Θέλω με τη σειρά μου να ευχαριστήσω για την παρουσία σας εδώ- είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός οτι η Νέα Δημοκρατία, για πρώτη φορά συζητά με τους κοινωνικούς εταίρους, προκειμένου να σχηματοποιήσουμε ένα κυβερνητικό πρόγραμμα για την Κεφαλλονιά και την Ιθάκη. Και νομίζω πως αποτελεί μια μεγάλη κατάκτηση, την οποία καλό θα ήταν να ακολουθήσουν και άλλα κόμματα, προκειμένου οι πολίτες να έχουν μια σαφή και ξεκάθαρη εικόνα ως προς το τι θέλουν αλλά και τι μπορούν πραγματικά να κάνουν τα κόμματα που διεκδικούν την ψήφο τους στις εθνικές εκλογές. Υπό αυτή την έννοια λοιπόν η Νεά Δημοκρατία πρωτοπορεί.
Στο πνεύμα αυτό, θα μου επιτρέψετε κ. Πρόεδρε και κ. Βουλευτές για να είναι σαφές οτι δεν «σημαδεύουμε» την τράπουλα, να αμφισβητήσω ακόμα και τον τίτλο αυτής της πρώτης συνεδρίας, η οποία αναφέρεται σε «νέα χωροταξία και ενεργειακή αναβάθμιση μέσω της αναβίωσης της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής». Είναι ζητούμενο στην Ελλάδα του 2018 η Νέα Δημοκρατία να συζητά για νέα χωροταξία; Είναι προοδευτικόσε αυτό το οικονομικό περιβάλλον να συζητάμε για αναβίωση παραδοσιακής αρχιτεκτονικής;
Στο ερώτημα αυτό απάντησε ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στην 82η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης όταν και έκανε μια ασυνήθιστα εκτενή για πολιτικό αρχηγό αναφορά στα θέματα χωροταξίας και ακινήτων.
Ο πρόεδρος μας προανήγγειλε πλήρη αναθεώρηση του χωροταξικού σχεδιασμού της χώρας με την εισαγωγή τεσσάρων χρήσεων γης: κατοικία, παραγωγικές δραστηριότητες, ειδικές χρήσεις και τουρισμός. Παράλληλα, προανήγγειλε την απλοποίηση της κατηγοριοποίησης των βιομηχανικών δραστηριοτήτων με βάση τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και όχι την όχληση.
Έκανε σαφή αναφορά στο παλαιό κτηριακό απόθεμα κατοικιών, οι οποίες ελλείψει συντήρησης χάνουν διαρκώς την αξία τους και προανήγγειλε κίνητρα για ανακαίνιση των ακινήτων προκειμένου «να ομορφύνουν οι πόλεις και τα χωριά μας».
Συγκεκριμένα, πέραν της μείωσης του ΦΠΑ ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης προανήγγειλε αναστολή του ΦΠΑ για 3 χρόνια στις οικοδομικές δραστηριότητες, δραστική απλούστευση στη διαδικασία μεταβίβασης των ακινήτων και έκπτωση φόρου ίση με το 40% της νόμιμης δαπάνης του ιδιοκτήτη για τη λειτουργική, αισθητική και κυρίως ενεργειακή αναβάθμιση και αξιοποίηση του ακινήτου του.
Η προγραμματική αυτή τοποθέτηση θέτει τα κράσπεδα προκειμένου η συζήτηση για τη μορφή των πόλεών μας να γίνει συστηματικά, να γίνει ουσιαστικά, να γίνει πολιτικά και να γίνει με τρόπο που θα αποτελεί κεντρικό στοιχείο του νέου αναπτυξιακού μοντέλου και όχι εν είδει ακαδημαϊκού συμποσίου.
