσουν
και το Ληξούρι από χαρά θα ξανανιώσει πάλι
όλοι ας τραγουδήσουμε παιδιά το καρναβάλι
Βαρ’ το ντόμινο Λενιώ κι έλα πάμε εις τον μπάλο
σαν κι εμέ δε θα βρεις νιο να σε αγαπάει, άλλον
Με το ντόμινο κυρά μου με τ’ αφράτα σου
τα κάλλη και με μέ το φουκαρά να περνάς
το καρναβάλι με τον κάθε μασκαρά
Όλοι ας μασκαρευτούμε του τρελλού μας του καιρού
γιατί όλοι μας θα πούμε πως χρωστάς της Μιχαλούς»
«Το Καρναβάλι» δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στον ψηφιακό δίσκο
που είχε τίτλο «Ληξουριώτικες Αριέττες και Καντάδες», Επιμέλεια-
έρευνα και υλικό: Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός- επεξεργασία ήχου, Νίκος
Γαρμπής», έκδοση ΔΕΚΠΑ καλοκαίρι 2001» σε αυθεντική ηχογράφηση
όπως σώθηκε από το Ωδικό Συγκρότημα Αθανασίου Σταθάτου το 1974,
στο καφενείο του Νικόλα Βασιλάτου.
Ακολουθεί το ποίημα του Ανδρέου Δ. Νικολάρα όπως ακριβώς δημοσιεύτηκε στην «Πανελλήνιος Ανθολογία» 1899.
«Βαλ’ το ντόμινο, Ελενιό
κ’ έλα πάμε εις τον μπάλο
σαν κ’ εμέ δεν θαύρης νιό
να σε αγαπάη άλλο…
Με το ντόμινο κυρά,
πως μου φαίνεσαι μεγάλη,
σαν τον κάθε μασκαρά
που περνά τρανό κεφάλι…
Όλοι ας μασκαρευτούμε,
και το κομιτάτο αυτό…
μες την τρέλλα ..δεν χρωστούμε
εις της Μιχαλούς λεφτό…
Χά, χά, χά, μασκαρεμένοι
όλοι, όλοι τρά, λά, ρά…
τώρα τον καταλαβαίνει
μασκαράς, τον μασκαρά…»
Μικέλης Αύλιχος
Υπάρχουν και άλλοι που διεκδίκησαν την πατρότητα του άσματος αυτού, αλλά σύμφωνα με τα στοιχεία που υπάρχουν, οι αναφορές και διεκδικήσεις που αναφέρονται κατά καιρούς είναι μετέπειτα από του Νικολάρα και του Δελλαπόρτα.
Σίγουρο είναι, πως, από παλιά στο Πατρινό Καρναβάλι το άσμα τραγουδιόταν ως «Εμβατήριον των Πατρινών Απόκρεων»( Πιθανόν μόνο «Βαλ’ το ντόμινο, Ελενιό
κ’ έλα πάμε εις τον μπάλοσαν κ’ εμέ δεν θαύρης νιό να σε αγαπάη άλλο..».
Σώθηκε το πρωτότυπό του από τον Ανδρέα Λασκαράτο, ο οποίος το κατέθεσε στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Πατρών,(Βλ. Ιστορικόν Λεξικόν των Πατρών, σελ 124, Έκδοση Πάτραι 1980). Είναι σε στίχους Ευάγγελου Μπίτση και μουσική Μανζιόνι, μουσικού της Πάτρας κατά έτη 1912-18, αρχιμουσικού μπάντας.
Ο Ανδρέας Μαυροειδής στον έργο «Αχαΐας Χρονικά», τ. 5ος γράφει
ότι έχει την παρτιτούρα και είναι σε μουσική του Τζούλιο Κοφίνο, δημοσιεύτηκε στον «Νεολόγον» Πατρών στις 1-2-1909 και το κείμενο είναι του Γ. Πετρούτσου, δημοσιογράφου.
Το άσμα μουσικά είναι του Τζώρτζη Δελλαπόρτα, έγινε γνωστό όπως και άλλα άσματα του, τα οποία τα «οικειοποιήθηκαν» πολλοί, λόγω που ο Δελλαπόρτας δεν τα έγραφε με μουσική, αλλά τα μάθαινε με την κιθάρα του αυτοσχέδια στους κανταδόρους του. Ωστόσο, αρκετοί Ληξουριώτες τραγουδιστές και τροβαδούροι έζησαν στην Πάτρα, όπως: ο Στελλακάτος, οι Τσικλαίοι, ο Συνοδινός και μετέφεραν πολλά άσματα του νησιού μας σε αυτήν την πόλη.