Η μορφή και η λειτουργία των πόλεών μας δεν είναι «ατζέντα πολυτελείας». Δεν είναι ένα θέμα ήσσονος σημασίας το οποίο «έλα μωρέ γιατί να το συζητάμε». Αποτελεί ένα παγκόσμιο ζήτημα γύρω από το οποίο δομούνται συμμαχίες, σχεδιάζονται πολιτικές και διακινούνται τεράστια οικονομικά ποσά. Ενδεικτικά σας αναφέρω οτι σήμερα 100 πόλεις παράγουν το 38% του παγκοσμίου ΑΕΠ ενώ οι 600 πρώτες όπου και κατοικεί το 1/5 του ανθρώπινου πληθυσμού είναι υπεύθυνες για το 60% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Μπορείτε να το φανταστείτε; Ο σχεδόν ο μισός πλούτος του πλανήτη παράγεται σε 100 πόλεις.
Τι το ιδιαίτερο έχουν όμως οι πόλεις;
Οι πόλεις παράγουν πλούτο και συγκεντρώνουν πληθυσμό. Υπόσχονται κοινωνική ανέλιξη, υπηρεσίες και καλύτερες ευκαιρίες. Μαζί με την έξαρση της πληροφορικής ευνοούν την ορθολογικότερη διαχείριση των πόρων με ταυτόχρονη εξοικονόμηση και δημιουργία οικονομιών κλίμακας. Άρα είναι σημαντικές και οικονομικά και πολιτικά. Τη στιγμή που σχεδόν το μισό ΑΕΠ της Ελλάδας παράγεται στα αστικά κέντρα είναι αυτονόητο οτι στοχευμένες πολιτικές όχι μόνο διευκολύνουν την αύξηση της πίτας αλλά ταυτόχρονα επηρρεάζουν ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού.
Ποιές είναι οι προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας;
- Αντιμετώπιση της γήρανσης του πληθυσμού και της έλευσης νέων κατοίκων
- Πολεοδομική ανασυγκρότηση και ανανέωση αστικού ιστού
- Ορθολογική διαχείριση και εξοικονόμηση πόρων
- Χρήση νέων τεχνολογιών για συλλογή και επεξεργασία δεδομένων
- Αναζήτηση νέων πηγών χρηματοδότησης
- Συμμετοχικός σχεδιασμός
Αντιλαμβάνεστε οτι η αντιμετώπισή τους αποτελεί από μόνη της ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο τεχνικό αλλά και διοικητικό project ειδικά στις παρούσες δημοσιονομικές συνθήκες.
Το πρόβλημα είναι ο τρόπος με τον οποίο ανοικοδομήθηκαν τα αστικά κέντρα δεν αφορούσε μόνο στην αισθητική, την πολεοδομία ή την αρχιτεκτονική αλλά και στην ίδια τη φύση των υλικών. Το μπετόν, έχει πεπερασμένη διάρκεια ζωής και ήδη οι πολυκατοικίες που ανεγέρθηκαν τη δεκαετία του 1950 και 1960 είναι 70 ετών.
Συνεπώς το ραντεβού με το οικιστικό ζήτημα είναι αναπόφευκτο.
Πώς το ελληνικό κράτος θα αντιμετωπίσει την αντικατάσταση του αστικού ιστού και τα τεράστια κοινωνικά ζητήματα που κρύβονται μέσα σε αυτόν; Αν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η μαζική αντικατάσταση της παραδοσιακής οικίας έφερνε μαζί της και την οριζόντια μορφή ιδιοκτησίας, πως θα πεισθούν εκατοντάδες οικογένειες να φύγουν από τα σπίτια τους για να ανεγερθεί μια νέα πολυκατοικία στη θέση της παλαιάς; Και αν αυτές ανεγερθούν ποια θα είναι τα χαρακτηριστικά τους; Θα αποκαταστήσουμε τις προσόψεις στα ιστορικά κέντρα σε νέα κελύφη κτιρίων ή θα προχωρήσουμε σε νέα, ρηξικέλευθα μοντέλα; Πώς η περιβαλλοντική στρατηγική θα ενσωματωθεί στα νέα κτίρια και βεβαίως πως θα αντιμετωπισθούν οι χρόνιες παθήσεις της διοίκησης, ιδίως σε ότι αφορά την ανεξέλεγκτη αυθαίρετη δόμηση και την χωρίς τέλος επέκταση των πόλεων με το ανάλογο κόστος που συνοδεύει τα δίκτυα τους; Με ποια εργαλεία διακυβέρνησης θα ανταπεξέλθει στις νέες προκλήσεις ο διοικητικός μηχανισμός;
Όλα αυτά είναι μερικά μόνο ενδεικτικά ερωτήματα που όμως δείχνουν πόσο επιτακτική είναι η ανάγκη για ένα συγκροτημένο σχέδιο, ένα όραμα για τη νέα μορφή που θα έχουν τα αστικά κέντρα της χώρας. Οι απαντήσεις ενέχουν κόστος, κόστος πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό αλλά μπορούν δυνητικά να απελευθερώσουν τεράστιες δυνάμεις που μπορούν να συνεισφέρουν γεωμετρικά στην αύξηση του ΑΕΠ της χώρας. Καλύτερα αστικά κέντρα σημαίνουν καλύτερη ποιότητα ζωής, φιλικές πόλεις για τουρισμό, αναζωογόνηση της οικοδομικής δραστηριότητας, νέες χρήσεις γης και ανάπτυξης. Σημαίνουν πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι.
Η εμπειρία της τοπικής αυτοδιοίκησης, δείχνει πως αυτά τα σχέδια ανάπλασης πρέπει να δοκιμασθούν σε μικρή κλίμακα από τους δήμους, οι οποίοι μπορούν πολύ πιο εύκολα να τα εφαρμόσουν πιλοτικά, με χαμηλότερο κόστος και περιορισμένη ένταση. Αν η επιτυχία τους αποτυπωθεί τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά, μπορούμε να προχωρήσουμε σε μεγαλύτερες παρεμβάσεις με χρηματοδότηση από τις Περιφέρειες ή τα Υπουργεία, σε συνδυασμό με οικονομικά κίνητρα για αναζωογόνηση συγκεκριμένων υπηρεσιών και χρήσεων. Τα οφέλη θα είναι τεράστια, αφού οι κάτοικοι μπορούν να απολαύσουν ακόμα καλύτερες κατοικίες, ενεργειακά αυτόνομες και οι πόλεις να αξιοποιήσουν αυτή την αλλαγή ώστε να αποκτήσουν νέο χαρακτήρα και άρα νέα εργαλεία προβολής και προσέλκυσης επενδύσεων.
Και εδώ φτάνουμε στο ερώτημα: έστω οτι αυτά που μας λες είναι σημαντικά. Τι σχέση έχει η Κεφαλονιά με όλα αυτά;
Η απάντηση κρύβεται σε μια ημερομηνία. 1953. Η δική μας Μικρασιατική Καταστροφή. Η χρονιά που οι πόλεις μας γίνονται συντρίμμια, που οι γονείς και οι παππούδες μας γίνονται μετανάστες. Η οπτική επαφή με το παλιό επτανησιακό αστικό τοπίο υπάρχει μόνο σε φωτογραφίες. Και η σύγκριση είναι συντριπτική σε σχέση με το σήμερα.
Όσο και αν επεκτείνονται, πολεοδομούνται ή βελτιώνονται με έργα κοινής ωφέλειας, το Αργοστόλι, το Ληξούρι, η Σάμη, η Αγία Ευφημία, ο Πόρος δεν έχουν καμία σχέση με την προσεισμική τους εικόνα.
Κι αν οι πρωτοβουλίες του Αντώνη Τρίτση και η φιλόδοξη Επιχείρηση Πολεοδομικής Ανασυγκρότησης (ΕΠΑ) τη δεκαετία του 1980 βοήθησαν στο να λειτουργούν υποτυπωδώς στις σημερινές πλέον συνθήκες, αυτό δεν σημαίνει οτι θα μπορούν και στο κοντινό μας μέλλον. Παρά τη μερική εφαρμογή των σχεδίων ( λχ οι μελέτες αρχιτεκτονικής τοπίου σε Κούταβο, πλημμελής εφαρμογή χρήσεων γης) καθώς και τις καταστρατηγήσεις οι οποίες έγιναν -χαρακτηριστικό το παράδειγμα με τι οξείες στέγες- τόσο το Αργοστόλι όσο και το Ληξούρι διατηρούν ένα επίπεδο σαφώς ανώτερο του μέσου όρου που συναντούμε στις ελληνικές πόλεις.
Αρκεί όμως αυτό με δεδομένη την γεωμετρική συμβολή του τουρισμού στην τοπική οικονομία αλλά και τις προκλήσεις που μοιραία θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε;
Ήδη φέτος περιμένουμε 100.000 παραπάνω τουρίστες σε σχέση με πέρυσι. Το Αργοστόλι και το Ληξούρι είναι αφόρητα κατά τη θερινή περίοδο και λειτουργούν οριακά τον χειμώνα με υποπολλαπλάσιο πληθυσμό.
Το κοκτέιλ λοιπόν φαντάζει εκρηκτικό: Κτήρια καταπονημένα από τη σεισμικότητα, έλλειψη ιστορικότητας και παραδοσιακού ύφους, υποδομές πεπαλαιωμένες και μια ολοένα κλιμακούμενη αύξηση των επισκεπτών.
Το βασικό ζητούμενο λοιπόν που τίθεται είναι αν μπορεί το Αργοστόλι ή το Ληξούρι να λειτουργήσουν ως πιλότοι ενός σχεδίου που θα έχει ως στόχο την αισθητική αναβάθμιση του αστικού τοπίου και την ανάδειξή του σε πόλο έλξης και τουριστικής ανάπτυξης, αποκαθιστώντας παράλληλα το τεράστιο τραύμα των σεισμών του 1953 που παραμένει κεντρικό στο συλλογικό υποσυνείδητο των Κεφαλλονιτών.
Φυσικά το ζήτημα του αν πρέπει να ανατρέχουμε στο παρελθόν και να ανακατασκευάζουμε παλαιά κτίρια ή το να προχωρούμε σε νέες κατασκευές είναι τόσο παλιό όσο και η ίδια η αρχιτεκτονική και στον πυρήνα του εξίσου πολιτικό. Κάθε πόλη εμπεριέχει και μια αφήγηση, για το ποιοι είμαστε και που θέλουμε να πάμε, ενώ πολύ συχνά οι αρχιτέκτονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ως προς τον «εξευγενισμό» των πόλεων και τη μετατροπή τους σε «Ντίσνεϊλαντ». Ωστόσο, στην περίπτωση της Κεφαλλονιάς εν γένει, ανακύπτει ένα κεντρικό ζήτημα – η περίφημη επτανησιακή αρχιτεκτονική ταυτότητα , την οποία θέλουν τόσο πολύ οι τουρίστες να γνωρίσουν υπάρχει μόνο σε σπαράγματα. Θα μπορούσε μια «αναβίωσή» της να μεταφραστεί σε περισσότερο τουρισμό, ποιότητα ζωής και θέσεις εργασίας;
Μια καλή πηγή πληροφοριών για το πώς μπορούμε να διαχειριστούμε αυτή τη διπλή πρόκληση μπορεί να αναζητηθεί στις πόλεις της Γερμανίας, όπου η σχετική συζήτηση διεξάγεται συστηματικά από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά καθώς οι Συμμαχικοί βομβαρδισμοί και η επείγουσα ανάγκη για ανοικοδόμηση, άλλαξαν εκ βάθρων των παραδοσιακό χαρακτήρα τους, τόσο σε ύφος όσο και σε πολεοδομική συγκρότηση.
Σε αυτό το επίπεδο η εμβληματική αποκατάσταση του ιστορικού κέντρου της Δρέσδης, έχει ήδη δώσει μια πρώτη γενιά αποτελεσμάτων, καθώς ο τουρισμός της πόλης αυξήθηκε κατακόρυφα από την επανένωση της Γερμανίας και μετά. Επιπλέον, στη Φρανκφούρτη από το 2004 η δημοτική αρχή υλοποιεί ένα πρωτοποριακό project αναδόμησης του ιστορικού κέντρου σε ένα χώρο 7000μ2 μοχλεύοντας παράλληλα ιδιωτικά κεφάλαια μέσω του μάρκεντινγκ και της πώλησης των ακινήτων σε μια περιοχή που από διοικητική μετατρέπεται και πάλι σε μικτή [οικίες και μικρά καταστήματα].
Πώς θα μπορούσε να χρησιμεύσει όλη αυτή η εμπειρία σε ότι αφορά την ανάκτηση της ιστορικής ταυτότητας του Αργοστολίου και του Ληξουρίου; Ένα βασικό πλεονέκτημα που διαθέτουν τα σύγχρονα κτίρια των δύο πόλεων μετά τις πολεοδομικές ρυθμίσεις των προηγούμενων δεκαετιών, είναι ότι στην πλειοψηφία τους διαθέτουν στέγες – παρά τις όποιες υπερβολές στη χρήση. Αυτό το στοιχείο καθιστά μια παρέμβαση πολύ πιο ενδιαφέρουσα, καθώς το βάρος μπορεί να δοθεί στην αποκατάσταση του ιστορικού ύφους μέσα από επεμβάσεις μόνο στις προσόψεις και τους περιβάλλοντες χώρους, χωρίς να χρειαστούν κατεδαφίσεις και εκ νέου οικοδόμηση, λύσεις εξαιρετικά ριζοσπαστικές και ακραίες. Συνεπώς μια τέτοια φιλοσοφία καθιστά σαφώς πιο πιθανή την υλοποίηση ενός τέτοιου έργου και πολύ μεγαλύτερη την ακτίνα δράσης σε σχέση λχ με τη Φρανκφούρτη.
Για την ανάπτυξη ενός τέτοιου μοντέλου κρίσιμη παράμετρος είναι η κοινωνική συναίνεση. Σε ένα νησί που ζει από τον τουρισμό είναι προφανές πως τα ακίνητα έχουν ιδιαίτερη αξία- πολλώ δε μάλλον τα αστικά. Άλλωστε η πρόσφατη «έκρηξη» του Airbnb έχει καταστήσει και τις ιδιωτικές κατοικίες δυνητική πηγή τουριστικής εκμετάλλευσης. Συνεπώς το προκρινόμενο μοντέλο πρέπει να είναι ελκυστικό για τους συμμετέχοντες και να καλύπτει τρία κομβικά στοιχεία
- ενεργειακή αναβάθμιση των κτηρίων
- πολεοδομική τακτοποίηση και παραγραφή τυχόν προστίμων
- μικρότερες δυνατές παρεμβάσεις
Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση αυτού του φιλόδοξου έργου απαιτεί τη συνεργασία τόσο των πολιτικών όσο και των ακαδημαϊκών φορέων, ωστόσο μπορεί να προσφέρει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στην τοπική οικονομία, καθώς ενισχύει ουσιαστικά την τουριστική ταυτότητα του νησιού, δημιουργεί ένα ακόμη πιο διακριτό city branding για τα αστικά του κέντρα, ενώ μπορεί να ενεργοποιήσει την τοπική κοινωνία μέσα από την συμμετοχή της στη διαδικασία εκπόνησης του έργου, τόσο σε επίπεδο λήψης απόφασης όσο και με διαδραστικά workshops. Τρεις περιοχές του Αργοστολίου που θα μπορούσε μια τέτοια επέμβαση να έχει νόημα είναι α.) η οδός Σιτεμπόρων, β.) η παραλιακή λεωφόρος και γ. Η περιοχή του Αρχαγγέλου ενώ στο Ληξούρι η πεζοδρομημένη περιοχή από την πλατεία ως το παλαιό σχολείο ή η γειτονιά γύρω από τον Αγ. Χαράλαμπο.
Αντίστοιχα στη Σάμη όλο το παραλιακό μέτωπο με πολύ μικρές παρεμβάσεις ως προς τα μπαλκόνια και τις στοές επίσης μπορεί να αλλάξει άρδην την εικόνα υποδοχής σε ένα από τα κεντρικά λιμάνια του νησιού.
Για το συγκεκριμένο project υπάρχει ενδιαφέρον από το Πανεπιστήμιο Πατρών και τον καθηγητή κ. Πάνο Δραγώνα προκειμένου να ενταχθεί η Κεφαλλονιά σε ένα από τα εργαστήρια αστικών αναπλάσεων που έχει υπό την επίβλεψή του.
Τέλος, ιδιαίτερα σημαντικό είναι το κομμάτι που αφορά στη λήψη δεδομένων μέσα από αυτή τη διαδικασία, καθώς μπορούμε να αποκτήσουμε στοιχεία για τον σχεδιασμό, την υλοποίηση του έργου (πχ επίπεδα όχλησης), τα οφέλη σε οικονομία κλίμακας, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της παρέμβασης κοκ. Αυτά τα δεδομένα ίσως είναι το μεγαλύτερο κέρδος τέτοιων παρεμβάσεων αφενός γιατί έχουμε μετρήσιμα εργαλεία για να σχεδιάσουμε δημόσιες πολιτικές όπως λχ. Ένα κυκλικό τραμ, χώρους στάθμευσης, τουριστικές διαδρομές. Από την άλλη η συνολική εμπειρία μιας τέτοιας πολιτικής μπορεί να αποτελέσει πυξίδα για μεγαλύτερα σχέδια σε άλλα αστικά κέντρα, αναδεικνύοντας τον ρόλο της Κεφαλλονιάς και στο επίπεδο του ακαδημαϊκού/συνεδριακού τουρισμού, βασικού στόχου σχεδόν όλων των τοπικών αρχών διαχρονικά.
Είναι συνεπώς ουσιώδες να αντιληφθούμε την μεταμόρφωση των πόλεων της Κεφαλλονιάς σε τρεις διαστάσεις.
Η πρώτη ως μια πολιτική που θα βελτιώσει την ποιότητα ζωής στο νησί μέσα από την αναζωογώνηση του αστικού ιστού, την ενεργειακή αναβάθμιση και τις υποδομές.
Η δεύτερη ως μια πολιτική που θα εμπλουτίσει και θα ενισχύσει το τουριστικό μας αφήγημα.
Και τέλος ως μια πολιτική που αποτελεί την ιστορική μας υποχρέωση να αποκαταστήσουμε το τραύμα των σεισμών, και να ενισχύσουμε την ιονική μας ταυτότητα. Είναι μια υποχρέωση που πολιτικά, ιστορικά, ηθικά μόνο η Νέα Δημοκρατία μπορεί να κατανοήσει και να υλοποιήσει. Να την υλοποιήσει όχι σε μια προσπάθεια αναβίωσης ενός κόσμου που δεν υπάρχει πια, όχι σαν παρελθοντολαγνεία, αλλά σαν μια δημιουργική επανίδρυση της σχέσης μας με την παράδοση και κατανόησή της ως το όπλο για τον νέο κόσμο στον οποίο μπαίνουμε. Έναν κόσμο όπου η πολιτιστική μας παράδοση είναι η η προστιθέμενη αξία μας γιατί ακριβώς την κατανοούμε, την εμπλουτίζουμε και τη ζούμε.
Είναι πάνω από όλα η απόδειξη οτι κάνουμε πολιτική όχι για να υπολογίζουμε εμμονικά αριθμούς και δείκτες.
Κάνουμε πολιτική για να ζούμε καλύτερα.
Σας ευχαριστώ.
Η φωτογραφία έιναι από το voutospress